Ο
δρόμος από την πρώτη χρήση στην κατάχρηση και την δημιουργία εθισμού και
εξάρτησης είναι μακρύς τόσο σε κοινωνικό όσο και σε ατομικό επίπεδο.
Επηρεάζεται δε, τόσο από παράγοντες που έχουν να κάνουν τόσο με τον ίδιο τον
άνθρωπο, όσο και από τις ιδιότητες της ουσίας χρήσης και το κοινωνικό
περιβάλλον (τρεις κορυφές του τριγώνου).
Ο
απαραίτητος συσχετισμός των τριών ομάδων παραγόντων, ο συνδυασμός των οποίων
είναι απαραίτητος για το πέρασμα από την χρήση, στην κατάχρηση, τον εθισμό και
την εξάρτηση από μία τοξική ουσία, απεικονίζεται χαρακτηριστικά στο τρίγωνο των
Kielholz και Ladewig
Η
τόσο απλή αυτή απεικόνιση του προβλήματος γίνεται ιδιαίτερα πολύπλοκη όταν
προσπαθήσει να εμβαθύνει κανείς στους επιμέρους παράγοντες και επιπλέον, να
ανιχνεύσει τη δυναμική σχέση που έχουν μεταξύ τους.
Γεγονός
είναι όμως ότι για την ανάπτυξη εξάρτησης, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη
και ο συνδυασμός στοιχείων και από τις τρεις κορυφές του τριγώνου. Γι' αυτό και
οι αναλύσεις του προβλήματος που ασχολούνται με ένα ή και με δύο από τους
παράγοντες αυτούς αγνοώντας τον τρίτο, οποιοσδήποτε και να είναι αυτός, οι
αναλύσεις αυτού του είδους, είναι καταδικασμένες σε αποτυχία.
ΧΡΗΣΗ - ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ – ΕΞΑΡΤΗΣΗ
Πριν
περάσουμε στην αναφορά κάποιων θεωριών σχετικών με την ανάπτυξη εξαρτημένης
συμπεριφοράς, θα πρέπει να αναφερθούμε σε ορισμένες βασικές έννοιες.
Σαν "χρήση"
θα θεωρήσουμε την χρησιμοποίηση κάποιας ουσίας με σκοπό την αξιοποίηση των
ιδιοτήτων της για την καλυτέρευση της υγείας ή γενικότερα της σωματοψυχικής
κατάστασης ενός ατόμου. Με αυτή την έννοια οι περισσότερες ουσίες εξάρτησης,
συμπεριλαμβανομένου φυσικά και του τσιγάρου, δεν έχουν καμία χρήση.
Σαν "κατάχρηση"
Οα θεωρούσαμε την χρήση
κάποιας ουσίας με ένα τρόπο που αποκλίνει από τον γενικά αποδεκτό και έρχεται
σε αντίθεση με τον σκοπό για τον οποίο κατασκευάστηκε, τόσο σε ποιοτικό όσο και
σε ποσοτικό επίπεδο. Στην κατάχρηση περιλαμβάνονται και οι έννοιες του εθισμού και της εξάρτησης, χωρίς όμως οι
έννοιες αυτές να ταυτίζονται μεταξύ τους.
Για παράδειγμα το τσιγάρο, το
χασίς, η κoκαϊνη δεν έχουν καμία "χρήση" στην καθημερινότητα,
σύμφωνα με τον ορισμό της χρήσης που δώσαμε παραπάνω. Το οινόπνευμα έχει, αφού
μπορεί να συνοδεύσει και να
εμπλουτίσει ένα γεύμα. Η λήψη όμως οινοπνεύματος σε τέτοιες ποσότητες, ώστε να
λειτουργήσει σαν ψυχοτρόπος ουσία, για να μας αλλάξει καθοριστικά την ψυχική
διάθεση, αποτελεί κατάχρηση. Το
ίδιο ισχύει και για την κατάχρηση φαρμάκων (ηρεμιστικών,
αγχολυτικών κ.τ.λ.), όταν αυτά δεν λαμβάνονται για την καταπολέμηση κάποιου
συγκεκριμένου συμπτώματος, αλλά για την αλλαγή της ψυχικής διάθεσης του χρήστη.
Συνήθεια (εθισμός)
σημαίνει ένα είδος υποχρεωτικής συμπεριφοράς με ταυτόχρονη αδυναμία της
προσωπικότητας να ελέγξει ή να κατευθύνει την συμπεριφορά αυτή. Στη περίπτωση
που η "συνήθεια" αναπτύσσεται πάνω στο έδαφος ψυχολογικών
κενών που "καλύπτονται" από
αυτή, τότε ο κίνδυνος ανάπτυξης εξάρτησης
είναι μεγάλος. Με αυτή την έννοια, η συνήθεια (ή εθισμός) θεωρείται σαν πρόδρομος της εξάρτησης, που
χαρακτηρίζεται από διαταραχή ολόκληρης της προσωπικότητας, όσο και διαταραχή
αυτής στη σχέση της με το περιβάλλον. Εξάρτηση στην ολοκληρωμένη μορφή της
σημαίνει ότι η ουσία καθορίζει πια το σύνολο της συμπεριφοράς του εξαρτημένου,
που έχει απολέσει κάθε ουσιαστικό έλεγχο στη χρήση της.
Ο
χρόνος που θα χρειαστεί ένα άτομο για να αναπτύξει πλήρη εξάρτηση από κάποια
ουσία, θα εξαρτηθεί, όπως είναι φανερό και από το "τρίγωνο εξάρτησης", τόσο από κοινωνικούς παράγοντες, όσο
και από τις ψυχοτρόπους ιδιότητες της ουσίας.
Σωματική και ψυχική εξάρτηση.
Οι
διάφορες ψυχoτρόπες ουσίες, οποιασδήποτε
μορφής, προκαλούν εξάρτηση μετά κάποιο χρονικό διάστημα, στον χρήστη. Η
εξάρτηση αυτή είναι για όλες ψυχική, ενώ μερικές από αυτές, όπως π.χ. το
οινόπνευμα, η ηρωίνη, η μορφίνη, προκαλούν και σωματική εξάρτηση με την έννοια
ότι η απότομη διακοπή τους μετά χρόνια χρήση, προκαλεί το λεγόμενο "στερητικό σύνδρομο". Στο "στερητικό", αυτό σύνδρομο περιλαμβάνονται
ψυχοσωματικές εκδηλώσεις όπως εφιδρώσεις, ταχυκαρδίες, κοιλιακά άλγη, άγχος
κ.τ.λ. Για καμία ουσία όμως το "στερητικό
σύνδρομο" που πιθανόν προκαλεί, αποτελεί σοβαρό πρόβλημα στη
αντιμετώπιση του εξαρτημένου.
Το "πρόβλημα" της σωματικής
εξάρτησης περνάει, με την μία ή την άλλη μέθοδο, μέσα σε λίγες ημέρες. Το
ουσιαστικό πρόβλημα στην εξάρτηση είναι η "ψυχική
εξάρτηση".
Η ψυχική εξάρτηση εμφανίζεται
κυρίως με δύο χαρακτηριστικά στοιχεία:
1. Αδυναμία παραίτησης από
την συχνή χρήση της ουσίας και συνέχιση της χρήσης της με διάφορες δικαιολογίες
και
2. Επιθυμία για όλο και
μεγαλύτερη ποσότητα χρήσης της ουσίας, μέχρι απώλειας του ελέγχου πάνω σ' αυτή.
Στις ουσίες που δεν είναι δυνατή η "εφ'
άπαξ" αύξηση της ποσότητας, το δεύτερο αυτό στοιχείο εκφράζεται με
αύξηση της συχνότητας χρήσης (π.χ.
καπνός, χασίς κ.τ,λ.).
Ενώ
δηλαδή, σε κάποιες από τις ουσίες εξάρτησης όπως, το οινόπνευμα, η ηρωίνη, η
κοκαΐνη κ.ά. είναι δυνατή η σταδιακή αύξηση της δόσης, στα πλαίσια της
αναζήτησης όλο και πιο έντονης δράσης στον ψυχισμό του χρήστη, σε άλλες, όπως ο
καπνός και το χασίς η αδυναμία αύξησης της δόσης αντιρροπείται από την αύξηση
της συχνότητας χρήσης.
Η
σωματική και ψυχική εξάρτηση χρησιμοποιούνται συχνά σαν κριτήριο "βαρύτητας" της τοξικής
ουσίας, πολλοί μάλιστα χρησιμοποιούν την διαφορά αυτή για διαχωρισμό των ουσιών
σε "σκληρές'' και "μαλακές". Αυτό δεν ισχύει,
αφού στην ουσία όλες δρουν σε σωματικούς νευροϋποδοχείς του εγκεφάλου, πολλές
μάλιστα από τις ουσίες που δεν προκαλούν, με την διακοπή χρήσης τους, σωματικό
στερητικό σύνδρομο, ανιχνεύονται στην εγκεφαλική ουσία ημέρες ή και εβδομάδες μετά
μία και μοναδική χρήση. Για παράδειγμα το χασίς ανιχνεύεται για μία τουλάχιστον
εβδομάδα ενώ η κοκαΐνη ακόμα και μετά ένα μήνα. Για όλο αυτό το διάστημα
παραμένουν δεσμευμένοι, από τις ουσίες αυτές, εγκεφαλικοί νευροϋποδοχείς, που
με κάποιο τρόπο θα επηρεάζουν τον ψυχισμό του χρήστη (π.χ. μελαγχολία των κοκαϊνομανών μετά την χρήση της κοκαΐνης),
χωρίς όμως να προκαλούν σωματικό στερητικό σύνδρομο.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
1. Η ψυχαναλυτική - ψυχοδυναμική θεώρηση.
Η
ψυχαναλυτική θεώρηση ερμηνεύει την εξαρτημένη συμπεριφορά σαν προσπάθεια "λύσεως" ενδοψυχικών
προβλημάτων του εξαρτημένου. Τα ενδοψυχικά αυτά προβλήματα του χρήστη που
προέρχονται από πρώιμες παιδικές εμπειρίες και βιώματα που κινητοποιούνται στην
εφηβεία ή την ενήλικη ζωή κάτω από την επίδραση καταλυτικών προϋποθέσεων από το
περιβάλλον. Δυσάρεστα συναισθήματα, όπως άγχος, κατάθλιψη, ανασφάλεια,
απογοήτευση κ.ά. δεν είναι ανεκτά από την αδύναμη προσωπικότητα του χρήστη, ο
οποίος "ανακαλύπτει" στην
ουσία το δεκανίκι στήριξης του ασθενικού ΕΓΩ του. Ένα ΕΓΩ που λειτουργεί με την
αρχή της αναζήτησης μόνο ευχάριστων και της αποφυγής δυσάρεστων βιωμάτων. Με
αυτές τις βασικές αδυναμίες στον χαρακτήρα του, ο εξαρτημένος δεν μπορεί να
ανταπεξέλθει σε μία ώριμη συναισθηματική σχέση με τους συνανθρώπους του και την
κοινωνία, αφού μία τέτοια σχέση δεν είναι δυνατόν να στερείται δυσάρεστων
καταστάσεων. Έτσι, ο εξαρτημένος ανταλλάσει την επικοινωνία του με τους
συνανθρώπους και το περιβάλλον του, με την χρήση της ουσίας εξάρτησης. Η
ψυχαναλυτική-ψυχοδυναμική θεώρηση ασχολείται κυρίως με την μία γωνία του
τριγώνου, την προσωπικότητα του χρήστη, ενώ θεωρεί τους κοινωνικούς παράγοντες
καταλυτικούς για την έκφραση της εξαρτημένης συμπεριφοράς του.
