3. Ψυχοδυναμική - Ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά.
Τα ψυχιατρικά και ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικά των γονέων που κακοποιούν τα παιδιά τους έχουν εκτενώς μελετηθεί. Οι περισσότεροι έχουν ένα ευρύ φάσμα ψυχοπαθολογίας, με συνηθέστερη κλινική εικόνα τη διαταραχή της προσωπικότητας. Μερικοί από τους γονείς έχουν χαμηλή νοημοσύνη και προέρχονται από τις χαμηλότερες κοινωνικο-οικονομικές τάξεις.
Σ' αυτά τα ευρήματα πρέπει να προστεθούν ανωριμότητα, παρορμητικότητα, μεγάλη ανάγκη για εξάρτηση και έντονα διαταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις. Παρακάτω, θα αναφερθώ στην τυπολογία αυτών των γονέων μαζί με τα μοντέλα συμπεριφοράς τους, όπως έχει διαπιστωθεί από εκτεταμένες έρευνες:
Α] Έχει βρεθεί ότι οι ίδιοι οι γονείς είχαν κακοποιηθεί από τους δικούς τους γονείς, πράγμα που επαναλαμβάνουν στη σχέση με τα παιδιά τους, μέσα από τους μηχανισμούς της ταύτισης με τον επιτιθέμενο.
Β] Έχει σημειωθεί μια ανεπάρκεια στο γονεϊκό ρόλο, όταν οι γονείς δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι τα παιδιά τους είναι εξαιτίας ίσως της ηλικίας τους ανώριμα.
Συχνά σχόλια που ακούμε από αυτούς τους γονείς είναι ότι «τα παιδιά πρέπει να σέβονται τους γονείς τους» και ότι «δεν πρέπει να υποχωρούμε στις απαιτήσεις των παιδιών, γιατί τα κακομαθαίνουμε». Η αναφορά, βέβαια, μπορεί να έχει γίνει για ένα βρέφος 3 μηνών.
Γ] Σε μερικές περιπτώσεις παρατηρείται αντιστροφή του ρόλου γονέων-παιδιών. Δηλαδή, οι γονείς αυτοί περιμένουν απ' τα παιδιά τους να τους δείξουν αγάπη και κατανόηση, και στην ουσία υπάρχουν για να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες. Είναι συνήθως γονείς με έντονες ναρκισσιστικές ανάγκες και μεγάλη ανωριμότητα. Ένα χαρακτηριστικό αυτών των γονέων είναι η παθολογική λειτουργία του υπερεγώ τους : αν και επιφανειακά μπορεί να φαίνονται αδιάφοροι, έχουν έντονα ασυνείδητα αισθήματα ενοχής. Αυτό είναι σημαντικό να το γνωρίζουμε, γιατί αν με τη στάση μας τους κάνουμε να αισθανθούν και συνειδητά ένοχοι, τότε η κατάθλιψή τους γίνεται έντονη και η διαταραχή του υπερεγώ τους μπορεί να εκδηλωθεί και με διαφορετικό τρόπο : αποδίδονται στο παιδί τα διωκτικά και σαδιστικά χαρακτηριστικά του υπερεγώ του. Έτσι, το παιδί αποκτά για το γονέα του την ιδιότητα του διώκτη και του ανεπιθύμητου, με αποτέλεσμα ο γονέας να κατακλύζεται, να υπερτερούν τα επιθετικά συναισθήματα σε σχέση με τα συναισθήματα αγάπης και τελικά να επιτίθεται στο παιδί.
Δ] Ένα άλλο χαρακτηριστικό των γονέων που κακοποιούν τα παιδιά τους είναι η χαμηλή τους αυτοεκτίμηση, που σχετίζεται με την ανεπάρκεια που αισθάνονται στην εκτέλεση του μητρικού και πατρικού τους ρόλου. Οπωσδήποτε, κάτι άλλο που συμβαίνει σ' αυτές τις οικογένειες, ιδίως στις περιόδους κακοποίησης, είναι μία κρίση στην οικογένεια, ή και κρίση στη σχέση γονέα - παιδιού.
Ε] Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι ότι οι γονείς απαντούν στις προσβολές ή επιθέσεις ενάντια στον εαυτό τους, για τον οποίο τρέφουν χαμηλή εκτίμηση, μ' έναν αντισταθμιστικό τρόπο. Ως αποτέλεσμα, προσπαθούν απελπισμένα να κρατήσουν μια θετική εικόνα του εαυτού τους, έστω και επιφανειακά, απέναντι στα βαθύτερα αισθήματα ανεπάρκειας. Αυτό το πραγματοποιούν με τη χρήση των αμυντικών μηχανισμών της προβολής και της εξωτερίκευσης. Η προβολή των αρνητικών γονεϊκών χαρακτηριστικών γίνεται προς το παιδί και έτσι μετατρέπεται σε «αποδιοπομπαίο τράγο», προς τον οποίο στρέφεται η επιθετικότητα των γονέων. Η μητέρα, δηλαδή, παθητικά αναβιώνει με το κακοποιημένο παιδί την απόρριψη και την ταπείνωση που η ίδια βίωσε με την μητέρα της.
Ελληνικά ερευνητικά δεδομένα αναφέρονται σε μερικά από τα χαρακτηριστικά των γονέων και των οικογενειών τους, όπως το ότι οι οικογένειες ήταν πολύ προβληματικές, με πολλά ψυχοκοινωνικά προβλήματα, οι γονείς ήταν νεαρής ηλικίας και δεν είχαν σταθερή εργασία, ενώ είχαν κακές σχέσεις με τις δικές τους οικογένειες.
Αναφέρθηκε, ακόμη, ότι στις οικογένειες αυτές συνυπάρχουν κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα, ενώ ένα χαρακτηριστικό αυτών των οικογενειών είναι η κοινωνική απομόνωση. Έτσι, η νεαρή καταθλιπτική μητέρα που είναι κοινωνικά απομονωμένη, χωρίς κανένα υποστηρικτικό σύστημα, είναι εύκολο να στρέψει την επιθετικότητά της προς το παιδί της.
Η στάση των γονέων και της κοινωνίας γενικότερα στο θέμα της σωματικής τιμωρίας των παιδιών μπορεί να ενθαρρύνει την άσκηση σοβαρής σωματικής βίας σ' ένα παιδί, αν και τα στοιχεία που υπάρχουν δεν αποδεικνύουν επακριβώς την παραπάνω θέση. Αντίθετα, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά συμπεριφέρονται καλύτερα στο σχολείο όταν δε χρησιμοποιείται σωματική τιμωρία. Όμως, ένα γενικό κλίμα το οποίο ευνοεί τη σωματική τιμωρία των παιδιών είναι πολύ πιθανό να μειώσει το όριο πάνω από το οποίο οι γονείς τείνουν να χρησιμοποιήσουν φυσική βία, ακόμα και εναντίον πολύ μικρών βρεφών.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι είναι απαραίτητο να θεωρήσουμε ότι έχει φτάσει η στιγμή να απέχουμε από κάθε μορφή σωματικής βίας όχι μόνο στα σχολεία, αλλά και από τους γονείς μέσα στην οικογένεια.
Η ίδια θετική στάση ως προς τη χρησιμοποίηση της βίας υπάρχει ακόμη και από μερικούς ενήλικες που εργάζονται σε ιδρύματα ή υπηρεσίες παιδικής προστασίας. Μερικοί απ' αυτούς τους ενήλικες, για λόγους δικής τους ψυχοπαθολογίας και επωφελούμενοι από τη γενικότερη θετική στάση του κόσμου απέναντι στη σωματική τιμωρία, φέρονται επιθετικά στα παιδιά. Στην Ελλάδα υπάρχει μια προκαταρτική μελέτη που δείχνει μερικές πλευρές του προβλήματος της βίας που παρατηρείται στα ιδρύματα για παιδιά. Το τελευταίο αυτό θέμα είναι τεράστιο και φυσικά δε γίνεται καμία προσπάθεια να μειωθούν ή να θιγούν όσοι εργάζονται στα ιδρύματα που φροντίζουν παιδιά. Απλώς επισημαίνεται ένα μείζον πρόβλημα, το οποίο χρειάζεται να αξιολογηθεί και να εκτιμηθεί από τους αρμόδιους φορείς, ώστε να διερευνηθούν οι συνθήκες και οι καταστάσεις που μπορεί να το προκαλούν ή να το συντηρούν (πχ.λιγοστό προσωπικό σε σχέση με τον αριθμό των παιδιών κλπ.), με στόχο τη μείωση ή και την εξάλειψή του.
Του Διονυσόπουλου Ηλία, Σπουδαστή Στ΄ Εξαμήνου του Τμήματος Νοσηλευτικής του Τ.Ε.Ι. Λαρίσης. Υπεύθυνη Καθηγήτρια Κυπαρίση Γεωργία
Όλη η έρευνα:
No comments:
Post a Comment