Monday 17 November 2014

Γιατί τα μωρά «τα φέρνει ο πελαργός»;;

Πώς  ξεκίνησε αυτός ο μύθος, που έχει συντροφεύσει πολλά παιδιά στον ύπνο τους;
Σύμφωνα με ένα δημοσίευμα της ιστοσελίδας Today I Found Out, στην ελληνική μυθολογία οι πελαργοί εμφανίζονται ως κλέφτες μωρών. Η Ήρα μετέτρεψε την αντίπαλό της σε πελαργό και εκείνη προσπάθησε να κλέψει το γιο της.


Στην αιγυπτιακή μυθολογία, η ψυχή ενός ανθρώπου παρουσιαζόταν με τη μορφή ενός πελαργού. Η επιστροφή ενός πελαργού σήμαινε και την επιστροφή της ψυχής, κάτι που σήμαινε ότι το άτομο μπορούσε να «αναγεννηθεί».
Στη σκανδιναβική μυθολογία ο πελαργός αναπαριστούσε τις οικογενειακές αξίες και την αφοσίωση του ενός στον άλλον.
Σε αρκετές μυθολογίες οι πελαργοί αποτελούσαν ακόμη σύμβολο πίστης και μονογαμίας, καθώς οι άνθρωποι πίστευαν ότι τα πτηνά αυτά μένουν με το ταίρι τους για μια ζωή.
Στην πραγματικότητα, αυτό που κάνουν οι πελαργοί είναι να… επιστρέφουν στις ίδιες φωλιές κάθε χρόνο, ενώ συνηθίζουν να ζευγαρώνουν με το ίδιο ταίρι.
Οι πελαργοί εμφανίζονται ακόμη σε κινεζικούς, ισραηλινούς και άλλους ευρωπαϊκούς μύθους, όμως η σύνδεσή τους με την έλευση ενός μωρού πιστεύεται ότι ξεκίνησε από τη Γερμανία εκατοντάδες χρόνια πριν.
Η φυσική συμπεριφορά των πελαργών προσδίδει μερικές ενδείξεις για τη σύνδεσή τους με τη γέννηση:
Ως αποδημητικά πτηνά, οι πελαργοί πετούν νότια το φθινόπωρο και επιστρέφουν στην Ευρώπη εννέα μήνες αργότερα.
Η γιορτή του θερινού ηλιοστασίου (21η Ιουνίου) σχετιζόταν με το γάμο και τη γονιμότητα.
Πολλά παιδιά λοιπόν που γεννιούνταν το Μάρτιο και τον Απρίλιο είχαν συλληφθεί τον Ιούνιο του προηγούμενου έτους. Την περίοδο αυτή γίνονταν πολλοί γάμοι, με αποτέλεσμα πολλά παιδιά να γεννιούνται περίπου την εποχή που επέστρεφαν οι πελαργοί στις φωλιές τους.
Ο συμβολισμός του προτύπου της μετανάστευσης των πελαργών σε συνδυασμό με την παρουσία τους σε μύθους και θρύλους πιθανόν να συνέβαλε στην αύξηση της δημοτικότητας της συγκεκριμένης ιστορίας.
babyradio

Ένας μπαμπάς ταΐζει το μωρό του...!!

Βρήκαμε αυτό το αρθρο !
Αυτά είναι  τα λόγια που έγραψε ο Οδυσσέας Ιωάννου!

Ταΐζω ένα μωρό. Ένα ζωικό κουβαράκι τεσσάρων μηνών, μονίμως γελαστό, ένα κουτάκι αγάπης, το δελφινάκι μου.
Όταν το φιλάω δεν ξέρω πως κρατιέμαι και δεν του κόβω κομμάτια – ποτέ δεν θα μάθει ότι την αρτιμέλειά του την χρωστάει στη γενναία αυτοσυγκράτησή μου, στα αστείρευτα αποθέματά μου πειθαρχίας και αυτοέλεγχου…

Τα μεσημέρια του Σαββατοκύριακου ξαπλώνει στο κρεββάτι ανάμεσά μας. Ακούω τα πνευμόνια του, ανάσα την ανάσα γυμνάζεται στην ζωή και από γατί γίνεται άνθρωπος. Ένα μωρό είναι σαν το αναμμένο τζάκι, ποτέ δεν είναι ίδιο, ποτέ δεν θα πετύχεις το ίδιο σχήμα φωτιάς.
Ταΐζω ένα μωρό. Κι όλος ο κόσμος γίνεται στόμα. Βγάζει ήχους, σπέρματα λέξεων ωραίων, υγρούς ήχους, γεμίζει σιγά σιγά την θάλασσά του να ‘χει να δελφινοβολτάρει. Έχει και πατούσες. Αμέ! Ο Θεός να τις κάνει… Τα κλειδιά του σπιτιού είναι μεγαλύτερα… Παλεύει να κρατήσει το κεφάλι της όρθιο, κάθε μέρα και καλύτερα. Σκαρφαλώνει πάνω μου σαν σκίουρος που έχει πάρει L.S.D, γελάει συνέχεια. Τι γελάς ρε σαχλαμάρα;
Ταΐζω ένα μωρό. Ξέρω πως ποτέ δεν θα κάνω κάτι σημαντικότερο. Δεν μου ανήκει, δεν του ανήκω, η σχέση είναι καθαρή από την αρχή. Αλλά κάποιος πρέπει να κρατάει το μπιμπερό….
Στα σπάνια κλάματά της μια χνουδωτή καμηλοπάρδαλη αποδεικνύεται πιο χρήσιμη από εμένα. Μόνο αυτή μπορεί να σταματήσει το κλάμα. Αρχίζω να έχω θέμα με την καμηλοπάρδαλη. Ή αυτή ή εγώ!
Μακάρι να αγαπήσει την θάλασσα και να θελήσει να της την μάθω. Μακάρι να αγαπήσει και να θελήσει να μου μάθει.
Βέβαια δεν έχω αυταπάτες. Τον βλέπω τον διάλογο να έρχεται
- Καλημέρα λουλούδι μου!
- Δεν μας χ..... ρε πατέρα πρωί πρωί;
Ταΐζω ένα μωρό. Κι όλος ο κόσμος γίνεται γάλα.

Πάνε οι εποχές που ο μπαμπάς απλά έπαιζε με τα παιδιά …Οι μπαμπάδες αυτής της γενιάς  ίσως είναι οι δευτερες μαμάδες…
 
