Σελίδες

Wednesday, 21 September 2016

Μια Φιλόλογος… Παράδειγμα προς αποφυγήν

Ως μαθήτρια περπατούσα από το χωριό μου ως την Καβάλα οκτώ χιλιόμετρα για να πάω στο σχολείο και οκτώ να γυρίσω πίσω! Επέστρεφα … κουρέλι από την κούραση! 
Άλλες πήγαιναν με το λεωφορείο – εγώ πήγα μόνο μια φορά. 
Ρώτησα τη γιαγιά: «Πούλησες τ’ αυγά;» «Τα πούλησα.» «Δώσε μου χρήματα για ένα εισιτήριο.» Αυτή ήταν και η μοναδική πολυτέλεια που δοκίμασα ως μαθήτρια!

Ως μαθητές δε μας πολυ-υπολόγιζαν. 
Μια βολιώτισσα φιλόλογος που είχαμε, με αποκάλεσε μια φορά «Τουρκόσπορη»
Αυτή πολλές φορές υποστήριζε τις πλούσιες συμμαθήτριές μου. Στο σχολείο που ήμασταν μια μέρα μαζεύτηκαν τα κορίτσια και μου ζήτησαν να τους πω την ερμηνεία στο άγνωστο κείμενο. 
Μας βλέπει μια πλούσια συμμαθήτρια και λέει:
«Τι τρέχετε πίσω από τη χωριάτισσα;» 
Λέω: 
«Εμείς δεν ενοχλούμε κανένα. Αν θέλεις έλα στην παρέα μας.» Αλλά σιγά μη μας καταδεχόταν! Δεν ήρθε. 
Αντιθέτως σε λίγο ξαναπλησιάζει και μου λέει: «Παλιοχωριάτισσα.» 
Της στράφτω λοιπόν ένα χαστούκι που άστραψαν τα μάτια της. Άρχισε να κλαίει, και η φιλόλογος άρχισε να της γλυκομιλά: 
«Γιατί παιδί μου κλαις;» Σηκώνω το χέρι μου και της λέω τι έγινε. 
Θύμωσε πολύ όμως δε μπορούσε να τιμωρήσει μόνο εμένα. Πάντως δεν έκρυψε ποτέ το γεγονός ότι δε με συμπαθούσε.
Αργότερα, σ’ ένα γάμο που γινόταν στο χωριό μας ήταν και αυτή η φιλόλογος προσκεκλημένη. Η μητέρα μου την προσκάλεσε να έρθει στο σπίτι μας για να την κεράσουμε γλυκό του κουταλιού κι ένα ποτήρι κρύο νερό. Έβλεπε μια τη μητέρα μου μια εμένα και δαγκωνόταν. Δεν ήξερε αν θα ‘πρεπε να δεχτεί τη πρόσκληση. Τελικά αποφάσισε να έρθει.

Η δε μητέρα μου από τότε που ήμουν μικρή, μου είχε μάθει να σερβίρω εγώ τους ξένους. Έτσι όταν ήρθε η ώρα του σερβιρίσματος, πήγα εγώ. 
Η «αγαπητή» μου φιλόλογος λέει με στόμφο: 
«Δε μοιάζεις καθόλου στη μητέρα σου!»
«Μα βέβαια» της λέω εγώ 
«Από άλλους γονείς ήταν η μητέρα μου που ήταν αρχοντάνθρωποι της Νικοπόλεως από άλλο πατέρα είμαι εγώ που ο πατέρας μου ήταν μέσα από τα βουνά!»

Σκληρότητα έβγαζε και προς τους γονείς μας. Υπήρξε φορά που έδιωξε τη μητέρα μου που είχε πάει να πάρει τον έλεγχό μου. 
Όταν κατάλαβε ποια ήταν, ότι είχε πάει στο σπίτι της, κατα-ντράπηκε αλλά συγνώμη δε ζήτησε. Τόσο σκληρή ήταν…

Όταν ήρθε η ώρα να δώσω εξετάσεις κατέβηκα στη Θεσσαλονίκη αφού τότε έδινες εξετάσεις στη σχολή όπου ήθελες να σπουδάσεις. Για να σπουδάσεις φιλολογία έγραφες εξετάσεις σε τμήμα φιλολογίας πανεπιστημίου. 
Στη Θεσσαλονίκη λοιπόν πήγα στον Αη-Δημήτρη, προσευχήθηκα , έκλαψα και αποκοιμήθηκα κάτω απ’ τις κολώνες. Την άλλη μέρα έκανα μια επανάληψη και πήγα να γράψω. Μας έδιναν τότε ένα μπλε κι ένα κόκκινο BIC. Τότε είχαν πρωτο-βγεί. Χαρά εγώ που έπιανα BIC στα χέρια μου! Δύο ώρες μας είχαν όρθιες να περιμένουμε. Εγώ είχα ορθοστατική υπόταση αλλά δεν το ήξερα. 
Δεν άντεξα και σωριάστηκα. 
Τώρα πώς να γράψω; Ούτε ήξερα τι έγραψα. Ο Αη Δημήτρης μεσίτευσε και πήγαν όλα καλά. Όταν βγήκαν τα αποτελέσματα, είχα περάσει από τις πρώτες! Στον πατέρα μου έλεγαν συγχαρητήρια και αυτός τους έλεγε: «Αποκλείεται! Συνωνυμία θα είναι!» 
Οι γονείς μου δεν καταλάβαιναν τη σημασία του να περάσεις και όσοι ήταν μορφωμένοι δεν αποδεχόταν το γεγονός ότι μια ταπεινή κοπέλα είχε περάσει και φρόντισαν να μη μου δείξουν καμία εκτίμηση.
Με τους βαθμούς που έγραψα θα μπορούσα να σπουδάσω και νομική. Εγώ όμως ήθελα να βλέπω παιδιά και να μεταδώσω ό,τι είχα μέσα μου. Να πολεμήσω τη μικρόνοια… Αφού με είχαν αδικήσει κι εγώ θα γινόμουν υπερασπιστής των παιδιών των χωριών.
Επέλεξα να διοριστώ στην Αλεξανδρούπολη. Δεν άντεχα να δουλέψω στο σχολείο που είχα φοιτήσει. Και μόνο που θυμόμουν τα πεύκα, τους δρόμους, τις ανηφοριές που περνούσα για να πάω στο σχολείο μ’ έπιαναν τα κλάματα. 
Το σπίτι μου έγινε κέντρο διερχομένων για τα παιδιά από χωριά. 
Οι γονείς τους στη Γερμανία, με τους παππούδες και τις γιαγιάδες είχα να κάνω. 
Όταν ιδρύθηκε ο εθελοντισμός του Ερυθρού Σταυρού γράφτηκα, πήγα δύο χειμώνες και εκπαιδεύτηκα ως εθελόντρια. Πρόσφερα όσο μπορούσα στην Αλεξανδρούπολη που την αγάπησα πολύ.

Μαρτυρία αδελφής Μαρίας, κατά κόσμον Στυλιανής Κοσμίδου)

asimanti ellada.gr

Η αλήθεια για το "τέλος" του Αλέξανδρου ...

4 Αυγούστου 2016 - Γραφεία Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας

Αλέξανδρος Βέλιος: 
Είπα να μη χάσω το παράθυρο ευκαιρίας, τη συνάντηση αυτή, γιατί δεν ξέρω και πώς θα εξελιχθώ. Ξύπνησα σήμερα για πρώτη φορά με έναν σφάχτη.
Μητροπολίτης Γαβριήλ: 
Αντέχετε;
Α.Β.: Έχω πάρει ένα αυτοκόλλητο μορφίνης, έχω πάρει και ένα παυσίπονο...
Μ.Γ.: Ο καρκίνος πού είναι;
Α.Β.: Στο συκώτι.
Μ.Γ.: Η Εκκλησία σε προετοιμάζει για τον θάνατο και εκεί φαίνεται -όταν έρθει η ώρα του θανάτου- πόσο καλά ή κακά προετοιμασμένος είσαι...
Α.Β.: Το έχει πει αυτό κι εκείνος ο γλυκύτατος Ευγένιος Βούλγαρης.
Μ.Γ.: Βέβαια! Γι' αυτό μέσα στην Εκκλησία προσευχόμαστε να μας λυτρώσει ο Θεός από αιφνίδιο θάνατο. Έρχεται ξαφνικά, οπότε θα σε πιάσει απροετοίμαστο. Αν όμως είσαι σε μια φάση που μπορείς να προετοιμαστείς και να ξέρεις ότι η ζωή σου τελειώνει, είναι λίγο πιο εύκολο να το διαχειριστείς.
Α.Β.: Υπάρχει η ευχή να είναι ο θάνατος γαλήνιος, ανεπαίσχυντος (τη βρίσκω υπέροχη λέξη) και ειρηνικός. Είναι πολύ ωραία ευχή.

................
ολόκληρη η συγκλονιστική συνέντευξη που πήρε ο ίδιος από τον Μητροπολίτη Γαβριήλ και η συνάντησή τους, την παραμονή του θανάτου του, εδώ (για όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται...)