«Το πόνημα αυτό», αναφέρει η ίδια, «απευθύνεται σε όσους από τους Νεοέλληνες ταλανίζονται με το πρόβλημα της ελληνικής ιστορικής συνέχειας και στους ξένους (κυρίως τους Δυτικοευρωπαίους και τους Αμερικανούς βλαστούς τους) που αρκούνται στην επιλεκτική γνώση του παρελθόντος τους, άσχετα από κάθε ιστορική πραγματικότητα και με μόνο μέλημα τη δικαίωση μιας σύγχρονης πολιτικής προσέγγισης, που υπαγορεύουν συμφέροντα και ενδιαφέροντα, ξένα συχνά από την ιστορία και το αντικείμενό της».
Η συγγραφέας επιχειρεί να αποσαφηνίσει το Βυζάντιο δια του Βυζαντίου, με πολλαπλές αναφορές σε κείμενα - κλειδιά (Τριακονταετηρικός του Ευσεβίου, Κοσμογραφία του Κοσμά Ινδικοπλεύστη, Τακτικά του Λέοντος ΣΤ' τυο Σοφού, Βίος Ιακώβου του Νεοφωτίστου, Σχόλια του Τζέτζη, Επαναγωγή κ.ά.), τα οποία, κατά τη γνώμη της, εκφράζουν συνοπτικά τα χαρακτηριστικά της βυζαντινής ψυχοσύνθεσης ή σημαδεύουν παραστατικά τομές και στροφές της ιστορίας του Βυζαντίου.
Ο στόχος της Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ είναι ο εξής, όπως τον διατυπώνει στον Πρόλογό της: «Να βάλω, κατά το δυνατόν, έστω εκ του πλαγίου και λάθρα σχεδόν, το Βυζάντιο στη θέση που τα επιτεύγματά του μας υπαγορεύουν: να πω συνοπτικά, εννοώ, αυτά που το αναδεικνύουν ως την πρώτη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία και που εξηγούν, όχι μόνο το πολιτιστικό μεγαλείο του (και αυτό ανεπαρκώς ακόμη γνωστό), αλλά και την ασυνήθη για παγκόσμια δύναμη (όπως ήταν κάποτε το Βυζάντιο) μακροβιότητά του».
Η επιλογή των θεμάτων που αναπτύσσονται σχετίζεται κυρίως με φαινόμενα μακράς διαρκείας και μπορούν να ερμηνεύσουν το «Γιατί» της βυζαντινής πολιτικής εμβέλειας (εξ ου και ο τίτλος «Γιατί το Βυζάντιο»).
Αναλύονται οι σχέσεις της πολιτείας με την εκκλησία (αυτοκράτορα και πατριάρχη), του κέντρου με την περιφέρεια (Κωνσταντινούπολης και επαρχιών), του Βυζαντίου με τους πολυποίκιλους γείτονές του, φίλους, συμμάχους ή εχθρούς.
Οι συνοριακές συρρικνώσεις, οι δογματικές διαμάχες, οι στρατιωτικοπολιτικές αντιπαλότητες και οι άνισες κοινωνικές διαβαθμίσεις που ρύθμιζαν την καθεστηκυία τάξη εξηγούν τη δυσκολία της βυζαντινής κοινωνίας αλλά και της πολιτικής να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών. Η πτώση της αυτοκρατορίας πρώτα στα χέρια των Σταυροφόρων (1204) και τελικά στους Οθωμανούς (1453) προλογίζουν την χαλεπότητα της μετέπειτα εποχής που θεμέλιό της ωστόσο μένει η πολύχρονη βυζαντινή εμπειρία: θρησκευτική, ιδεολογική και βιωματική. Απόηχός της ως τις μέρες μας μπορεί να θεωρηθεί η αμφίσημη σχέση των Νεοελλήνων με τη Δύση και με την Ανατολή, πρόβλημα της νεοελληνικής ταυτότητας.
Έγραψαν για το βιβλίο:
Το Γιατί το Βυζάντιο αποτελεί έναν άλλον τρόπο ανάγνωσης της ιστορίας του Βυζαντίου και όχι ένα ακόμη βιβλίο. Καταρχήν διαβάζεται κάθε κεφάλαιο αυτοτελώς, αν και νοηματικά όλα τα κεφάλαια συνδέονται μεταξύ τους, είναι «απαλλαγμένο» από σημειώσεις και υποσημειώσεις, κάτι που συχνά λειτουργεί αποτρεπτικά για το ευρύ αναγνωστικό κοινό, χωρίς ωστόσο να στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης (άλλωστε η συγγραφέας αποτελεί από μόνη της επιστημονικό εχέγγυο) και κυρίως ασχολείται με πτυχές του Βυζαντίου που έως και τις ημέρες μας επιβιώνουν μέσω των αποτελεσμάτων που προκάλεσαν τα γεγονότα εκείνης της περιόδου.
Ξένη Δ. Μπαλώτη, Διαβάζω, τχ. 504, Φεβρουάριος 2010
Ένα μαχητικό κείμενο, που διδάσκει άμα και τέρπει τον αναγνώστη και αποκαθιστά μια ιστορική αδικία, τον εξοβελισμό του Βυζαντίου από την ευρωπαϊκή ιστορία, φωτίζοντας παράλληλα πολλαπλά τη συγκρότηση της νεοελληνικής εθνικής συνείδησης. Γι' αυτό και αξίζει να διαβαστεί απ' όλους μας.
Τιτίκα Δημητρούλια, Καθημερινή, 13.12.2009
Το βιβλίο κάνει βέβαια και μια ιστορική επισκόπηση, πληροφορώντας τον αναγνώστη για βασικά γεγονότα που όρισαν τη μοίρα της αυτοκρατορίας, αναλύει δε και την κεφαλαιώδη σχέση του Κράτους με την Εκκλησία, χωρίς την οποία είναι αδύνατη η κατανόηση του θέματος.
Αναλύει σε βάθος τις σχέσεις του Βυζαντίου με τη Δύση και χρησιμοποιεί πολύ συχνά τις ίδιες τις βυζαντινές πηγές για να θεμελιώσει την επιχειρηματολογία του. Δίνει δε στον αναγνώστη και τα επιχειρήματα εκείνα που θα αμφισβητήσουν παγιωμένες απεικονίσεις της εποχής ως ιδιαίτερα σκοτεινής. Μιλάει για αποφάσεις που έδειξαν ένα πολύ προοδευτικό πρόσωπο- όπως η κατάργηση της δουλείας πολύ νωρίτερα από αλλού, ήδη από τον 12ο αιώνα, ή η απαγόρευση του «μετά βασάνων εξετάζεσθαι». Μια απαγόρευση που διαφοροποιεί καίρια τις βυζαντινές πρακτικές από εκείνες της Ιεράς Εξέτασης των Δυτικών, αναδεικνύοντας και μια πιο ανθρωπιστική διακυβέρνηση.
Έτσι η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ προσφέρει ένα αντικειμενικότερο μέτρο για μια χιλιόχρονη αυτοκρατορία, που είχε αυτονοήτως τόσο σκοτεινές όσο και φωτεινές στιγμές. Και προσφέρει ένα αιχμηρό όπλο απέναντι σε όσους Δυτικοευρωπαίους κατατάσσουν ακόμα το Βυζάντιο αποκλειστικά στην Ανατολή.
Το Βυζάντιο, λέει η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, είναι ελληνόγλωσση αυτοκρατορία με εδάφη και στην Ανατολή και στη Δύση, είναι στην πραγματικότητα ο μόνος αυτοκρατορικός διάδοχος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και, το κυριότερο, ανταποκρίνεται κατεξοχήν στον ορισμό του Πολ Βαλερί για το ποιος είναι στ΄ αλήθεια Ευρωπαίος: έχει επηρεαστεί από την ελληνική ορθολογική σκέψη, γνώρισε τους ρωμαϊκούς διοικητικούς και νομικούς θεσμούς και ζει σύμφωνα με το χριστιανικό πνευματικό πρότυπο. Με την έννοια αυτή, το Βυζάντιο υπήρξε η πρώτη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία στην Ιστορία.
Μανώλης Πιμπλής, Τα Νέα, Βιβλιοδρόμιο, 24.10.2009
Με αυτό το σημαντικό, απλό και κατανοητό για όλους τους αναγνώστες βιβλίο, η συγγραφέας αποσαφηνίζει το Βυζάντιο δια του Βυζαντίου, χρησιμοποιώντας κείμενα - κλειδιά, και αναλύει εκείνα τα επιτεύγματα που το αναδεικνύουν ως την πρώτη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία και εξηγούν το πολιτισμικό μεγαλείο του και την ασυνήθη για παγκόσμια δύναμη μακροβιότητά του. Με άλλα λόγια, εξηγεί το «Γιατί» της βυζαντινής πολιτικής εμβέλειας.
Μαρία Φανφάνη, Ο Κόσμος του Επενδυτή, Culture, 7.11.2009
Η ιστορία μιας χιλιόχρονης αυτοκρατορίας είναι φυσικό να προκαλεί την προσοχή των ιστορικών ερωτημάτων προς διερεύνηση. Η βυζαντινή περίοδος είναι ένα ανοιχτό πολυδιάστατο ιστορικό ζήτημα, αφού οι τεράστιες εδαφικές κατακτήσεις της ένωσαν, «παγκοσμιοποιήσαν» μια σειρά ετερόκλιτων εθνοτήτων, με διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά.
Η αδιαμφισβήτητη ηγεμονία του Βυζαντίου για αιώνες έθεσε την αυτοκρατορία στο επίκεντρο ενός παγκόσμιου πολιτισμού, μέσα στον οποίο οι ζυμώσεις μεταξύ των παλαιών και νέων εθνοτήτων, που ζητούσαν πιεστικά και επίμονα ρόλο στην ιστορική πραγματικότητα, δημιούργησαν μια πολύπλευρη και πολυσήμαντη ιστορική οντότητα, μπροστά στην οποία η επιστήμη της Ιστορίας θα έχει ένα ενδιαφέρον μέτωπο ανοιχτό προς μελέτη.
Είναι φυσικό οι ερμηνείες να περισσεύουν, ωστόσο για μας τους Έλληνες η βυζαντινή περίοδος αναδείχθηκε σε μείζονος σημασίας ζήτημα, γιατί μέσα από αυτήν επιβεβαιώνουμε την ιστορική μας συνέχεια, αλλά και βοηθούμαστε στο να διαμορφώσουμε τη σημερινή μας ταυτότητα. Χωνευτήρι πολιτισμών, αλλά και γεωγραφικό σύνορο που ενώνει τη Δύση με την Ανατολή, η Ελλάδα έχει κληθεί πολλές φορές να αντιμετωπίσει το ζήτημα του αυτοπροσδιορισμού της.
Το βιβλίο αυτό της γνωστής ιστορικού στοχεύει προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς φωτίζει και αναδεικνύει όλα εκείνα τα ελληνικά χαρακτηριστικά της αυτοκρατορίας, τα οποία την καθιστούν την πρώτη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία, δίνοντας έμφαση στα πολιτισμικά επιτεύγματα, τα οποία, όπως σημειώνει, δεν έχουν εκτιμηθεί σωστά, καθώς και το γεγονός της ασυνήθιστης μακροβιότητάς της.
Ξενοφών Μπρουντζάκης, ΠοντίκιArt, 12-18.11.2009
...Το Βυζάντιο πουλάει. Ιδιαίτερα όταν τα κείμενα υπογράφει η γνωστή βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ. Ετσι το βιβλίο της «Γιατί το Βυζάντιο» (εκδ. Ελληνικά Γράμματα), σε λιγότερο από έναν μήνα ξεπέρασε κάθε προσδοκία και τα 8.000 χιλ. αντίτυπα. Ήδη, οι εκδόσεις τυπώνουν την 5η και την 6η έκδοση του βιβλίου. «Ήθελα να βάλω, κατά το δυνατόν, έστω εκ του πλαγίου και λάθρα σχεδόν, το Βυζάντιο στη θέση που τα επιτεύγματά του μας υπαγορεύουν», λέει η συγγραφέας. Όταν το θέμα είναι ενδιαφέρον και η υπογραφή έγκυρη το βιβλίο... τσουλάει από μόνο του.
Καθημερινή, 21.11.2009
Γλύκατζη-Αρβελέρ Ελένη
Η Ελένη Γλύκατζη - Αρβελέρ είναι η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του τμήματος Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης το 1967.
Το 1976, γίνεται πρύτανης του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και καταγράφεται ως η πρώτη γυναίκα πρύτανης στην μέχρι τότε ιστορία των 700 χρόνων του Πανεπιστημίου.
Στη συνέχεια ανακηρύσσεται πρύτανης του Πανεπιστημίου της Ευρώπης. Επίσης, διετέλεσε Πρόεδρος του Πανεπιστημίου Παρισίων, και Πρόεδρος του Κέντρου Georges Pompidou - Beaubourg.
Θεωρείται σήμερα από τις πλέον εξέχουσες πανεπιστημιακές προσωπικότητες, ιδιαίτερα στη Βυζαντινολογία, με πολύ μεγάλο αριθμό σχετικών διαλέξεων και ομιλιών ανά τον κόσμο. Η εργογραφία της είναι ιδιαιτέρως σημαντική και παραμένει σημείο αναφοράς των μελετητών.