ΑΓΝΟΙΑ
Οι περισσότερες Ελληνίδες αγνοούν την ύπαρξη οργανώσεων υποστήριξης
Η μαρτυρία μιας γυναίκας που τόλμησε να ζητήσει βοήθεια και να διεκδικήσει μια ζωή χωρίς βία
«Από το πολύ ξύλο είχα λιποθυμήσει. Ξύπνησα πια την άλλη μέρα το πρωί. Ολόκληρο το πρόσωπό μου ήταν πρησμένο. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο σύντροφός μου με χτυπούσε ανελέητα- πολλές άλλες με είχε στείλει στο νοσοκομείο, ακόμα και με σπασμένη μύτη...
Κατέφυγα και σε Ξενώνα Κακοποίησης Γυναικών, βγήκα κι άλλαξα τα στοιχεία μου, αλλά αυτός κατάφερε και με βρήκε, εξακολουθεί να με απειλεί...». Είναι μία από τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις γυναικών που πέφτουν θύματα συστηματικού ξυλοδαρμού από αντρικά χέρια. Με τη διαφορά ότι, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, η 35χρονη Άννα αποφάσισε να πάρει πλέον την υπόθεση επάνω της, να σπάσει τη σιωπή της και να απευθυνθεί σε ειδικούς.
«Προ πενταετίας, μόλις εγκαταστάθηκα στην Αθήνα από επαρχιακή πόλη, γνώρισα αυτόν τον άνθρωπο και αρχίσαμε τη σχέση μας. Στην αρχή ταιριάζαμε, ήμασταν ερωτευμένοι, αρχίσαμε και να συγκατοικούμε. Ώσπου ξαφνικά, μετά και το πρώτο τρίμηνο, τα πάντα ανατράπηκαν: το κακό άρχισε με ένα χαστούκι, που όμως γρήγορα εξελίχθηκε σε μπουνιά, ακόμα και στον δρόμο ή άλλους δημόσιους χώρους, για το παραμικρό», λέει στα «ΝΕΑ» η άτυχη κοπέλα. «”Ήταν η κακιά η ώρα”, μου δικαιολογήθηκε στην πρώτη σφαλιάρα. “Δεν θα ξαναγίνει”, ισχυρίστηκε μετά και την πρώτη γροθιά... Συνεχώς το ίδιο μου υποσχόταν», προσθέτει.
Εφιάλτης για δύο χρόνια
Άνεργη και χωρίς άλλον δικό της άνθρωπο τότε στην πρωτεύουσα, εμπιστεύθηκε εύκολα τον 45χρονο θύτη, όπως εξηγεί. «Δεν μπορώ καν να μετρήσω τις φορές που με χτύπησε για μια διετία. Με κλείδωνε στο σπίτι, χωρίς φαγητό έως και για πέντε ημέρες, “φρούριο” το είχε κάνει. Κι όσο εγώ του έλεγα πως δεν μπορώ να ζήσω άλλο μαζί του, τόσο πιο πολύ με χτυπούσε», περιγράφει. Πάνω στον χρόνο απευθύνθηκε και στον ΟΑΕΔ για να βρει δουλειά, να σταθεί στα πόδια της. «Επειδή με είχε χτυπήσει πολύ άσχημα το προηγούμενο βράδυ, η διευθύντρια με άκουσε να βογκάω από τους πόνους και κατάλαβε τι μου είχε συμβεί. Μου έδωσε την κάρτα του Ελληνικού Δικτύου Γυναικών Ευρώπης για να ζητήσω εκεί υποστήριξη».
Στην αρχή δίστασε να πάρει τηλέφωνο. Δεν ήταν ακόμα έτοιμη να πάει να μείνει σε ξενώνα κακοποιημένων γυναικών. «Το θεώρησα κάτι σαν ίδρυμα. Ωστόσο, απ΄ τη στιγμή που δεν έλεγε με τίποτα να με αφήσει ήσυχη, τον επόμενο χρόνο το πήρα απόφαση. Κάλεσα τελικά αυτή τη Γραμμή Βοήθειας, πήγα κι από ΄κεί. Με δέχθηκε αρχικά κοινωνική λειτουργός, η οποία και με παρέπεμψε σε ψυχολόγο. Την πρώτη κιόλας βδομάδα με φιλοξένησαν και στον ξενώνα τους. Μου έδωσαν δωμάτιο και ρούχα - έφυγα απ΄ αυτόν χωρίς να πάρω τίποτα μαζί μου...», θυμάται σήμερα.
Στο νέο φιλόξενο περιβάλλον βρήκε, όπως λέει, τη γαλήνη που αναζητούσε. «Το σώμα τον πόνο τον ξεπερνά, η ψυχή όμως δύσκολα. Ύστερα από έναν χρόνο διαμονής στον ξενώνα απέκτησα σιδερένια ψυχική δύναμη. Πλέον άλλαξα σπίτι και δουλειά, έχω ξαναφτιάξει και τη ζωή μου με άλλον σύντροφο. Πριν από έναν μήνα μάλιστα, που ο πρώην μου εμφανίστηκε και πάλι απειλώντας με να αποσύρω τη σε βάρος του μήνυση, κατάλαβα ότι μπορώ πια να τον αντιμετωπίσω πιο ψύχραιμα: τώρα ξέρω πως έχω και το Δίκτυο Γυναικών δίπλα μου».
Ελάχιστες Ελληνίδες- εξηγεί κ. Σίσσυ Βωβού, μέλος της Παγκόσμιας Πορείας Γυναικών- έχουν υπόψη τους τις αρμόδιες κοινωνικές υπηρεσίες ή και τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που δραστηριοποιούνται πανελλαδικά, και στην περιφέρεια, ενάντια σε κάθε μορφή βίας.
Και ακόμη λιγότερες γνωρίζουν πως μπορούν εκεί να αναζητήσουν βοήθεια: από ψυχολογική και νομική υποστήριξη μέχρι και προσωρινή φιλοξενία τους σε ξενώνες και παρακολούθησή τους από ειδικούς.
Σιωπή και φόβος
«Η κακοποίηση έχει και επανάληψη: είναι κανόνας, δυστυχώς, ότι όποιος σηκώσει χέρι και χτυπήσει, θα το ξανακάνει. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι τελικά οι κακοποιημένες γυναίκες θα σηκώσουν αργά το τηλέφωνο για βοήθεια, αφού πρώτα θα έχουν φάει πολύ ξύλο, ίσως και επί χρόνια. Ειδικά οι αστικές οικογένειες έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να εκδηλωθούν, καθώς θέλουν να διασώσουν τον καθωσπρεπισμό τους.
Στο τέλος θα το τολμήσουν συνήθως γυναίκες ηλικίας κατά μέσον όρο 25-45 ετών, οι οποίες έχουν και παιδιά. Έρχονται και μας αποκαλύπτουν πια το “δεν αντέχω άλλο”», τονίζει η κ. Νίκη Ρουμπάνη, πρόεδρος της ΜΚΟ Ελληνικό Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης, που διατηρεί την τηλεφωνική γραμμή SΟS «Δίπλα σου».
περισσότερα...