Σελίδες

Tuesday, 22 November 2016

Συναισθηματική Κακοποίηση: Οι επιπτώσεις της

Ένας άνθρωπος βιώνει συναισθηματική κακοποίηση σε σχέσεις, συνεργασίες, καταστάσεις, όταν τα συναισθήματά του ελέγχονται, η επιθυμία του υποβάλλεται, η βούλησή του υποδουλώνεται, οι αξίες και οι αρχές του υποσκάπτονται.
Η σκέψη του αιχμαλωτίζεται, το δικαίωμα στην ελευθερία του παρεμποδίζεται, οπότε δεν μπορεί να λειτουργήσει αυτόβουλα, γιατί νιώθει φυλακισμένος μιας απαξίωσης που ροκανίζει αλύπητα τις δυνάμεις του. 
Ανήμπορος να διαχειριστεί την κατάσταση, που ο αντίκτυπός της εξαπλώνεται σε ολόκληρο το είναι του και τον ακινητοποιεί, χάνεται στους δαιδαλώδεις δρόμους του πόνου και κάθε προσπάθεια να αναζητήσει την έξοδο που θα τον βγάλει από το τούνελ τού φαίνεται μάταιη.
💔💔💔💔💔💔 


💔💔💔💔💔💔 
Δυσάρεστα συναισθήματα αναμοχλεύονται με αστραπιαίο ρυθμό στον ψυχικό του κόσμο και η τοξίνη τους τον ακρωτηριάζει ψυχικά. Η θλίψη και η ενοχή τον καθιστούν ανήμπορο να πράξει, να κινήσει τα νήματα της ζωής του. 
Κι όσο βυθίζεται σε αυτήν την παθητικότητα, βουλιάζει σε μια απόγνωση και του είναι όλο και πιο δύσκολο να αναζητήσει την όχθη που θα τον λυτρώσει. 
Σαν να εθίζεται σε αυτήν, την υιοθετεί, γίνεται δέρμα του, πορεύεται με αυτήν και για να την αντέξει, αποκόπτει τους δεσμούς του με οτιδήποτε αποπνέει θετικά συναισθήματα, γιατί, ό,τι είναι παράταιρο με αυτό που βιώνει, του προκαλεί ψυχικούς κλυδωνισμούς, που του προκαλούν μεγαλύτερη ανασφάλεια από αυτή που αισθάνεται.

Βλέποντας αξιόλογους ανθρώπους, που, παρότι υποφέρουν, καταφέρνουν να διατηρήσουν την ανθρωπιά τους και τα ιδεώδη τους αλώβητα και οι οποίοι μπορεί να τα έχουν καταφέρει σε άλλους τομείς της ζωής τους, αδυνατούν όμως να ξεφύγουν από δυσχερείς καταστάσεις, αρχικά είναι πάρα πολύ δύσκολο να κατανοήσουμε τη στάση τους και να καταλάβουμε, γιατί παραμένουν σε συνθήκες που ενώ τους προκαλούν απόγνωση, δεν αναζητούν διέξοδο.
Οι άνθρωποι που είναι θύματα κακοποίησης μοιάζουν με μαριονέτες χωρίς νήματα, όπου λες και περιμένουν από κάποιον να τα κινήσει, για να μπορούν να επιτελέσουν την χορογραφία. Η μακροχρόνια παραμονή σε μια τέτοια κατάσταση τους καθιστά αβοήθητους, γιατί το αίσθημα της απαξίωσης διαποτίζει την ψυχή τους. 
Η θυματοποίηση γίνεται νόσημα που ασθενεί τους μυς της ψυχής τους και δεν μπορούν να συγκρατήσουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους.
Νιώθουν παγιδευμένοι στη διαμελισμένη τους εικόνα, αδυνατούν να συνθέσουν το παζλ του εαυτού τους και να δουν σε εκείνους την ενότητα εκείνη, που θα τους κάνει να πιστέψουν στην αξία τους, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τα ψυχικά αδιέξοδα, στα οποία τους έχει φέρει η κατάσταση που ζουν.
Η βία έχει μια αρνητική δυναμική, όπου εξουσιάζει εκείνους που την υφίστανται και τους παγιδεύει αλλοτριώνοντάς τους, έτσι ώστε δεν μπορούν να έρθουν σε επαφή με την αλήθεια τους και να δράσουν προς όφελός τους. Πολλές φορές διαδραματίζονται γεγονότα στη ζωή τους, που τα παρατηρούν σαν απλοί θεατές. Εκτυλίσσονται μπροστά τους και ενώ οι ίδιοι παίζουν ενεργό ρόλο, χάνονται από τη σκηνή, δεν θυμούνται αυτό που βίωσαν ή δεν είναι σίγουροι για αυτό που έγινε.
«Με κακοποιούσαν αλλά δεν το ένιωθα. Ήταν σαν το πνεύμα μου να είχε αποδράσει και να μην ήμουν εκεί.» 
Καταφεύγουν στην άρνηση για να μπορούν να αντέξουν την παραμονή τους σε καταστάσεις, που δεν μπορούν να απεμπλακούν συναισθηματικά από αυτές. Φαντασιώνονται μια άλλη πραγματικότητα ωραιοποιημένη και έτσι ξεγλιστρούν από το αίσθημα ασχήμιας που θα νιώσουν, αν έρθουν σε επαφή με αυτό που ζουν. Σε πιο δύσκολες περιπτώσεις, όπου η κακοποίηση είναι παρατεταμένη ή υπόγεια, καλυμμένη δηλαδή από ένα μανδύα προσποίησης, νιώθουν διχασμένοι στην ιδέα να αντιδράσουν. Γλιστρούν σ’ ένα τούνελ φόβου και ο φόβος κάποιες φορές γίνεται τρόμος που τους παραλύει.
Μια ιστορία μιλά για δυο ζωάκια που έπεσαν σε ένα πηγάδι και ενώ το ένα αφέθηκε στη μοίρα του ώσπου πέθανε τελικά, γιατί το θεώρησε μάταιο να κάνει την παραμικρή κίνηση για να βοηθηθεί, το άλλο όμως πάλεψε μέχρι την άλλη μέρα ώσπου τελικά σώθηκε.
Κάποιοι άνθρωποι λοιπόν, εγκλωβισμένοι σε ένα φαύλο κύκλο επανάληψης, ταυτίζονται με τους θύτες τους και δικαιολογώντας τις πράξεις τους γίνονται κακοποιητικοί προς τους άλλους. Ενοχοποιούν ανθρώπους και καταστάσεις, πιστεύοντας ότι εκείνοι ευθύνονται για αυτό που νιώθουν, μεταθέτοντας την οργή τους σε εκείνους.
Υποτιμούν οτιδήποτε αποπνέει κάτι θετικό, προβάλλοντας αλλού την απαξίωση που νιώθουν για τον εαυτό τους, πιστεύοντας πως δεν φταίει ο θύτης τους, αλλά ότι υφίστανται μια συμπεριφορά που αξίζουν. Εξιδανικεύουν τη βία, ενώ μεταφέρουν την δυσαρέσκεια που αισθάνονται αλλού, που δεν απειλούνται από την εγκατάλειψη ή την τιμωρία, αν αντιπαρατεθούν.
Άλλοι ενώνονται αδιαίρετα με τον ρόλο που τους υποβάλλει η κακοποίηση που υφίστανται και ταυτίζονται με την εικόνα που τους προβάλλουν οι κακοποιοί τους. Υποδύονται ρόλους που τους επέβαλαν, παρόλο που δεν τους ανήκουν και υιοθετούν συμπεριφορές ολότελα ξένες προς την αλήθεια τους, οπότε αλλοτριώνονται, ενώ κάποιοι άλλοι μεταθέτουν αλλού τον οίκτο που νιώθουν για τον εαυτό τους, πασχίζοντας για τους ανθρώπους που κακοποιούνται. 
Κάθε φορά δε που έρχονται σε επαφή με το υγιές κομμάτι τους, το οποίο επιθυμεί να συμμαχήσει μαζί τους για μια ουσιαστική απελευθέρωση, εναντιώνονται σε αυτό και επιζητούν από εκείνους, που βιώνουν τις ίδιες δυσκολίες, να γίνουν η απαγορευτική τους συνείδηση, που θα τιμωρήσει την έξοδό τους στην ελευθερία.
Κάθε διαφοροποίηση χρειάζεται πολύ προσωπικό αγώνα για να τα καταφέρουν και βέβαια παραδοχή ότι θα χρειαστεί να δεχτούν απώλειες, που είναι κυρίως κομμάτια εαυτού, με τα οποία είχαν συνηθίσει να ζουν, όσο κι αν τους πονούσαν. Οτιδήποτε αποτελεί τμήμα του εαυτού, ακόμα κι αν η προσάρτησή του έγινε με καταπάτηση και κατοχή, όταν επέλθει αποχωρισμός, προκαλεί οδύνη. 
Συνάμα ο φόβος της μοναξιάς τούς παραλύει, επειδή, εξαιτίας της βίας που υπέστησαν, αισθάνονται τα ψυχικά τους άκρα ακρωτηριασμένα και δεν μπορούν να πιστέψουν ότι μπορούν να πορευτούν μόνοι τους.
Παλινδρομούν λοιπόν σε μια τελματώδη κατάσταση, που εκεί τουλάχιστον τα συναισθήματα είναι γνώριμα και δεν έχουν να αντιμετωπίσουν την ένταση που προκαλεί η αναστάτωση του νέου, του διαφορετικού, που προκαλεί ρήγματα σε ένα συμπαγές τρόπο σκέψης, ο οποίος, όταν καταρρέει, τρομάζει.
Κάποιοι άλλοι, βέβαια, που έχουν μέσα τους υγιείς άμυνες και η κατάσταση που βίωσαν δεν άφησαν να τους εξουθενώσει ή έχουν υγιείς παραστάσεις στις οποίες καταφεύγουν για να σωθούν, καταφέρνουν να κρατήσουν το νήμα και αναλαμβάνουν να βγουν από το λαβύρινθο, παρακάμπτοντας ή και σκοτώνοντας συμβολικά τον Μινώταυρο. 
Είναι οι άνθρωποι που αναζητούν εναγώνια ένα φως και το ακολουθούν, όταν εκείνο εμφανίζεται. Θέλει όμως πάρα πολύ ψυχική δύναμη και ικανότητα αυτογνωσίας για να το αναγνωρίσουν και να μην μπερδευτούν με τις αντανακλάσεις του, νομίζοντας ότι είναι ένα φως εξόδου, αλλά τελικά αποδειχτεί μια επανάληψη του τραύματος που έζησαν.
Συχνά οι άνθρωποι, που στο παρελθόν είχαν υποστεί κακοποίηση, όταν βγαίνουν από αυτό, καταφεύγουν σε ένα νέο περιβάλλον κακοποίησης και επιλέγουν πρόσωπα, που μοιάζουν με τον θύτη τους, επειδή εκείνο που τους κινεί είναι η απαξίωση προς τον εαυτό τους.
Άλλες φορές πάλι, εξαιτίας των φόβων τους, διαστρεβλώνουν την πραγματικότητά τους και φορούν παρόμοιους ρόλους σε άδολα πρόσωπα που εμφανίζονται στο προσκήνιο, αναθέτοντας τους να δραματοποιήσουν το έργο για κείνους. Σαν να υπηρετούν τη θεατρική πράξη ενός δράματος, παίζοντας ένα έργο σε επανάληψη, πιστεύοντας ότι το μόνο που τους αξίζει είναι ο ρόλος του θύματος.
Οι άνθρωποι που έχουν υποστεί κακοποίηση χρειάζονται ψυχοθεραπευτική βοήθεια για να μπορέσουν να πιστέψουν ξανά στον εαυτό τους, να αναζητήσουν το νόημα της ζωής τους, γιατί όταν τα πέπλα της δυστυχίας αρχίζουν να χάνονται από τον ορίζοντα, τότε αυτό που αχνοφέγγει είναι μια ζωή η οποία είχε βυθιστεί στον ψυχικό πόνο.
Μια φορά ένας άνθρωπος διηγήθηκε την εξής ιστορία: 
Όταν ήμουν μικρός, συνήθιζα να φορώ γυαλιά, παρόλο που δεν με εξυπηρετούσαν πλέον, ώσπου μια μέρα έσπασαν και τα αντικατέστησα με άλλα που με βοηθούσαν να βλέπω καθαρά. Όταν λοιπόν ζούσα μια έντονα τραυματική ιστορία, είδα ένα όνειρο που είχε συμβολικό χαρακτήρα. Είδα τον εαυτό μου να φορώ θαμπά γυαλιά, και ενώ ήμουν σχεδόν τυφλός με αυτά, ένιωθα χαρούμενος και το παρέβλεπα.
Δυσκολευόμουν να τα αποχωριστώ, λες και χρειαζόμουν παραμορφωτικούς φακούς, για να με αποτρέψουν από αυτό που δεν ήθελα να δω. Εξυπηρετούσαν την τυφλότητα μου, για να μη βγω από την επώδυνη κατάσταση, στην οποία είχα εθιστεί, όπου νόμιζα πως μου άξιζε να παραμείνω. Το φοβερό ήταν, ότι στο όνειρο ζητούσα από το γιο μου να με βοηθήσει να φορέσω τα γυαλιά με τους ελαττωματικούς φακούς, παρόλο που εκείνος αντιδρούσε σε αυτό.
Μήπως επειδή νομίζω, πως εκείνο που μου αξίζει να έχω από τους άλλους είναι η απαξίωση και η υποτίμηση στο πρόσωπό μου, γίνομαι θύμα, ενώ φτιάχνω ένα θύτη, τον γιο μου, για να συμβάλλει ως ηθικός αυτουργός σε αυτό, ώστε να συνεχίσω να έχω εγώ αυτόν τον ρόλο; 
Ισχυρίζομαι ότι προσπαθώ να βγάλω το δράμα από τη ζωή μου, αλλά δίνω ένα δραματικό ρόλο σε ένα πρόσωπο που δεν φταίει, ώστε να παραμείνω σε αυτήν την δυσχερή κατάσταση από συνήθεια και χωρίς να αναλάβω την ευθύνη να την αλλάξω;


Η ψυχή μας παίζει παιχνίδια και χρειάζεται βοήθεια από μας να την καταλάβουμε, για να μην γίνουν αυτά τα παιγνίδια, δράματα.

Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. 
Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι

No comments:

Post a Comment