Σελίδες

Saturday, 3 December 2022

Η Ελλάδα της διχόνοιας και του φθόνου

    Αναρωτιέμαι αν η χρεοκοπία αξιών και εννοιών, θεσμών και σχέσεων ακολουθεί μία αμφίδρομη διαχρονικά πορεία. 
Υπήρξαν κοινωνίες που χάθηκαν οικονομικά αλλά στάθηκαν στο ύψος τους βασιζόμενες στις υψηλές αξίες και στον πολιτισμό που είχαν ήδη κατακτήσει. 
Και, αντίστροφα, εύκολα ανασύρουμε από τη μνήμη μας κοινωνίες με περιόδους πνευματικής παρακμής που εκμηδένισαν την όποια οικονομική άνθιση και διαγράφτηκαν από τις σελίδες της ιστορίας. 
    Με φοβίζει που στη χώρα μας, αυτές τις σκιερές ημέρες, η εδραιωμένη πλέον χρεοκοπία των αξιών, των εννοιών, των πνευματικών αρχών, και της ψυχικής υπέρβασης, έχουν υπονομευθεί, κατασυκοφαντηθεί και πληγεί θανάσιμα.

    Η Ελλάδα υποτίθεται ότι είναι μια κοινωνία αλληλεγγύης και ανθρωπιάς. Για διαφορετικούς λόγους που ο καθένας επικαλείται είναι διάχυτη η αντίληψη, ότι ο Έλληνας διαθέτει μια μοναδική ευαισθησία για τον συνάνθρωπο, τον βοηθάει, και στέκεται δίπλα του. Δυστυχώς όλα τα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Σε αυτήν τη διαπίστωση έρχονται να προστεθούν τα στοιχεία διαφορετικών και απολύτως αξιόπιστων διεθνών επιστημονικών ερευνών τα οποία είναι συντριπτικά εις βάρος μας.

    Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα (2010), το ποσοστό των Ελλήνων που συμφωνούν πολύ ή αρκετά με την πρόταση «είναι σημαντικό να είναι κανείς πλούσιος, να έχει χρήματα και ακριβά πράγματα» είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.           
    Ακόμη οι Έλληνες έχουν από τους χαμηλότερους δείκτες «αμοιβαίας εμπιστοσύνης» στη Δύση. Για παράδειγμα, στην Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα του 2008, το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνουν ότι «οι περισσότεροι άνθρωποι θα προσπαθούσαν να με εκμεταλλευθούν» ανέρχεται σε 62,1% ενώ το αντίστοιχο μέσο ποσοστό στην Ευρώπη είναι 28,4%. Και το ποσοστό των Ελλήνων που ισχυρίζονται ότι τις περισσότερες φορές οι «άνθρωποι νοιάζονται μόνο για τον εαυτό τους» αντί «να βοηθάνε τον συνάνθρωπό τους που έχει ανάγκη» είναι 58,3% σε σχέση με το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό 31,3%.

    Ένα ακόμη αρνητικό χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας είναι η διχόνοια, η οποία σαν σαράκι κατατρώει τις σάρκες του Ελληνισμού, κεντρίζοντας τα πλέον επικίνδυνα και καταστροφικά χαρακτηριστικά του ψυχισμού μας.
 
