Σελίδες

Friday, 4 January 2008

Ελληνική Μυθολογία - Περσέας και Δανάη

Ο Περσέας ήταν ήρωας της Αρχαιότητας. Γιος του Δία και της Δανάης. Παππούς του ήταν ο Ακρίσιος, βασιλιάς του Άργους.
Η Δανάη και ο νεογέννητος Περσέας 
από τον John William Waterhouse (1892, Αγγλία).

Ο Ακρίσιος ήθελε πάντα να αποκτήσει έναν διάδοχο για τον θρόνο του. Μετά την γέννηση της Δανάης, προσπάθησε και πάλι να αποκτήσει γιο αλλά δεν τα κατάφερε. Αποφασίζει να πάει στην Πυθία και να μάθει αν θα αποκτήσει αγόρι. Η Πυθία του ανακοινώνει πως θα αποκτήσει εγγονό από την Δανάη και πως θα σκοτωθεί από αυτόν. Γυρνώντας στο Άργος στεναχωρημένος, κλείνει την Δανάη σε ένα υπόγειο δωμάτιο...

περισσότερα...


Ο κυρ-Σιμιγδαλένιος - Κυκλαδικό Παραμύθι

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς και είχε μια θυγατέρα.
Την γυρέψανε πολλοί για γυναίκα, αλλά εκείνη δεν ήθελε κανένα, γιατί κανένας δεν της άρεζε.
Έβαλε λοιπόν στο νου της να φτιάσει μοναχή της έναν άνδρα.
(από το βιβλίο του Γ.Α. Μέγα «Ελληνικά Παραμύθια»
και όποιος βαριέται να το διαβάσει, ας το ακούσει )
Πήρε τρία κιλά αμύγδαλα, τρία κιλά ζάχαρη και τρία κιλά σιμιγδάλι, κοπάνισε τα αμύγδαλα και τα ζύμωσε όλα μαζί, ζάχαρη, μύγδαλα, και σιμιγδάλι και πιάνει και φκιάνει έναν άντρα και τον σταίνει μπροστά στον Άγιο του σπιτιού.
Και αρχίζει τις μετάνοιες. Σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες παρακαλούσε το Θεό και απάνω στις σαράντα μέρες τον ανέστησε ο Θεός και τον είπαν τ' όνομα του κυρ Σιμιγδάλη και κυρ-Σιμιγδαλένιο. 
Ήταν πεντάμορφος και το όνομά του ακούστηκε σε όλο τον κόσμο.
Τον κυρ Σιμιγδάλη τον έμαθε και μια βασίλισσα από αλαργινό βασίλειο και θέλησε να πάει να τον πάρει.
Φτιάχνει λοιπόν μαλαματένιο κάτεργο με μαλαματένια κουπιά και πάει εκεί που ήταν ο κυρ Σιμιγδαλένιος. Άμα έφτασεν εκεί, λέει στους ναύτες:

Όποιος ξεχωρίζει στην ομορφιά να τον αρπάξετε και να μου τον φέρετε στο κάτεργο.  

Όταν έμαθε ο κόσμος πως ήρθε μαλαματένιο κάτεργο, πήγαν όλοι να το δουν, πήγε και ο κυρ Σιμιγδαλένιος. Σαν τον είδαν οι ναύτες, αμέσως τον εγνώρισαν και μονομιάς τον αρπάζουν και μέσα στο κάτεργο!
Καρτερεί το βράδυ η βασιλοπούλα να πάει ο κυρ Σιμιγδαλένιος, καρτερεί... τίποτα! Ρωτάει τον ένα, ρωτάει τον άλλο, μαθαίνει πως τον άρπαξε μια βασίλισσα και έφυγε. Τι να γίνει, τι να κάνει;
Πάει και φτιάχνει τρία ζευγάρια σιδερένια παπούτσια και παίρνει δρόμο όπου τον βρει. Τόπο παίρνει, τόπο αφήνει, αλάργεψε πολύ από τον κόσμο και πάει και βρίσκει του φεγγαριού τη μάνα. 
– Ώρα καλή, σταυρομάνα
– Καλώς την κοπέλα. Που, κοπέλα μου, σ' αυτά τα χώματα;
– Η τύχη μου μ' έφερε. Να μην είδες πουθενά τον κυρ Σιμιγδάλι, τον κυρ Σιμιγδαλένιο;
– Που, κορίτσι μου; αυτό το όνομα πρώτη φορά τ' ακούω. Κάτσε να 'ρθει το παιδί μου το βράδυ, αυτό γυρίζει όλο τον κόσμο, μπορεί να τον είδε πουθενά. 
Το βράδυ που ήρθε το φεγγάρι, του είπε:
Παιδί μου, αυτή η κοπέλα σε παρακαλάει να της πεις μην είδες πουθενά τον κυρ Σιμιγδάλη, τον κυρ Σιμιγδαλένιο;
– Που; δεν τον είδα, κορίτσι μου. Αυτό το όνομα πρώτη φορά τ' ακούω. Να πας στον ήλιο.Εκείνος μπορεί να τον είδε, γιατί γυρίζει πλειότερο στον κόσμο.
Εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε εκεί και το πρωί της έδωσαν ένα μύγδαλο και της είπαν:
– Άμα λάβεις ανάγκη, να το τσακίσεις.
Πήρε η βασιλοπούλα το μύγδαλο και έφυγε. Δρόμο παίρνει, δρόμο αφήνει, έλειωσε το ένα ζευγάρι παπούτσια, όταν έφτασε στου ήλιου τη μάνα.
– Ώρα καλή, σταυρομάνα.
– Καλώς την κοπέλα. Πού κοπέλα μου σ' αυτά τα χώματα;
– Η τύχη μου μ 'έφερε. Να μην είδες τον κυρ Σιμιγδάλη; τον κυρ Σιμιγδαλένιο;
– Που κορίτσι μου; δεν τον είδα. Μόνο κάτσε να 'ρθει το παιδί μου το βράδυ, εκείνο μπορεί να τον είδε, γιατί γυρίζει πολύν κόσμο. 
Πάει ο ήλιος το βράδυ, γονατίζει μπροστά του η βασιλοπούλα και του λέει:
– Ήλιο μου, κυρ Ήλιο μου και κοσμογυριστή μου, μην είδες τον κυρ Σιμιγδάλη, τον κυρ Σιμιγδαλένιο;
– Πού; δεν τον είδα. Μόνο να πας στ' αστέρια που είναι πολλά, μπορεί να τον είδε κανένα.
Εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε εκεί και το πρωί της έδωσαν ένα καρύδι, και της είπαν:
– Άμα λάβεις ανάγκη, να το τσακίσεις. 
  Ύστερα της έδειξαν το δρόμο και τους άφηκε γεια και έφυγε.
  Δρόμο παίρνει, δρόμο αφήνει, έλιωσε και τ'αλλο το ζευγάρι τα παπούτσια, όταν έφτασε στων αστεριών τη μάνα.
– Ώρα καλή, σταυρομάνα.
– Καλώς την κοπέλα; Που κοπέλα μου, σ' αυτά τα χώματα;
– Η τύχη μου μ' έφερε. Να μην είδες τον κυρ Σιμιγδάλη, τον κυρ Σιμιγδαλένιο;
– Που; κορίτσι μου; δεν τον είδα. Μόνο κάτσε να έρθουν το βράδυ τα παιδιά μου, μπορεί να τον είδε κανένα.
Πήγαν το βράδυ τα παιδιά της, και τα ρωτάει:
– Μην είδατε τον κυρ Σιμιγδάλη, τον κυρ Σιμιγδαλένιο;
– Όχι, δεν τον είδαμε, είπαν τ' αστέρια.
Τότε πετιέται ένα μικρό και λέει:
– Τον είδα εγώ
– Που τον είδες;
– Στ' άσπρα σπίτια τα χανιά, το γέρανο πουλάκι, εκεί τον έχει η βασίλισσα και τον φυλάει, να μην πάνε και της τον πάρουν.
Εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε εκεί. Το πρωί της δείχνουν το δρόμο, της έδωσαν ένα φουντούκι και της είπαν:
– Άμα λάβεις ανάγκη, να το τσακίσεις. 
Δρόμο παίρνει, δρόμο αφήνει, φτάνει εκεί που ήταν ο κυρ Σιμιγδάλης. Πάει στο παλάτι είχαν πολλές χήνες. Πάει στις δούλες και τους λέει:
– Δε μ' αφήνετε να καθίσω εκειδά πόχετε τις χήνες;
Οι δούλες πάνε στη βασίλισσα και της λένε:
– Κυρά βασίλισσα, όξω είναι μια ζητιάνα και γυρεύει να τη βάλουμε να καθίσει στις χήνες. Τι να κάνουμε;
– Βάλτε την, είπε η βασίλισσα.
Την έβαλαν. Εκεί κοιμήθηκε εκείνο το βράδυ.
Το πρωί, άμα σηκώθηκε τσακίζει το μύγδαλο και βγαίνει μια ανέμη χρυσή με το μαγκάνι χρυσό και έβγαζε μασούρια χρυσάφι.Την είδαν οι δούλες και τρέχοντας πάνε στη βασίλισσα και της το λένε. 
Σαν τ' άκουσε η βασίλισσα, τους λέει:
– Δεν πάτε να της πείτε να μας τη δώσει εμάς; Τι την θέλει εκείνη;
Πάνε οι δούλες και της λένε:
– Είπε η κυρά βασίλισσα, δε μας τη δίνεις εμάς την χρυσή την ανέμη με το μαγκάνι; Τι την θέλεις εσύ;
– Σας τη δίνω μόνο θα μου δώσετε για μια βραδιά τον κυρ Σιμιγδάλη. Πάνε οι δούλες και το λένε στη βασίλισσα.
– Και δεν της τον δίνουμε!είπε η βασίλισσα. Τι θα πάθει;
Το βράδυ λοιπόν, άμα φάγανε, έδωκεν η βασίλισσα, στον κυρ Σιμιγδάλη ένα πιοτό, και αυτό το πιοτό είχε μέσα ύπνο. Μόλις το ήπιε, αποκοιμήθηκε και τον πήραν οι δούλες στα χέρια και τον πήγαν στη ζητιάνα, και πήραν τη χρυσή ανέμη με το μαγκάνι.
Όταν έφυγαν οι δούλες, άρχισε η βασιλοπούλα να λέει στον κυρ Σιμιγδάλη:
Γιατί δεν ξυπνάς; Δεν είμαι γω που σε έφτιασα; που έλιωσα τα μύγδαλα, τη ζάχαρη και το σιμιγδάλι και τα ζύμωσα; που έλιωσα τρία ζευγάρια παπούτσια σιδερένια, για να ρθω να σε βρω, και συ τώρα δε μου μιλάς; Δε με λυπάσαι, μάτια μου και φως  μου; Αυτά έλεγε όλη νύχτα η βασιλοπούλα, μα που να ξυπνήσει ο Σιμιγδαλένιος!
Το πρωί πήγαν οι δούλες, πήραν τον κυρ Σιμιγδάλη, του έδωσε η βασίλισσα άλλο ποτό και ξύπνησε.
Σαν έφυγαν οι δούλες, τσάκισεν η βασιλοπούλα το καρύδι και βγαίνει από μέσα μια χρυσή κλώσα με χρυσά πουλιά. 
Είδαν οι δούλες τη χρυσή κλώσσα με τα χρυσά πουλιά και τρέχοντας πήγαν στη βασίλισσα και της είπαν:
Τρεχάτε είπεν η βασίλισσα πέστε της να μας τη δώσει εμάς, τι την θέλει εκείνη! Και σα σας πει, να τη δώσουμε τον κυρ Σιμιγδαλένιο, της τον δίνουμε. Τι θα πάθει; Τι έπαθε το βράδυ, που της τον δώσαμε;
Πάνε οι δούλες και της είπανε:
Δε μας τη δίνεις εμάς τη χρυσή κλώσα με τα χρυσά πουλιά; Τι την θέλεις εσύ;
Σα μου δίνετε τον κυρ Σιμιγδαλένιο άλλη μια βραδιά...
Σου τον δίνουμε είπαν οι δούλες.
Έδωσε πάλι η βασίλισσα ύπνο στον κυρ Σιμιγδάλη και μόλις αποκοιμήθηκε τον πήραν στα χέρια οι δούλες και τον πήγαν στη ζητιάνα, πήραν τη χρυσή κλώσα με τα χρυσά πουλιά και έφυγαν. 
Σαν έφυγαν, άρχισε πάλι η βασιλοπούλα να λέει ότι έλεγε την πρώτη βραδιά, αλλά που να ξυπνήσει ο κυρ Σιμιγδάλης. Και το πρωί πήγαν πάλι οι δούλες, πήραν τον κυρ Σιμιγδάλη και έφυγαν. 
Η ζητιάνα σπάζει τότε το φουντούκι και βγαίνει από μέσα μια γαρουφαλιά με τα χρυσά γαρούφαλα, τρέχοντας πήγαν στη βασίλισσα και της το είπαν:
Σύρτε, πέστε της να μας τη δώσει εμάς, τι την θέλει εκείνην; Κι αν θέλει πάλι τον κυρ Σιμιγδαλένιο, της τον δίνουμε, είπε η βασίλισσα.
Πήγαν οι δούλες και της το είπαν. 
Μα δίπλα, εκεί που καθόταν η ζητιάνα, καθόταν ένας ράφτης και έραβε τη νύχτα και άκουσε όλα τα λόγια που έλεγε η ζητιάνα. Βρίσκει τον κυρ Σιμιγδάλη και του λέει:
Βασιλιά μου, με το μπαρντόν, θα σου κάμω μια ερώτηση.
Να μου κάνεις είπε ο κυρ Σιμιγδάλης.
Το βράδυ που κοιμάσαι;
Γιατί μ'ερωτάς; Στο σπίτι μου, που θα κοιμάμαι;
Κυρ Σιμιγδάλη, έχω δυο βραδιές να κλείσω μάτι, απο κείνη τη ζητιάνα, που έχετε στις χήνες. Όλη νύχτα κάθεται και λέει: "Κυρ Σιμιγδάλη, γιατί δεν ξυπνάς; Εγώ έλιωσα τρία ζευγάρια σιδερένια παπούτσια για να ρθω και σε βρω και συ τώρα δε μου μιλάς;"
Ο κυρ Σιμιγδάλης το κατάλαβε, μα δεν είπε τίποτα.Πάει και σιάζει το άλογό του και βάζει πάνω ένα δισάκι φλουριά. 

Το βράδυ του έδωκε πάλι η βασίλισσα το πιοτό, μα εκείνος δε το ήπιε και έκαμε πως αποκοιμήθηκε. 
Μονομιάς τότε οι δούλες τον πήραν και τον πήγαν στη ζητιάνα και πήραν τη χρυσή γαρουφαλιά με τα χρυσά γαρύφαλλα. 
Σαν έφυγαν οι δούλες και άρχισε πάλι η βασιλοπούλα να λέει τα βάσανά της, σηκώθηκε ο κυρ Σιμιγδαλένιο, την αγκάλιασε και στη στιγμή μπήκαν καβάλα στ' άλογο και πήραν δρόμο. 
Πάνε το πρωί οι δούλες να πάρουν τον κυρ Σιμιγδαλένιο, που να τον βρουν! Τρέχοντας με τα κλάματα πήγαν στη βασίλισσα και της το είπαν. Άρχισε τότε και κείνη τα κλάματα, μα τι να κάνει; Τότε είπε:

Θα φτιάσω και 'γω έναν άντρα, και στη στιγμή βάζει τις δούλες και τσακίζουν κάμποσα μύγδαλα, τ' ανακατεύει με ζάχαρη και σιμιγδάλι και φτιάνει έναν άνθρωπο και αρχίζει τις μετάνοιες. Μα για προσευχή έλεγε βλαστήμιες, και απάνω στις σαράντα μέρες μούχλιασε ο άνθρωπος και τον πέταξαν.
Η βασιλοπούλα με τον κυρ Σιμιγδαλένιο πήγαν στο βασίλειό τους και έζησαν καλά και όχι καλύτερα. Ήμουνα και γω 'κει δα και έκανα σεργιάνι. 

Μαμά κοίτα με!

Από το πιο σπουδαίο του κατόρθωμα μέχρι το πιο ασήμαντο, θέλει παντού και πάντα την προσοχή σας αποκλειστικά στραμμένη πάνω του! Άκρως φυσιολογικό, υποστηρίζουν οι ειδικοί! Αν κι εσείς σίγουρα αναρωτιέστε πώς μπορείτε ν’ ανταποκριθείτε σε αυτήν την πίεση χωρίς να το απογοητεύσετε.
Ο Κωνσταντίνος εδώ και λίγες μέρες έμαθε να κάνει ποδήλατο με βοηθητικές ρόδες. «Μαμά κοίτα», λέει καθώς περνά μπροστά από τη μητέρα του που συζητά με τη μητέρα της ξαδερφούλας του, η οποία ακόμα δεν έχει μάθει να χρησιμοποιεί καλά τα πετάλια. «Σε κοιτάω!», του λέει εκείνη. «Μαμά κοίτα με!», επαναλαμβάνει ξανά ο μικρός. «Σε κοιτάω...» λέει η μητέρα του, «... όμως κοίτα μπροστά σου!». «Μαμά κοίτα...», όμως αυτό που βλέπει η μητέρα του είναι το ποδήλατο να πέφτει πάνω σε μια άδεια καρέκλα την οποία δεν πρόλαβε να δει ο Κωνσταντίνος, γιατί κοιτούσε αν τον κοιτάει η μαμά του...

Αναρωτιέστε μήπως το μικρό σας είναι εγωκεντρικό; Μα φυσικά είναι και θα είναι για αρκετό καιρό ακόμα. Όμως δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος που ζητά διαρκώς την προσοχή σας.Τα παιδιά στην προσχολική ηλικία είναι στενά δεμένα με τα σημαντικά ενήλικα πρόσωπα στη ζωή τους. Τη μαμά, τον μπαμπά, τον παππού, τη γιαγιά, τη νονά... Θέλουν όχι μόνο την προσοχή αυτών των προσώπων στραμμένη όλη πάνω τους, αλλά επιπλέον να κερδίζουν διαρκώς την αποδοχή τους για ό,τι κι αν κάνουν.

Το πρόσωπό σας είναι ο καθρέφτης του παιδιού. Ανάλογα με το αν αντανακλά θαυμασμό ή αδιαφορία ανεβαίνει ή κατεβαίνει η αυτοπεποίθηση του παιδιού.


Σε αυτή τη φάση τα παιδιά αρχίζουν ν’ αποκτούν επίγνωση των ικανοτήτων τους αλλά και να ενθουσιάζονται μ’ αυτές: μπορώ να πηδήξω, μπορώ να κάνω ποδήλατο, μπορώ να χτίσω έναν πύργο με κύβους! Το ζωντανό κοινό όχι μόνο τα διαβεβαιώνει για τις ικανότητές τους αλλά επιβεβαιώνει και την αξία τους, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό για ένα τετράχρονο. Το σίγουρο, λοιπόν, είναι ότι ζητούν την προσοχή σας, γιατί το έχουν πραγματικά ανάγκη.

Θυμηθείτε ότι τα παιδιά προσδιορίζουν τον εαυτό τους μέσα από τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιείτε γι’ αυτά. Γι’ αυτό και είναι σκόπιμο να προσέχετε τις λέξεις σας όταν τα χαρακτηρίζετε αποφεύγοντας τις ταμπέλες και προτιμώντας να μην κρίνετε τα ίδια αλλά τις πράξεις τους.

Είναι απαραίτητο το μέτρο;Γενικά κανείς δεν χάνει κάθε φορά που χαρίζει στο παιδί του την απόλυτη προσοχή του. Το πρόβλημα είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις η αναζήτηση προσοχής μοιάζει με διαδικασία χωρίς τέλος, που πολλές φορές μπορεί να γίνεται άνευ λόγου και ουσίας.

Είναι σημαντικό ο γονιός να ασχολείται σε συστηματική βάση με τα παιδί έτσι ώστε αυτό να είναι χορτάτο από προσοχή. Όσο πιο παραμελημένο είναι το παιδί τόσο περισσότερο αποζητά την προσοχή σας. Έτσι φτάνουμε στο άλλο άκρο όπου το παιδί ζητά την προσοχή σας για το παραμικρό, ενώ κάποια μπορεί να υιοθετήσουν ακόμα και προκλητική συμπεριφορά ή συμπεριφορά κλόουν ιδιαίτερα αν διαπιστώσουν ότι έτσι κατορθώνουν να στρέψουν την προσοχή επάνω τους.


Γι’ αυτό σε κάθε περίπτωση είναι σκόπιμο να μάθετε το παιδί από νωρίς πώς να κερδίζει όχι απλά την προσοχή αλλά τη θετική προσοχή των άλλων. Κάποια όρια, λοιπόν, είναι σίγουρα απαραίτητο ότι πρέπει να τεθούν. Μην περιμένετε, ωστόσο, να δείτε γρήγορα αποτελέσματα, αφού είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο.


Πιο συγκεκριμένα σε αυτή την ηλικία χρειάζονται να μάθουν να περιμένουν, να δεχτούν ότι υπάρχει σειρά προτεραιοτήτων και ότι είναι απαραίτητο να σέβονται τις ανάγκες των άλλων.


Πάλι ενοχές;Υπάρχουν στιγμές που δίνετε την πλήρη προσοχή σας στο παιδί κι άλλοτε όχι. Αν και το πιθανότερο είναι ότι το μικρό σας θα απογοητευτεί, δεν πειράζει αν η προσοχή σας δεν είναι πάντα 100% στραμμένη πάνω του.

Εξηγήστε του πότε ακριβώς μπορείτε να ασχοληθείτε μαζί του. Για παράδειγμα, αμέσως μόλις τελειώσετε το τηλεφώνημα (μην αργήσετε όμως) ή πλύνετε τα πιάτα.


Επίσης είναι πολύ συνηθισμένο όταν συζητάτε με άλλους το μικρό να προσπαθεί επίμονα ν’ αποσπάσει την προσοχή σας. Αν και μπορείτε να ασχοληθείτε στιγμιαία μαζί του, αν δείτε ότι επιμένει είναι καλό να βάλετε όρια. Πείτε για παράδειγμα: Μόλις φύγει η θεία, θα παίξουμε μπάλα (φροντίζοντας να τηρήστε την υπόσχεσή σας).


Τέλος αποφύγετε να δίνετε σημασία στο παιδάκι μόνο όταν πετυχαίνει κάτι σημαντικό.
Τα παιδιά χρειάζονται την αποδοχή μας και για όλα όσα θεωρούν εκείνα σημαντικά. Η μουτζούρα στο χαρτί μπορεί να μην είναι αντικειμενικά έργο τέχνης, όμως για εκείνο είναι κάτι πολύ σπουδαίο. Ακόμα κι αν η ζωγραφιά δεν θυμίζει σε τίποτα τον κροκόδειλο που το μικρό σας επιμένει ότι ζωγράφισε, εσείς μην παραλείψετε να του πείτε: «Μπράβο μωρό μου!».

Πως να το ενθαρρύνετε να κερδίζει θετική προσοχή
1. Δώστε έμφαση στην πρόοδο
Φράση κλειδί: Βλέπω έμαθες πώς να πατάς φρένο στο ποδήλατο.
Μην δίνετε έμφαση μόνο στο επίτευγμα του παιδιού αλλά στην πρόοδο. Έτσι το παιδάκι καταλαβαίνει ότι είναι σημαντικό

 να βελτιώνεται. Ταυτόχρονα μαθαίνει να μην εγκαταλείπει εύκολα την προσπάθεια ούτε να χάνει το ενδιαφέρον γρήγορα με οτιδήποτε καταπιάνεται.

2. Ενθαρρύνετε την εξάσκηση
Φράση κλειδί: Μπορείς να ζωγραφίσεις άλλο ένα ανθρωπάκι;
Τονίστε την αξία της επανάληψης και της συστηματικής προσπάθειας. Αυτό που χρειάζεται να καταλάβει το μικρούλι είναι ότι η εξάσκηση το βοηθά να κατακτήσει στόχους - που στην αρχή μπορεί να μοιάζουν δύσκολοι ή ακατόρθωτοι - χωρίς να απογοητεύεται, αν δεν τα καταφέρει με την πρώτη.


3. Διδάξετε την υπερηφάνεια
Φράση κλειδί: Μπράβο! Θα πρέπει να νιώθεις πολύ ωραία γι’ αυτόν τον πύργο που έφτιαξες.
Είναι σημαντικό να αποκτήσει αυτοπεποίθηση ώστε να μην έχει διαρκώς ανάγκη την αποδοχή των άλλων. Βοηθήστε το να συνειδητοποιήσει πότε και γιατί νιώθει ωραία και ότι κάτι που είναι σημαντικό για εκείνο δεν χρειάζεται να είναι πάντα σημαντικό και για τους άλλους.

Της Φλώρας Κασσαβέτη με τη συνεργασία
της Σοφίας Παπαγεωργίου, ψυχολόγου-ψυχοπαιδαγωγού