Tuesday 20 August 2013

Ελληνική Μυθολογία: Η φοβερή Στύγα


Η μυθική Στύγα στα μεγαλύτερα Μουσεία του κόσμου
.....................................
Νάτην, η Ίριδα η εφτάχρωμη με το χρυσό λαγήνι,
πέταξε κι έφτασε.
Φέρνει εκείνο το νερό,
που πάντα κρύο πέφτει απ’ ενός βράχου την κορφή,
σπονδές να κάνει ο Δίας
και με το μαύρο το νερό τον όρκο να σφραγίσει.
Βαρύς ο όρκος που ‘δωσε
στου Ωκεανού την κόρη την πρωτότοκη,
με τη γοργή φυρονεριά,
τη μισητή απ’ αθάνατους,
την τρομερή τη Στύγα,
που διασχίζοντας τη γη,
περνά από κακοτράχαλα
και μέρη βραχιασμένα.


Έχει, η φοβερή θεά, ένα παλάτι απόμερο,
πέρα, μακριά κι απόμακρα
'κει π’ αρχινούν του Τάρταρου τα μέρη τα φριχτά.
Βράχια το στεφανώνουνε,
κι είν’ σε κολώνες αργυρές γερά θεμελιωμένο.

Τα πιότερ’ από τα νερά της ιερής πηγής της
κάτω απ’  της γης τα έγκατα
κυλούν και γοργοπάνε,
και μέσ’ στου Ωκεανού τη σκοτεινιά
πελώριοι, πανώριοι βραχίονες γίνονται.

Το ένα απ’ τα δέκα στον όρκο ανήκει.
Τ’ άλλα, τα εννιά, φιδίσια κυλούν,
τη γη ολοτρόγυρα ζώνουν,
-του κάμπου του υγρού την ολόπλατη  ράχη-
κι απέ στη θάλασσα χύνονται
σε χίλιους ασημένιους στροβίλους,
ρουφήχτρες και δίνες και χειμέρια κύματα.
Το μαύρο νερό που πέφτει πάν’ απ’ το βράχο
για τιμωρία τους είναι,
τιμωρία θεών.


απόσπασμα από την τραγωδία Προμηθεύς Πυρφόρος 
της Βασιλικής Π. Δεδούση 

Η «εγκληματικότητα» της ανέχειας
Τρώνε τα κλεμμένα τρόφιμα μέσα στα σούπερ μαρκετ

«Τι να λέμε, έχει πέσει πείνα στον κόσμο». Ο υπεύθυνος μεγάλου σούπερ μάρκετ στο κέντρο της Αθήνας μιλάει στην «Κ» για την έξαρση των μικροκλοπών στα πολυκαταστήματα, την εγκληματικότητα της ανέχειας.

«Αν ο άλλος πεινάει, εμείς τι να του πούμε;
Το τρώει και φεύγει»
«Παλιότερα “έφευγαν” έτσι κυρίως καλλυντικά, ποτά, είδη προσωπικής υγιεινής, τα οποία δεν μπορούσαν να αγοράσουν γιατί ήταν ακριβά. Σήμερα είναι τα τρόφιμα που γίνονται στόχος: γάλατα, γιαούρτια, μπισκότα. Έχουν ξεφύγει τα πράγματα». 
Για πρώτη φορά, μάλιστα, καταγράφονται κρούσματα κατανάλωσης τροφίμων εντός των καταστημάτων. 
Σχεδόν καθημερινά οι υπάλληλοι ανακαλύπτουν συσκευασίες από σοκολάτες ή άλλα είδη στους διαδρόμους, σε γωνίες, πίσω από πάγκους. «Τα ανοίγουν και τα τρώνε επιτόπου», λέει. «Πεινάνε οι άνθρωποι, τι να κάνουν», προσθέτει αμέσως. Γι’ αυτό, σε περίπτωση που οι υπάλληλοι τους δουν, κάνουν τα στραβά μάτια. «Αν ο άλλος πεινάει, εμείς τι να του πούμε; Το τρώει και φεύγει».
Ανάλογη εικόνα δίνουν και πολλά άλλα σούπερ μάρκετ της ευρύτερης περιοχής του κέντρου. «Ένας είχε ανοίξει μια συσκευασία τυρί για τοστ και το έτρωγε βιαστικά. Τον είδα, αλλά δεν ήθελα να τον φέρω σε δύσκολη θέση», διηγείται άνδρας της υπηρεσίας σεκιούριτι ενός καταστήματος. Σε μια άλλη περίπτωση, μια γυναίκα «συνελήφθη» να αρπάζει ένα μπουκάλι λάδι από το ειδικό καλάθι όπου συγκεντρώνονταν τρόφιμα στο πλαίσιο της εκστρατείας του ΣΚΑΪ «Ολοι μαζί μπορούμε»
Όπως λένε οι υπάλληλοι των καταστημάτων, δεν υπάρχει διαχωρισμός στην πείνα. Τα κρούσματα αφορούν εξίσου Ελληνες και αλλοδαπούς.

περισσότερα στην πηγή: kathimerini

Το καρότο, το σφιχτό αυγό και το τσάι του βουνού

Το τσάι του βουνού
Φωτογραφία: Με το φακό της Έφης
Κάποτε παραπονιόταν ένας άνθρωπος πως είχε βάσανα πολλά. Τον κάλεσε, που λες, στο σπίτι της κάποια σοφή γερόντισσα, έβαλε ένα τσουκάλι με νερό να βράσει κι έριξε μέσα ένα καρότο κι ένα αυγό.
Όταν έβρασαν καλά, έφτιαξε λίγο τσάι του βουνού και ρώτησε τον άνθρωπο:
- Τι βλέπεις;
- Ένα καρότο που έχει μαλακώσει από το βράσιμο κι ένα σφιχτό αυγό, της είπε κείνος.
- Και τι μυρίζει; ρώτησε η γερόντισσα.
- Μοσχοβολάει τσάι του βουνού! της απαντάει.
Ε, λοιπόν, οι λύπες και οι στενοχώριες μοιάζουνε με νερό που βράζει λέει η γερόντισσα.
- Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν δυνατοί, μα σαν τους βρουν αναποδιές, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το καρότο, που μαλακώνει και διόλου δύναμη δεν έχει πια. 
Άλλοι πάλι μοιάζουνε με το αυγό. Μέσα τους είναι αδύναμοι και μόνο ένα τσόφλι έχουν απ’ έξω να τους προστατεύει. Όταν έρθουν δύσκολοι καιροί, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το αυγό και, σαν αυτό, γίνονται κι από μέσα τους σκληροί. 
Μα είναι κι άλλοι που θυμίζουν το τσάι. Όταν τους βρίσκουν βάσανα, είναι κι εκείνοι σαν να πέφτουν σε βραστό νερό, μα ούτε σκληραίνουν, ούτε μαλακώνουν. Μεταλλάσσουν μόνο το νερό σε τσάι του βουνού που ευωδιάζει. Κι ευφραίνονται με τη μοσχοβολιά του όσοι βρίσκονται κοντά. 
Τις λύπες και τις στενοχώριες, πάει να πει, τις κάνουν γνώση, καλοσύνη και χαρά.
Πήγαινε στο καλό λοιπόν, του λέει η γερόντισσα και φρόντισε να είσαι σαν... το τσάι.
—————————————
Προσαρμογή ιστορίας από το βιβλίο 
“Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας”
oiko.wordpress
votegreece.gr
istologio

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki