Σελίδες

Saturday, 24 April 2021

Μιλάμε στα παιδιά για τη Μεγάλη Εβδομάδα

Είναι δύσκολο για τα παιδιά να κατανοήσουν όλα όσα διαδραματίζονται τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Ως γονείς μπορούμε με απλά λόγια να εξηγήσουμε γιατί ονομάζεται Μεγάλη Εβδομάδα ή Εβδομάδα των Παθών και γιατί είναι τόσο σημαντική για τη χριστιανική θρησκεία.

Κυριακή των Βαΐων
Την ημέρα αυτή θυμόμαστε την είσοδο στα Ιεροσόλυμα, τη θερμή υποδχή του Ιησού από τον όχλο. 
Η δόξα και αποθέωση του Ιησού από τον όχλο ήταν φευγαλέα και πρόσκαιρη, γιατί την ακολούθησε η καταδίκη και ο θάνατος, πάλι από τον ίδιο όχλο, μόλις λίγες μέρες μετά. 
Γι’ αυτό και ο Κύριος δεν δίνει σημασία στα «Ωσαννά», αλλά συνεχίζει την πορεία του καθήμενος πάνω στο γαϊδουράκι.

Μεγάλη Δευτέρα
Θυμόμαστε την ιστορία του Παγκάλου Ιωσήφ, ο οποίος πουλήθηκε ως δούλος από τα αδέρφια του στην Αίγυπτο, αντιμετώπισε τον πειρασμό της γυναίκας του Πετεφρή διατηρώντας την αγνότητά του και δοξάσθηκε από το Θεό, γενόμενος άρχοντας της Αιγύπτου. Διδασκόμαστε πως για να είμαστε αρεστοί στο Θεό, χρειάζεται αγνότητα κι αυτό σε μία εποχή που η ρυπαρότητα και η ασχήμια της ψυχής θεωρείται κανόνας ζωής.
Παράλληλα, θυμόμαστε την συκιά, που αν και ήταν γεμάτη φύλλωμα και ομορφιά, δεν είχε καθόλου καρπούς όταν ο Χριστός πείνασε, με αποτέλεσμα με τον λόγο του Κυρίου να ξεραθεί. 
Η Εκκλησία μάς επισημαίνει ότι δεν πρέπει να στεκόμαστε στην εξωτερική ομορφιά, αλλά να βλέπουμε την εσωτερική, να έχουμε καρπούς αγάπης, αγνότητας, αγώνα, καθώς αυτά ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο.

Μεγάλη Τρίτη
Θυμόμαστε την παραβολή των ταλάντων και των δέκα παρθένων. 
Τάλαντα είναι τα χαρίσματα που μας δίνει ο Θεός. Η Εκκλησία μάς λέει ότι τα χαρίσματά μας δεν πρέπει να τα κρατάμε για τον εαυτό μας, αλλά να τα καλλιεργούμε και να τα προσφέρουμε στο Θεό και στους συνανθρώπους μας. 
Ο τρόπος ζωής της Εκκλησίας είναι όχι «εγώ», αλλά «εμείς».

Μεγάλη Τετάρτη
Θυμόμαστε την αμαρτωλή γυναίκα που άλειψε με μύρο και δάκρυα μετάνοιας τα πόδια του Χριστού και έλαβε την άφεση για τις αμαρτίες της. 
Παράλληλα, γίνεται λόγος για τα άλλα δάκρυα, της υποκρισίας, του Ιούδα, που ήθελε το μύρο να πουληθεί για να δοθεί δήθεν στους φτωχούς, στην ουσία όμως για να καταχραστεί τα χρήματα. 
Η Εκκλησία μάς προτρέπει να μετανοούμε ειλικρινά και να εμπιστευόμαστε τη ζωή και τα λάθη μας στον Κύριο και όχι να υποκρινόμαστε ότι είμαστε καλοί και άγιοι.

Μεγάλη Πέμπτη
Θυμόμαστε τέσσερα γεγονότα:
1. Το «Νιπτήρα», όπου ο Κύριος έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του.
2. Το Μυστικό Δείπνο, όπου ο Κύριος μας παρέδωσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, το Σώμα Του και το Αίμα Του.
3. Την Προσευχή του Χριστού στον κήπο της Γεθσημανή, όπου φάνηκε η τέλεια υπακοή Του στο θέλημα του Θεού.
4. Την προδοσία του Ιούδα, ο οποίος παρέδωσε τον εαυτό του στον διάβολο και στο πάθος της φιλαργυρίας.
Η Εκκλησία μας επισημαίνει ότι η γνήσια στάση ζωής βρίσκεται στην ταπείνωση και την αγάπη και όχι στην εξουσία, ενώ αν θέλουμε να ζήσουμε αιώνια, χρειάζεται να συμμετέχουμε στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας όχι όπως ο Ιούδας, αλλά με μετάνοια, εξομολόγηση, αγάπη.

Μεγάλη Παρασκευή
Θυμόμαστε τα Πάθη του Κυρίου μας: 
τη σύλληψη, τη δίκη, την καταδίκη, τα βασανιστήρια, τον εξευτελισμό, το μοίρασμα των υπαρχόντων Του, την εγκατάλειψή Του από όλους, τη σταύρωση, τις βλασφημίες, τις προκλήσεις, το θάνατο και την ταφή Του. 
Η Εκκλησία μας επισημαίνει ότι ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί το αποκορύφωμα της δόξας Του, γιατί επάνω σ’ αυτόν νίκησε τον θάνατο της ανυπακοής, συγχώρεσε τους ανθρώπους που τον θανάτωσαν, υπέμεινε τα πάντα και πέθανε από αγάπη προς εμάς. 
Ο Χριστός μάς καλεί να διαλέξουμε. 
Από τη μιά οι σταυρωτές, που συνεχίζουν να αμαρτάνουν, και από την άλλη ο ληστής, που μετανιώνει για τα λάθη του και κερδίζει την αιώνια ζωή!

Μεγάλο Σάββατο
Θυμόμαστε την Ταφή του Χριστού και την κάθοδό Του στον Άδη. 
Την ιστορία του Ιωνά, ο οποίος έμεινε στην κοιλιά του κήτους τρεις ημέρες και τους τρεις Παίδες, που μπήκαν στο καμίνι και δεν έπαθαν τίποτα. 
Έτσι και ο Χριστός, έμεινε τρεις ημέρες στον Άδη, χωρίς να πάθει τίποτα και ανασταίνεται, παίρνοντας μαζί Του στην αναστάσιμη αιωνιότητα κάθε άνθρωπο που πιστεύει σ’ Αυτόν και όλους εμάς. 
Όποιος ζει μέσα στην Εκκλησία, χαίρεται το Φως και τη Χαρά της Ανάστασης.

Από το Γραφείο Νεότητας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών (www.neotita.gr)

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα των παιδικών μας χρόνων

Μια ρομαντική γλυκιά και κατανυκτική αναπόληση των Παλαιών Πάσχα, όταν ακόμα ο κόσμος ήταν αθώος και κοντά στην παράδοση τα ήθη και έθιμα του.
Διαβάστε το. Θα σας θυμίσει πάρα πολλά.

Θυμάμαι το Πάσχα ήταν μια γιορτή κατάνυξης και θρησκευτικής ευλάβειας.
Το Πάσχα των παλιότερων χρόνων στα χωριά της ελληνικής υπαίθρου ήταν η καλύτερη περίοδος ολόκληρου του χρόνου για τον παιδόκοσμο. Γιατί και σχολείο δεν υπήρχε και καλός καιρός για έξω ήταν.


Η αίσθηση της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού προσλάμβανε μια «εικόνα – σύμμειξη», ένα παλίμψηστο συνεχούς και εναλλασσόμενης γραφής πότε με τη γραφίδα της πραγματικότητας και πότε με τη γραφίδα της φαντασίας, στην οποία εικόνα τα όποια κενά υπήρχαν αντιμετωπίζονταν ως προσωρινά κενά – που θα συμπληρωθούν εν τω χρόνο – και γι’ αυτό δεν λογίζονταν ως κενά. Ήταν μια εικόνα μαγική που συνδιαμορφωνόταν αφενός με τις ξένες αλληλεπιδράσεις σε κάθε παιδί και αφετέρου με τις προσωπικές φαντασιώσεις σε μια μεταξύ τους ισορροπία πάντα ασταθή και ρευστή.

Τα καταστήματα παιχνιδιών γέμιζαν με διαφορά πασχαλινά όμορφα παιχνιδάκια. Κοτοπουλάκια, Κοκοράκια, Λαγουδάκια πολύχρωμα πλαστικά αβγουλάκια. Σημαιούλες και αφισούλες πασχαλινές.
Επίσης γέμιζαν με πλαστικά μπιστολάκια που δούλευαν με «τρακάκια» κάτι μικρά κόκκινα πραγματάκια που ηταν γεμάτα με λίγο μπαρούτι που έμπαιναν στα πιστολάκια και έκαναν ένα ήχο σαν «ΤΡΑΚ» για αυτό τα λέγαμε τρακάκια.
Τα Ζαχαροπλαστεία γέμιζαν με πανέμορφα λαχταριστά σοκολατένια αυγουλάκια. Αλλά μικρά και αλλά μεγάλα. Η διακόσμηση τους ήταν από χρωματιστή ζάχαρη συνήθως λουλουδάκια.
Μπορούσες να δεις να κρέμονται διαφόρων ειδών φαναράκια.. Σχεδόν όλα χάρτινα με όμορφες πασχαλινές παραστάσεις παντού.
Τα πιο ωραία ήταν τα πλαστικά αυγουλάκια που στην άκρη τους είχαν μια εγκοπή και έβαζες ένα «τρακάκι» και τα κτυπούσες και έκαναν θόρυβο.


Τα ΣΟΥΒΛΑΤΖΙΔΙΚΑ Και ΤΑ ΟΥΖΕΡΙ ΕΚΛΕΙΝΑΝ ΑΠΟ ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ. Και ξανάνοιγαν το Μεγάλο Σάββατο μετά την πρώτη Ανάσταση.
Δεν έβρισκες με τίποτα κρέας να φας. Στα σπίτια μας τρώγαμε σαλάτες μαυρομάτικα και όλο νηστήσιμα. Οι παλιές γιαγιάδες έφτιαχνα κουλουράκια που μοσχομύριζαν όσο ψηνόταν.

Το ραδιόφωνο έπαιζε ΜΟΝΟ ΚΛΑΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ όλη την μεγάλη εβδομάδα. Τίποτα άλλο δεν άκουγες, από Μεγάλη Δευτέρα ως το Μεγάλο Σάββατο πρωί. Και τις Ακολουθίες.

Τις εποχές της δεκαετίας του 1960 το ραδιόφωνο θα αποτελέσει τη μοναδική πηγή ειδήσεων και ψυχαγωγίας για την ελληνική επαρχία, το μοναδικό παράθυρο προς τον άλλο κόσμο. Το λαϊκό τραγούδι αρχίζει να τραγουδιέται από τους νέους της εποχής και μαζί με το δημοτικό τραγούδι των παλιότερων έκλειναν τον κύκλο της λαϊκότροπης μουσικής. 
Σε ένα τέτοιο κλίμα, η κλασική μουσική – δεν ξέραμε φυσικά τότε ότι ήταν κλασική μουσική με τη σημασία του όρου – συνδέθηκε συγκυριακά από την Ελληνική Ραδιοφωνία και στη συνέχεια από τη σκέψη μας με την Μεγάλη Εβδομάδα και αφού η περίοδος αυτή ήταν περίοδος Παθών θεωρήθηκε και η κλασική μουσική ως κάτι το πένθιμο και ήταν σε αντιδιαστολή με τα δημοτικά και τα λαϊκά τραγούδια της Ανάστασης και της χαράς. Και θα περιμέναμε χρόνια και χρόνια για να βρει τη θέση της και αυτή η μουσική στην ψυχή μας και στην καρδιά μας.

Η δε τηλεόραση έδειχνε ντοκιμαντέρ με θέμα το Πάσχα και παλιές ταινίες με θέμα τα πάθη του Χριστού. Σταματούσαν όλα τα προγράμματα. Πρωινάδικα, μεσημεριανά τα πάντα. Απόλυτη κατάνυξη και απόλυτος θρησκευτικός σεβασμός.
Ακόμα και οι παρουσιαστές και παρουσιάστριες ηταν ντυμένοι με σοβαρότερα σκούρα ρούχα από ότι τις άλλες φορές. Τα καφενεία δεν σέρβιραν σχεδόν τίποτα. Μόνο νηστίσιμα και με το μετρό.
Μπιλιαρδάδικα, Ποδοσφαιράκια κτλ κλειστά . Δεν το συζητάμε.. Μια εβδομάδα χωρίς ούτε ένα ποδοσφαιράκια ούτε ένα μπιλιάρδο.

Έβαζαν μια κορδέλα η ένα αυγό μεγάλο η καμία λαμπάδα πάνω στα τραπέζια του μπιλιάρδου η τα ποδοσφαιράκια …. Και που θράσος να παύει κάποιος να τα κουνήσει. Θα άπαυτε φωτιά να τον κάψει.
Μεγάλη Πέμπτη και οι νοικοκυρές ζύμωναν τις κουλούρες του Πάσχα. Για τα παιδιά φτιάχνουν κουλούρες σε σχήμα πουλιών, ζώων ή ανθρώπων και τις στολίζουν με καρπούς και σχέδια από ζυμάρι. Σε μερικές δίνουν, ως σήμερα, το σχήμα μιας κούκλας και τις ονομάζουν «κουτσούνες» ή «κούτσες». Στο κέντρο της κοιλιάς τους βάζουν ένα κόκκινο αυγό και στο πρόσωπο ζυμαράκια για στόμα και μάτια. Τις «κουτσούνες» τις έκρυβαν, τα πιο παλιά χρόνια, μέχρι το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου και, όταν χτυπούσαν οι καμπάνες για την Ανάσταση, τις έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι των παιδιών λέγοντας:

«Ξύπνα, ήρθε η γριά η Λαμπρινή
Και σου έφερε την κουτσούνα από το φουγάρο.»

Κάθε παιδί τύλιγε την «κουτσούνα» του σε ένα μαντίλι και την έπαιρνε μαζί του στην εκκλησία, όπου πήγαινε για να κοινωνήσει. Όταν γύριζε στο σπίτι, την έκοβε και την έτρωγε. Σε μερικά μέρη ζυμώνουν για τα παιδιά «πουλάκια» και βάζουν στο ράμφος τους μια χρωματιστή κορδέλα. Τα πουλάκια θεωρούνται τα κατεξοχήν πλάσματα του Χριστού. Η συνήθεια να βάζουν στην κουλούρα κόκκινο αυγό κρατάει από τους Βυζαντινούς.

Το βάψιμο των αυγών γίνεται και αυτό τη Μεγάλη Πέμπτη. Κόκκινα αυγά βάφουν σ’ όλα τα σπίτια, εκτός από κείνα που πενθούν. Το αυγό είναι σύμβολο γονιμότητας. Το τσούγκρισμα των κόκκινων αυγών είναι από τα παλιότερα ελληνικά έθιμα και συμβολίζει την Ανάσταση του Χριστού.
Το πρώτο αυγό που θα βάψουν έχει, λένε, θαυμαστές ιδιότητες και το βάζουν στο εικονοστάσι του σπιτιού. Είναι το «αυγό της Παναγίας».

Με αυτό σταυρώνουν τα παιδιά όταν είναι άρρωστα. Τα κόκκινα αυγά μας θυμίζουν πόσο ήταν το απόθεμα καρτερίας του ελληνισμού, κατά τη μακρόχρονη διαδρομή πολλών αιώνων.

Η μυρωδιά από το ξύδι και το χρώμα ήταν υπέροχη. Σχεδόν μόνο Κόκκινα. Σπάνια άλλο χρώμα και αυτό αν υπήρχε δεν άρεσε. Θεωρούταν πολύ προχώ.

Μετά τα γυάλιζαν με λίγο λάδι για να γυαλίζουν και να φαίνονται ωραία και έβαζαν εμάς τα παιδάκια να κάλαμε τις Πασχαλινές χαλκομανίες που συνήθως δεν κολλούσαν με τίποτα. Μεγάλος μπελάς αλλά περνούσαμε όμορφα.

Η Μεγάλη τέταρτη ήταν η ημέρα του ευχέλαιου. Ωραία ημέρα. Ντυνόμαστε όλοι να πάμε να μας «λαδώσει παπάς. Εκεί βλέπαμε και τα «Αμόρε» μας και θαυμάζαμε ποσό όμορφα ήταν με τα καλά τους ρουχαλάκια.
Η Μεγάλη Πέμπτη και Μεγάλη Παρασκευή ήταν οι πιο κατανυκτικές ήμερες,
Πένθιμες. Σοβαρές. Όλος ο κόσμος πενθούσε για τα πάθη του Χριστούλη.
Οι Καμπάνες κτυπούσαν πένθιμα όλη την ημέρα.
Στο Επιτάφιο δύσκολο να μην είναι όλη η πόλη.. Συνήθως στα χωριά και στις γειτονίες γινόταν νωρίς το απόγευμα για να κατέβει ύστερα όλος ο πληθυσμός κάτω στην πλατεία για τα επιτάφια των μεγάλων εκκλησιών.
Το καλό ντύσιμο – που φάνταζε ως μια έξοδος από τη φτώχεια – θα αποτελέσει για όλη την πιτσιρικαρία ισχυρό σημείο αναφοράς και μαζί με τα βεγγαλικά που φώτιζαν τη νύχτα της Ανάστασης θα αποτελούν το σταθερό όνειρο κάθε μικρού παιδιού ότι θα έλθει και η δική του σειρά. Η φτώχεια με ένα τόσο δα μικρό υλικό αγαθό, με ένα πλαστικό παιχνίδι, με ένα απλό και μόνο δώρο ρηγματωνόταν και θρυμματιζόταν τόσο εύκολα από το παιδικό όνειρο.

Αρκούσαν μόνο κάποια άσπρα πάνινα παπούτσια, οι περίφημες ελβιέλες – που δεν τα πατούσαμε και εύκολα στο έδαφος για αρκετές ημέρες για να μη λερωθούν… -, για να θρέψουν ελπίδες και φαντασιώσεις και να κοιμάσαι ονειρευόμενος τα βράδια σαν πουλάκι.

Κατάνυξη.. Σεβασμός. Πολιτισμός. Ομορφιά.

Που και που ακουγόταν βαρελότα και «τράκες» Η Αστυνομία κυνηγούσε άσχημα.. Μπορούσε να σου πάρει ακόμα και το ψεύτικο πλαστικό μπιστολάκι αν σε έπιανε.
Η Ανάσταση ήταν τέλεια ημέρα. Για πολλούς λόγους..
Ήταν η ημέρα που άνοιγαν όλα τα αγαπημένα μαγαζιά. Τα ποδοσφαιράκια, τα μπιλιάρδα, τα καφενεία, τα ζαχαροπλαστεία τα σουβλάκια..


Επίσης ήταν η ημέρα που το βράδυ στην Ανάσταση θα δίναμε το «φιλί Της Αγάπης» ήταν ένα φιλί που το έδιναν οι αγαπημένοι μυστικά αμέσως μετά την Ανάσταση σαν ένδειξη ιερής και παντοτινής αγάπης.. Ωραίο νεανικό έθιμο.

Τα Αγόρια με σακάκι και γραβάτα τα περισσότερα και τα κορίτσια με όμορφα φορέματα.

Τα βαρελότα αν και απαγορευόταν δεν σταματούσαν ποτέ. Ανάσταση, Μεταμόρφωση, Ταξιάρχης καιγόταν.
Υπήρχαν οι λεγόμενες «σωλήνες¨ που παραγέμιζαν ένα σωλήνα με μπαρούτι και όταν αυτό έσκαγε ακουγόταν ένας υποχθόνιος βαρύς κρότος που σου έκοβε την ανάσα..

Την ανάσα σου έκοβε και η μυρωδιά από το μπαρούτι που ηταν μετά από λίγο στην ατμόσφαιρα..

Πόλεμος αληθινός..

Μετά την Ανάσταση συνήθως ο κόσμος εξαφανιζόταν. Όχι γιατί δεν ήθελε να μείνει στην εκκλησία η για να πάνε στα σκυλάδικα και στα μπαράκια όπως γίνεται σήμερα αλλά γιατί ήθελαν να πάνε σπίτι να φάνε ξελιγωμένοι από την πεινά μιας εβδομάδας και βάλε νηστείας.
Περίμενε η μαγειρίτσα. Τα κουλουράκια και μερικά μπριζολάκια βραστά.. Το Αρνιά στην σούβλα ήταν την επόμενη.
Σε ένα κλίμα ολιγάρκειας και εγκράτειας οφειλόμενο περισσότερο στη φτώχεια και λιγότερο στο αξιακό φορτίο της εποχής η νηστεία ήταν φυσικό επακόλουθο και απόλυτα δεδομένη, νηστεία πραγματική χωρίς τις τόσες και τόσες σημερινές επινοήσεις του καταναλωτισμού και της βουλιμίας, και έκανες υπομονή προσμένοντας τη βραδιά της Ανάστασης για να φας τα πασχαλινά κουλούρια, τα τυροπιτάκια με το δυόσμο τους να ευωδιάζει και τα κόκκινα αυγά, όλα αυτά που ήταν φυλαγμένα στις τσέπες και τα χαϊδεύαμε κάθε τόσο με τα δάχτυλα μέχρι να έλθει η ώρα τους να πάνε αμάσητα κάτω, έξω από την εκκλησία σε κάποια απόμερη γωνιά – γιατί ντρεπόμαστε να τρώμε
μπροστά σε κόσμο – μόλις θα ακουγόταν το «Χριστός Ανέστη». Και το τέλος της νηστείας εκείνων των στιγμών θα το συνοδέψει η φωτεινότητα των βεγγαλικών και των κεριών, φωτεινότητα μοναδική για τις εποχές της λάμπας του πετρελαίου, της ασετιλίνης και του λυχναριού.
Και έτσι η «Ανάσταση» θα μείνει φωτεινή, ολοφώτεινη θύμηση – αποκτώντας και μια μεταφορική έννοια φωτεινότητας στην παιδική φαντασία – κάτι που δεν θα μπορούμε πλέον να γευτούμε σήμερα. Και επιχειρούμε να κλέψουμε μέσα από τις θύμησές μας εικόνες και θραύσματα εικόνων εκείνων των καιρών, για να δροσίσουμε κατ’ λίγο την ξηρασία της ψυχής, που την προκάλεσε τόσο προκλητικά η μακρά περίοδος της καταναλωτικής ιδεολογίας και του τεχνολογικού ευδαιμονισμού.

Την επόμενη ξυπνούσαμε πρωί. Πηγαίναμε στο χωρίο η έξω στην γειτονία και σκάβαμε ένα λύκο στο μέγεθος του αρνιού. Ρίχναμε ξερά χόρτα και τα κάρβουνα και όταν ηταν έτοιμα βάζαμε το αρνί. Όλοι Γύριζαν.. ΟΛΟΙ..
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν τα μηχανάκια να γυρνούν και έτσι καθόσουν με ένα καπέλο και γύριζες και ψηνόσουν μαζί με το αρνί…
Αυτός που γυρνούσε είχε και την τύχη όταν δεν κοιτούσαν οι άλλοι να ξεκλέψει καμία πέτσα.. Το πιο ωραίο από όλα…
Κάλο Πάσχα.. Καλοί μου φίλοι.
Οι ήμερες αυτές είναι άγιες.. κατανυκτικές. Απόλυτα θρησκευτικές. Μακάρι να μπορούσαμε να κρατήσουμε λίγο έστω από αυτόν τον σεβασμό των παλιών εκείνων ημερών.

Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από το Παιδείας Εγκώμιον «Πασχαλινές θύμησες» του Νίκου Τσούλια.

Υλικό από την συλλογή του Μάρκου Βουτσίνου 
και από προσωπική συλλογή.

Γράφει ο δημοσιογράφος και Ιστορικός Παναγιώτης Κουλουμπής.

106 χρόνια από την Γενοκτονία των Αρμενίων - Armenian Genocide

Στις 24 Απριλίου 1915, 250 διανοούμενοι Αρμένιοι δολοφονούνται από τους Τούρκους για να καταστραφεί ο πυρήνας της αρμένικης κουλτούρας
Το 1915 οι ηγέτες της Τουρκίας έθεσαν σε εφαρμογή ένα σχέδιο για να «εξαφανίσουν» τον πληθυσμό των Αρμένιων που ζούσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αν και οι αριθμοί ποικίλλουν, οι περισσότερες πηγές συμφωνούν ότι υπήρχαν περίπου 2 εκατομμύρια Αρμενίων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τη στιγμή της σφαγής.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1920, όταν οι σφαγές και ο εκτοπισμός ολοκληρώθηκαν, 1,5 εκατομμύριο Αρμένιοι της Τουρκίας ήταν νεκροί και πολλοί περισσότεροι απομακρύνθηκαν βίαια από τη χώρα.
Σήμερα, οι περισσότεροι ιστορικοί αποκαλούν το συμβάν γενοκτονία. Μια προμελετημένη και συστηματική εκστρατεία, για την εξόντωση ενός ολόκληρου λαού. Ωστόσο, η τουρκική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει το τεράστιο μέγεθος αυτών των γεγονότων. Παρά την πίεση από τους Αρμένιους και τους υποστηρικτές της κοινωνικής δικαιοσύνης σε όλο τον κόσμο, εξακολουθεί να είναι παράνομη στην Τουρκία οποιαδήποτε συζήτηση γύρω από τα γεγονότα αυτής της εποχής.

Οι ρίζες της Γενοκτονίας
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία Οι Αρμένιοι ζούσαν ειρηνικά στην περιοχή του Καυκάσου της Ευρασίας για περισσότερα από 3.000 χρόνια. Το βασίλειο της Αρμενίας ήταν αρχικά μια ανεξάρτητη οντότητα (στην αρχή του 4ου αιώνα μ.Χ. είχε γίνει η πρώτη χώρα στον κόσμο που έκανε τον χριστιανισμό επίσημη θρησκεία), αλλά ως επί το πλείστον, ο έλεγχος της περιοχής πήγαινε από τη μία αυτοκρατορία στην άλλη. Κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα, η Αρμενία άρχισε να απορροφάται από την πανίσχυρη Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Οι Οθωμανοί άρχοντες, όπως και οι περισσότεροι από τους υπηκόους τους, ήταν μουσουλμάνοι. Επέτρεπαν σε θρησκευτικές μειονότητες, όπως οι Αρμένιοι να διατηρήσουν κάποια αυτονομία, ωστόσο τους θεωρούσαν «άπιστους», ενώ η μεταχείρισή τους ήταν άνιση και άδικη. Για παράδειγμα, οι χριστιανοί έπρεπε να πληρώνουν υψηλότερους φόρους από τους μουσουλμάνους, ενώ είχαν πολύ λίγα πολιτικά και νομικά δικαιώματα.
Παρά τα εμπόδια όμως, η αρμένικη κοινότητα άνθισε κάτω από την οθωμανική κυριαρχία. Είχαν την τάση οι Αρμένιοι να είναι πιο μορφωμένοι και πλουσιότεροι από τους Τούρκους γείτονες τους, οι οποίοι με τη σειρά τους, δυσανασχετούσαν με αυτή την ευημερία τους. Αυτή η δυσαρέσκεια άρχισε να επιδεινώνεται από τις υποψίες ότι οι χριστιανοί Αρμένιοι θα είναι πιο πιστοί στις χριστιανικές κυβερνήσεις (δηλαδή στους Ρώσους, οι οποίοι μοιράζονταν τα ασταθή σύνορα με την Τουρκία), από ό, τι θα ήταν στο Οθωμανικό χαλιφάτο. Η καχυποψία των Τούρκων προς τους Αρμένιους αυξήθηκε περισσότερο οταν κατέρρευσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο δεσποτικός Τούρκος Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίντ ο δεύτερος -ο οποίος είχε εμμονή με την πίστη πάνω απ 'όλα, ενώ είχε εξαγριωθεί και από την εκκολαπτόμενη εκστρατεία των Αρμενίων για να κερδίσουν βασικά πολιτικά δικαιώματα- δήλωσε ότι θα λύσει το "αρμενικό ζήτημα" άπαξ και δια παντός. «Θα τους τακτοποιήσω σύντομα αυτούς τους Αρμένιους», είπε σε έναν δημοσιογράφο το 1890. «Θα τους δώσω τέτοιο χαστούκι, που θα τους κάνει να... παραιτηθούν από τις επαναστατικές φιλοδοξίες τους.»

Η πρώτη σφαγή των Αρμενίων
Μεταξύ 1894 και 1896, αυτό το «χαστούκι» πήρε τη μορφή ενός κράτους με κυρώσεις τύπου πογκρόμ. Σε απάντηση της μεγάλης κλίμακας διαμαρτυρίας των Αρμενίων, τουρκικά στρατιωτικά στελέχη, στρατιώτες και απλοί άνδρες λεηλάτησαν τα χωριά και τις πόλεις των Αρμενίων και έσφαξαν τους πολίτες τους. Εκατοντάδες χιλιάδες Αρμένιοι δολοφονήθηκαν τότε.

.....................
περισσότερα εδώ:
lifo