Η Μαρίνα είναι μία από τις παλαιότερες μητέρες στο χωριό της Βάρης. Σήμερα φροντίζει τρία αγόρια και ένα κορίτσι. Όμως κρατά πάντα ανοιχτή την αγκαλιά της για παιδιά που έχουν πια μεγαλώσει όπως τον 25χρονο σήμερα Χρήστο
Kάθε πρωί η κ. Μαρίνα ξυπνάει τα παιδιά της για να πάνε στο σχολείο. Τη Μένια, τον Στρατή, τον Λουκά και τον Παναγιώτη. Παιδιά που δεν γέννησε, αλλά κλήθηκε να μεγαλώσει. Είναι
μητέρα κατ' επάγγελμα, θα έλεγε κανείς. Αν και αυτό που κάνει μόνο επάγγελμα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί...
Η κ. Μαρίνα είναι από τις παλαιότερες μητέρες SOS. Μεγαλώνει παιδιά που έχουν εγκαταλείψει άλλοι. Μετρά στο χωριό της Βάρης σχεδόν μία 20ετία και έχει μεγαλώσει 16 παιδιά. «Και τρία τα άλλα, τα φυσικά μου, δεκαεννιά»... Μας υποδέχεται στο σπίτι της, γεμάτο από παιδικές φωνές, κυνηγητά, γέλια. Εκεί είναι και ο Χρήστος, 25 χρόνων πια, από τα πρώτα παιδιά που ανέλαβε. Και «από τα σούπερ αγαπημένα μου», θα συμπληρώσει, ενώ ψήνει τον καφέ.
Η ιστορία ξεκίνησε απλά. «Ένα μεσημέρι είδα μια διαφήμιση στην τηλεόραση. Σπιτάκια και παιδάκια. Αυτό ήταν. Κάτι έγινε μέσα μου και είπα φεύγω. Έμενα στο Ναύπλιο και είχα τουριστικό γραφείο. Η πρώτη που το έμαθε ήταν η μάνα μου. Της λέω, ''την έχασες την κόρη σου''. Δεν το πίστευε. Ήμουν και μοναχοπαίδι. Ίσως κι αυτό να έπαιξε τελικά τον ρόλο του».
Αρχικά ήρθαν στη ζωή της οι τρίχρονες Αθηνά και Μαρία, με μαμάδες Ελληνίδες και μπαμπάδες Ρώσους. «Δεν μιλούσαν ελληνικά. Ήμουν όλη τη μέρα με το λεξικό». Μετά έφτασαν στο σπίτι πέντε αδέλφια και ο 9χρονος Χρήστος. «Είχαμε έρθει με τη μάνα μου και κάτσαμε να φάμε. Ντρεπόμουνα. Μιλούσα διστακτικά και προσπαθούσα με νοήματα να συνεννοηθώ με τα άλλα παιδιά», θυμάται ο ίδιος. Πριν πάει στο χωριό SOS, είχε περάσει κάποια χρόνια στο ΠΙΚΠΑ. «Μια μέρα εμφανίστηκε η μάνα μου και μου λέει, ήρθα να σε πάρω. Χαρά εγώ μεγάλη. Δεν ερχόταν ποτέ. Την ρωτάω γιατί; Μου λέει επειδή κλείνουν. Εμεινα». Στο χωριό της Βάρης έφτασε με μεγάλα μαθησιακά κενά. Δεν ήξερε την προπαίδεια ή τους μήνες. Σήμερα έχει υπεύθυνη θέση σε αλυσίδα εστίασης και εργάζεται ως ασφαλιστικός σύμβουλος. Νοικιάζει σπίτι στον Αγ. Δημήτριο και θέλει να κάνει πολλά παιδιά.
«Με τη μαμά Μαρίνα και τα αδέλφια μου βλεπόμαστε συχνά. Χριστούγεννα, Πάσχα και γιορτές τα περνάμε όλοι μαζί εδώ. Κι όταν δεν φτάνουν τα κρεβάτια στρώνουμε μπροστά στο τζάκι», μας λέει ο Χρήστος. Τα αδέλφια του είναι τα παιδιά με τα οποία μεγάλωσε μαζί στο χωριό SOS. Όσο για τους φυσικούς του γονείς; «Τους ευγνωμονώ που με έφεραν εδώ και τους κατηγορώ επειδή μέχρι και τώρα, που προσπαθώ να πάρω λίγη αγάπη, δεν είναι εκεί. Δεν πειράζει. Τους προσφέρω εγώ ό,τι μπορώ. Πήρα πολλή αγάπη εδώ μέσα και γέμισα»...
Η ζωή στα χωριά SOS
Οι ευθύνες και οι μεγάλες χαρές
Η μαμά Μαρίνα είναι ευσυγκίνητη. Αυτό φαίνεται συχνά κατά τη διάρκεια της κουβέντας. Μιλά για τα καλοκαίρια που περνούσε με τα οκτώ παιδιά της στο Ναύπλιο, για τα ταξίδια με το τρένο «επειδή τότε δεν χωρούσαμε στο αυτοκίνητο», για τις αδελφικές σχέσεις που έχουν τα φυσικά παιδιά της με τα παιδιά που μεγάλωσε στο χωριό SOS, για τις φουρτούνες και τις αγωνίες μιας μάνας με τόσες ευθύνες. «Στην εφηβεία τους τα αγόρια δεν ήθελαν να πάνε σχολείο και πετούσαν στα κεραμίδια τις τσάντες τους. Φοβόμουν κι έλεγα τι θα κάνουν αυτά τα παιδιά αν δεν μάθουν πέντε γράμματα; Πώς θα σταθούν στην κοινωνία που δεν έχουν κανέναν δίπλα τους;» λέει η κ. Μαρίνα και συνεχίζει: «Δεν είναι εύκολο για τα φυσικά σου παιδιά, πόσο μάλλον για τα παιδιά εδώ, που έχουν αυξημένη ανάγκη από αγάπη. Τα πρώτα χρόνια συγκλονίστηκα από χειρονομίες και αγκαλιές. Με τα φυσικά μου παιδιά δεν είχα ανατριχιάσει σε αυτόν τον βαθμό. Μήπως θεωρούσα δεδομένη την αγάπη τους; Δεν ξέρω. Κι αυτή είναι η μεγάλη μου αγωνία. Πότε θα χορτάσουν όσα τους έχουν λείψει; Και θα τα χορτάσουν ποτέ; Η απόρριψη που έχουν βιώσει είναι μεγάλη».
Θυμάται τότε που τα κορίτσια της, μεγάλα πια, την έπαιρναν τηλέφωνο να της ανακοινώσουν πως έχουν δεσμό και πως θέλουν να τον γνωρίσουν στη μητέρα τους. «Με ρωτούσαν, να τον φέρουμε εκεί ή να πάμε στη φυσική μας μαμά; Ο,τι αισθάνεστε, τους απάντησα. Και τελικά ήρθαν από εδώ και εμένα πια μου άρεσε πολύ. Τώρα θέλω να μου κάνουν και εγγόνια». Τη ρωτάμε αν χρειάζεται μεγάλος αγώνας για να κερδίσει κανείς τα παιδιά. «Οχι, αν είσαι αληθινός και δείχνεις αυτό που αισθάνεσαι. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται το ενδιαφέρον σου. Δεν μπορείς να τα ξεγελάσεις. Σιγά σιγά οι θυσίες που κάνεις αποδίδουν»...
Αδυναμία γονέων
Αύξηση των αιτήσεων 40% για εισαγωγές ανηλίκων στα χωριά SOS
Η «Μητέρα SOS» μένει 24 ώρες το 24ωρο μέσα στο χωριό, μεγαλώνοντας ταυτόχρονα 5-6 παιδιά. Πρέπει να είναι 32-45 ετών, ελληνικής ιθαγένειας και να μην έχει προσωπικές - οικογενειακές υποχρεώσεις. Στα ρεπό της την αντικαθιστά η «θεία». Στα τρία χωριά SOS που λειτουργούν σήμερα στη Βάρη Αττικής, τη Θεσσαλονίκη και την Αλεξανδρούπολη φιλοξενούνται πάνω από 250 παιδιά και οι αιτήσεις συνεχώς αυξάνονται.
