Ας υποθέσουμε πως το χωράφι σου είναι ένα στρέμμα, πόσο ελεύθερο χώρο
έχεις για να σπείρεις;
Έχεις βάλει φράγματα γύρω από τη σοδιά σου;
Έχεις ξεριζώσει τα άγρια χόρτα;
Το έχεις καθαρίσει από τα ζιζάνια;
Πριν βιαστείς να απαντήσεις, αναλογίσου το χώρο που έχεις παραχωρήσει συνειδητά ή ασυνείδητα στους άλλους.
Τα ξένα στοιχεία και τα σκουπίδια που έχεις μαζέψει στο χώρο σου, στο εσωτερικό σου χωράφι.
Τα ερωτήματα αυτά προέκυψαν ένα συνηθισμένο μου απόγευμα που σκεφτόμουν τι θα ήθελα στη ζωή μου και γιατί δεν με ικανοποιούσε το παρόν μου.
Μάζεψα όλο μου το θάρρος και κοίταξα το χωράφι μου, όχι του γείτονα, το δικό μου χωράφι. Είχε πολύ δουλειά και ήθελε καθάρισμα.
Δύσκολο και επίπονο να βρεις, να μαζέψεις και να πετάξεις τα σκουπίδια που είχαν μαζευτεί. Κακοσμία και ζιζάνια…
Πολλά μάλιστα δυσκολεύεσαι και να τα πλησιάσεις. όμως εσύ και μόνο εσύ είσαι ο ιδιοκτήτης του χωραφιού. Κανείς δεν θα κάνει τη δουλειά για σένα.
Επιλέγεις λοιπόν….. ή μένεις με τα σκουπίδια παρέα ή καθαρίζεις…
Και αποφάσισα το δεύτερο.
Ξεκίνησα από τα πιο παλιά γιατί αυτά είχαν και τη μεγαλύτερη δυσοσμία.
Πήγα πίσω, πολύ πίσω, στην παιδική μου ηλικία. Μικρή εγώ και οι άλλοι μεγάλοι και Σπουδαίοι. Σκέφτηκα αυτό πρέπει να αλλάξει, μήπως κάποιους τους μεγαλοποιώ και τώρα; Σκάβοντας στο παρελθόν μου, έκανα και άλλες ανακαλύψεις, όπως η παιδική υπερβολή που είχα φυτέψει τόσο επιδέξια και που κουβαλούσα στην ενήλικη πια γυναίκα.
Κουβαλούσα ακόμα και τη γονεϊκή φιγούρα και αυτό το βάρος ήταν ασήκωτο. Ήμουν πάντα παρέα με το νου μου να επιβλέπει, να κριτικάρει, να οδηγεί, να τρομοκρατεί.
Σκέφτηκα πως δεν ήμουν ελεύθερη, κουβαλούσα μια μητέρα παρέα μου, γιατί δεν πίστευα στις δυνάμεις μου.
Αυτό το κομμάτι όμως ήταν ξένο, δεν ήμουν εγώ. Μάλιστα ήταν μεταμορφωμένο ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμο. Είχε πολλά πρόσωπα και άλλαζε μορφές ανάλογα την περίσταση. Σκέψεις και συναισθήματα φοβικά, ντροπής, υποταγής, παράπονα…και όλα αυτά ξένα και άχρηστα.
Έπρεπε να αποφασίσω ή θα ήμουν παιδί και μαμά μαζί ή θα ήμουν εγώ –ενήλικη
Και αποφάσισα το δεύτερο.
Το επόμενο μου βήμα ήταν να πάρω πίσω τα κλειδιά από τη γη μου.
Τα είχα μοιράσει δεξιά και αριστερά τώρα πια όμως έπρεπε να την προστατέψω.
Έπρεπε να θυμηθώ που, σε ποιους και γιατί τα μοίρασα. Όλοι όσοι με πλήγωσαν είχαν ακόμα τα κλειδιά μου και μπορούσαν ακόμα να με ελέγχουν.
Εάν όμως δεν είχα συναντήσει τους λάθος για μένα ανθρώπους πως θα ήξερα τώρα που θα βάλω τα φράγματα στο χωράφι μου;
Με ποιους θα γειτνιάσω, ποιους θα απομακρύνω και ποιους θα καλοδεχτώ; Εδώ χρειάστηκε να φανώ γενναιόδωρη, να κάνω χώρο, να συγχωρέσω, να προσπεράσω, και να πάρω πίσω όλη αυτή τη δέσμευση ενέργειας.
Να πάρω πίσω, δηλαδή, τα κλειδιά μου.
Πως θα γύρευα, όμως, τα κλειδιά μου αν δεν έβαζα τα δικά μου παπούτσια;
Γιατί με τα ξένα πόσο μακριά μπορείς να πας; Τα πόδια μου ήταν γεμάτα πληγές από όλα τα ξένα υποδήματα που είχα βάλει κατά καιρούς. Είχα πιαστεί κορόιδο, αφού ακόμα και ξυπόλητη θα πήγαινα πιο μακριά…
Είχα απορροφήσει σαν σφουγγάρι συναισθήματα άλλων και είχα δεχτεί με μια αυτόματη και άκριτη διαδικασία πεποιθήσεις άλλων. Τώρα όμως είχε έρθει η ώρα της διάκρισης.
Ποια είμαι, τι θέλω, τι με αντιπροσωπεύει και τι με εξυπηρετεί; Βοηθός μου και σηματοδότης μου ήταν το σώμα μου και τα συναισθήματα μου.
Ακόμα και η λύπη όταν είναι δική σου και όχι προβολή άλλων γίνεται γαλήνη και συμφιλίωση, εαυτού αγκάλιασμα. Μια πεποίθηση που έχεις ασπαστεί κριτικά γίνεται ολότελα δική σου. Δεν αμύνεσαι, δεν προσπαθείς να την επιβάλεις, δεν επιτίθεσαι, δεν διαφημίζεις. Είναι δική σου, είσαι εσύ και δεν έχεις ανάγκη να αποδείξεις τίποτα και σε κανέναν.
Το χωράφι μου είχε αρχίσει να αδειάζει και αυτό με τρόμαζε.
Είχα συνηθίσει στις τοξίνες και ξαφνικά όλο αυτό το οξυγόνο ….. άβολο. Είχα συναναστραφεί με πολλούς τοξικούς ανθρώπους και πολύ συχνά είχα υπάρξει και εγώ. Δύσκολα βάζεις όρια στη δική σου τοξικότητα πόσο μάλλον στους άλλους.
Παίζουν το ρόλο του θύματος, τον καημένο, έχουν ένα μόνιμο παράπονο παρέα με μια γκρίνια στη φωνή. Τους φταίει η βροχή, η ζέστη, οι γείτονες, οι γονείς, όλοι και φυσικά και εσύ.
Όλοι φταίνε και πρέπει να νιώσουν ενοχές, γιατί αν δεν νιώσουν οι άλλοι ενοχές, τότε ποιος; Οι ίδιοι;
Τους φαίνεται αδιανόητο κάτι τέτοιο.... Γιατί αυτό σημαίνει ανάληψη ευθυνών, απέναντι στον εαυτό σου, στους άλλους, αλλά και στην ίδια τη ζωή.
Η ανάληψη της ευθύνης σου όμως σε καθιστά δημιουργό. Το παιχνίδι που παίζουν συνειδητά ή ασυνείδητα έχει μόνο ένα στόχο, το κέρδος ενέργειας. Αποφάσισα πως κανένας δεν θέλω να ξεφορτώσει τα σκουπίδια του στο χωράφι μου και φυσικά παίρνω το τιμόνι της ζωής μου και γίνομαι δημιουργός.
Πήρα τα κλειδιά μου, έβαλα τα παπούτσια μου και μπήκα πρώτη και καλύτερη στο χωράφι μου.
«Ο κεντρικός χώρος θα είναι μόνο του αφεντικού», είπα μέσα μου, με λίγο εγωκεντρισμό. «Εμένα θα βάλω μέσα, εμένα ολόκληρη, εμένα δημιουργό, εμένα να ζω, εμένα και τα εσωτερικά μου θέλω, με τους ανθρώπους της ψυχής μου, με τις επιλογές μου, με τα λάθη μου, με τις αδυναμίες μου και αν η περιφέρεια αλλάξει στο βίωμα αυτού του όμορφου ταξιδιού, με απώλειες, συναντήσεις, επιλογές, λάθη, εγώ θα είμαι εδώ…..ολόκληρη»
Ελένη. Α. Πάσχου
Photo: Author/Depositphotos
Έχεις βάλει φράγματα γύρω από τη σοδιά σου;
Έχεις ξεριζώσει τα άγρια χόρτα;
Το έχεις καθαρίσει από τα ζιζάνια;
Πριν βιαστείς να απαντήσεις, αναλογίσου το χώρο που έχεις παραχωρήσει συνειδητά ή ασυνείδητα στους άλλους.
Τα ξένα στοιχεία και τα σκουπίδια που έχεις μαζέψει στο χώρο σου, στο εσωτερικό σου χωράφι.
Τα ερωτήματα αυτά προέκυψαν ένα συνηθισμένο μου απόγευμα που σκεφτόμουν τι θα ήθελα στη ζωή μου και γιατί δεν με ικανοποιούσε το παρόν μου.
Μάζεψα όλο μου το θάρρος και κοίταξα το χωράφι μου, όχι του γείτονα, το δικό μου χωράφι. Είχε πολύ δουλειά και ήθελε καθάρισμα.
Δύσκολο και επίπονο να βρεις, να μαζέψεις και να πετάξεις τα σκουπίδια που είχαν μαζευτεί. Κακοσμία και ζιζάνια…
Πολλά μάλιστα δυσκολεύεσαι και να τα πλησιάσεις. όμως εσύ και μόνο εσύ είσαι ο ιδιοκτήτης του χωραφιού. Κανείς δεν θα κάνει τη δουλειά για σένα.
Επιλέγεις λοιπόν….. ή μένεις με τα σκουπίδια παρέα ή καθαρίζεις…
Και αποφάσισα το δεύτερο.
Ξεκίνησα από τα πιο παλιά γιατί αυτά είχαν και τη μεγαλύτερη δυσοσμία.
Πήγα πίσω, πολύ πίσω, στην παιδική μου ηλικία. Μικρή εγώ και οι άλλοι μεγάλοι και Σπουδαίοι. Σκέφτηκα αυτό πρέπει να αλλάξει, μήπως κάποιους τους μεγαλοποιώ και τώρα; Σκάβοντας στο παρελθόν μου, έκανα και άλλες ανακαλύψεις, όπως η παιδική υπερβολή που είχα φυτέψει τόσο επιδέξια και που κουβαλούσα στην ενήλικη πια γυναίκα.
Κουβαλούσα ακόμα και τη γονεϊκή φιγούρα και αυτό το βάρος ήταν ασήκωτο. Ήμουν πάντα παρέα με το νου μου να επιβλέπει, να κριτικάρει, να οδηγεί, να τρομοκρατεί.
Σκέφτηκα πως δεν ήμουν ελεύθερη, κουβαλούσα μια μητέρα παρέα μου, γιατί δεν πίστευα στις δυνάμεις μου.
Αυτό το κομμάτι όμως ήταν ξένο, δεν ήμουν εγώ. Μάλιστα ήταν μεταμορφωμένο ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμο. Είχε πολλά πρόσωπα και άλλαζε μορφές ανάλογα την περίσταση. Σκέψεις και συναισθήματα φοβικά, ντροπής, υποταγής, παράπονα…και όλα αυτά ξένα και άχρηστα.
Έπρεπε να αποφασίσω ή θα ήμουν παιδί και μαμά μαζί ή θα ήμουν εγώ –ενήλικη
Και αποφάσισα το δεύτερο.
Το επόμενο μου βήμα ήταν να πάρω πίσω τα κλειδιά από τη γη μου.
Τα είχα μοιράσει δεξιά και αριστερά τώρα πια όμως έπρεπε να την προστατέψω.
Έπρεπε να θυμηθώ που, σε ποιους και γιατί τα μοίρασα. Όλοι όσοι με πλήγωσαν είχαν ακόμα τα κλειδιά μου και μπορούσαν ακόμα να με ελέγχουν.
Εάν όμως δεν είχα συναντήσει τους λάθος για μένα ανθρώπους πως θα ήξερα τώρα που θα βάλω τα φράγματα στο χωράφι μου;
Με ποιους θα γειτνιάσω, ποιους θα απομακρύνω και ποιους θα καλοδεχτώ; Εδώ χρειάστηκε να φανώ γενναιόδωρη, να κάνω χώρο, να συγχωρέσω, να προσπεράσω, και να πάρω πίσω όλη αυτή τη δέσμευση ενέργειας.
Να πάρω πίσω, δηλαδή, τα κλειδιά μου.
Πως θα γύρευα, όμως, τα κλειδιά μου αν δεν έβαζα τα δικά μου παπούτσια;
Γιατί με τα ξένα πόσο μακριά μπορείς να πας; Τα πόδια μου ήταν γεμάτα πληγές από όλα τα ξένα υποδήματα που είχα βάλει κατά καιρούς. Είχα πιαστεί κορόιδο, αφού ακόμα και ξυπόλητη θα πήγαινα πιο μακριά…
Είχα απορροφήσει σαν σφουγγάρι συναισθήματα άλλων και είχα δεχτεί με μια αυτόματη και άκριτη διαδικασία πεποιθήσεις άλλων. Τώρα όμως είχε έρθει η ώρα της διάκρισης.
Ποια είμαι, τι θέλω, τι με αντιπροσωπεύει και τι με εξυπηρετεί; Βοηθός μου και σηματοδότης μου ήταν το σώμα μου και τα συναισθήματα μου.
Ακόμα και η λύπη όταν είναι δική σου και όχι προβολή άλλων γίνεται γαλήνη και συμφιλίωση, εαυτού αγκάλιασμα. Μια πεποίθηση που έχεις ασπαστεί κριτικά γίνεται ολότελα δική σου. Δεν αμύνεσαι, δεν προσπαθείς να την επιβάλεις, δεν επιτίθεσαι, δεν διαφημίζεις. Είναι δική σου, είσαι εσύ και δεν έχεις ανάγκη να αποδείξεις τίποτα και σε κανέναν.
Το χωράφι μου είχε αρχίσει να αδειάζει και αυτό με τρόμαζε.
Είχα συνηθίσει στις τοξίνες και ξαφνικά όλο αυτό το οξυγόνο ….. άβολο. Είχα συναναστραφεί με πολλούς τοξικούς ανθρώπους και πολύ συχνά είχα υπάρξει και εγώ. Δύσκολα βάζεις όρια στη δική σου τοξικότητα πόσο μάλλον στους άλλους.
Παίζουν το ρόλο του θύματος, τον καημένο, έχουν ένα μόνιμο παράπονο παρέα με μια γκρίνια στη φωνή. Τους φταίει η βροχή, η ζέστη, οι γείτονες, οι γονείς, όλοι και φυσικά και εσύ.
Όλοι φταίνε και πρέπει να νιώσουν ενοχές, γιατί αν δεν νιώσουν οι άλλοι ενοχές, τότε ποιος; Οι ίδιοι;
Τους φαίνεται αδιανόητο κάτι τέτοιο.... Γιατί αυτό σημαίνει ανάληψη ευθυνών, απέναντι στον εαυτό σου, στους άλλους, αλλά και στην ίδια τη ζωή.
Η ανάληψη της ευθύνης σου όμως σε καθιστά δημιουργό. Το παιχνίδι που παίζουν συνειδητά ή ασυνείδητα έχει μόνο ένα στόχο, το κέρδος ενέργειας. Αποφάσισα πως κανένας δεν θέλω να ξεφορτώσει τα σκουπίδια του στο χωράφι μου και φυσικά παίρνω το τιμόνι της ζωής μου και γίνομαι δημιουργός.
Πήρα τα κλειδιά μου, έβαλα τα παπούτσια μου και μπήκα πρώτη και καλύτερη στο χωράφι μου.
«Ο κεντρικός χώρος θα είναι μόνο του αφεντικού», είπα μέσα μου, με λίγο εγωκεντρισμό. «Εμένα θα βάλω μέσα, εμένα ολόκληρη, εμένα δημιουργό, εμένα να ζω, εμένα και τα εσωτερικά μου θέλω, με τους ανθρώπους της ψυχής μου, με τις επιλογές μου, με τα λάθη μου, με τις αδυναμίες μου και αν η περιφέρεια αλλάξει στο βίωμα αυτού του όμορφου ταξιδιού, με απώλειες, συναντήσεις, επιλογές, λάθη, εγώ θα είμαι εδώ…..ολόκληρη»
Ελένη. Α. Πάσχου
Photo: Author/Depositphotos