2. Η συμπεριφερολογική Θεώρηση.
Δεν
ενδιαφέρεται τόσο για την βαθύτερη ανάλυση της προσωπικότητας του εξαρτημένου,
αλλά κυρίως για το ποιες είναι αυτές οι ιδιότητες της χρησιμοποιούμενης ουσίας
που δρώντας πάνω στο συγκεκριμένο άτομο, επιφέρουν με τον καιρό μία αλλαγή της
συμπεριφοράς του. Η χρήση της ουσίας ερμηνεύεται σαν προσπάθεια αύξησης των
ευχάριστων βιωμάτων και ταυτόχρονη λύτρωση από δυσάρεστες ψυχολογικές ή
κοινωνικές καταστάσεις. Οι ιδιότητες της ουσίας διακρίνονται σε "πρωτογενείς'' και "δευτερογενείς".
Οι
πρωτογενείς, αφορούν τις ιδιότητες της ουσίας και τον συγκεκριμένο τρόπο που η
ουσία αυτή δρα στον οργανισμό του χρήστη, επηρεάζοντας την ψυχολογική του
κατάσταση. Έτσι, ενδοψυχικά ανασφαλείς, αβέβαιες και αγχώδεις προσωπικότητες (άσχετα με την εικόνα που δίνουν προς τα
έξω) αισθάνονται "σιγουριά"'
και εμπιστοσύνη στον εαυτό τους με την χρήση της ουσίας. Την πρωτογενή αυτή
δράση της ουσίας έρχονται να συμπληρώσουν ενισχυτικά διάφορα στοιχεία του
περιβάλλοντος (δευτερογενή) που έχουν
άμεση ή έμμεση σχέση με την χρήση της ουσίας. Τέτοια στοιχεία είναι η
συμβολοποίηση και η μυθοποίηση της ουσίας, ήθη, συνήθειες, έθιμα κ.τ.λ. Σε
μερικές ουσίες, όπως στο κάπνισμα των τσιγάρων, τα δευτερογενή
περιβαλλοντολογικά στοιχεία είναι πιο ισχυρά από αυτή την ίδια την πρωτογενή
δράση της νικοτίνης στη ψυχολογική κατάσταση του χρήστη. Γι’ αυτό και η διάδοση
όλων των ψυχοτρόπων ουσιών ενισχύεται όταν αυτές συμβολοποιούνται σαν πράξεις "απελευθέρωσης", "μαγκιάς",
"κοινωνικής καταξίωσης" ή "καταξίωσης" στην παρέα, "μιμητισμού ειδώλου "κ.τ.λ.
3. Η θεωρία της επικοινωνίας
Στις
δύο προηγούμενες θεωρίες ο κοινωνικός περίγυρος απλά ενεργοποιεί ήδη υπάρχουσες
παθολογικές δομές της προσωπικότητας του ατόμου και -σύμφωνα με την συμπεριφεριολογικη θεώρηση- ενισχύει καμιά φορά
αυτές, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να παίρνει η επίδραση αυτή -του κοινωνικού περίγυρου- σχεδόν αιτιολογική σημασία.
Σύμφωνα
με την θεωρία της επικοινωνίας, η εξαρτημένη συμπεριφορά είναι το αποτέλεσμα
μιας ταυτόχρονης αλληλεπίδρασης του ατόμου και της κοινωνίας, μέσα στην οποία
ζει. Εάν πάρουμε σαν παράδειγμα την κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών, αυτό
γίνεται πιο κατανοητό. Στην περίπτωση λοιπόν, του οινοπνεύματος, η ίδια η
κοινωνία χρησιμοποιεί τις ψυχοφυσιολογικές επιδράσεις του οινοπνεύματος, δηλαδή
χρησιμοποιεί το οινόπνευμα σαν μέσο παθητικής λύσης δύσκολων περιστάσεων ή
προβλημάτων, ή το προβάλλει σαν μέσο κοινωνικής επίδειξης, συνταγή επιτυχίας
κ.τ.λ. Κάτι τέτοιο γίνεται στα τραγούδια, τις διαφημίσεις, κοινωνικά πρότυπα,
ταινίες κ.ά. Ο εξαρτημένος αλκοολικός δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να
αντιπροσωπεύσει και να αναπαραγάγει τις αρχές αυτές μέσα στην συμπεριφορά του.
Γι' αυτό, πολύ συχνά, παρόλο ότι βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο αλκοολισμού,
κάτι τέτοιο δεν μπορεί ούτε ο ίδιος να συνειδητοποιήσει, ούτε ο κοινωνικός του
περίγυρος να παρατηρήσει. Η συμπεριφεριολογική αυτή ταύτιση με τους κανόνες
χρήσης μίας ουσίας, στην προκειμένη περίπτωση, του οινοπνεύματος, γίνεται γιατί
ο χρήστης δεν κατόρθωσε να αναπτύξει τις απαραίτητες δυνατότητες και τρόπους
συμπεριφοράς, που προϋποθέτει η ικανότητα ανάπτυξης σταθερών διαπροσωπικών
σχέσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι αλκοολικοί -και
γενικότερα οι εξαρτημένοι κάθε είδους- δεν είναι σε θέση, ακόμα και σε
φυσιολογική κατάσταση, να επικοινωνήσουν σωστά και ικανοποιητικά, για τους
ίδιους, με το περιβάλλον τους. Έτσι, η χρήση της ψυχοτρόπου ουσίας δεν είναι
τίποτε άλλο παρά μία προσπάθεια διόρθωσης της χρόνια διαταραγμένης αυτής
επικοινωνίας. Η ανάλυση και διερεύνηση της συμπεριφοράς εξαρτημένων μέσα στην
οικογένεια τους και ιδιαίτερα της επικοινωνίας τους με τον σύντροφο τους έδειξε
ότι τα άτομα αυτά παρουσιάζουν ιδιαίτερες διαταραχές και προβλήματα στην
επικοινωνία τους αυτή, ακόμα και όταν δεν ευρίσκονται υπό την επήρεια της
ουσίας.
Σύμφωνα
με την θεώρηση αυτή, άτομα με στοιχεία λανθασμένης κοινωνικοποίησης στον
χαρακτήρα τους θα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα και επιρρεπή να ταυτισθούν με τους
κανόνες χρήσης μίας ψυχοτρόπου ουσίας όταν βρεθούν μέσα σε μία κοινωνία,
κοινωνική ομάδα ή παρέα μέσα στην οποία αντιπροσωπεύονται οι κανόνες αυτοί.
4. Φαινομενολογικές κοινωνικές υποθέσεις
της εξάρτησης από τοξικές ουσίες.
Πρόκειται
για θεωρητικές προσεγγίσεις του προβλήματος της εξάρτησης που κοινό παρονομαστή
έχουν κοινωνικές φαινομενολογικές καταστάσεις.
α. Η σημασία του κοινωνικού άγχους.
Παρατηρήθηκε ότι ψυχοτρόπες
ουσίες βρίσκουν πρόσφορο έδαφος εξάπλωσης σε κοινωνίες στις οποίες έχει αυξηθεί
ο δείκτης του κοινωνικού άγχους. Το κοινωνικό άγχος είναι αποτέλεσμα του τρόπου
ζωής μέσα σε ένα δεδομένο κοινωνικο-οικονομικό σύστημα, τα χαρακτηριστικά του
οποίου συντελούν στη δημιουργία του άγχους αυτού.
β. Η σημασία της κοινωνικής οργάνωσης.
Αποτελεί "τροπολογία" της προηγούμενης θεωρίας κατά την οποία η
ανάγκη για κατάχρηση τοξικών ουσιών εμφανίζεται κυρίως σε πολιτισμούς και
κοινωνίες με ασθενική πολιτική οργάνωση, με έλλειψη ιεραρχίας και χαλαρή
κοινωνική δομή.
Σαν στοιχείο οργάνωσης της
κοινωνίας δεν θεωρείται μόνο το νομοθετικό πλαίσιο αλλά κυρίως η ιστορική
οργανωτική ανάπτυξη της κοινωνίας με τα “πατροπαράδοτα”
ήθη και έθιμα της.
γ. Η σημασία της συμβολοποίησης των τοξικών ουσιών
μέσα στην κοινωνική ομάδα.
Αποτελεί ένα από τα
ισχυρότερα κίνητρα "γνωριμίας"
με μία τοξική ουσία. Μέσα από τον συμβολισμό της ουσίας αναπτύσσεται ένα
συναδελφικό αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των χρηστών-μελών της ομάδας,
αποκλείοντας τους μη "μυημένους".
Μία ολόκληρη παραφιλολογία έχει αναπτυχθεί, συνειδητά ή ασυνείδητα, γύρω από
τις "θαυματουργές"
ιδιότητες των ουσιών αυτών, με μόνο στόχο την ενίσχυση του συμβολικού τους
χαρακτήρα. Η παραφιλολογία αυτή ενισχύεται από την προσπάθεια για "κοινή γλώσσα", "κοινό
ντύσιμο", "κοινή συμπεριφορά "που ενισχύουν το "δέσιμο" των μελών της ομάδας
μεταξύ τους. Έτσι, η χρήση του χασίς, του LSD και άλλων ψυχεδελικών συμβολοποιήθηκε από πολλούς νέους σαν "αντίσταση" στον αλκοολικό
κόσμο των γονιών τους.
δ. H
σημασία της ατομικής αδυναμίας.
Η κατάχρηση ουσιών, γίνεται
όχι με στόχο το ξεπέρασμα ατομικών-ενδοψυχικών προβλημάτων αλλά σαν προσπάθεια
απόκτησης σιγουριάς, δύναμης για το ξεπέρασμα του αισθήματος αδυναμίας και
αβεβαιότητας που αναπτύσσονται σε ένα άτομο, σαν αποτέλεσμα της γενικότερης
κοινωνικοοικονομικής αστάθειας και αβεβαιότητας.
ε. Η σημασία του λανθασμένου συστήματος
διαπαιδαγώγησης.
θεωρείται ότι η υπερβολική
προστασία (=εξάρτηση) από τη μια
μεριά και τέλεια εγκατάλειψη (=ανεξαρτησία)
από την άλλη, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά διαπαιδαγώγησης του μελλοντικού
εξαρτημένου. Η "ακραία"
αυτή συμπεριφορά τραυματίζει το παιδί, που όταν ενηλικιωθεί αναζητά την
κατάσταση προστασίας (=εξάρτηση) στις
δύσκολες περιόδους της ζωής του.
Φυσικά η ανάπτυξη εξαρτημένης
συμπεριφοράς δεν είναι δυνατόν να ερμηνευτεί πλήρως από την μία ή την άλλη
θεωρητική προσέγγιση. Η εξαρτημένη συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα μίας
πολυαιτιολογικής επίδρασης στην ατομική ιστορική εξέλιξη ενός ατόμου ή μιας
κοινωνίας. Γι' αυτό και στη πράξη γίνεται πάντα μία προσπάθεια σύνδεσης των
διαφόρων υποθέσεων, σε ένα πολυαιτιολογικό σύστημα ερμηνείας της κατάχρησης
τοξικών ουσιών είτε σε ατομικό, είτε σε κοινωνικό επίπεδο.
ΕΦΗΒΕΙΑ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΣΗ
Η
περίοδος της εφηβείας είναι μία από τις σπουδαιότερες φάσεις της ζωής του
ανθρώπου. Κατά την περίοδο αυτή, η φυσιολογική ψυχοσωματική επανάσταση, που
βιώνει ο έφηβος με την ραγδαία σωματική του αύξηση και την τελική ωρίμανση των
χαρακτηριστικών του φύλου του, συνοδεύεται από κοινωνικές απαιτήσεις και
υποχρεώσεις που θέτουν σε δοκιμασία τις ψυχικές του άμυνες και ικανότητες να
ανταπεξέρχεται στις δυσκολίες και τα προβλήματα του δημιουργικά και επωφελή για
τον ίδιο και το περιβάλλον του. Το γεγονός ότι οι λύσεις και ο τρόπος που θα
αντιμετωπίσει τα τυχόν εμπόδια που θα συναντήσει κατά την περίοδο αυτή, θα
παίξουν καθοριστικό ρόλο για την υπόλοιπη ζωή του, αυξάνει το άγχος και
επιβαρύνει τις διαδικασίες, της εξαρτημένης συμπεριφοράς.
Ψυχοκοινωνιολογικές
έρευνες, προσδιόρισαν μερικούς από τους παράγοντες, που η παρουσία τους, στην
περίοδο αυτή της εξέλιξης του ατόμου, θα διευκόλυναν την πιθανότητα ανάπτυξης
εξαρτημένης συμπεριφοράς από τοξικές ουσίες. Μερικοί από τους παράγοντες αυτούς:
1. Αδυναμία
για ιεράρχηση και ταξινόμηση στόχων στη ζωή. Ολοκληρωτική ή μερική μη
ικανοποίηση της ανάγκης για εκπλήρωση των λεγόμενων βασικών επιθυμιών. Σαν
βασικές επιθυμίες στη ζωή ενός νέου θεωρούνται:
α. Φυσικές επιθυμίες, όπως
διατροφής, ένδυσης, διαμονής, κοινωνικής ασφάλισης και υγείας.
β. Ψυχικές επιθυμίες, όπως
αποδοχής από τους άλλους, κοινωνικών δεσμών, αίσθημα ταύτισης με το περιβάλλον,
ταυτόχρονα αίσθημα αυτονομίας και αυτοεκτίμησης.
γ. Πνευματικές επιθυμίες για
παραπέρα ανάπτυξη της προσωπικότητας, των ατομικών δυνατοτήτων και αίσθημα
κοινωνικά παραγωγικής ύπαρξης, ρόλου και στόχων στη ζωή.
Η αδυναμία εκπλήρωσης των
παραπάνω προϋποθέσεων, είτε λόγω της ανυπόμονης προσωπικότητας του εφήβου, είτε
της μειωμένης κοινωνικής δυνατότητας, θα δημιουργήσει ψυχολογικά κενά που
προσφέρουν εύφορο έδαφος για κάλυψη τους με ψυχοτρόπες ουσίες.
2. Απομόνωση,
ανυπαρξία κοινωνικών δεσμών, χαρακτηρίζει συχνά τον ψυχισμό νέων που αναζητούν
μέσα από την χρήση κάποιας τοξικής ουσίας, τον δεσμό με άλλα παιδιά της ηλικίας
τους. Το "ναρκωτικό"
χρησιμεύει, σε πρώτη φάση, σαν συνδετικός κρίκος με την ομάδα (π.χ. περιθωριακές κουλτούρες),
προσφέρει συναισθήματα αλληλεγγύης, ταυτότητας και αρμονίας με τους άλλους. Σε δεύτερη φάση, όταν ο νέος περάσει
στη χρόνια φάση της εξάρτησης οι δεσμοί αυτοί διαλύονται, μια και ο μιγαδικός
κρίκος που απομένει ισχυρός, είναι αυτός του δεσίματος με την τοξική ουσία.
3.
Περιέργεια, δίψα για νέες εμπειρίες - το "νόημα
της ζωής" είναι και αυτά χαρακτηριστικά της νεανικής ηλικίας. Οι
απαιτήσεις όμως χάνονται συχνά μέσα στον χείμαρρο των καταναλωτικών αγαθών της
σημερινής κοινωνίας. Οι αντιφατικές αξίες, τα εφήμερα είδωλα, οι ψευδείς
υποσχέσεις των ενηλίκων, η πικρία της καθημερινής κοινωνικής ζωής, σ' όλα τα
επίπεδα, η έλλειψη πραγματικών συναισθηματικών δεσμών κ.α. θα δημιουργήσουν,
αναπόφευκτα, ένα αίσθημα αμφιθυμίας απέναντι σ' όλους και όλα, που θα
αποτελέσει και τον κυριότερο παράγοντα ανασφάλειας στη φάση αυτή.
4. Η
αντιθετική στάση με οτιδήποτε "κατεστημένο",
με οτιδήποτε χαρακτηρίζει την προηγούμενη γενιά, είναι μέσα στις φυσιολογικές
συναισθηματικές διαφοροποιήσεις της εφηβικής ψυχής. Χωρίς αυτή την αντιθετική
στάση, ίσως να μην υπήρχε και πρόοδος. Όταν όμως, είτε λόγω υπέρμετρης και
παράλογης αντίθεσης με δεδομένες αναμφισβήτητες αξίες, στο όνομα κάποιου
μιμητισμού ή λανθασμένης έκφρασης "επαναστατικότητας"
από πλευράς των νέων, διακοπεί η φυσιολογική συνέχεια των γενεών, τότε ο
αποπροσανατολισμός του έφηβου είναι σίγουρος. Τότε η αντιθετική στάση
εκφράζεται στείρα και παράλογα.
Το "σύστημα φταίει για όλα"... "εγώ είμαι ελεύθερος να κάνω
ό,τι μου γουστάρει". Η "επανάσταση"
στον αλκοολικό κόσμο των γονιών για την εγκαθίδρυση "της ελευθερίας των ναρκωτικών" από τα παιδιά τους. Ο
παραλογισμός σ' όλο του το μεγαλείο και μια παραμόρφωση της έννοιας της
ελευθερίας, σε ελευθερίας για... και
όχι ελευθερίας από κάτι, όπως
λέει και ο Ε. Fromm. Έτσι η αντίθεση της νέας
γενιάς προς την παλαιά, μετατρέπεται από δύναμη δημιουργίας σε δύναμη
αυτοκαταστροφής και αποδιοργάνωσης χιλιάδων νέων.
5. Αδυναμία
επεξεργασίας έντονων συναισθημάτων και ιδιαίτερα των συναισθημάτων της επιθετικότητας και της κατάθλιψης τα οποία οι
εξαρτημένες προσωπικότητες δεν είναι σε θέση να τα αποδεχθούν και να τα
επεξεργαστούν δημιουργικά μέσα στα πλαίσια της φυσιολογικής συμπεριφοράς. Έτσι
μη μπορώντας να τα εξωτερικεύσουν, τα "πνίγουν"
στο ποτάμι της εξάρτησης.
6. Τάσεις
αυτοκτονίας,
ανιχνεύονται συχνότερα στην
προσωπικότητα εξαρτημένων νέων, μια και σε πολλούς από αυτούς, η εξάρτηση από
τοξικές ουσίες συμβολίζει ένα είδος υποκατάστασης της ασυνείδητης επιθυμίας
θανάτου. Αν φαντασθούμε τον εξαρτημένο σαν ένα απομονωμένο άτομο, δίχως σταθερούς
κοινωνικούς δεσμούς, χωρίς ικανοποιητικές διαπροσωπικές σχέσεις, ανίκανο να
ικανοποιήσει τις ουτοπικές επιθυμίες του, απογοητευμένο από το περιβάλλον και
από τον ίδιο τον εαυτό του, τότε ίσως μπορέσουμε να δούμε την εξάρτηση του σαν
μια προσπάθεια αυτοθεραπείας και κρατήματος στη ζωή.
7.
Σεξουαλικά προβλήματα και οι δυσκολίες που συνδέονται με την έκφραση και
ικανοποίηση τους, κατά την εφηβική ηλικία αποτελούν συχνά τον κοινό παρονομαστή
της συναισθηματικής δυσφορίας, του άγχους ή και της κατάθλιψης στον ψυχισμό
τους. Αποτελούν πρόσφορο έδαφος ενδοψυχικών συγκρούσεων που περιμένουν, καμιά
φορά, την "λύση" τους στην "ευφορία" της τοξικής ουσίας.
Τα "μυστήρια" και οι "απαγορεύσεις" δρουν, ακόμη,
σαν καταλύτες επιβράδυνσης των καταστάσεων αυτών. Από την άλλη μεριά, οι "σκληροί"
-"επαναστατημένοι" τοξικομανείς, τείνουν συχνά να ειδωλοποιηθούν (με τη βοήθεια και των μέσων μαζικής
ενημέρωσης) από νεαρότερα άτομα και των δύο φύλων, που βλέπουν μέσα σ'
αυτούς τη δική τους επανάσταση και αμφισβήτηση.
Ακόμα και η χρήση του
τσιγάρου ξεκινάει σε πάρα πολλές περιπτώσεις σαν προσπάθεια επίδειξης "ανδρισμού" και ωριμότητας.
Οι ίδιοι οι γονείς προσφέρουν
σαν κριτήριο "ενηλικίωσης" το
κάπνισμα, όταν δικαιολογούμενοι για τις δικές τους εξαρτήσεις,
επιχειρηματολογούν ενάντια στην επιθυμία των παιδιών τους να τους μιμηθούν με
το ... ακαταμάχητο επιχείρημα "θα
καπνίσεις όταν μεγαλώσεις!", αλλά ποιο παιδί δεν θέλει να μεγαλώσει;
Ακόμα και οι γυναίκες κατέκτησαν το δικαίωμα στο κάπνισμα, μέσα από τους ίδιους
σκληρούς αγώνες που τους προσέφεραν το δικαίωμα για ψήφο και ισοτιμία στην
εργασία, σε μία παραμορφωμένη μίμηση του ανδρικού κακού πρότυπου. Έτσι, που η
γυναίκα-καπνίστρια να αισθάνεται πιο "απελευθερωμένη"
από τις άλλες.
8. Αδυναμία
κορεσμού, σε εμπειρίες, βιώματα και καταναλωτικά αγαθά, αλλά και η απαίτηση για
ικανοποίηση όλο και περισσότερων αναγκών από το κοινωνικό περιβάλλον, θα
συνοδευτεί αναπόφευκτα από αισθήματα απογοήτευσης και τάσεις φυγής από την
λεγόμενη "σκληρή"
πραγματικότητα.
Ο έφηβος, ζώντας μέσα σε μία
κοινωνία που ανήγαγε τον καταναλωτισμό σε υπέρτατη θεότητα, απαιτεί και ο ίδιος
ικανοποίηση όλων των αναγκών του "εδώ
και τώρα". Οι στερημένοι, λόγω των δεινών του Β' παγκοσμίου πολέμου,
γονείς του, κατόρθωσαν να τον μπολιάσουν μ' αυτή τη νέα θρησκεία, φθάνοντας στο
σημείο να δημιουργήσουν ότι πιο διαστροφικό μπορεί να φαντασθεί ο ανθρώπινος
νους, την βόμβα νετρονίου, που σκοτώνει κάθε τι έμψυχο, αφήνοντας άθικτα όλα τα
άψυχα αντικείμενα. Στην καθημερινή όμως πραγματικότητα, ο άκρατος
καταναλωτισμός είναι μία δυσάρεστη ουτοπία, μία "Fata Morgane", η
ίδια που ακολούθησαν τις τελευταίες δεκαετίες και οι γονείς του.
ΦΑΣΕΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
Η
εξελικτική διαδικασία που θα οδηγήσει κάποιο άτομο από την απλή χρήση στην
κατάχρηση και τον εθισμό είναι συχνά μακροχρόνια και πολύπλοκη. Φυσικά, πολλές
φορές και αυτή η απλή "χρήση"
της ουσίας αποτελεί "κατάχρηση",
αφού η ουσία αυτή καθεαυτή δεν έχει καμία "χρήση" π.χ. τσιγάρο,
ηρωίνη, χασίς, ή τουλάχιστον δεν έχει καμία χρησιμότητα με τον τρόπο που
γίνεται η χρησιμοποίηση της από τους χρήστες.
Το χρονικό διάστημα που θα
χρειαστεί ένα άτομο για να περάσει από την απλή δοκιμή της ουσίας, μέσα από την
επαναλαμβανόμενη λήψη της, στο στάδιο του εθισμού και της εξάρτησης θα
εξαρτηθεί από τον δυναμικό συσχετισμό μεταξύ του ΕΓΩ του ατόμου (προσωπικότητα), του κοινωνικού
περιβάλλοντος (κοινωνικές συνθήκες)
και της ουσίας (ιδιότητες και δυναμικό
εξάρτησης της ουσίας).
Το
χρονικό αυτό διάστημα διακρίνεται σε κάποιες φάσεις με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
η καθεμιά από αυτές. Η ευαισθητοποίηση μας στα χαρακτηριστικά των διαφόρων
φάσεων είναι αναγκαία για να μη πέφτουμε στην παγίδα της σύγκρισης ανόμοιων
καταστάσεων που συχνά προβάλλονται σαν δικαιολογία από πολλούς για συνέχιση της
χρήσης. Για την καλύτερη κατανόηση των φάσεων αυτών, θα αναφερθούμε, σαν
παράδειγμα, στα χαρακτηριστικά των φάσεων εξέλιξης του αλκοολισμού. Φυσικά η
χρήση άλλων τοξικών ουσιών δεν ταυτίζεται απόλυτα με τα χαρακτηριστικά της
αλκοολικής εξέλιξης, ένας σωστός όμως παραλληλισμός θα μπορούσε να βοηθήσει και
να μας οδηγήσει σε χρήσιμα συμπεράσματα. Για παράδειγμα:
- Προαλκοολική
φάση.
Δεν αποτελεί "παθολογική φάση" μια και
χαρακτηρίζεται από τον συνήθη τρόπο χρήσης του οινοπνεύματος σαν συνοδευτικού
στο φαγητό ή σαν ποτού για την γεύση του και μόνο. Ακόμη και πολλοί που πίνουν
συνειδητά για να χρησιμοποιήσουν την "ψυχοτρόπο"
δράση του και να "χαλαρώσουν" περιστασιακά,
χωρίς όμως να φθάνουν σε καθοριστική αλλαγή της ψυχικής τους διάθεσης,
εντάσσονται στη φάση αυτή. Αυτοί όμως διατρέχουν τον κίνδυνο χρήσης του
οινοπνεύματος για όλο και πιο μικρά προβλήματα με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα
και ποσότητα, αυξάνοντας σιγά-σιγά τις ευκαιρίες για "ένα ποτηράκι" συνειδητά ή ασυνείδητα. Ένα ποσοστό αυτών
των χρηστών θα οδηγηθεί στην επόμενη φάση, που είναι:
- Η
πρόδρομη φάση ή η αρχική φάση της εξάρτησης.
Αρχίζει το γλίστρημα προς την
απόλυτη εξάρτηση. Οι διαταραχές του θυμητικού (μνήμης) είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της, που
εμφανίζονται σαν κενά μνήμης από την προηγούμενη βραδιά. Αρχίζει η κρυφή χρήση
του οινοπνεύματος, η χρήση του πριν την έξοδο για "ψυχολογικό φτιάξιμο", η ποσότητα του οινοπνεύματος
γενικά αυξάνει και αρχίζει η απομόνωση από την παρέα εκτός εάν πίνουν και οι
άλλοι με τον ίδιο τρόπο.
3. Η κρίσιμη φάση.
Χαρακτηρίζεται από την
απώλεια ελέγχου πάνω στο οινόπνευμα. Στρατηγικές κατανάλωσης του οινοπνεύματος
μόνο σε ορισμένες ώρες σε μια προσπάθεια ελέγχου της χρήσης του, διαρκούν μόνο
λίγο χρονικό διάστημα. Το οινόπνευμα γίνεται στοιχείο της ζωής του, παίρνει τη
θέση του φαγητού, αντικαθιστά τον σύντροφο. Αρχίζουν και τα ψυχολογικά,
σωματικά και κοινωνικά προβλήματα. Αν στην κρίσιμη αυτή φάση δεν γίνει
προσπάθεια θεραπείας του ασθενή, θα αναπτυχθεί μέσα σε λίγα χρόνια η χρόνια
φάση της εξάρτησης.
4. Χρόνια φάση.
Τα προβλήματα πληθαίνουν και
μεγεθύνονται σε όλα τα επίπεδα. Λόγω της οργανικής φθοράς, μικρότερες ποσότητες
οινοπνεύματος έχουν ιδιαίτερα αυξημένη δράση στον ασθενή, πράγμα που
χρησιμοποιείται σαν επιχείρημα ότι "τώρα
πίνω λιγότερο". Αν δεν γίνει δυνατή η ολοκληρωτική παραίτηση από την
χρήση οινοπνεύματος τότε η ζωή του χρήστη θα συντομεύσει από τις οργανικές
παθήσεις που θα προκληθούν. Όσον αφορά άλλες τοξικές ουσίες π.χ. ηρωίνη, χασίς,
κοκαΐνη κ.τ.λ. οι χρήστες στη χρόνια φάση αναπτύσσουν ανοχή, γι' αυτό και
επιζητούν όλο και μεγαλύτερες ή συχνότερες δόσεις για να έχουν το ίδιο
αποτέλεσμα. Φυσικά, οι καθημερινές πλέον δόσεις θα οδηγήσουν και αυτές σε
βαρείες οργανικές διαταραχές, όπως απίσχναση, λοιμώξεις, απώλεια των οδόντων
κ.ά.
Παρόλο που η περιγραφή φάσεων
στην σταδιακή πορεία προς την εξάρτηση, έλυνε πολλά προβλήματα περιγραφής και
χαρακτηρισμού της κατάστασης των διαφόρων χρηστών, παρατηρήθηκε ότι κάποιες
περιπτώσεις εξαρτημένων δεν ταίριαζαν απόλυτα σ' αυτές. Έτσι οι έρευνες
κατέληξαν στη περιγραφή "τύπων"
που στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρονται με γράμματα του ελληνικού αλφάβητου.
Πάλι με παράδειγμα την χρήση του οινοπνεύματος διακρίνουμε:
1. Τύπος-α, είναι αυτός που κάνει συνειδητή ή ασυνείδητη χρήση
οινοπνεύματος σε μικρές 'ποσότητες, για την ψυχοτρόπο όμως δράση του. Είναι
άτομα με διάφορα ψυχονευρωτικά συμπτώματα, φοβίες, άγχη κ.τ.λ. που με την χρήση
μικρών ποσοτήτων οινοπνεύματος αισθάνονται "καλύτερα".
Ο αλκοολικός τύπου-α δεν θεωρείται
εξαρτημένος, ούτε δημιουργεί κάποια ιδιαίτερα προβλήματα τόσο για τον εαυτό του
όσο και για τους άλλους. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν κάτω από ορισμένες
συνθήκες και κοινωνικές καταστάσεις, εξελίσσεται σε αλκοολικό τύπου-γ.
2. Τύπος-β, που έχει σαν χαρακτηριστικό του την χρήση
οινοπνεύματος μόνο με παρέα και σε ανάλογο περιβάλλον. Μοναδικό του πρόβλημα η
ανάγκη του για ταύτιση με τους άλλους, για να μην μένει "μόνος" του. Η χρήση του οινοπνεύματος είναι περιστασιακή
και παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις μόνο όταν, λόγω συνθηκών και περιστάσεων,
αναγκάζεται να κάνει συχνή χρήση π.χ. εργαζόμενοι σε Bars, σε βιομηχανίες οινοπνευματωδών ποτών, παρέα με
αλκοολικούς κ.τ.λ. Τότε μπορεί να μεταπέσει στον τυπο-8, που αποτελεί παθολογική αλκοολική περίπτωση.
3. Τύπος-γ. Στις αρχικές φάσεις μοιάζει με τον τύπο α ή αποτελεί
εξέλιξη αυτού. Πίνει γιατί έχει "προβλήματα",
για να "ξεχάσει", γι' αυτό
και όταν χάσει τον έλεγχο, μεθάει συχνά. Μπορεί να μένει "στεγνός" για μεγάλα χρονικά διαστήματα, όταν όμως
αρχίσει να πίνει δεν μπορεί να σταματήσει πριν νοιώσει την έντονη ψυχοτρόπο
δράση του οινοπνεύματος ή μεθύσει. Ο αλκοολικός τύπου-γ είναι ο συχνότερος τύπος αλκοολισμού, ιδιαίτερα στους
νεώτερους σε ηλικία αλκοολικούς. Προξενεί τις μεγαλύτερες ψυχικές, σωματικές
και κοινωνικές βλάβες.
4. Τύπος-δ. Στην εξέλιξη του οποίου, καθοριστικό ρόλο παίζουν
περιβαλλοντολογικοί και κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες. Δεν πίνει για να λύσει
προβλήματα, αλλά γιατί πίνουν και οι άλλοι στον χώρο που ζει και κινείται. Ο
αλκοολικός τύπου δ κάνει, σε
προχωρημένες φάσεις, καθημερινή χρήση οινοπνευματωδών ποτών και μετά μερικά
χρόνια ίσως και δεκαετίες καθημερινής χρήσης, αναπτύσσει στερητικό σύνδρομο,
όταν μείνει "στεγνός" για
μία, έστω ημέρα. Επειδή πίνει λίγο και συχνά σπάνια μεθάει. Έτσι, ξεγελάει τον
εαυτό του ότι "αντέχει" στο
οινόπνευμα, μέχρι την εμφάνιση των συμπτωμάτων του στερητικού συνδρόμου.
5. Τύπος-ε. Αποτελεί έναν ιδιαίτερο χρήστη, που κάνει σχετικά
σπάνια χρήση οινοπνευματωδών
ποτών, που όμως όταν ξεκινήσει, πίνει μέχρι αναισθησίας και παραμένει "στεγνός" πάλι μέχρι την
επόμενη φορά.
Στην αναφορά αυτή των φάσεων
και τύπων του αλκοολισμού θα βρούμε πολλά κοινά στοιχεία με τον τρόπο χρήσης
άλλων τοξικών ουσιών. Έτσι, με ορισμένες παραλλαγές, θα μπορούσαμε να
περιγράψουμε φάσεις και τύπους χρηστών σε σχέση με κάθε τοξική ουσία. Κάτι τέτοιο
είναι απαραίτητο για την σωστή περιγραφή και χαρακτηρισμό κάθε χρήστη.
Dr. Med. Παπαγεωργίου Ευάγγελος