Πού οφείλεται όμως αυτή η διχόνοια των Ελλήνων; 
  • Είναι προϊόν και αποτέλεσμα εγωιστικής τάσης; 
  • Είναι απόρροια της εύκολης απόρριψης της αξίας του διπλανού μας; 
  • Είναι, δηλαδή, ο υπερφίαλος εγωϊσμός μας και η έμφυτη ροπή μας να νομίζουμε, ότι γνωρίζουμε τα πάντα και ότι είμαστε ανώτεροι από τον διπλανό μας; 
  • Μήπως φταίει η πλεονεξία, ο «εξυπνακισμός» ή η εριστική διάθεσή μας να επιβάλουμε το συμφέρον μας σαν απαράβατο δίκιο, που πρέπει να γίνεται σεβαστό από όλους; 
  • Ή μήπως, είναι προϊόν φθόνου και ζήλιας.
Κάποιοι εντοπίζουν την αιτία της εμφύλιας διχόνοιας των Ελλήνων σε έναν από αυτούς τους λόγους, κάποιοι σε όλους μαζί. 
Πάντως η διχόνοια ακολουθεί την σκιά μας και σε κάθε περίπτωση, δυστυχώς και σε περιόδους κρίσης όπως αυτή που διανύουμε, θεριεύει σαν να θέλει να κατασπαράξει το γένος μας. Είναι κάτι, που δεν μπορέσαμε μέχρι σήμερα να το υπερβούμε.
..............
    Η ελληνική κοινωνία τελικά με βάση τις προαναφερθείσες έρευνες και διαπιστώσεις είναι μια κοινωνία εσωστρεφής, κατακερματισμένη, και σκληρή, που περισσότερο μοιάζει με την παράγκα του Καραγκιόζη και όχι με μία κοινωνία αλληλεγγύης, ανθρωπιάς και αξιών όπως κακώς έχουμε την ψευδαίσθηση. 
    Ο κόσμος μας αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και οι περισσότεροι δεν μπορούμε ακόμα να συνειδητοποιήσουμε πώς γράφεται η ιστορία. 
    Η Ελλάδα ήταν κάποτε το απόλυτο άθροισμα αξιών πολιτισμού και ανθρωπισμού. 
  • Τι μας κάνει να πιστεύουμε σήμερα πως έχουμε το ηθικό πλεονέκτημα να υπερασπιζόμαστε την Ελλάδα χωρίς να έχουμε κατακτήσει ως κοινωνία στοιχειώδεις αξίες; 
Η Ελλάδα έχει ελπίδα να ζήσει μόνον αν στραφεί στην αναζήτηση της αλήθειας για την πραγματική γνώση και σκοπό της ύπαρξής της.

ολόκληρο το άρθρο εδώ: Αντικλείδι 
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;

«Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις», είναι μια φαινομενικά αθώα ερώτηση που κάνουμε στα παιδιά, θέλοντας να τους ωθήσουμε να έχουν όνειρα και στόχους για τη ζωή. Είναι όμως μια αγχωτική ερώτηση προς τα παιδιά, και σίγουρα προβολική, μια που μεταφέρει τις προσδοκίες των μεγάλων στις επιθυμίες των παιδιών.

Η χαρά της αυτοανακάλυψης στην παιδική ηλικία

Είναι επίσης μια «παροπλισμένη» ερώτηση, σκληρή για τα παιδιά τα οποία ζουν σε μια ρευστή εποχή στην οποία οι προβλέψεις για το μέλλον καθίστανται αβέβαιες. Μα κυρίως είναι μια ερώτηση που περιορίζει τη σκέψη και τη φαντασία των παιδιών στον μονόδρομο της μιας επιλογής.

Τα παιδιά καθώς μεγαλώνουν αναπτύσσουν από πολύ νωρίς διάφορες κλίσεις και εστιάζουν το ενδιαφέρον τους σε διάφορα και διαφορετικά πράγματα.

Έχουν μια έμφυτη τάση να περιεργάζονται τα πάντα και να αναζητούν τον εαυτό τους σε ό,τι κάνουν. Οι κλίσεις τους μπορεί να είναι λίγες ή περισσότερες, αλλά οι κλίσεις, τα ταλέντα, τα ενδιαφέροντα δεν εξαργυρώνονται αποκλειστικά ή αναγκαστικά σε κάποιο επάγγελμα όταν ενηλικιωθούν.

Το ενδιαφέρον επομένως είναι χρήσιμο να μεταφέρεται από το αντικείμενο της δέσμευσης στις δεσμεύσεις για τις «ευθύνες» και την υπεύθυνη συμμετοχή των παιδιών στην καθημερινότητα τους. Το διάβασμα, οι εργασίες στο σπίτι, η συμπεριφορά τους κλπ. έχουν μεγαλύτερη σημασία και αξία από τις έξεις και τις κλίσεις τους, το πως είναι δηλαδή πιο σημαντικό από το που.

Εξάλλου ένα παιδί έχοντας μια βεντάλια επιλογών και επιπλέον την τάση, μόδα των γονιών να επιθυμούν τη συμμετοχή των παιδιών τους σε κάποιες δραστηριότητες, είναι λογικό να δοκιμάζει, να συγκρίνει, να ενθουσιάζεται και να βαριέται με ό,τι καταπιάνεται. Υπάρχουν βεβαίως και κάποια παιδιά, λίγα, με ένα χαρισματικό ταλέντο, πχ στη μουσική, στα μαθηματικά, κ.α. που από μικρά δείχνουν αυτή την κλίση και δουλεύουν πάνω στο ταλέντο τους.

Τα περισσότερα όμως θα κάνουν τις αναζητήσεις τους, δίχως αυτό να σημαίνει απαραίτητα πως δεν δεσμεύονται, δεν συγκεντρώνονται κλπ. Αν τους καθρεφτίζουμε κάτι τέτοιο εντείνουμε το άγχος τους.

Σαφώς χρειάζεται να ενδυναμώνουμε τη δυνατότητα των παιδιών να ονειρεύονται, αλλά να τους αφήνουμε και τη δυνατότητα της επιλογής … να έχουν επιλογές.

Ειδικά στην εποχή μας που ο άνθρωπος δεν συνδέει τη ζωή του με ένα αποκλειστικά επάγγελμα, ούτε καν διαδοχικά, μια και πολλοί άνθρωποι σήμερα εναλλάσσουν ή ασκούν δύο ή περισσότερα διαφορετικά επαγγέλματα για βιοποριστικούς ή άλλους λόγους.

Η σύγχρονη πραγματικότητα για το εργασιακό μέλλον

Οι ζωές δεν μπορούν να εστιαστούν σε κάτι συγκεκριμένο, διότι οι εξελίξεις στον επαγγελματικό στίβο τρέχουν με ιλιγγιώδες ταχύτητες. Νέα επαγγέλματα δημιουργούνται συνεχώς, η αξία των παλιών αμφισβητείται, ενώ κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια το εργασιακό μέλλον.

Η ερώτηση τι θα γίνεις αποκλείει λοιπόν το παιδί από αυτή τη σύγχρονη πραγματικότητα, εξάλλου είναι μια ερώτηση που έρχεται ως φάντασμα από πολύ πίσω, τότε που οι κοινωνίες άλλαζαν με αργούς ρυθμούς και οι άνθρωποι μπορούσαν να προβλέψουν (όσο αυτό γίνεται) ή καλύτερα να φανταστούν το μέλλον.

Μοιάζει το ίδιο ευάλωτη η ερώτηση με το τι οικογένεια θα κάνεις, με το που θα ζήσεις κ.ο.κ. δεδομένου πως το κοινωνικό πλαίσιο έχει αλλάξει τόσο πολύ που έχει απομακρυνθεί από την παραδοσιακή κοινωνία όπου οι ζωές των ανθρώπων οριζόταν κυρίως από την κουλτούρα της κοινότητας και κανείς δεν μπορούσε να ξεφύγει εύκολα από το «πεπρωμένο» του: ο γιος του τσαγκάρη μάλλον θα γινόταν τσαγκάρης κι αυτός, όπως κι ο γιος του μανάβη θα γινόταν μανάβης, κ.ο.κ. και οι περισσότεροι θα μένανε στον τόπο τους.

Ο σύγχρονος άνθρωπος από την άλλη καλείται να αφιερωθεί στον εαυτό του και όχι στις επαγγελματικές του επιλογές, ή ακόμη και στον τόπο διαμονής, να δει που και πως θα υπηρετεί τους προσωπικούς του στόχους και αυτοί να του υποδεικνύουν τις επόμενες επαγγελματικές τους επιλογές.

Αυτό το νέο προφίλ εργαζόμενου, επαγγελματία θα δώσει νέα ώθηση στην παραγωγικότητα. Η αναγκαιότητα αυτή, μιας περισσότερο πολυπαραγοντικής προσωπικότητας, θα επιτρέψει τη δημιουργία νέων συνθέσεων και μίξεων των επαγγελματικών πεδίων, άλλου τύπου συμπράξεις και συνεργασίες που θα δημιουργήσουν ένα εντελώς νέο πεδίο.

Εξάλλου η ίδια η έννοια της καινοτομίας κρύβει μέσα της τη σύνθεση και την ανάμειξη των διαφορετικών πεδίων, καινοτόμος είναι αυτός που δημιουργεί κάτι νέο από την σύνθεση δύο ή περισσοτέρων παλιών.

Η μετα-γνώση κι η προσαρμοστικότητα ως πυλώνες του επαγγελματικού εαυτού

Το σημαντικό για ένα παιδί, λοιπόν, δεν είναι τι θα γίνει, αλλά να θέλει να γίνει κάτι κάθε φορά, δηλαδή να μαθαίνει να μαθαίνει και πώς να μαθαίνει, να αγαπά τη μάθηση και να μαθαίνει πώς να την κατακτά, να εμποτιστεί με την αγάπη και το πάθος για ό,τι καταπιάνεται και να το κάνει με δέσμευση για όσο το κάνει.

Να έχει τον ενθουσιασμό για κάθε νέο που ξεκινά και τη δυνατότητα να τολμά διαφορετικά πράγματα, κουβαλώντας παράλληλα από το κάθε τι που κάνει την εμπειρία του στο επόμενο βήμα.

Τίποτα δεν πάει χαμένο, εκτός αν έτσι το ορίσουμε εμείς, γι’ αυτό το σημαντικό είναι να συζητάμε με τα παιδιά για τις εμπειρίες τους από όλα όσα κάνουν, προκειμένου να τους βοηθάμε να ορίσουν ένα πεδίο μετα-γνώσης, δηλαδή ένα πεδίο βιωμένων εμπειριών που θα τροφοδοτεί την ενέργειά τους για τα επόμενα πεδία.

Να τους βοηθήσουμε να αναπτύσσουν την ικανότητά τους να προσαρμόζονται σε διαφορετικά περιβάλλοντα και να είναι ευέλικτοι, να αντέχουν την αβεβαιότητα και να ορίζουν τον εαυτό τους ανεξάρτητα από τις συνθήκες.

Όταν οι συνθήκες τρέχουν πολύ, οι άνθρωποι χρειάζεται να είναι περισσότερο ανθεκτικοί, ευπροσάρμοστοι, να μαθαίνουν γρήγορα και να αναπτύσσουν συνθετική κρίση. Να μπορούν να είναι διαλογικοί και να συνθέτουν τις εσωτερικές τους φωνές σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο εαυτό.

Η έννοια της προσαρμοστικότητας ως έννοια παρεξηγημένη παλιότερα, διότι παρέπεμπε στην ιδιότητα του χαμαιλέοντα, είναι σήμερα μια από τις βασικές αξίες, ικανότητες και δεξιότητες που μπορεί να αναπτύξει ένα παιδί.

Αυτό σημαίνει πως κάποιος δεν μπορεί να είναι καλός μόνο σε κάτι αποκλειστικά, αλλά καλός στο να μαθαίνει, να συνθέτει και να αξιοποιεί αυτές τις γνώσεις και τις νέες συνθέσεις για να δημιουργήσει το επόμενο βήμα του.

Ακόμη κι αν ένα παιδί έχει μια αδιαμφισβήτητη κλίση ή ένα μεγάλο ταλέντο ή αργότερα ως έφηβος και ενήλικος επιλέξει να εξειδικευτεί σε αυτό το ταλέντο, πάλι θα χρειαστεί να λειτουργεί περισσότερο συνθετικά, να εξελίσσεται δυναμικά στο αντικείμενό του και να συνδέει λειτουργικά τον επαγγελματικό του εαυτό με τη ζωή του, να δημιουργεί δηλαδή τις προϋποθέσεις να είναι ευτυχισμένος.

Ρωτήστε λοιπόν τα παιδιά «τι σου αρέσει να κάνεις;»

Γιώργος Γιαννούσης - Ψυχοθεραπευτής
 
psychology.gr
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι