Από διάφορες συζητήσεις
ανακαλύπτουμε πως δεν σταματούσαμε τα μπουσουλητά, τα χάχανα και τα
παιχνίδια. Πού είναι τα δικά μας επιχειρήματα για εμπειρίες που μας
αφορούν, και γιατί δεν μπορούμε να ανακαλέσουμε με τίποτα, βιώματα της
βρεφικής και πρώιμης νηπιακής ηλικίας;
Βγάζαμε άναρθρους ήχους,
ξεσπούσαμε σε γοερά κλάματα, στεκόμασταν στα πόδια μας λίγο πριν πέσουμε
και πάλι κάτω, όντας πρώτοι σε σκανταλιές και ανεξίτηλες μουτζούρες σε
σπίτια γνωστών αγνώστων. Παρότι πρωταγωνιστές, γιατί δεν θυμόμαστε
τίποτε απ' όλα αυτά;
Όσο και αν αρκούμαστε στην αφήγηση μίας πρώτης
εμπειρίας, ξέρουμε πως δεν θα ξεπεράσει ποτέ την αίγλη μίας προσωπικής
ανάμνησης.
Ποια νοητή γραμμή διαχωρίζει άραγε, τα τρία- τέσσερα
πρώτα χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου από τον υπόλοιπο βίο του; Ακόμη και
εάν προσπαθήσουμε τώρα να θυμηθούμε κάποιο πρώιμο βίωμα, θα
παρατηρήσουμε ότι είναι σχεδόν αδύνατο να το επαναφέρουμε στη μνήμη μας.
Το φαινόμενο δεν στηρίζεται, σύμφωνα με τους επιστήμονες, σε πλήρη
απουσία της μνήμης, αλλά χαρακτηρίζεται από μία σχετική έλλειψη.
Αυτό
σημαίνει πως ένα παιδί σε οποιαδήποτε ηλικία είναι ικανό να αποθηκεύει
και να ανακαλεί πληροφορίες, που ενδέχεται να επηρεάσουν σε ασυνείδητο
επίπεδο την ενηλικίωσή του, παρόλο που σε μεγάλη ηλικία καμία παλιά
ανάμνηση δεν μπορεί να επιστρέψει ως υπαρκτό βίωμα. Πολλοί ονομάζουν το
φαινόμενο “παιδική αμνησία”. Παρόλο που έχει πραγματοποιηθεί πλήθος
ερευνών πάνω στο θέμα, ποιες θεωρίες γίνονται πιο αποδεκτές.
Ο
Sigmund Freud ήταν ο πρώτος υποστηρικτής αυτής της ονομασίας, καθώς
είχε παρατηρήσει πως ως ενήλικες δεν θυμόμαστε γεγονότα που συνέβησαν
κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής μας.
Εκείνο που ουσιαστικά πίστευε ήταν
πως οι μνήμες των πρώτων ετών καταστέλλονται επειδή είναι τραυματικές. Η
θέση του ωστόσο, αφήνει ανεξήγητο το γιατί δεν θυμόμαστε τουλάχιστον
μέρος από τις ευχάριστες εμπειρίες μας. Παρότι θεωρείται παρωχημένη και
αρκετά αμφιλεγόμενη, η φροϋδική ερμηνεία αποτέλεσε την πρώτη
ολοκληρωμένη επιστημονική απόπειρα επί του θέματος.
Υποστηρίζεται
ότι οι πρώτες μνήμες ξεθωριάζουν από την ηλικία των επτά ετών. Πολλοί
είναι οι ερευνητές που θεωρούν ότι τα μωρά δεν έχουν επαρκώς ανεπτυγμένο
το νευρικό τους σύστημα, ώστε να έχουν αυτοβιογραφική μνήμη. Το μυαλό
του νηπίου δεν είναι αρκετά ώριμο διανοητικά σύμφωνα με αυτή την θέση,
για να μπορεί να ανακαλεί πρώιμες μνήμες. Τα μέρη του εγκεφάλου που
σχετίζονται με την αυτοβιογραφική συνειδητή μνήμη, όπως ο Ιππόκαμπος και
ο Προμετωπιαίος Λωβός, δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένα πριν το 3ο ή 4ο
έτος.
Πέρα
από την βιολογική επεξήγηση, η ελλιπής γλωσσική ανάπτυξη των νηπίων
είναι ένας ακόμη λόγος που εξηγεί την παιδική αμνησία. Ένα παιδί,
σύμφωνα με αυτή την άποψη, δεν διαθέτει την κατάλληλη γλωσσική ικανότητα
να κωδικοποιήσει αυτοβιογραφικές μνήμες με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί
να τις αποκωδικοποιήσει μετέπειτα ως ενήλικας. Άλλωστε, σύμφωνα με
έρευνες, από το 5ο έτος και μετά η ομιλία του παιδιού πλησιάζει την
ομιλία των ενηλίκων. Ένα ιδιαίτερα πρωτότυπο πείραμα πάνω σε αυτή την
λογική, πραγματοποιήθηκε από τις ερευνήτριες Simcock & Hayne στο
Πανεπιστήμιο του Otago το 2002.
Οι μελετητές δημιούργησαν ένα
εντυπωσιακό και αξιομνημόνευτο παιχνίδι για νήπια ηλικίας, μέχρι τριών
ετών. Μία μαγική μηχανή συρρίκνωσης αντικειμένων ήταν το μεγάλο μηχάνημα
με εντυπωσιακούς μοχλούς και κουμπιά που τα παιδιά έπρεπε να μάθουν να
χρησιμοποιούν. Το ενδιαφέρον είναι πως...