Γράφει η Ευτεχνία
-Ήρθε η ώρα και είναι τώρα! Ο γιος Τάκης-Λιονταράκης φώναξε δυνατά και έτρεξε προς τον πατέρα του. Καθόταν στην πολυθρόνα του σαλονιού. Διάβαζε την εφημερίδα βυθισμένος στις ειδήσεις και τις σκέψεις του.
-Έλα, μπαμπά. Σε χρειάζομαι, είπε με βιασύνη.
-Γιε μου, σε λίγο.
Πάντα έτσι ήταν ο μπαμπάς του. Όλο έτσι ήταν. Το σε λίγο γινόταν επ’ αόριστον αναμονή. Είχε και τις γλυκές στιγμές του, αλλά κυρίως όταν τα θηράματα ήταν νόστιμα. Αγάπη με προϋποθέσεις. Έτσι είναι οι πατεράδες με τους γιους. Έπαινος με το σταγονόμετρο. Σύγκρουση με το τσουβάλι. Παρ’ όλα αυτά ένιωθε πως κατά βάθος τον αγαπούσε. Άλλωστε γιος του ήταν. Μια ευαισθησία θα την είχε αυτήν την φορά. Τα πράγματα ήταν σοβαρά.
Ήρθε η ώρα. Το μυστικό αργούσε να βγει. Διστακτικά, αλλά αποφασιστικά είπε:
-Τα παιδιά στο σχολείο της ζούγκλας με κοροϊδεύουν… είπε χαμηλόφωνα.
-Εντάξει, και σε μένα συνέβαινε. Δεν πειράζει. Καλό είναι τελικά. Είσαι και λίγο μαλακός σαν το βούτυρο. Μήπως σου χρειάζεται και λίγο;
-Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα! Φώναξε μονομιάς
– Μειώνουν τον ανδρισμό μου και την γενναιοψυχία μου, επειδή έχω τρία πόδια. Ψυχολογικά αρχίζω να επηρεάζομαι. Μήπως έχουν δίκιο;
Τότε ο πατέρας Λέων λύγισε και προβληματισμένος σκέφτηκε την δική του ιστορία.
Ήταν μικρός και οι συμμαθητές του τον είχαν απομονώσει από όλη την παρέα γιατί εκείνοι ήθελαν να έχουν το ρόλο του ηγέτη στη ζούγκλα. Μα άνδρωσε το ανάστημά του, απομακρύνθηκε από την παρέα και προχώρησε.
-Ήρθε η ώρα και είναι τώρα! Ο γιος Τάκης-Λιονταράκης φώναξε δυνατά και έτρεξε προς τον πατέρα του. Καθόταν στην πολυθρόνα του σαλονιού. Διάβαζε την εφημερίδα βυθισμένος στις ειδήσεις και τις σκέψεις του.
-Έλα, μπαμπά. Σε χρειάζομαι, είπε με βιασύνη.
-Γιε μου, σε λίγο.
Πάντα έτσι ήταν ο μπαμπάς του. Όλο έτσι ήταν. Το σε λίγο γινόταν επ’ αόριστον αναμονή. Είχε και τις γλυκές στιγμές του, αλλά κυρίως όταν τα θηράματα ήταν νόστιμα. Αγάπη με προϋποθέσεις. Έτσι είναι οι πατεράδες με τους γιους. Έπαινος με το σταγονόμετρο. Σύγκρουση με το τσουβάλι. Παρ’ όλα αυτά ένιωθε πως κατά βάθος τον αγαπούσε. Άλλωστε γιος του ήταν. Μια ευαισθησία θα την είχε αυτήν την φορά. Τα πράγματα ήταν σοβαρά.
Ήρθε η ώρα. Το μυστικό αργούσε να βγει. Διστακτικά, αλλά αποφασιστικά είπε:
-Τα παιδιά στο σχολείο της ζούγκλας με κοροϊδεύουν… είπε χαμηλόφωνα.
-Εντάξει, και σε μένα συνέβαινε. Δεν πειράζει. Καλό είναι τελικά. Είσαι και λίγο μαλακός σαν το βούτυρο. Μήπως σου χρειάζεται και λίγο;
-Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα! Φώναξε μονομιάς
– Μειώνουν τον ανδρισμό μου και την γενναιοψυχία μου, επειδή έχω τρία πόδια. Ψυχολογικά αρχίζω να επηρεάζομαι. Μήπως έχουν δίκιο;
Τότε ο πατέρας Λέων λύγισε και προβληματισμένος σκέφτηκε την δική του ιστορία.
Ήταν μικρός και οι συμμαθητές του τον είχαν απομονώσει από όλη την παρέα γιατί εκείνοι ήθελαν να έχουν το ρόλο του ηγέτη στη ζούγκλα. Μα άνδρωσε το ανάστημά του, απομακρύνθηκε από την παρέα και προχώρησε.
Μα ήταν άλλες εποχές. Εξάλλου ήταν αρτιμελής. Τα λόγια τους δεν είχαν κάποιον συγκεκριμένο στόχο. Μετά την φωνή της μνήμης του επανήλθε και ρώτησε.
-Ναι, γιε μου. Κάτι θα κάνουμε. Οπωσδήποτε!
Η βία δεν είναι εξυπνάδα. Είναι ανανδρία. Αυτή η απάντηση άφησε τον γιο Λιονταράκη χωρίς φωνή, μα γεμάτο συγκίνηση. Ήταν ο πατέρας που ήθελε… Παρών. Τελικά η κακοποίησή του ήταν αφορμή να βγει μια από τις καλές κρυφές πλευρές του πατέρα του.
-Εμπρός! Πάμε!
-Ναι, γιε μου. Κάτι θα κάνουμε. Οπωσδήποτε!
Η βία δεν είναι εξυπνάδα. Είναι ανανδρία. Αυτή η απάντηση άφησε τον γιο Λιονταράκη χωρίς φωνή, μα γεμάτο συγκίνηση. Ήταν ο πατέρας που ήθελε… Παρών. Τελικά η κακοποίησή του ήταν αφορμή να βγει μια από τις καλές κρυφές πλευρές του πατέρα του.
-Εμπρός! Πάμε!
Σε λίγα λεπτά κάθονταν σε ένα πελώριο λευκό καναπέ της κυρίας κουκουβάγιας. Οι συμβουλές της ήταν πολύτιμες. Εξάλλου το όνομα που της χάρισαν πατέρας και γιος τα έλεγε όλα. Προοπτική για τη νέα αρχή. Ακολούθησε η συνάντηση με τον διευθυντή του σχολείου και η επόμενη μέρα ήρθε.Μια νέα μέρα. Όλα ίδια, μα τόσο διαφορετικά. Αναγέννηση. Άλλη ψυχή και άλλο σώμα. Τώρα ήξεραν. Τώρα ήξερε πως δεν ήταν μόνος. Είχε δύναμη και γνώση. Είχε βρει την αλήθεια του και τον πατέρα του με παρουσία αισθητή.
Ας μην ξεχάσουμε τις ευαισθησίες του βασιλιά που ως τώρα ήταν καταχωνιασμένες στο κρυφό ντουλάπι της καρδιάς του. Ήρθε η ώρα της απάντησης.
Ο γιος Λιονταράκης έγραψε στον τοίχο του σχολείου του ένα μήνυμα. «ΑΞΙΖΩ ΤΕΛΙΚΑ ΟΠΩΣ ΕΙΜΑΙ!»