Η κ. Μαρίνα είναι από τις παλαιότερες μητέρες SOS. Μεγαλώνει παιδιά που έχουν εγκαταλείψει άλλοι. Μετρά στο χωριό της Βάρης σχεδόν μία 20ετία και έχει μεγαλώσει 16 παιδιά. «Και τρία τα άλλα, τα φυσικά μου, δεκαεννιά»... Μας υποδέχεται στο σπίτι της, γεμάτο από παιδικές φωνές, κυνηγητά, γέλια. Εκεί είναι και ο Χρήστος, 25 χρόνων πια, από τα πρώτα παιδιά που ανέλαβε. Και «από τα σούπερ αγαπημένα μου», θα συμπληρώσει, ενώ ψήνει τον καφέ.
Η ιστορία ξεκίνησε απλά. «Ένα μεσημέρι είδα μια διαφήμιση στην τηλεόραση. Σπιτάκια και παιδάκια. Αυτό ήταν. Κάτι έγινε μέσα μου και είπα φεύγω. Έμενα στο Ναύπλιο και είχα τουριστικό γραφείο. Η πρώτη που το έμαθε ήταν η μάνα μου. Της λέω, ''την έχασες την κόρη σου''. Δεν το πίστευε. Ήμουν και μοναχοπαίδι. Ίσως κι αυτό να έπαιξε τελικά τον ρόλο του».
Αρχικά ήρθαν στη ζωή της οι τρίχρονες Αθηνά και Μαρία, με μαμάδες Ελληνίδες και μπαμπάδες Ρώσους. «Δεν μιλούσαν ελληνικά. Ήμουν όλη τη μέρα με το λεξικό». Μετά έφτασαν στο σπίτι πέντε αδέλφια και ο 9χρονος Χρήστος. «Είχαμε έρθει με τη μάνα μου και κάτσαμε να φάμε. Ντρεπόμουνα. Μιλούσα διστακτικά και προσπαθούσα με νοήματα να συνεννοηθώ με τα άλλα παιδιά», θυμάται ο ίδιος. Πριν πάει στο χωριό SOS, είχε περάσει κάποια χρόνια στο ΠΙΚΠΑ. «Μια μέρα εμφανίστηκε η μάνα μου και μου λέει, ήρθα να σε πάρω. Χαρά εγώ μεγάλη. Δεν ερχόταν ποτέ. Την ρωτάω γιατί; Μου λέει επειδή κλείνουν. Εμεινα». Στο χωριό της Βάρης έφτασε με μεγάλα μαθησιακά κενά. Δεν ήξερε την προπαίδεια ή τους μήνες. Σήμερα έχει υπεύθυνη θέση σε αλυσίδα εστίασης και εργάζεται ως ασφαλιστικός σύμβουλος. Νοικιάζει σπίτι στον Αγ. Δημήτριο και θέλει να κάνει πολλά παιδιά.
«Με τη μαμά Μαρίνα και τα αδέλφια μου βλεπόμαστε συχνά. Χριστούγεννα, Πάσχα και γιορτές τα περνάμε όλοι μαζί εδώ. Κι όταν δεν φτάνουν τα κρεβάτια στρώνουμε μπροστά στο τζάκι», μας λέει ο Χρήστος. Τα αδέλφια του είναι τα παιδιά με τα οποία μεγάλωσε μαζί στο χωριό SOS. Όσο για τους φυσικούς του γονείς; «Τους ευγνωμονώ που με έφεραν εδώ και τους κατηγορώ επειδή μέχρι και τώρα, που προσπαθώ να πάρω λίγη αγάπη, δεν είναι εκεί. Δεν πειράζει. Τους προσφέρω εγώ ό,τι μπορώ. Πήρα πολλή αγάπη εδώ μέσα και γέμισα»...
Η ζωή στα χωριά SOS
Οι ευθύνες και οι μεγάλες χαρές
Η μαμά Μαρίνα είναι ευσυγκίνητη. Αυτό φαίνεται συχνά κατά τη διάρκεια της κουβέντας. Μιλά για τα καλοκαίρια που περνούσε με τα οκτώ παιδιά της στο Ναύπλιο, για τα ταξίδια με το τρένο «επειδή τότε δεν χωρούσαμε στο αυτοκίνητο», για τις αδελφικές σχέσεις που έχουν τα φυσικά παιδιά της με τα παιδιά που μεγάλωσε στο χωριό SOS, για τις φουρτούνες και τις αγωνίες μιας μάνας με τόσες ευθύνες. «Στην εφηβεία τους τα αγόρια δεν ήθελαν να πάνε σχολείο και πετούσαν στα κεραμίδια τις τσάντες τους. Φοβόμουν κι έλεγα τι θα κάνουν αυτά τα παιδιά αν δεν μάθουν πέντε γράμματα; Πώς θα σταθούν στην κοινωνία που δεν έχουν κανέναν δίπλα τους;» λέει η κ. Μαρίνα και συνεχίζει: «Δεν είναι εύκολο για τα φυσικά σου παιδιά, πόσο μάλλον για τα παιδιά εδώ, που έχουν αυξημένη ανάγκη από αγάπη. Τα πρώτα χρόνια συγκλονίστηκα από χειρονομίες και αγκαλιές. Με τα φυσικά μου παιδιά δεν είχα ανατριχιάσει σε αυτόν τον βαθμό. Μήπως θεωρούσα δεδομένη την αγάπη τους; Δεν ξέρω. Κι αυτή είναι η μεγάλη μου αγωνία. Πότε θα χορτάσουν όσα τους έχουν λείψει; Και θα τα χορτάσουν ποτέ; Η απόρριψη που έχουν βιώσει είναι μεγάλη».
Θυμάται τότε που τα κορίτσια της, μεγάλα πια, την έπαιρναν τηλέφωνο να της ανακοινώσουν πως έχουν δεσμό και πως θέλουν να τον γνωρίσουν στη μητέρα τους. «Με ρωτούσαν, να τον φέρουμε εκεί ή να πάμε στη φυσική μας μαμά; Ο,τι αισθάνεστε, τους απάντησα. Και τελικά ήρθαν από εδώ και εμένα πια μου άρεσε πολύ. Τώρα θέλω να μου κάνουν και εγγόνια». Τη ρωτάμε αν χρειάζεται μεγάλος αγώνας για να κερδίσει κανείς τα παιδιά. «Οχι, αν είσαι αληθινός και δείχνεις αυτό που αισθάνεσαι. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται το ενδιαφέρον σου. Δεν μπορείς να τα ξεγελάσεις. Σιγά σιγά οι θυσίες που κάνεις αποδίδουν»...
Αδυναμία γονέων
Αύξηση των αιτήσεων 40% για εισαγωγές ανηλίκων στα χωριά SOS
Η «Μητέρα SOS» μένει 24 ώρες το 24ωρο μέσα στο χωριό, μεγαλώνοντας ταυτόχρονα 5-6 παιδιά. Πρέπει να είναι 32-45 ετών, ελληνικής ιθαγένειας και να μην έχει προσωπικές - οικογενειακές υποχρεώσεις. Στα ρεπό της την αντικαθιστά η «θεία». Στα τρία χωριά SOS που λειτουργούν σήμερα στη Βάρη Αττικής, τη Θεσσαλονίκη και την Αλεξανδρούπολη φιλοξενούνται πάνω από 250 παιδιά και οι αιτήσεις συνεχώς αυξάνονται.
Όπως τονίζει ο γενικός διευθυντής των χωριών SOS, Γιώργος Πρωτόπαπας, τα αιτήματα για εισαγωγές παιδιών έχουν αυξηθεί κατά 40%, ενώ έχουν εκτοξευθεί τα αιτήματα για ψυχολογική, μαθησιακή υποστήριξη. Κι ενώ παλιά οι οικονομικοί λόγοι ήταν δευτερεύοντες, με πρωτεύουσες αιτίες την τοξικομανία, την κακοποίηση, την εγκατάλειψη κ.λπ., τώρα η φτώχεια και η οικονομική εξαθλίωση εξελίσσεται στον νούμερο ένα λόγο για τον οποίο νέοι γονείς αδυνατούν να υποστηρίξουν τα παιδιά τους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΩΣΚΟΛΟΣ / ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ
www.ethnos.gr
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΩΣΚΟΛΟΣ / ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ
www.ethnos.gr
No comments:
Post a Comment