babyradio

Ο Κύκλος του Καλού

Κάποια μέρα ένας άνδρας είδε μια γριά γυναίκα που καθόταν στην άκρη του δρόμου, αλλά ακόμη και στο λιγοστό φως της ημέρας, μπορούσε να διακρίνει ότι χρειαζόταν βοήθεια…
Έτσι παρκάρισε το παλιό του αυτοκίνητο μπροστά στην Μερσεντές της και βγήκε από το αμάξι. Εδώ και αρκετές ώρες κανείς δεν είχε σταματήσει να την βοηθήσει. Θα της έκανε κακό; Δεν φαινόταν από τους καλούς τύπους, φαινόταν πεινασμένος και φτωχός. Εκείνος διέκρινε ότι ήταν φοβισμένη, καθώς καθόταν εκεί έξω μέσα στο κρύο.
Κατάλαβε αμέσως πως αισθανόταν η γυναίκα. Εκείνος είπε:
«Είμαι εδώ για να σε βοηθήσω. Γιατί δεν κάθεσαι να περιμένεις μέσα στο αυτοκίνητο που είναι πιο ζεστά; Ονομάζομαι Κώστας Ιωάννου.»
Το μόνο πρόβλημα είναι ότι είχε ένα σκασμένο λάστιχο, αλλά για την ηλικιωμένη, αυτό ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα. Ο Κώστας έσκυψε κάτω από το αμάξι και έβαλε τον γρύλο τραυματίζοντας τους αγκώνες του. Σύντομα άλλαξε το λάστιχο. Αλλά είχε λερωθεί και τραυματιστεί.
Καθώς έσφιγγε τα μπουλόνια, η γυναίκα κατέβασε το παράθυρο και άρχισε να του μιλά.
Του είπε ότι είναι από τον Άγιο Στέφανο και απλά περνούσε από την περιοχή. Δεν ήξερε πώς να τον ευχαριστήσει για την βοήθεια του.
Ο Γιάννης απλά χαμογέλασε κλείνοντας το πόρτ μπαγκάζ. Η γυναίκα τον ρώτησε τι του οφείλει. «Δώστε μου ό,τι θέλετε» απάντησε ο Κώστας. Η γυναίκα είχε σκεφθεί τι θα μπορούσε να της είχε συμβεί αν δεν σταματούσε ο περαστικός. Ο Κώστας το ξανασκέφτηκε για το αν θα έπρεπε να πληρωθεί. Αυτή δεν ήταν η δουλειά του. Αυτή ήταν μια βοήθεια σε κάποιον που είχε ανάγκη και θυμήθηκε πόσοι τον είχαν βοηθήσει κατά το παρελθόν. Είχε περάσει όλα του τα χρόνια έτσι και του φαινόταν παράξενο να κάνει κάτι διαφορετικό.
Της είπε ότι αν ήθελε να τον ξεπληρώσει, την επόμενη φορά που θα έβλεπε κάποιον που χρειαζόταν βοήθεια θα μπορούσε να τον βοηθήσει σε ό,τι χρειαζόταν συμπληρώνοντας, «Να θυμάστε εμένα.»
Περίμενε μέχρι να βάλει μπρος την μηχανή και να φύγει. Ήταν μια κρύα και καταθλιπτική μέρα, αλλά αισθανόταν πολύ καλά καθώς οδηγούσε προς το σπίτι.
Μερικά χιλιόμετρα παρακάτω η γυναίκα είδε μια μικρή καφετέρια. Σταμάτησε για να πάρει κάτι να φάει αλλά και να ξεμουδιάσει τα πόδια της. Ήταν ένα πολύ φιλόξενο στέκι. Εξωτερικά υπήρχαν δύο παλιές αντλίες βενζίνης. Το όλο σκηνικό ήταν πολύ διαφορετικό.
Η γκαρσόνα την πλησίασε με μια καθαρή πετσέτα για να σκουπίσει τα βρεγμένα της μαλλιά. Είχε ένα πολύ γλυκό χαμόγελο, παρά την κούραση που είχε από την ολοήμερη εργασία. Η γυναίκα διαπίστωσε ότι η γκαρσόνα ήταν οκτώ μηνών έγκυος αλλά δεν επέτρεπε να φανούν οι δυσκολίες της κατάστασής της.
Η γριά γυναίκα αναρωτήθηκε πως κάποιος που έχει τόσο λίγα δίνει τόσο πολλά σε ένα άγνωστο. Τότε θυμήθηκε τον Κώστα.
Μόλις ολοκλήρωσε το γεύμα πλήρωσε με εκατό ευρώ. Η γκαρσόνα πήγε να φέρει τα ρέστα, αλλά η ηλικιωμένη είχε ήδη βγει από την πόρτα. Είχε απομακρυνθεί αρκετά. Η γκαρσόνα αναρωτήθηκε που μπορεί να έχει πάει. Μετά είδε κάτι γραμμένο επάνω σε μια χαρτοπετσέτα:
«Δεν μου οφείλεις τίποτα. Έχω βρεθεί και εγώ σε αυτή την κατάσταση. Κάποιος κάποτε με βοήθησε, με τον τρόπο που σε βοηθώ τώρα και εγώ. Αν πραγματικά θέλεις να μου επιστρέψεις τα ρέστα, να τι θα κάνεις, μην επιτρέψεις την αλυσίδα της αγάπης να κλείσει.» Κάτω από την χαρτοπετσέτα βρήκε άλλα 500 Ευρώ.
Δάκρυα κύλισαν από τα μάτια της καθώς το διάβασε.
Υπήρχαν τραπέζια που ήθελαν καθάρισμα, βαζάκια ζάχαρης να γεμίσει και άλλοι πελάτες να εξυπηρετήσει, αλλά η γκαρσόνα τα κατάφερε μια χαρά μέχρι το τέλος της ημέρας. Το βράδυ που έπεσε να ξαπλώσει, σκεφτόταν τα χρήματα που της είχε δώσει η γυναίκα αλλά και αυτά που της είχε γράψει. Πώς να γνώριζε άραγε η ηλικιωμένη γυναίκα πόσο πολύ αυτή και ο άνδρας της χρειαζόταν τόσο πολύ τα χρήματα; Με το μωρό να έρχεται τον επόμενο μήνα, θα ήταν δύσκολα…
Ήξερε πόσο προβληματισμένος ήταν ο άντρας της, καθώς κοιμόταν δίπλα της. Έσκυψε και του έδωσε ένα τρυφερό φιλί και του ψιθύρισε, «Όλα θα πάνε καλά. Σ’αγαπώ Κώστα Ιωάννου».
Υπάρχει μια παλιά φράση που λέει « Ό,τι κάνεις, γυρίζει.»

enallaktikidrasi

1974, πρώτη επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου / «Τούτο το χώμα είναι δικό τους και δικό μας, / δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει»

The Poetry of Yiannis Ritsos
Επίκαιρο, όσο ποτέ... 

Ο Ρίτσος διαβάζει την ''Ρωμιοσύνη'' στο Πολυτεχνείο (1974) 


Τα «Θρασύμια» - Ποίημα για το Πολυτεχνείο που ΖΕΙ

Τα «Θρασύμια» του 1973
Για σένα τα λόγια τούτα
για σένα που, αν κανένας δε θα σ’ έπαιρνε χαμπάρι,
λοβοτόμος της ψυχής τους θα γινόσουν
εύκολα θα ‘μπαινες στο είναι τους, τη σκέψη, την καρδιά τους
και τα σάπια κομμάτια θα ‘κοβες
και στα σκυλιά θα τα πέταγες

«Έξω, θρασύμια, έξω απ’ το χώρο μου,
έξω απ’ τα δικά μου, έξω από τον κόσμο μου.
Θέλεις να σκέφτεσαι;
«Θρασύμι» ανάγωγο…. Πώς τολμάς;
Αν κανένας το σεβασμό στην καρέκλα μου δε σου ‘μαθε,
θες δε θες, θα σου τον μάθει το τεντωμένο μου δάχτυλο,
«θρασύμι», αλήτη φοιτητή, καταστροφέα, εμπρηστή.
Εγώ είμαι ο διαχειριστής των πάντων
Εγώ ορίζω, Εγώ καθορίζω, Εγώ σχεδιάζω, Εγώ εκτελώ
με τα δικά μου όργανα, με το δικό μου, σωστό τρόπο.
Εσύ υπακούς με το κεφάλι κάτω, «θρασύμι», αληταρά….
Τι είπες;;
Η Αντιγόνη;; ποια είναι αυτή;;
Κάποιο «θρασύμι» θα ‘τανε, σαν και σένα
Τι είπες;; ο Τσε;; ποιος είναι αυτός;
Κάποιο «θρασύμι» θα ‘τανε, σαν και σένα….
Τι είπες;;;;
ΨΩΜΙ!! Σιγά μη δεν έχεις ….
ΠΑΙΔΕΙΑ!! Σιγά μη σου λείπει ….
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!! Γιατί;; Δεμένο σ’ έχω;;
Εγώ φταίω που δε σας μάντρωσα όλους, ΟΛΟΥΣ….
Τσακίσου από μπροστά μου, «θρασύμι»….
Καλά, να μη μπορείς να καταλάβεις το πόσο σε αγαπάω,
ότι για το καλό σου φροντίζω, ότι σε νοιάζομαι….
Τσακίσου από μπροστά μου, αχάριστο «θρασύμι»….»

Εσύ που έτσι σκέφτεσαι και πράττεις,
μάθε πως με των «θρασυμιών» το αίμα η Ιστορία γράφεται,
μάθε ότι η μνήμη η συλλογική
τους αγώνες τους με σεβασμό τιμάει,
μάθε ότι η Ιστορία τους αλαζόνες ξερνάει,
μάθε πως κάτι σαν και σένα της ιστορίας
γένηκαν, γίνονται και ες αεί θα γίνονται
οι μαύρες της σελίδες, οι απόβλητοι παρίες της
και ο περίγελός της.
Βασιλική Π. Δεδούση

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki