Σελίδες

Thursday, 17 August 2017

Η συμπεριφορά των γονέων στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού.

Σχέσεις γονέων και παιδιών

Είναι γνωστό σε όλους μας ότι η οικογένεια είναι πρωτογενής ομάδα, η οποία βρίσκεται μέσα στα όρια του βιολογικού και του κοινωνικού. Η οικογένεια στην εποχή μας είναι μια ομάδα κοινωνική που ταλαντεύεται. Οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις έχουν να κάνουν με τις επιρροές του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος με αντίκτυπο να είναι έντονες και διαβρωτικές. 
Η οικογένεια του παλιού καιρού δεν μοιάζει με την οικογένεια του σημερινού βέβαια ήτανε και τότε μια ομάδα αλλά η ομάδα αυτή είχε άλλο περιεχόμενο ζωής, άλλη σύνθεση και οι πόλοι ήταν διαφορετικοί και ξεκάθαροι. Η παραδοσιακή δομή των οικογενειών έχει αλλάξει. Η οικογένεια συχνά δεν αποτελείται μόνο από τους δύο γονείς με τα παιδιά τους. 
Ένα σημαντικό ποσοστό αποτελείται από μονογονεϊκές οικογένειες, από οικογένειες που έχουν προκύψει από διαζύγια ή χωρισμό των γονιών και άλλες μικτές καταστάσεις όπου διάφορα άτομα επιλέγουν ή καλούνται να ζήσουν μαζί. Όμως τα άτομα αυτά χαρακτηρίζονται από το ότι συμμετέχουν συναισθηματικά και μοιράζονται μια κοινή ζωή, αναλαμβάνοντας παράλληλα από κοινού τις πολλαπλές ευθύνες που έχει η οικογενειακή ζωή. Η οικογενειακή ευτυχία δεν εξαρτάται από το είδος της δομής της. Η δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ των μελών που την αποτελούν, ανεξάρτητα από τους βιολογικούς ή άλλους συσχετισμούς είναι αυτή που καθορίζει την ευτυχία μιας οικογένειας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η κοινωνική τάξη, οι τοπικοί παράγοντες, η τεχνολογική εξέλιξη καθώς και το μορφωτικό περιβάλλον παίζουν επίσης το ρόλο τους. Ειδικότερα, μέσα στους κόλπους της οικογένειας το παιδί μαθαίνει να γνωρίζει τους θεσμούς και τις αξίες της (το γάμο, την οικογένεια, τον περίγυρο, τις οικονομικές ανταλλαγές, κλπ). Η επιθυμία να συμμετέχει σ’ αυτούς τους θεσμούς ή να μένει παράμερα είναι μια ισχυρή δύναμη κινητική και κατευθυντική μέσα στην εξέλιξη της προσωπικότητας.

Αναλυτικότερα στο εσωτερικού του κοινωνικού συστήματος της οικογένειας το παιδί συμμετέχει σε πολλά κοινωνικά φαινόμενα που το καθορίζουν. Είναι για παράδειγμα, η σημασία του να ανήκεις σε μια ομάδα με αμοιβαία προστασία, οι ανταμοιβές που ακολουθούν η μια άρνηση στις προσωπικές επιθυμίες για το καλό του συνόλου της οικογένειας. Συνεπώς η συμβολή των ρόλων και το σύμπλεγμα των ατομικών σχέσεων εισχωρούν στο παιδί μέσα από τη συμπεριφορά της οικογένειας. Σταθερότητα και ασφάλεια έχουν σημασία, για την καλή ανάπτυξη και το χτίσιμο της προσωπικότητας μέσα από το σύνολο παιδί-μητέρα-πατέρα. Πράγματι αυτή η σχέση προσδιορίζεται στην ισορροπία των δύο ενηλίκων γονέων όσον αφορά την προσωπικότητα τους. Φυσιολογικά το παιδί έχει ανάγκη από δύο γονείς, έναν του ιδίου φύλου με τον οποίο θα αποκτήσει την ταυτότητα του και πάνω σε αυτόν θα σχηματίσει τη συμπεριφορά του μέχρι να ενηλικιωθεί, και έναν του αντίθετου φύλου που γίνεται ένα ουσιαστικό συναισθηματικό αντικείμενο, από το οποίο αναζητά την αγάπη και την ταύτιση του με το άλλο φύλο.

Η οικογένεια αποτελεί αναμφίβολα πρωταρχικό παράγοντα στην ανάπτυξη του ατόμου. Είναι το μικρό κοινωνικό κύτταρο μέσα στο οποίο το άτομο κινείται και από όπου θα αποκτήσει την ταυτότητα του. Όλες οι σύγχρονες ψυχολογικές θεωρίες υποστηρίζουν ότι η οικογένεια κατέχει μορφοποιό δύναμη και ότι το οικογενειακό περιβάλλον αποτελεί τον σπουδαιότερο καθοριστικό παράγοντα στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου. Η μορφοποιός αυτή δύναμη φαίνεται ότι βασίζεται στο γεγονός ότι το άτομο παραμένει υπό την άμεση και αποκλειστική σχεδόν επίδραση της οικογένειας για μεγάλο χρονικό διάστημα - περίπου το 1Α της συνολικής διάρκειας της ζωής του - και μάλιστα στα πρώτα στάδια της ατομικής ζωής κατά την οποία ο ψυχικός μηχανισμός είναι εύπλαστος. Πρέπει επιπλέον να τονιστεί ότι οι ισχυροί συναισθηματικοί δεσμοί που δημιουργούνται μέσα στην οικογένεια έχουν ως αποτέλεσμα οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών της να έχουν ένταση και διάρκεια. Μέσα στην οικογένεια οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις είναι μέρος της φυσιολογικής λειτουργίας. Το ζήτημα δεν είναι εάν θα υπάρξουν ή όχι διαμάχες αλλά το πώς θα αντιμετωπιστούν με επιτυχία. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι όταν οι διαφωνίες και διαμάχες επιλυθούν με επιτυχία, τότε η οικογενειακή ζωή εμπλουτίζεται και οι σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας ενισχύονται. Είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί ότι η σχέση ανάμεσα στη συμπεριφορά του παιδιού δεν είναι μονοδρομική, αλλά κυρίως σχέση αλληλεπίδρασης.

Συχνά έχει υποστηριχθεί ότι η σχέση αυτή είναι αιτιώδης και ότι η συμπεριφορά των γονέων είναι το αίτιο και η συμπεριφορά του παιδιού είναι το αποτέλεσμα. Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο καθώς η αιτιώδης αυτή σχέση μπορεί να έχει και αντίστροφη κατεύθυνση, με τη συμπεριφορά του παιδιού να είναι το αίτιο και τις αντιδράσεις των γονέων το αποτέλεσμα. Μέσα σε κάθε οικογένεια υπάρχουν συμμαχίες και αντιπαλότητες. Κάποτε η μητέρα και η κόρη μπορεί να συνασπισθούν εναντίον του πατέρα και του γιου. Κάποτε οι δύο γονείς μπορεί να ενωθούν εναντίον του ενός από τα παιδία τους για ένα συγκεκριμένο ζήτημα. Όμως μέσα σε μια υγιή οικογένεια οι συμμαχίες αυτές δεν είναι σταθερές και αμετακίνητες αλλά μεταβάλλονται ανάλογα με τις καταστάσεις που προκύπτουν. Εάν οι συμμαχίες αυτές μεταξύ ορισμένων μελών της οικογένειας καταστούν πάγιες και μακροχρόνιες, ανεξάρτητα από το είδος των προβλημάτων που προκύπτουν, τότε είναι πιθανόν να δημιουργηθούν δυσλειτουργίες στην οικογένεια, οι οποίες μακροχρόνια θα έχουν κακές επιπτώσεις. 

Έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει συνάφεια ανάμεσα στην συμπεριφορά των γονέων και στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού.

Πιο συγκεκριμένα, οι γονείς που συνδυάζουν στοργή και αυτονομία, δείχνουν ελεύθερα και περισσότερο έκδηλα την αγάπη τους στο παιδί. 
Χρησιμοποιούν διαλεκτικό - εξατομικευμένο τρόπο στη χειραγώγηση του, αναγνωρίζοντας του δικαιώματα και δείχνοντας σεβασμό στην ατομικότητα του, τις ιδιαίτερες προτιμήσεις τους και τα ενδιαφέροντα του. Αυτοί οι γονείς έχουν κατά κανόνα παιδιά με συναισθηματική σταθερότητα, κοινωνικότητα, φιλική διάθεση, έφεση για μάθηση, υψηλή επίδοση, ενισχυμένο αυτοσυναίσθημα, δημιουργικότητα και συνεργατικότητα.

Οι γονείς που συνδυάζουν στοργή και έλεγχο είναι υπερπροστατευτικοί. 
Τα παιδιά τους συνήθως δείχνουν τυραννική συμπεριφορά, εγωιστική στάση, εγωκεντρική διάθεση, περιορισμένες κοινωνικές επαφές, εξάρτηση και κοινωνική ανασφάλεια.

Οι γονείς που συνδυάζουν αυτονομία και εχθρότητα είναι συνήθως οι αδιάφοροι γονείς. 
Τα παιδιά τους προσανατολίζονται και ταυτίζονται με τις ομάδες των συνομηλίκων, γι’ αυτό και η συμπεριφορά τους και η σταδιοδρομία τους κρίνονται από το είδος της ομάδας που τελικά θα ενταχθούν.

Οι γονείς, τέλος, που συνδυάζουν εχθρότητα και αυστηρό έλεγχο είναι οι σκληροί, βίαιοι γονείς. 
Τα παιδιά τους αναπτύσσουν συναισθήματα πικρίας, αποστροφή προς τους άλλους και επιθετικότητα. Άλλοτε δείχνουν εξάρτηση συμμόρφωση και υποκριτική στάση και άλλοτε έκδηλη εχθρότητα και εγκληματικότητα. «Ιδανικοί» λοιπόν γονείς θεωρούνται εκείνοι που δείχνουν στοργή, ενθαρρύνουν αυτονομία και την αυτάρκεια του παιδιού και απαιτούν από εκείνο ώριμη συμπεριφορά. Η συμπεριφορά των γονιών είναι ένας από τους ψυχολογικούς παράγοντες που διαμορφώνουν το ψυχολογικό κλίμα της οικογένειας. Στη διαμόρφωση του τελευταίου συμβάλλουν και άλλοι ψυχολογικοί παράγοντες, όπως η προσωπικότητα των γονέων και οι ενδοοικογενειακές σχέσεις, αλλά και κοινωνιολογικοί παράγοντες, όπως η σύνθεση της οικογένειας, η σειρά γέννησης του παιδιού, και το μορφωτικό -οικονομικό επίπεδο των γονέων.

Όπως τονίστηκε και στην αρχή, η οικογένεια έχει μορφοποιό δύναμη. Το πώς θα χρησιμοποιηθεί αυτή η δύναμη και ποια θα είναι τα αποτελέσματα της είναι ένα τεράστιο ζήτημα το οποίο έχει μελετηθεί στο παρελθόν και συνεχίζει να μελετάται στο παρόν και σίγουρα και στο μέλλον. Υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες που επηρεάζουν το αποτέλεσμα αυτής της δύναμης της οικογένειας, τα παραπάνω αγγίξανε μόνο ένα μικρό κομμάτι αυτού του θέματος.

Σε κάθε περίπτωση η μελέτη της οικογένειας, και των επιδράσεων της θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν τις κοινωνικές -οικονομικές συνθήκες της κοινωνίας μέσα στην οποία η οικογένεια ζει και αναπτύσσεται.

Ένα από τα βασικά ερωτήματα που θα πρέπει να θέσουμε στους εαυτούς μας, είναι το κατά πόσο η οικογένεια μας, λειτουργεί κανονικά ή όχι. Η απάντηση δεν είναι εύκολη, ούτε απλή. Ορισμένα χαρακτηριστικά συσχετίζονται κατά γενικό κανόνα με μια ομαλή και καλή λειτουργία της οικογένειας. Τέτοια χαρακτηριστικά είναι η αγάπη, η φροντίδα, η υποστήριξη, το αίσθημα ασφάλειας, η ανοιχτή επικοινωνία, η εκτίμηση και ο σεβασμός σε κάθε μέλος της οικογένειας, η ιδιαίτερη σημασία για την αξία του κάθε ατόμου είναι ενδείξεις της καλής λειτουργικότητας της οικογένειας. Πιο συγκεκριμένα, η εξατομικευμένη προσέγγιση για το κάθε παιδί είναι ένας τρόπος επικοινωνίας και επίλυσης προβλημάτων καθώς το κάθε παιδί έχει το δικό του χαρακτήρα και ιδιοσυγκρασία. Είναι σημαντικό για τους γονείς, να εξατομικεύουν τις σχέσεις τους με το κάθε παιδί τους και να ενδυναμώνουν τα καλά και ισχυρά σημεία του χαρακτήρα του καθενός. Υπάρχει σήμερα ένα χάσμα επικοινωνίας ανάμεσα στα παιδιά και τους γονείς οπότε η επικοινωνία που χαρακτηρίζεται από κατανόηση, αγάπη και υπομονή είναι ευεργετική για τα παιδιά και τους γονείς. Η θετική επικοινωνία πρέπει να είναι αμφίδρομη και να υπάρχει μεταξύ όλων των ατόμων που απαρτίζουν μια οικογένεια. Μιλώντας με ειλικρίνεια, ακούγοντας προσεχτικά και υπομονετικά, είναι η αρχή μιας εποικοδομητικής επικοινωνίας. Η έκφραση αγάπης με λόγια και δίνοντας χρόνο, επιτρέπουν τη δημιουργία θετικού κλίματος. Επίσης η ανταλλαγή σκέψεων και απόψεων, χωρίς κριτική διάθεση, συμβάλλουν στην αποφυγή δημιουργίας έντασης.

Κανένα παιδί δεν είναι πολύ μικρό για να του μιλήσουμε με κατανόηση και λογική. Ακόμα κι αν δεν είναι σε θέση να καταλάβει όλους τους λόγους, θα νιώσει τουλάχιστον πως το σέβονται. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό.

Ο σεβασμός και η αλληλοεκτίμηση είναι απαραίτητα στοιχεία στην επικοινωνία. Οι βιολογικοί δεσμοί από μόνοι τους δεν είναι αρκετοί για τη δημιουργία και διατήρηση καλών σχέσεων που χαρακτηρίζουν την ευτυχισμένη οικογένεια. Έχουμε την ανάγκη να σεβόμαστε τον εαυτό μας και τους άλλους. Αυτό σημαίνει πως από τη μια μεριά δεν καταπιέζουμε τις επιθυμίες ή τα συναισθήματα μας και από την άλλη δεν καταπιέζουμε τον άλλον. Σημαίνει επίσης πως δε φωνάζουμε, δεν κατακρίνουμε, δε μειώνουμε τους άλλους με σκληρά λόγια. Ούτε σε μας άλλωστε θα άρεσε να μας μιλούν μ' αυτόν τον τρόπο. Τα παιδιά είναι ακόμα πιο ευαίσθητα και ευάλωτα στις φωνές και τα σκληρά λόγια. Η εικόνα του εαυτού τους και το αίσθημα της ασφάλειας τους υπονομεύονται σοβαρά. Ο σεβασμός γεννά σεβασμό. Ο γονιός που δείχνει σεβασμό στο παιδί του από τα πρώτα του χρόνια και του μιλά σαν σε ίσο, θ' ανακαλύψει πως και το παιδί θ' ανταποκριθεί με τον ίδιο τρόπο αργότερα. Ο γονιός που κατακρίνει, κατηγορεί, πληγώνει ή μειώνει το παιδί του, συχνά θα αντιμετωπίσει την ίδια έλλειψη σεβασμού απ' αυτό, όταν το παιδί θα φτάσει στην εφηβεία του.

Δυστυχώς οι πιέσεις της σύγχρονης ξέφρενης ζωής, επηρεάζουν αρνητικά τη ζωή της οικογένειας σαν σύνολο. Σε μερικές περιπτώσεις, ορισμένες οικογένειες είναι ένα σύνολο από άτομα που ζουν ο καθένας τη δική του ξεχωριστή ζωή χωρίς να υπάρχουν πολλές αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους. Στη σύγχρονη εποχή, δουλεύουν και οι δύο γονείς σε εξίσου πολύωρα επαγγέλματα παραμελώντας την οικογενειακή εστία καθώς γυρίζουν αργά από τις δουλειές τους μη έχοντας όρεξη να ασχοληθούν με τα παιδιά τους. Τα παιδιά αντίστοιχα, ζουν και λειτουργούν καθημερινά στο δικό τους Γολγοθά. Μεταξύ του σχολείου, του φροντιστηρίου, της ξένης γλώσσας, της άθλησης ή η μάθηση κάποιου μουσικού οργάνου δεν μένει καιρός να επικοινωνήσει με το γονιό.

Τα βασικά χαρακτηριστικά για το χτίσιμο μιας δυνατής, ευτυχισμένης και υποστηρικτικής σχέσης σε μια οικογένεια είναι η ανοιχτή επικοινωνία, ο πολύτιμος χρόνος να περνούν μαζί, η αρμονική σχέση των γονιών, η εξατομικευμένη προσέγγιση για το κάθε παιδί, η αποδοχή ώστε τα παιδιά να γνωρίζουν ότι οι γονείς εκτιμούν τις προσπάθειες τους και τις επιτυχίες τους. Επίσης η αποφυγή σκληρής κριτικής και σχολιασμού που μπορεί να τα πληγώσει καθώς το πνεύμα της ομαδικής εργασίας μέσα στην οικογένεια. Συνεπώς τα παιδιά έχουν ένα ισχυρό δέσιμο με το γονέα, τείνουν να νοιώθουν καλά για τον εαυτό τους και να έχουν μια ομαλή ψυχολογική και βιολογική ανάπτυξη. Αν τα παιδιά έχουν μια καλή σχέση με τους γονείς είναι πιο πιθανό να μένουν κοντά στις συμβουλές τους, διατηρώντας με αυτόν τον τρόπο το μεταξύ τους δέσιμο. Είναι σημαντικό να κατανοήσουν οι γονείς ότι το παιδί μεγαλώνει και να προσαρμόζονται στις αλλαγές του.

Αντίθετα, τα χαρακτηριστικά των οικογενειών που είναι δυστυχισμένες δεν λειτουργούν σωστά έχοντας κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Ένας από τους γονείς έχει υπερβολική εξουσία και στην ουσία διοικεί μόνος του την οικογένεια οξύνοντας έτσι διαφωνίες και συγκρούσεις μέσα στην οικογένεια. Επίσης η έλλειψη εκτίμησης, μεταξύ των ατόμων που απαρτίζουν την οικογένεια κάνουν δυστυχισμένη μια οικογένεια και τα μέλη της, δεν ακούν ή δεν μιλάνε ο ένας στον άλλο σαν συνέπεια την άρνηση αναγνώρισης ή αποδοχής της γνώμης των άλλων. Υπάρχει στις οικογένειες αυτές αυξημένη χρήση αρνητικών τρόπων επικοινωνίας όπως για παράδειγμα κριτική, φωνές, βλοσυρότητα. Παρατηρείται επίσης αυξημένη χρήση σωματικής τιμωρίας για την επιβολή πειθαρχίας.

Αναμφισβήτητα οι κακές σχέσεις στην οικογένεια και το διαζύγιο αποτελούν τραυματικά γεγονότα για τα παιδιά και τους χαρακώνουν την ψυχή για όλη τους τη ζωή. Η βία/κακοποίηση στην οικογένεια μπορεί να είναι λεκτική (που είναι η πλέον συνήθης) ή σωματική (φυσική) ή σεξουαλική ή ψυχολογική ή συνδυασμός των παραπάνω. Αλλά και μια δυσαρμονία στην οικογένεια και ένα κακό κλίμα στην οικογένεια μπορεί να στιγματίσει την ψυχή των παιδιών, πόσο μάλλον οι παραπάνω μορφές βίας... Προσοχή: το ίδιο κακή και προβληματική είναι και η οικογένεια όπου ο ένας ή και οι δύο γονείς είναι αδιάφοροι για ένα ή όλα τα παιδιά τους.

Ψυχολογικά προβλήματα είναι αυτό που πάντα αναπτύσσουν τα παιδιά όταν υπάρχει δυσαρμονία και/ή βία ή αδιαφορία στην οικογένεια. Ψυχαναλυτικά τα παιδιά δεν μπορούν να λύσουν το οιδιπόδειο σύμπλεγμα (σύμπλεγμα της Ηλέκτρας στα κορίτσια) κατά το οποίο ενώ στην πρώιμη παιδική ηλικία δένονται συναισθηματικά (φροϋδικά "ερωτεύονται") με τον γονέα του αντίθετου φύλου (ενώ έχουν συναισθήματα ζήλειας προς τον γονέα του ιδίου φύλου), ενώ αργότερα, πριν την εφηβεία (το πολύ μέχρι 8 ετών) το σύμπλεγμα λύνεται με το να ταυτίζονται με το γονέα του ιδίου φύλου. Αυτό έχει τεράστια σημασία για την ταύτιση με το σεξουαλικό φύλο. Συγκεκριμένα το αγόρι ταυτιζόμενο με τον πατέρα, ταυτίζεται με το ανδρικό πρότυπο. Ομοίως και το κορίτσι ταυτιζόμενο με τη μητέρα ταυτίζεται με το γυναικείο πρότυπο. Ανεξαρτήτως αν οι παραπάνω απόψεις του Φρόυντ ισχύουν ή όχι, αν και είναι εμφανές το δέσιμο των αγοριών/ ανδρών με τη μητέρα τους και των κοριτσιών/ γυναικών με τον πατέρα τους, αυτό που ισχύει είναι η σεξουαλική ταύτιση του φύλου και του ρόλου του φύλου με το να ταυτίζεται το παιδί στην όψιμη παιδική του ηλικία (και προεφηβικά, πριν την έναρξη σεξουαλικής δραστηριότητας) με τον γονέα του ιδίου φύλου.
Έτσι, σε οικογένειες που υπάρχει δυσαρμονία και ακόμα περισσότερο σε οικογένειες όπου υπάρχει βία και κακοποίηση κάθε μορφής (σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική, λεκτική ή συνδυασμός τους), τότε το παιδί μπορεί να μην ταυτίζεται σεξουαλικά με το πρότυπο του φύλου, με τον γονέα του ιδίου φύλου. 

Αυτό συμβαίνει επειδή υπάρχουν αρνητικές ("κακές") ασυνείδητες (που δεν τις καταλαβαίνουμε) απωθημένες εμπειρίες (συνήθως από την βρεφική ηλικία, αλλά μπορεί να είναι ακόμα και σε νεογνική (π.χ. νεογνά που παράτησαν οι γονείς τους εμφανίζουν προβλήματα π.χ. δεν τρώνε, είναι ευέξαπτα κτλ) ή ακόμα και κατά την εμβρυϊκή περίοδο της ζωής (π.χ. αν η μάνα ή/και ο σύζυγος δεν ήθελαν το μωρό, αν αυτή κακοποιήτο κτλ). Αλλά μπορεί αυτές οι αρνητικές εμπειρίες να υπάρχουν και στην εφηβεία, κατά την οποία το σεξουαλικό πρότυπο ακόμη διαμορφώνεται.

Με πιο απλά λόγια, το παιδί έχει ζήσει αρνητικές εμπειρίες (που μπορεί να μην είναι οπωσδήποτε πολλές) με τον ένα ή και τους 2 του γονείς. Οι εμπειρίες αυτές έχουν απωθηθεί στο ασυνείδητο και όταν βγαίνουν στην επιφάνεια είναι σκέψεις που θα ενοχλούσαν το άτομο αν έρχονταν στο συνειδητό μέρος του εγκεφάλου του και έτσι εμφανίζονται καμουφλαρισμένες (π.χ. σε ένα περίεργο όνειρο ή στην τέχνη όπως ζωγραφική) ή η διαδικασία της απώθησης δημιουργεί στρες (νεύρωση) ή κατάθλιψη (η λεγόμενη αντιδραστική) ή νευρικά τικ.

Εδώ περιγράφω συνοπτικά τους βιολογικούς, ψυχολογικούς και κοινωνικούς σκοπούς και ρόλους της οικογένειας ως εξής:

1. παροχή τροφής, κατοικίας και άλλων υλικών αγαθών για τη διατήρηση της ζωής και την προστασία των μελών της από εξωτερικούς κινδύνους.

2. παροχή κοινωνικής συντροφικότητας, που είναι το υπόβαθρο για τις συναισθηματικές σχέσεις της οικογένειας.

3. παροχή δυνατοτήτων για την ανάπτυξη της προσωπικής ταυτότητας συνδεδεμένης με την οικογενειακή ταυτότητα. Το αίσθημα ταυτότητας είναι απαραίτητο για την αντιμετώπιση καινούργιων εμπειριών και τη δημιουργία νέων δεσμών.

4. δημιουργία σεξουαλικών προτύπων και ρόλων που προετοιμάζουν το δρόμο για την σεξουαλική ωρίμανση και ικανοποίηση

5. κοινωνικοποίηση των παιδιών με την εκπαίδευση τους σε κοινωνικούς ρόλους και την προετοιμασία τους για την αποδοχή κοινωνικών ευθυνών.

6. καλλιέργεια γνώσεων και υποστήριξης της δημιουργικότητας και των πρωτοβουλιών του κάθε μέλους.


Δημήτρης Μπούκουρας

No comments:

Post a Comment