Σελίδες

Saturday, 12 October 2019

Ξέρω γιατί το πουλί κελαηδεί στο κλουβί

(Το ακόλουθο χρονογράφημα γράφτηκε το 2014 αλλά δυστυχώς παραμένει πάντα επίκαιρο. Σας το παραθέτω αυτούσιο).


Ένα φθινοπωρινό πρωινό βρέθηκα στη Λευκωσία, την τελευταία μοιρασμένη πρωτεύουσα, με φόντο τη γιγάντια τουρκική σημαία στην οροσειρά του Πενταδακτύλου, να θυμίζει πως ζούμε σε ένα ημικατεχόμενο νησί. Κάτι που ξεχνάμε εμείς οι κάτοικοι των παραθαλάσσιων πόλεων με τους ανοιχτούς ορίζοντες. Μα και για κάποιους που κατοικούν στην πρωτεύουσα, αποτελεί πλέον μέρος της καθημερινότητάς τους, σαν ένα «wallpaper», που με τον χρόνο και τη συνήθεια, παύει να σημαίνει κάτι.
Έκπληκτη διαπίστωσα πως από τον χάρτη του μυαλού μου, έλειπε το παλιό νοσοκομείο, το οποίο είχε κατεδαφιστεί και έγινε ένας απέραντος χώρος στάθμευσης με σκόνες και χώματα, να τα στροβιλίζει ο αέρας. Απέναντι, το κτήριο της Βουλής και στο παραπλήσιο παρκάκι με την προτομή του Μαχάτμα Γκάντι, γινόταν μια σεμνή τελετή και κατάθεση στεφάνων από την Ινδική Υπάτη Αρμοστεία. Ήταν 2 του Οκτώβρη, παγκόσμια μέρα ενάντια στη βία. Την προηγούμενη στην πρωτεύουσα, είχαν γίνει παρελάσεις και δεξιώσεις για τη μέρα της Κυπριακής Ανεξαρτησίας.

Στο ραδιόφωνο μιλούσαν για τη, στρατηγικής σημασίας, γεωπολιτική θέση της Κύπρου απ’ όπου την ίδιαν ώρα γινόταν εκτόξευση πυραύλων στις αγγλικές βάσεις Ακρωτηρίου. Τη μέρα της «Μη βίας», Κούρδοι και ξένοι υπήκοοι αποκεφαλίζονταν από Τζιχαντιστές, η εκεχειρία στην ανατολική Ουκρανία βρισκόταν στον αέρα, όπως και οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό. Όλα αυτά εν έτει 2014.

Περπατώ στον δημόσιο κήπο, που θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια, μαζί με ένα μεγάλο λευκό θάλαμο νοσοκομείου, με μυρωδιές από φάρμακα και αντισηπτικά, που επισκεπτόμασταν κάθε Κυριακή. Εκεί κειτόταν ξαπλωμένη η μητέρα. Καθόμασταν γύρω από το κρεβάτι της κι εγώ δεν την κοιτούσα ποτέ στα μάτια γιατί θα διάβαζε τη θλίψη και τον θυμό μου που η ασθένεια την κρατούσε μακριά μου.

«Πάρτε τα παιδιά στον κήπο να παίξουν» έλεγε και αμέσως βγαίναμε από το «κλουβί» και τρέχαμε με τα ξαδέλφια στον απέραντο κήπο να παίξουμε κρυφτό και ινδιάνους. Το μεσημέρι έρχονταν και οι μεγάλοι, κάναμε πικ-νικ, προτού ξαναεπιστρέψουμε στο νοσοκομείο. Εγώ με την πλάτη γυρισμένη στη μητέρα και στην αρρώστια, κοίταζα έξω από το παράθυρο, τα πουλιά που κούρνιαζαν στα δέντρα, την ώρα που ο φύλακας τον οποίον αποκαλούσαμε Κέρβερο, φώναζε πως το επισκεπτήριο τέλειωσε.

Φεύγαμε τότε, έως την ερχόμενη Κυριακή, που θα επιστρέφαμε με λουλούδια, περιοδικά, φαγητά και καθαρά ρούχα. Μετά το πραξικόπημα και την εισβολή η μητέρα έμεινε εγκλωβισμένη στο νοσοκομείο και μόνον ο πατέρας επιχείρησε να την επισκεφτεί με αυτοκίνητο του Ερυθρού Σταυρού. Επέστρεψε με φρικιαστικές ιστορίες, που διηγείτο στους μεγάλους, με φορτηγά που ξεφόρτωναν τραυματίες και σκοτωμένους. Τη νέα σχολική χρονιά του 1974 πολλά παιδιά φορούσαν στον λαιμό μια σφαίρα τρυπημένη και περασμένη σε ένα μαύρο λουράκι.

Μπορεί το νοσοκομείο Λευκωσίας να γκρεμίστηκε, όχι όμως και το τείχος που χωρίζει την πατρίδα μας στα δυό. Παντού στην υφήλιο, βία, πόλεμοι, λιμοί, δικτατορικά καθεστώτα. Περπατώ στο πάρκο, δίπλα από τη Βουλή. Δυό παγώνια στο κλουβί ανοίγουν περήφανα τα φτερά τους και βγάζουν περίεργους ήχους. Πιο κάτω μια λιμνούλα με νούφαρα, που τα έχουν κι αυτά κλεισμένα σε ένα κλουβί. Στον νου μου έρχονται οι στίχοι της Maya Angelou:

«Μα στο κλουβί, ένα πουλί στέκει / πάνω στον τάφο των ονείρων
Κι η σκιά του φωνάζει / Μ’ ένα ουρλιαχτό εφιαλτικό
Τα φτερά του είναι κομμένα / και τα πόδια του δεμένα
Κι αφήνει τη φωνή του ελεύθερη / Να κελαηδήσει…
Στο κλουβί, το πουλί κελαηδάει / Μ’ ένα τιτίβισμα φοβισμένο
Για κείνα, τ’ άγνωστα / Που ακόμα τόσο λαχταρά.
Κι η μελωδία του αντηχεί / Στον μακρινό τον λόφο
Γιατί το πουλί στο κλουβί / τραγουδάει για ελευθερία.»


dena.toumazi@gmail.com
Δένα Αναξαγόρου Τουμαζή      Ιουλίτα Τουμαζή   

No comments:

Post a Comment