Σελίδες

Friday, 25 February 2022

Η εμπειρία αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τα συναισθήματα

Επειδή οι άνθρωποι βιώνουν τις ίδιες συγκινήσεις σε όλες τις γλώσσες και τους πολιτισμούς, οι ψυχολόγοι από καιρό έχουν υποψιαστεί ότι η δυνατότητα ενός προσώπου να αντιληφθεί τις βασικές συγκινήσεις της ζωής είναι έμφυτη.
Εντούτοις, μια νέα μελέτη που πολύ πρόσφατα δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Science προτείνει ότι η εμπειρία μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τα αισθήματα. 
Ο επικεφαλής της μελέτης ψυχολόγος Seth Pollak από το πανεπιστήμιο Wisconsin-Madison, μελέτησε τον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά ταξινομούν την έκφραση του προσώπου ως ευτυχή, λυπημένη ή έντρομη βασιζόμενα σε μια ιδιαίτερη συναισθηματική εμπειρία, τη σωματική κακοποίηση. 
Μελετώντας τα παιδιά που είχαν κακοποιηθεί, μπορεί κανείς να εξετάσει ταυτόχρονα τα αποτελέσματα της άτυπης εμπειρίας στον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά αντιλαμβάνονται τα αισθήματα και να προσδιορίσουν ενδεχομένως τις νέες παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα κακοποιημένα παιδιά να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα τα προκύπτοντα προβλήματα συμπεριφοράς.

Για αυτήν τη μελέτη, ο Dr. Pollak προσκάλεσε κακοποιημένα και μη, παιδιά ηλικίας 8 έως 10 ετών, στο ερευνητικό εργαστήριο του. Εκεί, έπαιξαν στον υπολογιστή "παιχνίδια" που παρουσίαζαν ψηφιακές φωτογραφίες εκφράσεων του προσώπου, που κυμαίνοντας από ευτυχία έως τρόμο, ευτυχία έως λύπη, τρόμο έως λύπη. 
Ενώ μερικά από τα πρόσωπα εξέφρασαν ένα μόνο συναίσθημα, τα πιο πολλά ήταν μίγματα δύο συναισθημάτων. 
Σε ένα από τα παιχνίδια, τα παιδιά είδαν ένα πρόσωπο και έπρεπε να επιλέξουν ποιο συναίσθημα εξέφραζε πιο πολύ. 
Επειδή πολλές εικόνες ήταν μια σύνθεση συναισθημάτων η μελέτη αυτή επέτρεψε στους ερευνητές να καθορίσουν πώς τα παιδιά αντιλήφθηκαν τις διαφορετικές εκφράσεις. Ο Dr. Pollak, μαζί με το συνάδελφο του Doris Kistler από το κέντρο Waisman, ένα εθνικό κέντρο ειδικό στην προώθηση της γνώσης για την ανθρώπινη ανάπτυξη, διαπίστωσε ότι οι δύο ομάδες παιδιών ταξινόμησαν τις συναισθηματικές εκφράσεις διαφορετικά. 
Ενώ και τα κακοποιημένα και τα μη κακοποιημένα παιδιά αποκρίθηκαν γενικά με τον ίδιο τρόπο στις εκφράσεις που απεικόνιζαν συνήθως ευτυχία, θλίψη ή φόβο, τα κακομεταχειρισμένα παιδιά προσδιόρισαν περισσότερα πρόσωπα ως θυμωμένα παρά ως έντρομα ή λυπημένα. 
Ακόμα κι αν μια έκφραση εμφάνιζε, παραδείγματος χάριν, 60% φόβο και 40% θυμό τα κακομεταχειρισμένα παιδιά θα επέλεγαν το τελευταίο συναίσθημα.
Δεν υπάρχουν διαφορές στο πώς τα παιδιά αναγνωρίζουν τις εικόνες των προσώπων, αλλά στο πώς ταξινομούν τα πρόσωπα. Τα κακοποιημένα παιδιά ήταν πιο ευαίσθητα στο θυμό. 
Η εμπειρία μπορεί να μετατοπίσει το όριο που θέτει ένας άνθρωπος ως προς ένα συναίσθημα και αυτή η ιδέα έρχεται σε αντίθεση με τη θεωρία ότι τα όρια των συναισθημάτων είναι έμφυτα. 
Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται σε συμφωνία με παλαιότερες μελέτες του Dr. Pollak, κατά τις οποίες κακοποιημένα παιδιά εμφάνιζαν μεγαλύτερη ηλεκτρική δραστηριότητα στον εγκέφαλο τους σε σχέση με τα μη κακοποιημένα όταν έβλεπαν θυμωμένα πρόσωπα, ήταν δηλαδή πιο ευαισθητοποιημένα σε αυτό το συναίσθημα λόγω της εμπειρίας τους.
 

Αυτό βέβαια σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι πλεονέκτημα, για παράδειγμα σε ένα απειλητικό περιβάλλον και σε άλλες μειονέκτημα. Θα μπορούσε να οδηγήσει αυτά τα παιδιά σε ανάρμοστες αντιδράσεις εάν παρεξηγήσουν μια κοινωνική συμπεριφορά. 
Η ομάδα του Pollak αποσκοπεί επίσης στην ανακάλυψη των νευρολογικών προεκτάσεων αυτής της αντίδρασης, αλλά και στην αναζήτηση τρόπων με τους οποίους τα κακοποιημένα παιδιά μπορούν να μάθουν να ανταποκρίνονται καλύτερα στο κοινωνικό περιβάλλον.

No comments:

Post a Comment