Sunday 22 April 2012

Το κουκλοθέατρο ως ψυχαγωγικό-παιδαγωγικό μέσο

Σε όλο τον κόσμο, παιδαγωγοί και ψυχολόγοι επισημαίνουν τον σημαντικό ρόλο της ψυχαγωγίας για τη σωστή ανάπτυξη του παιδιού με όλες της τις μορφές. Στα δε πρώτα χρόνια η αγωγή πρέπει να στηρίζεται σε προγράμματα ψυχαγωγίας όπως κουκλοθέατρο, παντομίμα, χορός, τραγούδι κλπ.
Το κουκλοθέατρο προσφέρει στο παιδί ερεθίσματα
που το εμπλουτίζουν ψυχικά συναισθηματικά,
νοητικά, γνωστικά.
 Όταν δε η ψυχαγωγία δεν εμπίπτει στα γρανάζια της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας και εξασφαλίζει αποτέλεσμα ποιοτικά ανώτερο και πνευματικά ωφέλιμο, τα συναισθήματα που νιώθει το παιδί του εξασφαλίζουν ψυχική και σωματική υγεία.
  Το κουκλοθέατρο αποτελεί ένα σημαντικό μέσο ψυχαγωγίας για το παιδί. 
Το παιδί καλείται να προσαρμοστεί σε έναν κόσμο ενηλίκων φτιαγμένο στα δικά τους μέτρα και μεγέθη. Η προσαρμογή αυτή είναι δύσκολη και απαιτητική ιδίως τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Το κουκλοθέατρο ανοίγει μπροστά στα μάτια του παιδιού – θεατή, έναν κόσμο δοσμένο σε απόλυτη αναλογία με την πραγματικότητα. Τα μεγέθη, όμως του κόσμου αυτού όντας οικεία διαμορφώνουν πλαίσιο κατάλληλο για την προσαρμογή και την εξέλιξή του στη μεγεθυσμένη για αυτό πραγματικότητα. «Το κουκλοθέατρο μέσα από τις κούκλες και το παραμύθι δίνει τη δυνατότητα στο παιδί να ζήσει την παιδική ηλικία της ανθρωπότητας» (Άλκηστις, από το βιβλίο «Κουκλοθέατρο σκιών»). 
Το κουκλοθέατρο σαν θέαμα επίσης, προσφέρει στο παιδί ερεθίσματα που το εμπλουτίζουν ψυχικά συναισθηματικά, νοητικά, γνωστικά. Παρακολουθώντας μια παράσταση κουκλοθεάτρου ζει μέσα σε συναισθηματική ένταση τη μαγεία και το θαύμα. Βιώνει την θεατρική σύμβαση, όταν, ξαφνικά οι άψυχες κούκλες ζωντανεύουν. Το παιδί μεταφέρεται σε ένα φανταστικό χώρο, ξεφεύγει από την πραγματικότητα, συμμετέχει, ταυτίζεται, διασκεδάζει, παραδειγματίζεται από τη δράση της κούκλας. Μέσα από τα παθήματα τον ηρώων το κουκλοθέατρο δίνει τη δυνατότητα στο παιδί να αφομοιώσει ηθικούς νόμους, κανόνες, κώδικες, αξίες απαγορεύσεις, ιδανικά ακόμα και τη δομή και λειτουργία της κοινωνίας στην οποία ζει. Το παιδί πολλές φορές, συμμετέχει στην παράσταση καθορίζοντας και αυτήν την εξέλιξη της ιστορίας, εξωτερικεύει συναισθήματα φόβου, χαράς, λύπης, έκπληξης, ενθουσιασμού. Το κουκλοθέατρο γίνεται ένας χώρος συνδιαλλαγής και επικοινωνίας. Η συγκίνηση είναι έντονη γιατί προκύπτει από τη γρήγορη εναλλαγή αντίθετων συναισθημάτων. 
Οι συνεχείς, ποικιλόμορφες και αλλεπάλληλες ψυχικές εντάσεις πλάθουν και διαμορφώνουν την προσωπικότητα του παιδιού μέσα από τη δράση των ηρώων με τα σύμβολα και τα μηνύματα. Το παραμύθι και ιδιαίτερα το λαϊκό που αποτελεί ένα ανεξάντλητο ρεπερτόριο για κουκλοθεατρικές παραστάσεις μεταφέρει χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ανθρώπινης εικόνας και παρουσιάζει συμβολισμούς ζωντανούς σε μια κοινωνία. «Το να επικοινωνείς με σύμβολα δεν είναι λιγότερο σημαντικό από το να επικοινωνείς με λέξεις. Μερικές φορές είναι και ο μοναδικός τρόπος να επικοινωνήσεις με το παιδί», επισημαίνει ο Ροντάρι στη «Γραμματική της Φαντασίας». Το παραμύθι για το παιδί είναι ο δικός του κόσμος, και γι αυτό ζει τόσο αληθινά τον κόσμο του κουκλοθεάτρου. Αυτό φαίνεται και όταν ακόμα το παιδί διαπιστώνει ότι άνθρωπος είναι αυτός που κινεί την κούκλα, αδιαφορεί για την ύπαρξή του και απευθύνεται μόνο στην κούκλα, με αυτήν επικοινωνεί και αυτήν εμπιστεύεται. 
Δε συμβαίνει όμως το ίδιο με όλες τις παραστάσεις κουκλοθεάτρου. Αν το έργο είναι φορτωμένο με σχολικούς διδακτισμούς, φλύαρο και ανιαρό, τα παιδιά αδιαφορούν και δε συμμετέχουν. Το κουκλοθέατρο δεν είναι σχολείο, είναι ψυχαγωγία. Φυσικά και το έργο να έχει ηθικό νόημα. Φυσικά και η σωστή συμπεριφορά να αμείβεται και οι κακές πράξεις να τιμωρούνται. Φυσικά και να τελειώνει ευτυχισμένα. Είναι αναγκαιότητα που στηρίζεται στις βαθύτερες ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού να ονειρεύεται, να παίρνει κουράγιο, να αισθάνεται αισιόδοξα. Φυσικά και τα πρόσωπα του έργου δε σημαίνει ότι είναι όλοι τέλειοι και άμεμπτοι χαρακτήρες. Αυτό, εξάλλου, το στοιχείο της σύγκρουσης του καλού και του κακού είναι που δημιουργεί δραματικότητα και συγκίνηση.
 Η σύγχρονη παιδική ψυχολογία υποστηρίζει ότι τα κακά στοιχεία των παραμυθιών, χωρίς βέβαια ακρότητες, χρειάζονται στο παιδί. Πάνω τους επενδύει σκοτεινούς και ανέκφραστους φόβους που μπορεί να αισθάνεται. Και ένας πραγματικός φόβος είναι προτιμότερος, δεδομένου ότι μεγαλώνοντας το παιδί θα τον αποβάλλει, γιατί τότε πια θα τον αναγνωρίσει σαν παραμύθι. Όλα αυτά βέβαια με την προϋπόθεση ότι δίνονται μέσα στην παράσταση δημιουργικά, αληθινά, με αίσθημα ευθύνης, αγάπης και ειλικρίνειας. Το παιδί αντιλαμβάνεται το ψέμα και την απάτη και τότε η συγκίνηση δεν μπορεί να το διαπεράσει, να το αγγίξει, να το διασκεδάσει και να το διαπαιδαγωγήσει.
Σαν δραστηριότητα, το κουκλοθέατρο για το παιδί έχει διαφορετική παιδαγωγική σημασία δίνοντας τη δυνατότητα να γίνει το ίδιο πομπός δημιουργίας και όχι μόνο παθητικός δέκτης.
Ξεκινώντας από την κατασκευή κούκλας: ελευθερώνει τη φαντασία, συντονίζει την κινητικότητα, αναπτύσσει λεπτές κινήσεις. Ενισχύει τον πειραματισμό, την εξερεύνηση με το περιβάλλον και τα υλικά. Καλλιεργεί την ευρηματικότητα και την αισθητική. Δίνει διέξοδο στην εκφραστικότητα και τη δημιουργικότητα.
Στη συνέχεια με την κίνηση και την εμψύχωση της κούκλας αναπτύσσονται κινητικές δεξιότητες. Η κίνηση και το ζωντάνεμα της κούκλας δημιουργεί συναισθήματα έκπληξης και χαράς. Δίνει τη δυνατότητα προβολής και εκτόνωσης. Μέσα από την κούκλα εκφράζει, το παιδί, τον εσωτερικό του κόσμο (αγωνίες, φοβίες, προβληματισμούς, επιθυμίες, όνειρα). Συντελεί στην γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού. Καλλιεργεί την συγκέντρωση προσοχής, τη φαντασία, την κρίση, τη μνήμη, την παρατηρητικότητα, τον αυτοσχεδιασμό. Καλλιεργεί επίσης την ετοιμολογία, την ευστροφία, τη δυνατότητα εύρεσης λύσεων και αντιμετώπιση δυσκολιών. Μαθαίνει να συνεργάζεται και να επικοινωνεί με τα άλλα μέλη της ομάδας. Προβληματίζεται, επανεξετάζει και αναθεωρεί κοινωνικά στερεότυπα καθώς κατακτά καινούριους χώρους. Το κουκλοθέατρο εμπεριέχει πολλές τέχνες. Έτσι το παιδί, σαν ενεργό μέλος ομάδας κουκλοθεάτρου, γίνεται γλύπτης, ζωγράφος, συγγραφέας, μουσικός, κουκλοπαίκτης.
Το κουκλοθέατρο όμως έχει ιδιαίτερη αξία σαν εργαλείο και παιδαγωγικό μέσο για το δάσκαλο καθώς συντελεί στη σύσφιξη της σχέσης δασκάλου – μαθητή. Ο δάσκαλος με το κουκλοθέατρο προσφέρει στους μαθητές συναισθηματική ένταση και απόλαυση. Οι κούκλες γίνονται εξομολογητές των παιδιών, δίνοντας τη δυνατότητα στον δάσκαλο – εμψυχωτή, να διεισδύσει στον εσωτερικό κόσμο του παιδιού, να εκμαιεύσει τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του. Ο Ροντάρι, στη γραμματική της φαντασίας επισημαίνει: «τα παιδιά έλεγαν στην κούκλα ό,τι δε θα μπορούσαν ποτέ να πουν στον δάσκαλο». Το παιδί αισθάνεται με την κούκλα, έτσι που δεν μπορεί να αισθανθεί με τους μεγάλους. Αν πειθαρχεί περισσότερο στα μηνύματά της είναι γιατί οι δεσμοί μαζί της είναι εντελώς διαφορετικοί από τους δεσμούς με τους μεγάλους. Το παιδί θαυμάζει την κούκλα για τη μαγική της δύναμη να μιλά, να κινείται, για τα κατορθώματά της, για τη χάρη που έχει να δίνει τόση χαρά και συγκίνηση. Το παιδί εμπιστεύεται την κούκλα γιατί δεν αισθάνεται απειλούμενο απ’ αυτήν που το κάνει να γελά και να χαίρεται. Η κούκλα μπορεί να γίνει ταυτόχρονα πομπός και δέκτης πληροφοριών γιατί σαν λειτουργικό μέσο αποτελεί ενδιάμεσο φορέα συναισθημάτων και μηνυμάτων. 
Μια τόσο πλούσια, πολυποίκιλη και ευρεία τέχνη σαν αυτή του κουκλοθεάτρου είναι επόμενο να συντελεί ουσιαστικά στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού.

etoyshopgr

Πότε μιλάμε στους «ξένους»

"Συχνά, στη βόλτα, μας πλησιάζουν άγνωστοι άνθρωποι και μας χαιρετούν. Θέλω τα παιδιά μου να απαντούν ευγενικά, αλλά και να τους μάθω να μην μιλούν με αγνώστους. Πως θα το καταφέρω ώστε να μην μπερδευτούν;"
Τι γίνεται αν τα παιδιά είναι μόνα τους
και χρειάζεται να ζητήσουν βοήθεια,
από κάποιον άγνωστο άνθρωπο;

Η έκφραση "μην μιλάς με ξένους" είναι ευρέως διαδεδομένη, σε όλες τις οικογένειες, ως μέτρο προφύλαξης των παιδιών.

Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που πρέπει το παιδί να μιλήσει με κάποιον ξένο - άγνωστο. Σε ποιόν άλλον να στραφεί αν χαθεί ή αν χρειάζεται βοήθεια; Ας μην είμαστε απόλυτοι. Καλύτερα να διδάξουμε στα παιδιά μας το πότε χρειάζεται να μιλούν με ξένους.

Όταν είστε έξω μαζί με τα παιδιά σας, αφήστε τα να χαιρετούν και να μιλούν με αγνώστους. Αφού ελέγχετε την κατάσταση, μπορείτε και να επέμβετε αν χρειαστεί. Όταν όμως το παιδί δεν βρίσκεται υπό την παρακολούθηση σας, τότε πρέπει να αντιμετωπίσει διαφορετικά τους αγνώστους.
Πείτε στο παιδί σας, ότι αν ένας άγνωστος το πλησιάσει και του προσφέρει βόλτα, γλυκά, παιχνίδια ή να τον βοηθήσει σε κάποια εργασία (π.χ. να βρει το σκύλο του που έφυγε τρέχοντας), το παιδί θα πρέπει να πει δυνατά ΟΧΙ και να απομακρυνθεί αμέσως.
Το επόμενο που πρέπει να κάνει, είναι να το αναφέρει στον ενήλικα που το συνοδεύει (γονιός, δασκάλα, νταντά).
Και το ίδιο πρέπει να συμβεί αν κάποιος άγνωστος, μα προσοχή, ίσως και γνωστός, φίλος ή συγγενής, ζητήσει από το παιδί να κρατήσει μυστικό, και αρχίσει να το αγγίζει σε ανάρμοστα μέρη ή του ζητήσει να αγγίξει αυτόν.

Τα περισσότερα παιδιά είναι προσεκτικά με τους ενήλικες που φαίνονται θυμωμένοι ή φοβισμένοι με κάτι. Δυστυχώς οι παιδεραστές και οι απαγωγείς, γενικά οι άνθρωποι που θέλουν να πάρουν το παιδί, μοιάζουν κανονικοί άνθρωποι, συνηθισμένοι και φιλικοί προς τα παιδιά. Έτσι, αντί να κρίνουμε κάποιον από την εμφάνιση του, ας μάθουμε τα παιδιά μας να κρίνουν κάποιον από τις πράξεις του.

Σημαντικό είναι να ενθαρρύνουμε τα παιδιά να ακολουθούν το ένστικτο τους. Ας τα μάθουμε πως αν κάποιος τα κάνει να νιώσουν άβολα, ή αν νιώσουν πως κάτι δεν είναι σωστό, τότε χρειάζεται να απομακρυνθούν αμέσως.


Τι γίνεται όμως αν τα παιδιά είναι μόνα τους και χρειάζεται να ζητήσουν βοήθεια, από κάποιον άγνωστο άνθρωπο;

Καταρχήν ας προσπαθήσουν να βρουν έναν άνθρωπο με στολή. Αστυνομικό, φρουρό ασφαλείας, υπάλληλο μαγαζιού.
Αν δεν υπάρχουν ένστολοι άνθρωποι κοντά τους, μπορούν να απευθυνθούν σε γιαγιάδες - παππούδες, μητέρες με παιδιά, οικογένειες. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που θα μπορέσουν να τα βοηθήσουν αποτελεσματικά.
Και πάλι θα πρέπει να εμπιστευτούν το ένστικτο τους. Αν κάτι δεν τους αρέσει σε κάποιον, να απευθυνθούν σε άλλον.


Παρόλο που δεν είναι εφικτό πάντα να προστατεύουμε τα παιδιά μας από τους αγνώστους, μπορούμε να τα μάθουμε κατάλληλους τρόπους συμπεριφοράς ώστε να ξέρουν τι να κάνουν εάν κάποιος ξεπεράσει τα όρια.

(c) The Nemours Foundation/KidsHealth. Reprinted with permission.

Babytips.gr - Tips

Το Μητρικό Χάδι, Βάλσαμο για τα παιδιά
Mom’s love good for child’s brain

Κατά την βρεφονηπιακή ηλικία η αγκαλιά της μητέρας ήταν το πιο ασφαλές καταφύγιο για μας και το χάδι της μας συνοδεύει σε όλη μας τη ζωή.

Mom’s love good for child’s brain

«Κανένα παιδί δεν έπαθε κάτι
από την πολλή αγάπη»
Οι ερευνητές από το Washington University School of Medicine στο Saint Louis διαπίστωσαν ότι το μητρικό χάδι αποτελεί βασικό παράγοντα στην ανάπτυξη του ιππόκαμπου, της περιοχής δηλαδή του ανθρώπινου εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη για τις μαθησιακές δυσκολίες, την ανάπτυξη της μνήμης και τις άμυνες μας απέναντι στο στρες. Επίσης, οι συχνές αγκαλιές της μαμάς στα πρώτα χρόνια της ζωής ενός παιδιού μπορούν να θωρακίσουν το ανοσοποιητικό του σε βαθμό που να μη χρειάζεται να παίρνει αναλγητικά φάρμακα αργότερα στη ζωή του.
Για αυτό λοιπόν, κλείστε τα αυτιά σας σε όσους ισχυρίζονται ότι κακομαθαίνεται το παιδί σας!!!
Τα χάδια, η τρυφερή αγκαλιά κάνoυν καλό!!!
Κι όπως χαρακτηριστικά μου είπε ο κος Καλαματιανός Ηρακλής, παιδίατρος και διευθυντής επί σειρά ετών στην παιδιατρική του Τζάνειου Νοσοκομείου Πειραιώς... «ΚΑΝΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΔΕΝ ΕΠΑΘΕ ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΛΗ ΑΓΑΠΗ».....
η υπογράφουσα
Κουτσιλέου Κ. Μαργαρίτα

Οι μισοί Έλληνες αδυνατούν να καλύψουν
τις βασικές τους ανάγκες

Εν έτει 2012 έρευνα του Ευρωβαρόμετρου δείχνει πως το 50% των Ελλήνων αδυνατεί να αγοράσει τρόφιμα. Η Ελλάδα κατακτά άλλη μία αρνητική πρωτιά, ξεπερνώντας ακόμη και τη Βουλγαρία στην αδυναμία κάλυψης των βασικών αναγκών.

Το μόνιμο άγχος του Έλληνα είναι
οι συνεχείς λογαριασμοί.
Ένας στους δύο Έλληνες δυσκολεύτηκε να αγοράσει τρόφιμα ή να πληρώσει τους λογαριασμούς του, τους τελευταίους 12 μήνες. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια του πληθυσμού που ζει πλέον στα όρια της φτώχειας.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται στον "Ελεύθερο Τύπο" το 45% των Ελλήνων παραδέχεται ότι μερικές φορές δεν είχε χρήματα ούτε για το φαγητό του. Μόλις ένας στους δέκα Έλληνες δεν αντιμετωπίζει αδυναμίες πληρωμής, αν και το 97% έχει διαπιστώσει ότι η φτώχεια έχει αυξηθεί στη χώρα μας τον τελευταίο χρόνο.
Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δηλώνουν ότι θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν σε ένα έκτακτο έξοδο 1000 ευρώ. Αντιθέτως, οι περισσότεροι Έλληνες δεν θα ήταν μάλλον σε θέση να καλύψουν το ποσό.
Το 73% παραδέχεται ότι καθυστερεί την αποπληρωμή των λογαριασμών του, ενώ το 63% παραδέχεται ότι δυσκολεύεται να καλύψει τις δαπάνες περίθαλψης των ίδιων και των συγγενών του.
Η λέξη αβεβαιότητα έχει εισχωρήσει πια στο λεξιλόγιο των περισσοτέρων, με το 45% να αποκαλύπτει πως το μόνιμο άγχος του είναι οι συνεχείς λογαριασμοί.
Οκτώ στους δέκα πιστεύουν ότι το επόμενο διάστημα θα δυσκολευτούν να ανταποκριθούν στα τρέχοντα έξοδα των παιδιών τους.
Οι δόσεις των στεγαστικών δανείων, των ενοικίων και η ιδέα της απόλυσης τρομοκρατούν, με την πλειονότητα των ερωτηθέντων να μη βλέπει έξοδο στο οικονομικό τούνελ, θεωρώντας ότι η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα θα χειροτερέψει μέσα στο 2012.
news

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki