Wednesday, 14 May 2025

Τα παιδιά μου μαλλιοτραβιούνται όλη μέρα 😒... Τι έχω κάνει λάθος;

    Αν φανταζόσουν τα παιδιά σου να μεγαλώνουν αγαπημένα, να παίζουν ήρεμα και να μοιράζονται τα παιχνίδια τους σαν μικροί άγγελοι... συγγνώμη, αλλά την πάτησες.
    Το σπίτι σου μοιάζει περισσότερο με αρένα, ο καθένας θέλει να αναλάβει τα ηνία και το κάθε μικρό αντικείμενο μπορεί να γίνει αιτία για καβγά: το τηλεχειριστήριο, η θέση στον καναπέ, το ποιος πήρε το τελευταίο μπισκότο. 
    Και κάπου ανάμεσα στις κραυγές και τις διαπραγματεύσεις, σκέφτεσαι: «Τι έχω κάνει λάθος;»

    Μην ανησυχείς, γιατί σίγουρα δεν είσαι η μόνη.
Οι αδερφικοί τσακωμοί είναι τόσο φυσιολογικοί όσο και το ότι οι κάλτσες μυστηριωδώς εξαφανίζονται στο πλυντήριο. 
Δε θα σου δώσω άλλες «10 συμβουλές για λιγότερους τσακωμούς». Θα σου πω, όμως, πώς (προσπαθώ να) διαχειρίζομαι αυτές τις καταστάσεις για να κρατήσεις μια στοιχειώδη ηρεμία στο σπίτι χωρίς να χρειάζεται να γίνεις επαγγελματίας διαιτητής.

Γιατί μαλώνουν τόσο πολύ;
Ιδιοκτησία υπό αμφισβήτηση 
– «Αυτό είναι ΔΙΚΟ ΜΟΥ!» (Και εννοεί τα πάντα.)
Δικαιοσύνη σε εξονυχιστικό βαθμό 
– «Πήρε 2 λεπτά περισσότερη ώρα στο τάμπλετ, σκάνδαλο!»
Νευρικότητα και κούραση 
– Τα παιδιά έχουν την τάση να ξεσπούν μεταξύ τους, ειδικά όταν είναι κουρασμένα ή πεινασμένα.
Δοκιμή ορίων 
– «Μπορώ να τον εκνευρίσω μέχρι να αρχίσει να φωνάζει; Ναι; Τέλεια!»

Πώς να μειώσεις -κάπως- το χάος

1. Μην μπαίνεις σε όλους τους τσακωμούς
    Ξέρω πως δεν κρατιέσαι όταν ακούς τσιρίδες ή όταν νιώθεις ότι το παρακάνουν και κινδυνεύουν. Όσο δύσκολο κι αν είναι, - που θα είναι πολύ δύσκολο- δεν χρειάζεται να γίνεσαι διαιτητής σε κάθε διαφωνία. Αν δεν υπάρχει κίνδυνος τραυματισμού, δώσ’ τους λίγο χρόνο να το λύσουν μόνοι τους. Θα αποκτήσουν μια ακόμα δεξιότητα και θα τα βρουν γρηγορότερα απ’ όσο φαντάζεσαι.

2. Εκπαιδευτικό «ξεσπάθωμα»
    Βοήθησέ τα να εκφράζουν τη διαφωνία τους με λόγια, όχι με μπουνιές και ουρλιαχτά. «Αντί να τον χτυπήσεις, πες του τι σε ενοχλεί. Αν δεν σε ακούσει, πες το ξανά. Αν ακόμα δεν σε ακούσει, έλα σε μένα.»

3. Βρες την πηγή του προβλήματος
    Συχνά ο καβγάς δεν είναι για το ποιος θα πατήσει το κουμπί του ασανσέρ, αλλά για κάτι βαθύτερο. Μήπως νιώθει το ένα παιδί παραμελημένο; Μήπως κάποιο άλλο περνάει μια δύσκολη φάση και ξεσπάει στα αδέρφια του;

4. Δώσε εργαλεία επίλυσης
    Δεν γεννιούνται γνωρίζοντας πώς να λύνουν διαφωνίες. Δείξε τους τεχνικές όπως η σειρά («μια φορά εσύ, μια φορά ο αδερφός σου») ή το να βρίσκουν μια λύση μαζί.

5. Διατήρησε το χιούμορ
    Όταν η κατάσταση ξεφεύγει, μερικές φορές ένα έξυπνο αστείο μπορεί να αποφορτίσει την ένταση. «Συγγνώμη παιδιά, αλλά σήμερα έχω ρεπό από τους τσακωμούς. Πείτε μου αύριο!»

Το μεγάλο μυστικό
    Δεν πρόκειται να σταματήσουν να μαλώνουν. Είναι μέρος της σχέσης τους. Όμως, αν μάθουν να διαφωνούν χωρίς να γίνονται... οικογενειακές συρράξεις, τότε κάτι έχεις καταφέρει.
Και να θυμάσαι: μια μέρα, αυτοί οι αδερφικοί τσακωμοί θα γίνουν αστείες ιστορίες που θα λένε μεγαλώνοντας. Μέχρι τότε, κράτα γερά και αγόρασε ωτοασπίδες – θα τις χρειαστείς!

πηγή
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Monday, 5 May 2025

Μινεστρόνε: Σήμερα, είναι μόδα, τότε, ήταν ανάγκη.

Ήταν το φαγητό των φτωχών στη Ρώμη. Τώρα την πληρώνεις 12 ευρώ το μπολ και θεωρείται γκουρμεδιά.
    Στην αρχαία Ρώμη δεν υπήρχε μενού. Υπήρχε πείνα. Και εκεί, στις φτωχικές εστίες των απλών ανθρώπων, γεννήθηκε μια σούπα χωρίς συνταγή. Έριχνες στο καζάνι ό,τι είχες: λάχανο, ρεβίθια, φασόλια, λίγο σκόρδο, κρεμμύδι, κάνα κομμάτι καρότο, αν υπήρχε. 
Κι αν όχι, απλώς λίγο νερό και φακές. Το έλεγαν pulte, ένας χυλός από αλεύρι και νερό, ενισχυμένος με ό,τι περίσσευε. 
Ήταν το φαγητό της επιβίωσης, της ανάγκης, της φτώχειας.
    Οι Ρωμαίοι το αναβάθμισαν με τον καιρό. Έφτιαξαν τη δική τους εκδοχή, τη polus. Έριχναν μέσα φάβα, φάρο, ρεβίθια, σκόρδο, μυρωδικά. Και κάποτε και λίπος ή κρασί, για να αποκτήσει γεύση.
......
Αλλά ο κόσμος ήθελε απλότητα. Ήθελε θερμίδες. Κάτι που να κρατάει την κοιλιά γεμάτη και το σώμα όρθιο.
    Έτσι άρχισε να σχηματίζεται σιγά σιγά αυτό που σήμερα λέμε μινεστρόνε. Η λέξη σημαίνει «κάτι που σερβίρεται». Κυριολεκτικά. Minestrare σημαίνει «σερβίρω». Και είναι συγγενικό με τη λέξη administer, το ίδιο ρήμα που χρησιμοποιούμε για τα φάρμακα. Γιατί αυτή η σούπα ήταν θεραπεία. Για τη φτώχεια, για την πείνα, για την καθημερινότητα.
    Δεν είχε ποτέ συγκεκριμένη συνταγή. Ήταν η σούπα των αποφάσεων της στιγμής. Ό,τι είχε μείνει, έμπαινε. Φασόλια,  κριθαράκι, λάχανο, κολοκύθα, πράσο, μερικές φορές κρέας, άλλες φορές πέστο. Στην Τοσκάνη έμπαιναν χοντρές ντομάτες. Στη Γένοβα πέστο βασιλικού. Στον νότο ρεβίθια και πικάντικα μυρωδικά. Κάθε σπίτι είχε τη δική του εκδοχή. Και κάθε καζάνι ήταν ένα μικρό οικογενειακό μυστικό.
    Χρειάστηκαν δυο χιλιάδες χρόνια για να περάσει από την κουτάλα των χωρικών στο πορσελάνινο μπολ του εστιατορίου. 
Σήμερα, στις μοντέρνες trattorie του Μιλάνο και της Ρώμης, την πληρώνεις 10, 12, ακόμα και 15 ευρώ. Τη λες comfort food, τη βγάζεις στο Instagram, τη συνοδεύεις με κρασί από το Πιεμόντε και μαύρο ψωμί με ξινή προζύμη. Αλλά η ρίζα της είναι ίδια: πείνα με αξιοπρέπεια.
    Σήμερα, είναι μόδα. Τότε, ήταν ανάγκη. Και όπως όλα όσα έρχονται από την cucina povera, έτσι κι αυτή η σούπα κουβαλάει μαζί της το βάρος μιας κοινωνίας που έφτιαχνε γκουρμεδιές χωρίς να το ξέρει — απλώς και μόνο για να ζήσει άλλη μια μέρα.

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Saturday, 3 May 2025

Το κοριτσάκι που το άρπαξε αετός και το πήγε στη φωλιά του!

    Το κοριτσάκι που το άρπαξε αετός και το πήγε στην κορυφή ενός βράχου. Κανείς δεν πίστευε ότι θα ζούσε. Ένας αετός το άρπαξε μπροστά στα μάτια του χωριού. Επτά ώρες αργότερα, το βρήκαν ζωντανό στη φωλιά του.
    Ήταν καλοκαίρι του 1932, όταν ένα μικρό χωριό της Νορβηγίας πάγωσε από τρόμο. Ένα κοριτσάκι τριάμισι ετών, με κατάξανθα μαλλιά και μάτια σαν λίμνες του Βορρά, έπαιζε έξω από το σπίτι της, δίπλα σε κάτι ξύλα. Κανείς δεν πρόλαβε να φωνάξει. Ένας τεράστιος αετός κατέβηκε με δύναμη, άνοιξε τα νύχια του και άρπαξε το παιδί σαν να ήταν κουνέλι.
    Ο πατέρας έτρεξε να προλάβει. Η μάνα ούρλιαζε. Μέσα σε λίγα λεπτά, ολόκληρο το χωριό σηκώθηκε στο πόδι. Περισσότερα από 200 άτομα –χωρικοί, ξυλοκόποι, κυνηγοί, ψαράδες– άφησαν ό,τι έκαναν κι έτρεξαν προς το βουνό. Ο αετός είχε ήδη εξαφανιστεί με το κορίτσι στα νύχια του.
    Η αναζήτηση ήταν απελπισμένη. Ο καιρός άλλαζε, τα φώτα της μέρας λιγόστευαν, και το βουνό είχε κάθετους βράχους, απόκρημνα περάσματα και χαράδρες. Όμως κανείς δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι ίσως να μην το ξανάβλεπαν ποτέ. Το πλάσμα που το άρπαξε ήταν ένας χρυσαετός – από τους μεγαλύτερους στην Ευρώπη – και είχε τη φωλιά του σε ένα βράχο 180 μέτρων.
    Χρειάστηκαν επτά ώρες. Ήταν ήδη βραδάκι όταν ένας από τους κυνηγούς, που είχε ανέβει σχεδόν με γυμνά χέρια, κοίταξε μέσα στη φωλιά. Το κοριτσάκι ήταν εκεί. Ανέγγιχτο. Κουλουριασμένο σε μια γωνιά, χωρίς γρατζουνιά. Ο αετός είχε φύγει.
    Τη σήκωσαν απαλά και την κατέβασαν. Το χωριό ξέσπασε σε δάκρυα, προσευχές, φωνές. Τη θεώρησαν παιδί-θαύμα. Η μητέρα της δεν την άφησε να βγει μόνη της για χρόνια.
    Το κορίτσι εκείνο ονομαζόταν Άσγκριν. Έζησε μέχρι το 2010. Δεν έδινε πολλές συνεντεύξεις, μα σε μία από τις λίγες που έδωσε σε τοπική εφημερίδα στα 81 της, είχε πει:
«Μπορεί να με πήρε ο αετός, αλλά δεν με πείραξε. Ίσως να με πέρασε για δικό του μωρό».
    Κανείς δεν ξέρει γιατί την άφησε ζωντανή. Μερικοί λένε ότι ήταν πολύ μικρή και δεν την είδε ως απειλή. Άλλοι ότι ο αετός είχε ήδη χορτάσει. Άλλοι, ότι στα βουνά της Σκανδιναβίας, η φύση ακόμα κάνει τα δικά της θαύματα.
    Αυτό όμως που ξέρουμε είναι ότι η ιστορία της Άσγκριν παραμένει μοναδική: μια από τις λίγες
φορές στην καταγεγραμμένη ιστορία όπου ένας άνθρωπος σώθηκε μετά από επίθεση αετού.


Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Friday, 2 May 2025

Επειδή η Παρασκευούλα ήταν γυφτάκι...

    Γυρίζοντας από την εργασία μου σήμερα, έκανα μια στάση στην αερογέφυρα της Πέτρου Ράλλη και Θηβών στη Νίκαια, για να πω μια προσευχή.
    Εκεί που πριν λίγες μέρες συνήθιζε να στέκεται η 13χρονη Παρασκευούλα και να καθαρίζει τα τζάμια των αυτοκινήτων που σταματούσαν στο φανάρι.
Γιατί ήταν γυφτάκι...
    Η Παρασκευούλα λοιπόν ζούσε μόνη της σε ένα αντίσκηνο κάτω από τη γέφυρα, καθώς ο πατέρας της είναι φυλακή και η μητέρα της εξαφανισμένη...
Γιατί ήταν γυφτάκι...
    Η Παρασκευούλα που λέτε δεν απασχόλησε, δεν "υπήρχε" ποτέ για τη Πρόνοια, για τις κοινωνικές δομές του δήμου, για τα συσσίτια της εκκλησίας.
Γιατί ήταν γυφτάκι...
    Η Παρασκευούλα δεν πήγαινε σχολείο, ίσως οι δικοί της (οι όποιοι δικοί της) παίρναν κάποιο επίδομα, αγαπούσε τις σαγιονάρες Adidas και της άρεσαν οι καραμέλες ζελεδάκια.
Γιατί ήταν γυφτάκι.
    Η Παρασκευούλα καθάριζε τα τζάμια των αυτοκινήτων μέχρι που ένα αυτοκίνητο με μεγάλη ταχύτητα έπεσε πάνω της και της τερμάτισε τη ζωή.
Και βέβαια κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί της, καθώς δεν είναι επώνυμη, δεν έχει ακόλουθους, δεν γράφει καλά στο γυαλί .
Γιατί ήταν γυφτάκι...

    Ένα παιδί, που γεννήθηκε στη σιωπή του κόσμου, παρέμεινε (για μας) στη σιωπή και κατέληξε στη σιωπή.
    Δεν ξέρω τι ήταν η Παρασκευούλα, ξέρω όμως τι δεν είναι ο δικός μας κόσμος.
Ένας κόσμος που δεν χωράει ένα ζευγάρι σαγιονάρες Adidas και ένα σακουλάκι καραμέλες ζελεδάκια.

Στο Καλό κοριτσάκι μου...

ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΜΠΟΓΛΟΥ
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Το πιο ανήθικο ψυχολογικό πείραμα, που έγινε σε ένα μωρό 11 μηνών

    Ένα μωρό 11 μηνών χρησιμοποιήθηκε το 1920 σε ένα απάνθρωπο ψυχολογικό πείραμα. Η ιστορία του Little Albert προκαλεί ακόμα ανατριχίλα.
    Τον έλεγαν «Little Albert». Δεν μάθαμε ποτέ με απόλυτη βεβαιότητα το πραγματικό του όνομα. Ήταν ένα μωρό 11 μηνών που βρέθηκε στο επίκεντρο ενός από τα πιο σκοτεινά και απάνθρωπα πειράματα στην ιστορία της ψυχολογίας. Χωρίς τη συγκατάθεση της μητέρας του, χωρίς καμία προστασία, έγινε το εργαλείο για να αποδειχθεί κάτι τρομακτικά απλό: ότι ο φόβος μπορεί να κατασκευαστεί.
    Ο John B. Watson, πατέρας του συμπεριφορισμού, και η βοηθός του Rosalie Rayner ήθελαν να αποδείξουν πως οι φοβίες δεν είναι έμφυτες. Πως ο άνθρωπος γεννιέται σαν λευκό χαρτί και η κοινωνία γράφει πάνω του. Το πείραμα ξεκίνησε με τον μικρό Albert να παίζει χαρούμενος με ένα λευκό ποντίκι. Δεν τον τρόμαζε τίποτα. Κάθε φορά όμως που το ακουμπούσε, ένας δυνατός μεταλλικός ήχος ακουγόταν πίσω του. Το μωρό αναπηδούσε, τρομοκρατούνταν, έκλαιγε. Ο ήχος γινόταν τρόμος, και ο τρόμος κόλλαγε πάνω στο αθώο ποντίκι.
    Σύντομα, ο μικρός άρχισε να κλαίει μόνο στη θέα του. Όμως δεν σταμάτησε εκεί. Φοβόταν πια και το λευκό κουνελάκι, και τον σκύλο, και τη γούνα, και τη μάσκα του Άγιου Βασίλη. Οτιδήποτε λευκό και χνουδωτό είχε συνδεθεί με την απόλυτη απειλή. Είχε γίνει φοβία.
    Το πιο τρομακτικό όμως δεν ήταν αυτό. Ήταν ότι ο Watson ποτέ δεν προσπάθησε να αντιστρέψει το αποτέλεσμα. Δεν αποσυνεχίστηκε ο φόβος. Δεν έγινε προσπάθεια αποκατάστασης. Ο μικρός εξαφανίστηκε από τα αρχεία και από τις ζωές των ερευνητών. Κανείς δεν έμαθε πώς μεγάλωσε. Αν μπορούσε ποτέ να αγγίξει έναν σκύλο. Αν κοιμόταν τα βράδια χωρίς να κλαίει.
    Δεκαετίες μετά, ερευνητές αναζήτησαν την ταυτότητά του. Άλλοι λένε πως ήταν ο Douglas Merritte, που πέθανε σε ηλικία έξι ετών με σοβαρά νευρολογικά προβλήματα. Άλλοι πως ήταν ο William Albert Barger, που ζούσε μέχρι τα 87 του αλλά δεν μπορούσε ποτέ να βρίσκεται κοντά σε ζώα. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιο παιδί ήταν ο Little Albert. Το μόνο βέβαιο είναι πως υπήρξε και πως ήταν μόνο έντεκα μηνών όταν του έκλεψαν την αθωότητα.
    Το πείραμα σήμερα θεωρείται αποκορύφωμα επιστημονικής απανθρωπιάς. Αποτελεί παράδειγμα για το πώς η επιστήμη μπορεί να χάσει τον δρόμο της όταν λείπει η ηθική. Χωρίς κανόνες, χωρίς φραγμούς, χωρίς ψυχή. Μόνο δεδομένα, μόνο φόβος, μόνο ένα μωρό που κλαίει μπροστά σε μια κάμερα.
    Και μια ιστορία που δεν πρέπει να ξεχαστεί ποτέ.
πηγή
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι