Σελίδες

Wednesday, 23 April 2014

Οι αυτοτραυματισμοί στην εφηβεία

Οι έφηβοι νιώθουν πίεση και άγχος που πηγάζουν από το γεγονός πως έχουν να αντιμετωπίσουν ταχείες αλλαγές στο σώμα τους, στο ψυχισμό τους, στην κοινωνικοποίηση τους καθώς και στη σεξουαλικότητά τους.
Από το οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον αναμένεται να αντιμετωπίσει ο έφηβος όλες αυτές τις προκλήσεις με υπευθυνότητα, έτσι ώστε να κατακτήσει ακόμη περισσότερο αυτονομία.
Γράφει η Α. Κλημεντοπούλου, Παιδίατρος – Αναπτυξιολόγος από την επιστημονική ομάδα του Καθηγητή Παιδιατρικής, Γεώργιου Χρούσου.
Ένα φαινόμενο που λαμβάνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις στην τρικυμιώδη και ευαίσθητη ηλικία της εφηβείας είναι οι αυτοτραυματισμοί. Με τον όρο αυτόν αναφερόμαστε συνοπτικά σε όλες εκείνες τις επιθετικές συμπεριφορές που εκδηλώνει ένα άτομο προς τον ίδιο του τον εαυτό χωρίς να έχει σκοπό την αυτοκτονία.
Έτσι μπορούμε να ορίσουμε τον μη αυτοκτονικό τραυματισμό ως οποιαδήποτε εκούσια συμπεριφορά που στρέφεται κατά του εαυτού του και προκαλεί την καταστροφή των ανθρωπίνων ιστών. Δεν περιλαμβάνουν πράξεις όπως τα τατουάζ και το bodypiercing, η ονυχοφαγία και η τροχοτιλλομανία.
Οι έφηβοι που αυτοτραυματίζονται δεν επιθυμούν να τιμωρήσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα, να τραβήξουν τη προσοχή ή να δηλώσουν τα αρνητικά τους συναισθήματα. 
Η πλειοψηφία αυτών υποφέρει βουβά και αυτοτραυματίζεται κρυφά. Η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους, όπως λήψη φαρμάκων, χαράκωμα δέρματος, κάψιμο, εκδορές, τσιμπήματα, χτυπήματα, κατάποση ακατάλληλων αντικειμένων. Τελευταία, διαπιστώνεται και ένα άλλο είδος αυτοτραυματισμού , όπου οι έφηβοι ενταφιάζουν μεταλλικά, γυάλινα και πλαστικά αντικείμενα στον υποδόριο ιστό και βαθύτερα. (selfembedding). Τις περισσότερες φορές μάλιστα διαπιστώνεται τυχαία. 
Οι αυτοτραυματισμοί μπορεί να εκδηλώνονται και με πιο σοβαρούς τραυματισμούς όπως κατάγματα οστών και σπανιότατα αυτοακρωτηριασμό ή εξόρυξη οφθαλμού. Η σύγχρονη βιβλιογραφία καταδεικνύει μια τάση αύξησης του επιπολασμού των μη αυτοκτονικών αυτοτραυματισμών κυρίως στην ηλικιακή ομάδα των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων.
Ψυχιατρικές διαταραχές και αυτοτραυματισμοί
η παρουσία ψυχοπαθολογίας αυξάνει την πιθανότητα συμπεριφοράς και σκέψεων αυτοτραυματισμών, ενώ από την άλλη αυτοτραυματισμοί συσχετίζονται με περισσότερα συμπτώματα μεγαλύτερης βαρύτητας ψυχοπαθολογία σε άντρες και γυναίκες. Συνολικά, περίπου 2-20% πληθυσμών με ψυχιατρικά προβλήματα αναφέρουν επεισόδια αυτοτραυματισμού. Για λόγους που δεν είναι απόλυτα σαφείς οι έφηβοι ψυχιατρικοί ασθενείς έχουν πολύ υψηλή πιθανότητα να αυτοτραυματιστούν με ποσοστά  που  κυμαίνονται από 40-80 %. σημαντικό ρόλο παίζει και το είδος και η βαρύτητα της διαταραχής τους.
Μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας…
περίπου 70-75% των ανθρώπων με μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας παρουσιάζουν επεισόδια αυτοτραυματισμού. Ο αυτοτραυματισμός είναι ένα από τα 9 κριτήρια αυτής της ψυχιατρικής διαταραχής. Αποτελεί, μάλιστα τη μοναδική ψυχιατρική διαταραχή  της οποίας ο αυτοτραυματισμός αποτελεί διαγνωστικό κριτήριο. Φαίνεται πως το γεγονός του αυτοτραυματισμού βοηθά τα άτομα με μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας να ρυθμίζουν τα συναισθήματα τους. Ασθενείς με αυτή τη διαταραχή αναφέρουν ανακούφιση από δυσάρεστα συναισθήματα σε ποσοστό εως 96%
Διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας…
σε αυτή τη διαταραχή παρατηρείται το κλινικό φαινόμενο, όπου ο ασθενής έχει την υποκειμενική αντίληψη πως ψυχολογικά  και σε μερικές περιπτώσεις και σωματικά, αποσυνδέεται από την πραγματικότητα. Τέτοιου είδους συμπτώματα είναι συνήθη και στην μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας καθώς και στη διαταραχή μετατραυματικού στρες. Φαίνεται πως ασθενείς με αυτή τη διαταραχή παρουσιάζουν επεισόδια αυτοτραυματισμού  ως και 69%.
Διαταραχές της όρεξης…
Το φαινόμενο του αυτοτραυματισμού μπορεί να συνδυάζεται με διαταραχές της όρεξης σε ποσοστά που κυμαίνονται από 13-61%, ανάλογα με το είδος της διαταραχής.
Μείζων καταθλιπτική διαταραχή…
σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οι έφηβοι ασθενείς που νοσηλεύονται για αυτοτραυματισμό, πληρούν κριτήρια για μείζονα καταθλιπτική διαταραχή σε ποσοστό 41,6%. φαίνεται πως έφηβοι ασθενείς που διαγιγνώσκονται με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή ή άλλη διαταραχή του συναισθήματος έχουν θετικό ατομικό ιστορικό για επεισόδια αυτοτραυματισμού.
Συσχετισμός μεταξύ αυτοτραυματισμών και αυτοκτονικής συμπεριφοράς…
Ο συσχετισμός ανάμεσα στους αυτοτραυματισμούς και την αυτοκτονία είναι πολύπλοκος. Φαίνεται να υπάρχει ισχυρή συσχέτιση του αυτοκτονικού ιδεασμού και των αυτοτραυματισμών.
Υποστηρίζεται πως εώς και 40% των ατόμων που προκαλούν αυτοτραυματισμούς κάνουν σκέψεις για αυτοκτονία, ενώ 50-85% των ανθρώπων που αυτοτραυματίζονται αποπειράθηκαν να αυτοκτονήσουν έστω και μια φορά στη ζωή τους.Οι αυτοτραυματισμοί και η αυτοκτονική συμπεριφορά διακρίνονται κυρίως από την πρόθεση, τον τρόπο και τον ψυχολογικό αντίκτυπο. 
 Όσον αφορά τη πρόθεση, οι έφηβοι που αυτοτραυματίζονται αναφέρουν συχνά, πως η βασική πρόθεση είναι να ανακουφιστούν από δυσάρεστα συναισθήματα και όχι να προκαλέσουν θάνατο. Ακόμη, οι ίδιοι οι έφηβοι που αυτοτραυματίζονται διακρίνουν αυτή τη συμπεριφορά τος από μια απόπειρα αυτοκτονίας. Επιπλέον, η πλειοψηφία των εφήβων που αυτοτραυματίζονται δεν έχουν αυτοκτονική σκέψη, ούτε έχουν πρόθεση, η πράξη τους να να έχει έκβαση το θάνατο. Η εμπειρία έχει δείξει πως οι τρόποι που επιχειρεί κάποιος να αυτοκτονήσει είναι περιορισμένοι και συγκεκριμένοι. Μόλις 1-2% αυτών των θανάτων αποδίδονται σε κόψιμο.
Από την άλλη, το χαράκωμα είναι ο πιο συχνός τρόπος μη αυτοκτονικού αυτοτραυματισμού.
Ο ψυχολογικός αντίκτυπος του αυτοτραυματισμού τον διαφοροποιεί και τον ξεχωρίζει από τις μη θανατηφόρες απόπειρες αυτοκτονίας. Ο αυτοτραυματισμός, τυπικά, συνδυάζεται με ανακούφιση από δυσάρεστα συναισθήματα και ενίσχυση των θετικών συναισθημάτων.
Αντίστροφα, μια μη θανατηφόρα απόπειρα αυτοκτονίας μπορεί να ακολουθείται από επιδεινούμενο καταθλιπτικό συναίσθημα και περαιτέρω αυτοκτονική συμπεριφορά εξ αιτίας της μη επίτευξης θανατηφόρου αποτελέσματος.
Τέλος, το σημαντικό είναι να διακρίνει κανείς πότε ένας μη αυτοκτονικός τραυματισμός ενέχει κίνδυνο για αυτοκτονία. Οι έφηβοι που αυτοτραυματίζονται και έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αυτοκτονήσουν παρουσιάζουν τα εξής χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία: προσπαθούν να μην το αντιληφθεί ο οικογενειακός και φιλικός περίγυρος, αναφέρουν πως τους απωθεί η ζωή, τους ελκύει ο θάνατος, δεν φοβούνται την αυτοκτονία ή το θάνατο, έχουν σοβαρές σκέψεις αυτο-μομφής  σε χρόνιο έδαφος, έχουν συναισθηματική επιπέδωση ή έχουν αδύναμες οικογενειακές σχέσεις. 
Οι χαλαροί, αδύναμοι οικογενειακοί δεσμοί, μάλιστα, που συνοδεύονται από επικριτικούς γονείς φαίνεται να αποτελούν προγνωστικό παράγοντα στην εφηβική και αργότερα στην ενήλικο ζωή για αυτοτραυματισμούς, αυτοκτονικό ιδεασμό και απόπειρα αυτοκτονίας. 
 Οπότε, πρέπει να αποσαφηνίζεται σε κάθε τέτοιο επεισόδιο ποια είναι η προοπτική του ασθενή, να πεθάνει ή να μείνει ζωντανός; η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι καθοριστικής σημασίας για να επισημαίνονται έφηβοι υψηλού κινδύνου για απόπειρες αυτοκτονίας.

Αυτοτραυματσμός : φυσική πορεία, παράγοντες κινδύνου
Η ηλικία εμφάνισης των αυτοτραυματισμών είναι μεταξύ 14-24 ετών, παρουσιάζει δε, μια δικόρυφη αιχμή στις ηλικίες 12-14 και 18-19 ετών. Οι έφηβοι που αυτοτραυματίζονται έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά με αυτούς που κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας. Έναν παράγοντα κινδύνου μπορεί να αποτελεί η σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση. Πρόσφατα, αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο η σημασία της κατάθλιψης, που μπορεί να συνυπάρχει σε εφήβους που αυτοτραυματίζονται και σε εφήβους που αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν. Η παράνομη χρήση ουσιών είναι συνηθισμένη. Η συναναστροφή με εφήβους που αυτοτραυματίζονται  αποτελεί άλλον ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου.
Οι έφηβοι ασθενείς με μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας αναφέρουν μεγαλύτερο αριθμό επεισοδίων αυτοτραυματισμού σε ένα ηλικιακό φάσμα από την όψιμη παιδική ηλικία μέχρι την πρώτη ενήλικο ζωή. 
Ακόμη, επισημαίνεται πως μια υποκατηγορία εφήβων που έχουν πολλά επεισόδια αυτοτραυματισμού  και με διαφορετικούς τρόπους στο παρελθόν, είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν σοβαρή σωματική βλάβη ακόμα και θάνατο. 
Παράγοντες που σχετίζονται με υποτροπιάζοντα επεισόδια αυτοτραματισμών  είναι προηγούμενο παρόμοιο γεγονός, διαταραχή προσωπικότητας, κατάθλιψη, κατάχρηση αλκοόλ ή ουσιών, χρόνια ψυχοκοινωνικά προβλήματα και προβλήματα συμπεριφοράς, χαμηλή αυτοεκτίμηση, διαταραγμένες οικογενειακές σχέσεις, εξάρτηση από το αλκοόλ σε άλλα άτομα της οικογένειας, κοινωνική απομόνωση και χαμηλή σχολική απόδοση.

Ο κίνδυνος αυτοκτονίας που ακολουθεί ένα επεισόδιο αυτοτραυματισμού διακυμαίνεται από 0,245-4,30%. φαίνεται πως υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν έφηβο σε κίνδυνο για αυτοκτονία όπως :
-έφηβος άρρενος φύλου και μεγάλης ηλικίας
-βίαιος τρόπος αυτοτραυματισμού
-πολλαπλά πρότερα επεισόδια αυτοτραυματισμού
-συναισθηματική επιπέδωση, αίσθημα απελπισίας, αϋπνία
-χρήση παράνομων ουσιών
-εισαγωγή σε ψυχιατρική μονάδα στο παρελθόν.
Οι έφηβοι που αυτοτραυματίζονται, συνήθως αποκαλύπτουν το γεγονός στην οικογένεια  και στους φίλους και μάλιστα πολύ συχνά στις διαδικτυακές τους γνωριμίες και συναναστροφές. Εφόσον ο έφηβος επισκεφτεί τον παιδίατρο του, αυτός κατά πάσα πιθανότητα θα είναι το επόμενο πρόσωπο που θα εκμυστηρευτεί ο έφηβος ότι αυτοτραυματίζεται. Πολλές φορές, μάλιστα, ο έφηβος προφασίζεται κάποιο σύμπτωμα υγείας που να είναι συναφές με το αποτέλεσμα του αυτοτραυματισμού, για να εξεταστεί από το γιατρό του. 
Αντιμετώπιση
Δοκιμασμένες ψυχοθεραπείες, σύμφωνα με την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας είναι η διαλεκτική  συμπεριφορική θεραπεία, η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία, η ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία με διάφορες προσεγγίσεις σύμφωνα με τις θεραπευτικές μεθόδους.

Γιατί τα παιδιά φοβούνται στον ύπνο τους;

Το να πάει ένα παιδί στο δωμάτιό του για να κοιμηθεί είναι, πολλές φορές, ένα βαρετό και όχι τόσο καλοδεχούμενο γεγονός.
Είναι μία μοναχική πράξη και για ένα αγχώδες παιδί, μπορεί να γίνει κάτι πολύ τρομαχτικό.
Σκοτεινές σκιές, μεγάλες και απειλητικές μορφές, είναι δυνατόν να γίνουν αντικείμενο φόβου και παράλογων ανησυχιών για το παιδί.

Υπάρχουν διάφορες μορφές διαταραχών ύπνου.

Οι κυριότερες από αυτές είναι:
1) Οι ελάσσονες διαταραχές του ύπνου (παραμιλητό, αϋπνία, υπνοβασία, πρόωρο ή συχνό ξύπνημα, ανήσυχος ύπνος),
2) οι νυχτερινοί εφιάλτες,
3) οι ενύπνιοι τρόμοι,
4) ο φόβος για το σκοτάδι.
Τα προβλήματα του ύπνου κατά κανόνα εμφανίζονται μετά από διάφορα αγχογόνα γεγονότα, όπως ο αποχωρισμός του παιδιού από τη μητέρα που μπήκε στο νοσοκομείο, η αλλαγή σχολείου, η διαμονή του παιδιού μακριά από τους γονείς του, η γέννηση ενός αδελφού. Στις περιπτώσεις αυτές, το άγχος που βιώνει το παιδί εκδηλώνεται με διαταραχές του ύπνου.
Οι ελάσσονες διαταραχές του ύπνου τις περισσότερες φορές είναι αποτέλεσμα τόσο της υπερδιέγερσης στην οποία βρίσκεται το παιδί μετά από μία έντονη και θορυβώδη μέρα όσο και λανθασμένων χειρισμών εκ μέρους των γονέων. Προσεκτική εξέταση τέτοιων καταστάσεων αποκαλύπτει συχνά μία επίμονη προσπάθεια του γονέα να επιβάλλει στο παιδί τις δικές του προτιμήσεις για το ωράριο του ύπνου, χωρίς καμία προσπάθεια να συνεκτιμήσει τις ιδιαίτερες ανάγκες και τους ρυθμούς του δικού του παιδιού. Χρειάζεται λοιπόν να ζητείται από το παιδί να μένει ήρεμο στο κρεβάτι και να του δίνεται ο χρόνος που το ίδιο έχει ανάγκη για να εγκλιματιστεί και να ανταποκριθεί θετικά στο καθημερινό πρόγραμμα της οικογένειας.
Οι νυχτερινοί εφιάλτες συνήθως εμφανίζονται σε παιδιά που είχαν κάποιες εμπειρίες αποχωρισμού. Πάντως τα ενοχλητικά όνειρα επηρεάζουν το ένα τρίτο περίπου των παιδιών του δημοτικού σχολείου. Τα αγόρια σε σύγκριση με τα κορίτσια αυτής της ηλικίας βλέπουν περισσότερα τρομακτικά όνειρα που αφορούν κυρίως ληστές και διαρρήκτες. Η εικόνα του γέρου ή της γριάς είναι ο μεγαλύτερος τρόμος στα όνειρα τόσο των αγοριών όσο και των κοριτσιών. Τα ζώα είναι επίσης μια κοινή αιτία φόβου στα όνειρα των παιδιών. Γενικότερα, πάντως, έχει παρατηρηθεί ότι οι νυχτερινοί εφιάλτες μειώνονται καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν.

Ο ενύπνιος τρόμος δεν σχετίζεται με άλλες διαταραχές του ύπνου παρότι έχει παρόμοιο με αυτές ιστορικό άγχους, ανασφάλειας και τραυματικών εμπειριών. Ο ενύπνιος τρόμος έχει την εξής μορφή: το παιδί σε κάποια προχωρημένη ώρα τη νύχτα παίρνει μία παράξενη στάση κουλουριασμένο από το φόβο του ή πετιέται επάνω γεμάτο αγωνία ξεφωνίζοντας και καρφώνοντας τα μάτια του ανοιχτά σε κάτι μπροστά του, με το φόβο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Δεν έχει ξυπνήσει τελείως, δεν αναγνωρίζει κανέναν και δεν ξέρει πού βρίσκεται. Το πρωί δε θυμάται τι συνέβη τη νύχτα.

Καθώς το άγχος φαίνεται να είναι κοινός παράγοντας στις περισσότερες περιπτώσεις διαταραχών του ύπνου και νυχτερινού εφιάλτη, ο γονέας πρέπει να φροντίσει όχι μόνο να καθησυχάσει το παιδί την ώρα που βλέπει το άσχημο όνειρο, αλλά κυρίως να το ανακουφίσει από τις εσωτερικές εντάσεις που γενικότερα εκείνο νιώθει.

Αυτό που περισσότερο χρειάζεται είναι η παρατήρηση των ανησυχιών και των προβλημάτων που απασχολούν το παιδί στο σπίτι, στο σχολείο, στη σχέση του με τους ενηλίκους και τους συνομηλίκους του. Επίσης αν το περιεχόμενο των ονείρων είναι επαναλαμβανόμενο, αποτελεί σημαντική ένδειξη για την πηγή των φόβων του παιδιού. Αν όμως τα παιδιά υποφέρουν από σοβαρές και επίμονες διαταραχές του ύπνου πιθανότατα να αντιμετωπίζουν και άλλες ψυχολογικές δυσκολίες γι’ αυτό απαιτείται η βοήθεια του ειδικού.

Επίσης τα παιδιά φοβούνται το σκοτάδι, γεγονός που επιπλέον δημιουργεί προβλήματα στον βραδινό ύπνο. Τις περισσότερες φορές διαπιστώνεται ότι οι γονείς χωρίς να το καταλαβαίνουν είναι αυτοί που έχουν αναπτύξει το φόβο αυτό στα παιδιά. Το να μείνει κάποιο νεογέννητο μόνο του στο σκοτεινό δωμάτιο δεν αποτελεί για αυτό δυσάρεστη εμπειρία. Όταν όμως θα αισθανθεί τρομαγμένο από κάποιο όνειρο ή θα πεινάσει, τότε θα κλάψει.
Η μητέρα του, που θα το ακούσει, θα μπει στο δωμάτιό του, θα ανάψει το φως και θα αρχίσει να το παρηγορεί. Αυτή είναι μια κύρια περίπτωση κλασικής συνεξάρτησης όπου το σκοτάδι συνδέεται με τη δυσάρεστη κατάσταση (πείνα, εφιάλτης) και το φως με τη θετική ενίσχυση (στοργική μητέρα).
Πολλές φορές δε, παρατηρείται ένα παιδί να έχει μάθει να φοβάται το σκοτάδι από τρομαχτικές ιστορίες που του έχουν πει για φαντάσματα και ληστές. Σε αυτές τις περιπτώσεις η τιμωρία είναι εντελώς απρόσφορη. Δεν είναι δυνατόν με απειλές και τιμωρίες να εξαφανιστούν οι φόβοι του παιδιού.
Μία αποτελεσματική προσέγγιση είναι να παραδεχτούμε πως είναι εντελώς φυσικό το παιδί να φοβάται το σκοτάδι ως κάτι άγνωστο και μυστηριώδες και να προσπαθήσουμε να τροποποιήσουμε την συμπεριφορά του χρησιμοποιώντας τεχνικές θετικής ενίσχυσης. Μπορούμε για παράδειγμα, να αφήσουμε το φως αναμμένο όταν πάει το παιδί να κοιμηθεί και να το σβήσουμε όταν το πάρει ο ύπνος ή να χρησιμοποιήσουμε μία φορητή λάμπα την οποία θα τοποθετήσουμε στο πάτωμα και θα μετακινούμε σταδιακά όλο και πιο μακριά κάθε βράδυ, προς την έξοδο του δωματίου μέχρι να την βγάλουμε οριστικά από το δωμάτιό του.
fastnews24