Σελίδες

Monday, 25 December 2006

Καλικάντζαροι (Καρκατζούλια ή Σκαρκατζούλια)

Είναι δαιμονικά όντα, που κατά τη λαϊκή αντίληψη, έρχονται στη γη και ενοχλούν κατά τις νύχτες τους ανθρώπους, από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Θεοφάνεια.
Οι καλικαντζαραίοι, έρχονται από κάτω από τη γη, όπου ολόκληρο το χρόνο, προσπαθούν με τσεκούρι, πριόνια κ.λ.π. να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη.
Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει μείνει πολύ λίγο ακόμα, αλλά τότε έρχονται τα Χριστούγεννα και λένε "χάιστε να πάμε πάνω στη γη και θα πέσει μοναχό του".
Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο ολάκερο, ακέραιο, άκοπο.
Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και όλο απ'την αρχή. Καθένας από τους καλικαντζαραίους έχει κι απ'ένα κουσούρι.
Κουτσοί, στραβοί, μονόματοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβοχέρηδες, ξεπλατισμένοι. Κοντολογής, όλα τα κουσούρια τα βρίσκεις πάνω τους. Επίσης, μεταξύ τους είναι διχόγνωμοι, φιλόνεικοι και έτσι δεν μπορούν να κάνουν μέχρι το τέλος καμιά δουλειά κι όλα τα αφήνουν στη μέση, γι' αυτό δεν μπορούν να κάνουν κακό και στους ανθρώπους, αν και έχουν μεγάλη επιθυμία.
Οι καλικάντζαροι είναι μαυριδεροί, με κόκκινα μάτια, τραγίσια πόδια, χέρια σαν της μαϊμούς και με τριχωτό όλο τους το σώμα.
Την παραμονή των Χριστουγέννων, έρχονται απ'έξω απ'το χωριό και περιμένουν να σμίξει η μέρα με τη νύχτα για να μπουν μέσα.
Είναι κακά και πονηρά όντα, μα δεν μπορούν να βλάψουν τους ανθρώπους, γιαυτό και οι γυναίκες ακόμα τα περιπαίξουν και τα βρίζουν και τα λεν σταχτοπόδηδες, σταχτιάδες, κατουρλήδες κ.λ.π. Ερχονται τις νύχτες του δωδεκαήμερου και μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γιαυτό και τα τζάκια εκείνες τις μέρες είναι αναμένα και έχουν πολύ φωτιά, γιατί τη φωτιά τα σκαρκατσούλια τη φοβούνται πολύ.
Αν καμιά φορά μπει κάποιο σκαρκατζούλι στο σπίτι οι νοικοκυρές το κυνηγάνε με πυρωμένα δαυλιά. Λένε πως μερικοί από τους καλικάντζαρους έχουν στη ράχη τους από φυσικού τους μια κούνια αγκαθερή και σ'αυτήν βάνουν όσα παιδιά αρπάζουν και τα κουνούν για να ματώνουν τα παιδιά απ' τ 'αγκάθια και να πίνουν αυτοί το αίμα.
Συνήθως δεν αφήνουν μαλλί πάνω στη ρόκα οι νοικοκυρές αυτές τις μέρες, γιατί οι κατουρλήδες, έρχονται και προσπαθούν να γνέσουν κι αυτοί, το στρίβουν το πετάνε, το, μπερδεύουν κι έτσι το μαλλί είναι για πέταμα.
Αλλοίμονο σε κείνον που θα πρέπει να βγει τη νύχτα και να πάει σε μακρινή δουλειά κυρίως έξω απ'το χωριό. Τα πνεύματα αυτά παρουσιάζονται μπροστά του με διάφορες μορφές για να τον εκφοβίσουν ή να τον βλάψουν παντοιοτρόπως. Οταν έψηναν τηγανίτες ή άλλα σκευάσματα στο τηγάνι από αλεύρι (πλαστά), οι καλικάντζαροι ανέβαιναν στην καπνοδόχο και άπλωναν το χέρι τους ως κάτω στην εστία (γιατί μπορούσαν να απλώνουν και να μακραίνουν τα χέρια τους και τα πόδια τους όσο ήθελαν) και ζητούσαν ή βουτούσαν ότι υηήρχε στο τηγάνι ή στη θράκα.
Αλλά η πιο προσφιλής τροφή για τους καλικάντζαρους ήταν το χοιρινό κρέας και κυρίως το παστό του (το πάχος), το οποίο όταν ψηνόταν και έπεφτε στην ανθρακιά, σκορπούσε μια πολύ ευώδη και πολύ ευάρεστη κνίσσα.Γι' αυτό οι νοικοκυραίοι εδώ στο χωριό, σκέπαζαν το χοιρινό με σπαραγγιά.
Το σπαράγγι όταν είναι βλαρό είναι πολύ νόστιμο και τρώγεται, όταν όμως παλιουρώσει γίνεται πολύ σκληρός αγκαθωτός θάμνος και γι' αυτό σκέπαζαν μ'αυτές το χοιρινό για να μην πλησιάζουν οι καλικάντζαροι.
Με σπαράγγια επίσης σκέπαζαν και τα λουκάνικα και οτιδήποτε είχαν ετοιμάσει που είχε σαν πρώτη ύλη το χοιρινό.Του "Σταυρού" που περνούσε ο Παπάς και Αγίαζε τα σπίτια οι καλικάντζαροι, όπου φύγει-φύγει.
Φεύγετε να φεύγουμεέ
φτασ' ό τουρλόπαπας
με την αγιστούρα του (αγιαστήρα)
Ο παπάς με αγιασμό
οι χωριανοί με το "θερμό"
Με την αναχώρηση των καλικάντζαρων, η στάχτη από το τζάκι μαζεύεται και το τζάκι καθαρίζεται. Η στάχτη πετιέται σε μέρος που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κανένα λόγο (αλυσίβα, λίπασμα κ.λ.π.)
Επίσης καθαρίζονται και τα κόπρια των ζώων από τα κατώγια και οι άνθρωποι πλένονται, το εικονοστάσι καθαρίζεται, αλλάζει το νερό στο καντήλι κ.λ.π. γιατί οι σταχτοπάτηδες πέρα από τα προβλήματα που έχουν προξενήσει στους νοικοκυραίους έχουν μαγαρίσει και όλους τους χώρους, γι' αυτό τους λέμε και κατουρλήδες.

No comments:

Post a Comment