Saturday 9 June 2012

ΖΩΡΖ ΣΑΡΗ: «Και πάλι στο σχολείο...», «Τα μπουκλάκια»

Πέθανε η συγγραφέας Ζωρζ Σαρή 
         Το μυθιστόρημα της Ζωρζ Σαρή Ε. Π. (1995) αναφέρεται στη σχολική ζωή και ειδικότερα στη φιλία της με τη συμμαθήτριά της Άλκη (Ζέη), με την οποία από τότε είχαν αποφασίσει ότι θα είναι Ε[νωμένες] Π[άντα]. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, όλες οι συμμαθήτριες της Σχολής Θηλέων επιστρέφουν από τις καλοκαιρινές διακοπές, σχολιάζουν τις εντυπώσεις και τις εμπειρίες που έζησαν και, μέσα σε κλίμα αισιοδοξίας και χαράς, ξεκινούν τη νέα σχολική χρονιά.
Η τάξη γιορτάζει τη χαρά της πρώτης μέρας. Αγκαλιές, φιλιά, γέλια, φωνές και ψίθυροι, μικρά και μεγάλα μυστικά, φρεσκοσιδερωμένες ποδιές, καινούρια παπούτσια, καινούριες τσάντες, μαλλιά κοντά, μαλλιά μακριά, κοτσιδάκια, κοτσίδες, πιαστράκια, μπαρέτες, χτενάκια, κορδέλες. Μάτια λαμπερά γεμάτα θάλασσες και βουνά, γεμάτα παιχνίδια, γεμάτα τρέλες. Η τάξη ξεχείλισε από τις καλοκαιριάτικες αναμνήσεις. Η κάθε μαθήτρια έχει να λέει για το δικό της καλοκαίρι.
         Η Λένα πήγε στην Κηφισιά, έμενε σ' ένα μεγάλο ξενοδοχείο, το «Σεμίραμις»... Έτρωγε μεσημέρι βράδυ στο εστιατόριο...
         Η Ίντα πήγε στο νησί των Ιπποτών, στη Ρόδο...
         Η Αθηνούλα πήγε στο σπίτι της γιαγιάς, στο Παλιοσέλι της Κόνιτσας.
        
  Η γιαγιά μού έκανε όλα τα χατίρια.
         (Ο πατέρας της και η μητριά της πήγαν πάλι στην Ευρώπη...)
         Η Άλκη στο αιώνιο Μαρούσι με τις βόλτες του.
        
  ... και το βράδυ πηγαίναμε με τη Λενιώ στον κινηματογράφο...
         Η Αννούλα στο Φάληρο με καπέλο ως να γείρει ο ήλιος κι ύστερα μάλλινο ζακετάκι, να μην κρυολογήσει το παιδί...
        
  Αχ!
         Η Ζωρζ ξυπόλυτη στο Καβούρι.
        
  Φεύγαμε με τη Ρενέ πρωί, πολύ πρωί, να προλάβουμε τη θάλασσα λάδι, και γυρίζαμε για φαγητό περασμένες δύο. Τα βράδια...
        
  Πού πήγες διακοπές; ρώτησα τη Λίλη.
         Κι αυτή, δίχως να χρωματίσει τη λέξη, απάντησε:
        
  Στο Παρίσι.
        
  Και πώς είναι ο Παρίσι;
        
  Πώς θες να 'ναι; Παρίσι.
         Η Κική πήγε στη Μάνη.
        
  Ε, και να βλέπατε τον πύργο των παππούδων μου! Στους τοίχους κρέμονται οι πρόγονοί μας, και στο σκαλιστό μακρόστενο τραπέζι κάθονται είκοσι τέσσερα άτομα, και πάνω από το τραπέζι έχει έναν πολυέλαιο μπρούντζινο με είκοσι τέσσερις λαμπτήρες...
         Η φαντασμένη. Άντε να ξεχωρίσεις, όταν μιλάει, το ψέμα από την αλήθεια...
         Η Αθηνά πήγε στην Κερασιά, στο σπίτι της γιαγιάς. Διάβαζε, έγραφε στις φίλες της, έγραφε στίχους.
         Η Όλγα πήγε -πού αλλού;- στο Χιλιομόδι. Η Πόπη στο Λουτράκι, η Τίλδα στη Γλυφάδα, έχουν δικό τους σπίτι εκεί...
         Η Ποζέλι δε θα 'ρθει φέτος στο σχολείο. Πέρσι κουράστηκε πολύ, να ξυπνάει νωρίς για να προλαβαίνει τα μαθήματα. Πώς να ταιριάζει το νυχτερινό τραγούδι με τη Σχολή Θηλέων; Άλλωστε, τώρα το όνομά της μπήκε με μεγάλα γράμματα έξω από τη Μάντρα του Αττίκ. Γύρω του, τη νύχτα, αναβοσβήνουν πολύχρωμα λαμπιόνια. Αντίο, Ποζελάκι...
        
  Πώς σε λένε; ρώτησαν την καινούρια οικότροφο.
        
  Μαριάννα Κωβαίου.
        
  Σε ποιο σχολείο πήγαινες;
        
  Στη Θεσσαλονίκη... Τώρα οι γονείς μου μ' έστειλαν εδώ.
         Αδύνατη, μικροκαμωμένη, με το κεφάλι γεμάτο μπούκλες και μπουκλάκια. Ομορφούλα.
         Παρ' ολίγο να μην έρθει ούτε η Μίνα.
        
  Ήθελε ο μπαμπάς μου να με στείλει στο Τορόντο, σ' έναν αδερφό του που δεν έχει παιδί, πολύ πλούσιο... Εγώ δεν ήθελα, φοβόμουν να φύγω, και η μαμά έμπηξε τις φωνές: «Δε δίνω σε κανέναν τα παιδιά μου, τα θέλω όλα κοντά μου...».
         Η Μίνα έχει έντεκα αδέρφια.
         Και η Άλμπα, η λιγομίλητη, τους είπε πως πήγε στην Αίγινα και πως τα είχε περάσει πολύ ωραία.
         (Δεν τους είπε πως ο Αιμίλιος, ο αδερφός της Μαρίνας, την τελευταία μέρα του καλοκαιριού τής γλίστρησε κι ένα ραβασάκι μέσα στην τσέπη. «Σ' αγαπώ», της έγραφε, κι εκείνη δεν κοιμήθηκε όλη τη νύχτα. Τώρα τον σκέφτεται...)
        
  Η Αίγινα είναι το πιο όμορφο νησί του κόσμου.
         Δεν πρόλαβε να πει άλλα. Η Ζωρζ την έκοψε:
        
  Μα κι εγώ έχω πάει στην Αίγινα, στη Βαγία. Έκανα γαϊδουροκαβαλαρία, κι ο ναός της Αφαίας ήταν πάνω από το κεφάλι μας. Ο Παναγιώτης, ο φίλος μου...
        
  Τα ξέρουμε... τα ξέρουμε, μας τα 'χεις ξαναπεί! φώναξαν οι φίλες της.
         Κι ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο πανηγύρι.
         Όταν μπήκε στην τάξη η κυρία Ερασμία, με το ράσο της και τις μαύρες παντόφλες, όλες οι μαθήτριες ήταν αναψοκοκκινισμένες.
        
  Αγαπηταί μαθήτριαι, σας εύχομαι καλήν πρόοδον... Η δεσποινίς Κλάρα θα σας ανακοινώσει το πρόγραμμα.
         Μόλις απομακρύνθηκε η κυρία Διευθύντρια, έγινε χαλασμός από τα πολλά χειροκροτήματα. Η αγαπημένη καθηγήτρια ανέβηκε στην έδρα -ήταν όμορφη, πιο όμορφη από πέρσι. Καινούριο ταγεράκι, μπλε με άσπρες κουκκίδες, και μπλε γρα-βάτα. Μούρλια! Ευχαρίστησε για την υποδοχή και τους έκανε νόημα να σταματήσουν. Τους είπε:
        
  Καλές μου φίλες, με πολλή χαρά σάς ξαναβρίσκω. Πιστεύω πως φέτος θα πούμε πολλά, πιο πολλά από πέρσι... Δε χρειάζεται να φωνάξω κατάλογο. Μόνο μια καινούρια μάς ήρθε. Καλώς όρισες, Μαριάννα... Φέτος, συνέχισε η δεσποινίς Κλάρα, θα δώσουμε μεγάλη βαρύτητα στη γλώσσα. Θα διαβάσουμε κλασικούς και σύγχρονους συγγραφείς, και, φυσικά, ποίηση. Θα είμαι πολύ απαιτητική στην έκθεση. Θα συζητάμε κάθε συντακτικό λάθος, ως και τη στίξη. Η φαντασία του κειμένου θα είναι προσωπική σας επιλογή. Θα είσθε ελεύθερες να γράφετε σωστά, το τονίζω, σωστά, ό,τι προτιμάτε... Και, για να κάνουμε καλή αρχή, σας παρακαλώ για την ερχόμενη Πέμπτη να γράψετε μια έκθεση με θέμα: Το καλοκαίρι μου.
         Οι μαθήτριες ενθουσιάστηκαν. Ήταν η έκθεση που ταίριαζε στο κοντινό τους χτες. Η κάθε μαθήτρια θα είχε τα δικά της να πει. Δεκαεννιά ξεχωριστά καλοκαίρια. Η δεσποινίς Κλάρα είχε διαλέξει Το θέμα!
         Πριν ακόμη χτυπήσει το κουδούνι, δίχως μολύβι και χαρτί, έτσι στον αέρα, η καθεμιά είχε ξεκινήσει την έκθεσή της. «Πρέπει η δική μου να είναι η καλύτερη...», σκεφτόταν η Ζωρζ. Ήθελε να ξεπλύνει την περσινή ντροπή της αντιγραφής. Αν τα κατάφερνε να πάρει άριστα ή έστω ένα λίαν καλώς, τότε θα ομολογούσε στη δεσποινίδα Κλάρα την απάτη και θα της ζητούσε συγγνώμη. Δε θα δυσκολευόταν να γράψει την έκθεση, είχε τόσα και τόσα ζήσει στο Καβούρι της! Θα τα έγραφε όλα, για την καφασωτή παράγκα, τη θάλασσα στα πόδια τους, τις βουτιές από τον ψηλό βράχο και τα τραγούδια της παρέας στην ακρογιαλιά με την πανσέληνο που ανατέλλει. Αχ, πώς να περιγράψει αυτή την ασημένια γραμμή που σκίζει στα δυο την ασάλευτη θάλασσα!
         Να σταματήσει το χρόνο πάνω σε μια κόλλα χαρτί, να ζήσει για πάντα την ομορφιά του καλοκαιριού της! Όταν σαν θεά Αθηνά κατέβαινε το λοφάκι, με το σεντόνι άσπρη χλαμύδα και με το χρυσαφί κοντάρι, το ξύλο που είχε βάψει η χρυσοχέρα η Ρενέ! Κυρίαρχος του κόσμου!
        
  Έι, τη σκούντηξε η Άλκη, χάζεψες; Ας κατεβούμε στην αυλή.
         Στην αυλή μεγάλες και μικρές μαθήτριες έκοβαν βόλτες, κουβέντιαζαν, κι ήταν τα λόγια τους άσπρα πουλιά που φτερούγιζαν γύρω τους.
Ζ. Σαρρή, Ε.Π., Πατάκης
digitalschool

Τα μπουκλάκια

     Πρώτη Οκτωβρίου, αρχή της σχολικής χρονιάς, και το καλο­καίρι δε λέει να φύγει. Γαντζώνεται στις τριανταφυλλιές, στις γκλισίνες, στην αγράμπελη, στον πλατύφυλλο βασιλικό. Μια βροχή, βροχούλα, ξέπλυνε τα φύλλα των δέντρων, μοσχοβόλησε η γη, μοσχοβόλησε ο κήπος της Αννούλας, μοσχοβόλησε ως και το πεζοδρόμιο. Πολύχρωμες κορδέλες οι μέρες του καλοκαι­ριού, όλες οι μέρες, που δεν πρόλαβαν να γίνουν αναμνήσεις, στα μαλλιά των κοριτσιών που κόβουν βόλτες στην αυλή περι­μένοντας την ώρα του αγιασμού. Τα στόματα κελαηδούν, και λέει η Άλκη:
  Τούτη τη φορά δεν πήγα στο Μαρούσι, πήγα στο Μάτι, μισή ώρα με το ποδήλατο ως το Καβούρι της Ζωρζ, και πάλι ο μπαμπάς είπε το «όχι» του...
Η Λίλη πήγε στη Γερμανία. Τη ρωτούν:
  Και πώς ήταν το Βερολίνο;
  Πώς θέλετε να είναι; Σαν Βερολίνο, απαντάει, λες και εί­ναι το Βερολίνο παγωτό χωνάκι...
Η Αθηνά πήγε στα Μέθανα,... 

Πώς αντιδρούν στην αλλαγή σχολείου παιδιά
με διαφορετικές προσωπικότητες

Τι γίνεται όταν μετά τις διακοπές το παιδί επιστρέφει σε διαφορετικό σχολείο; Πόσο εύκολο είναι να προσαρμοστεί ξανά στο νέο περιβάλλον;

Changing schools 

Της Λίζας Βάρβογλη, ψυχολόγου-ψυχοθεραπεύτριας Ph.D., παιδοψυχολόγου
Μια δύσκολη εμπειρία για γονείς και παιδιά είναι η πρώτη φορά στο σχολείο (ή τον παιδικό σταθμό). Ο φόβος του αγνώστου, ο αποχωρισμός από τα οικεία πρόσωπα, η νέα κατάσταση, η συνειδητοποίηση του παιδιού ότι χάνει τα «πρωτεία», η απώλεια της αίσθησης της μοναδικότητας που είχε στο σπίτι, η γνώση ότι θα πρέπει να δουλέψει και να κουραστεί για να ενταχθεί σε μια νέα ομάδα, όλα αυτά αποτελούν δυσκολίες πρακτικές αλλά κυρίως ψυχολογικές, που σηματοδοτούν το πέρασμα από το σπίτι στο σχολείο. Κι ενώ «κάθε αρχή και δύσκολη», ο χρόνος προσαρμογής κάθε παιδιού στο σχολείο είναι διαφορετικός: από λίγες ώρες μέχρι λίγες εβδομάδες.
Μερικές φορές όμως, χρειάζεται μια καινούργια, εξίσου δύσκολη αρχή, όταν το παιδί αλλάζει σχολείο. Αλλαγή σχολείου γίνεται όταν το παιδί αλλάξει σπίτι και γειτονιά, όταν γίνει η μετάβαση από τον παιδικό σταθμό στο νηπιαγωγείο, από το νηπιαγωγείο στο Δημοτικό ή γιατί πολλές φορές οι γονείς επιθυμούν να στείλουν το παιδί τους σε ένα καλύτερο εκπαιδευτικό περιβάλλον. Κι ενώ οι λόγοι αυτής της αλλαγής είναι προφανείς, φυσιολογικοί κι αποδεκτοί από τους γονείς, για το παιδί μια αλλαγή -ακόμα κι αν είναι προς το καλύτερο- αποτελεί ένα πλήγμα και το κλονίζει, έστω και παροδικά.

Πώς αντιδρούν στην αλλαγή σχολείου παιδιά με διαφορετικές προσωπικότητες
Η προσωπικότητα του παιδιού παίζει σημαντικό ρόλο και έτσι παιδιά με άλλες προσωπικότητες αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο και προσαρμόζονται με διαφορετικό ρυθμό στο καινούργιο τους σχολείο.

  • Το «δειλό» παιδί

Τι βλέπουν οι γονείς: Εκνευρισμό, ανησυχία, απόσυρση. Το παιδί δεν φαίνεται να ευχαριστιέται με πράγματα που κανονικά του αρέσουν, είναι πιο απόμακρο από το συνηθισμένο, φαίνεται σαν «χαμένο στον κόσμο του», ωστόσο δεν εκφράζει κάποιο συγκεκριμένο παράπονο.

Τι σημαίνει η δυσκολία: Για το δειλό παιδί η αλλαγή σχολείου μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολη, μια που γι’ αυτό σημαίνει νέο ξεκίνημα κυρίως στον κοινωνικό τομέα. Το συνεσταλμένο παιδί, που έχει συνηθίσει τη δασκάλα του, το περιβάλλον της τάξης του με τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριές του, έχει κάνει μια τεράστια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση, κάτι το οποίο οι γονείς δεν αντιλαμβάνονται πλήρως, διότι το θεωρούν φυσιολογικό. Η προσαρμογή στο σχολείο είναι μια αργή, δύσκολη κι επίπονη διαδικασία. Φανταστείτε τώρα, όταν αυτό το παιδάκι, εκεί που αρχίζει να νιώθει κάπως πιο άνετα στο τέλος της σχολικής χρονιάς, να έχει να αντιμετωπίσει την προοπτική της νέας σχολικής χρονιάς σε καινούργιο περιβάλλον! Του είναι δυσβάσταχτο.

Τι να μην πείτε: Oι γονείς συχνά έχουν την τάση να μειώνουν τη δυσκολία των πραγμάτων, είτε γιατί οι ίδιοι είναι ενήλικοι και άρα τα βλέπουν όλα από τη σκοπιά τους χωρίς να αντιλαμβάνονται το μέγεθος της δυσκολίας του παιδιού, είτε γιατί πιστεύουν ότι έτσι βοηθάνε το παιδί. Ο γονιός δεν θα πρέπει να πει στο παιδί «έλα τώρα, πώς κάνεις έτσι, όλα θα πάνε μια χαρά!» γιατί κάτι τέτοιο δεν καθησυχάζει το παιδί, αλλά ούτε και του δείχνει τον τρόπο για να αντιμετωπίσει τη δυσκολία που έχει.

Τι να πείτε: Eίναι πολύ προτιμότερο για τους γονείς να δείξουν κατανόηση και να ακούσουν με προσοχή τι έχει να τους πει και τι είναι ακριβώς αυτό που φοβάται στην αλλαγή σχολείου. Πολλές φορές οι γονείς μένουν έκπληκτοι γιατί δεν είχαν καν φανταστεί τι ήταν αυτό που απασχολούσε το παιδί τους: ο μόνος τρόπος να το μάθουν είναι να ρωτήσουν! Έτσι, βοηθάει πολύ να ρωτήσουν το παιδί «τι είναι αυτό που σε ανησυχεί σχετικά με το καινούργιο σου σχολείο;» και στη συνέχεια να δείξουν κατανόηση, λέγοντας «καταλαβαίνω ότι αυτό σε στεναχωρεί και σου φαίνεται δύσκολο, όμως νομίζω ότι αν το συζητήσουμε θα βρούμε κάποια λύση και θα το κάνουμε πιο εύκολο». Με αυτό τον τρόπο, οι γονείς στηρίζουν το παιδί τους δείχνοντας κατανόηση και παράλληλα το βοηθούν να βρει μια λύση.

  • Το «κοινωνικό» παιδί

Τι βλέπουν οι γονείς: Εκνευρισμό, κακή διάθεση, δυσκολία προσοχής και συγκέντρωσης. Το παιδί μπορεί να φέρνει διαρκώς αντιρρήσεις ή να είναι πνεύμα αντιλογίας. Πιθανόν να εκφράσει μια εμμονή ή προσκόλληση... 

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki