Ανατολή
Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,
μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα,
λυπητερά,
πώς η ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!
Eίναι χυμένη από τη μουσική σας
και πάει με τα δικά σας τα φτερά.
μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα,
λυπητερά,
πώς η ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!
Eίναι χυμένη από τη μουσική σας
και πάει με τα δικά σας τα φτερά.
Σας γέννησε και μέσα σας μιλάει
και βογγάει και βαριά μοσκοβολάει
μια μάννα· καίει το λάγνο της φιλί,
κ' είναι της Mοίρας λάτρισσα και τρέμει,
ψυχή όλη σάρκα, σκλάβα σε χαρέμι,
η λαγγεμένη Aνατολή.
Mέσα σας κλαίει το μαύρο φτωχολόι,
κι όλα σας, κ' η χαρά σας, μοιρολόι
πικρό κι αργό·
μαύρος, φτωχός και σκλάβος και ακαμάτης,
στενόκαρδος, αδούλευτος, ―διαβάτης
μ' εσάς κ' εγώ.
Στο γιαλό που τού φυγαν τα καΐκια,
και του μείναν τα κρίνα και τα φύκια,
στ' όνειρο του πελάου και τ' ουρανού,
άνεργη τη ζωή να ζούσα κ' έρμη,
βουβός, χωρίς καμιάς φροντίδας θέρμη,
με τόσο νου,
όσος φτάνει σα δέντρο για να στέκω
και καπνιστής με τον καπνό να πλέκω
δαχτυλιδάκια γαλανά·
και κάποτε το στόμα να σαλεύω
κι απάνω του να ξαναζωντανεύω
τον καημό που βαριά σάς τυραννά
κι όλο αρχίζει, γυρίζει, δεν τελειώνει.
Kαι μια φυλή ζη μέσα σας και λυώνει
και μια ζωή δεμένη σπαρταρά,
γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,
μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα,
λυπητερά.
και βογγάει και βαριά μοσκοβολάει
μια μάννα· καίει το λάγνο της φιλί,
κ' είναι της Mοίρας λάτρισσα και τρέμει,
ψυχή όλη σάρκα, σκλάβα σε χαρέμι,
η λαγγεμένη Aνατολή.
Mέσα σας κλαίει το μαύρο φτωχολόι,
κι όλα σας, κ' η χαρά σας, μοιρολόι
πικρό κι αργό·
μαύρος, φτωχός και σκλάβος και ακαμάτης,
στενόκαρδος, αδούλευτος, ―διαβάτης
μ' εσάς κ' εγώ.
Στο γιαλό που τού φυγαν τα καΐκια,
και του μείναν τα κρίνα και τα φύκια,
στ' όνειρο του πελάου και τ' ουρανού,
άνεργη τη ζωή να ζούσα κ' έρμη,
βουβός, χωρίς καμιάς φροντίδας θέρμη,
με τόσο νου,
όσος φτάνει σα δέντρο για να στέκω
και καπνιστής με τον καπνό να πλέκω
δαχτυλιδάκια γαλανά·
και κάποτε το στόμα να σαλεύω
κι απάνω του να ξαναζωντανεύω
τον καημό που βαριά σάς τυραννά
κι όλο αρχίζει, γυρίζει, δεν τελειώνει.
Kαι μια φυλή ζη μέσα σας και λυώνει
και μια ζωή δεμένη σπαρταρά,
γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,
μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα,
λυπητερά.
Σαν σήμερα, 26 Φεβρουαρίου 1910,
ιδρύεται το Εργατικό Κέντρο
Αθήνας, τον Ύμνο του οποίου γράφει το 1913 ο Κωστής Παλαμάς.
Ο Ύμνος μελοποιήθηκε από τον Μανόλη Καλομοίρη και το 1944 από τον Αλέκο Ξένο.
«Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ποτίζουμε τη γης, για να γεννά
καρπούς, λουλούδια, τ’ αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας.
Φτωχή αλουλούδιαστη, άκαρπη μονάχα η αργατιά.
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί.
Πιο δυνατά κι απ’ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας,
και μ’ όλο τ’ αλυσόδεμα, σκάφτουν και η γης πλουτεί.
Στου κόσμου τους θησαυριστές το βιος σου, Εργάτη,
νόμοι στο τρών’ αδικητές χωρίς ντροπή!
Αγκαλιαστείτε, αδέλφια, ορθοί!
Με μια καρδιά, μια γνώμη.
- Δικαιοσύνη, βρόντηξε και λάμψε, Προκοπή!»
Ελένη Καρασαββίδου
Ο Ύμνος μελοποιήθηκε από τον Μανόλη Καλομοίρη και το 1944 από τον Αλέκο Ξένο.
«Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ποτίζουμε τη γης, για να γεννά
καρπούς, λουλούδια, τ’ αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας.
Φτωχή αλουλούδιαστη, άκαρπη μονάχα η αργατιά.
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί.
Πιο δυνατά κι απ’ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας,
και μ’ όλο τ’ αλυσόδεμα, σκάφτουν και η γης πλουτεί.
Στου κόσμου τους θησαυριστές το βιος σου, Εργάτη,
νόμοι στο τρών’ αδικητές χωρίς ντροπή!
Αγκαλιαστείτε, αδέλφια, ορθοί!
Με μια καρδιά, μια γνώμη.
- Δικαιοσύνη, βρόντηξε και λάμψε, Προκοπή!»
Ελένη Καρασαββίδου