Wednesday 23 March 2022

Από «πόρτα» σε «πόρτα» φαίνεται ότι σκάσαμε σε τοίχο

....................
Η σημερινή κατάσταση μας φέρνει καθημερινά αντιμέτωπους και με τις δύο εκφράσεις. 
«Εγκλήματα τιμής», «εγκλήματα πάθους», γυναίκες που σκοτώνονται καθημερινά, παιδιά που τσιμεντώνονται από ακατάλληλες οικογένειες, παιδιά που βρίσκονται νεκρά υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, πατεράδες που λυγίζουν από το βάρος μιας αποκάλυψης. 
Οι κοινωνίες της «τιμής» έχουν δώσει τη θέση τους στις κοινωνίες της «ντροπής». Γιατί αυτό που ζούμε τα τελευταία χρόνια μάς θέτει όλους προ των ευθυνών μας. 
Πώς φτάσαμε μέχρις εδώ;

Μια γειτόνισσα ακούει στον κάτω όροφο ένα παιδί να κλαίει σπαρακτικά. Ο πατέρας το χτυπάει, δεν είναι η πρώτη φορά. Όταν το αναφέρει, της λένε να κοιτάει τη δουλειά της. 
Μια ψυχολόγος δέχεται καθημερινά στο ειδικό σχολείο που δουλεύει ένα παιδί με εμφανή τα σημάδια της κακοποίησης. Το λέει στον πατέρα, που μάλλον είναι ο κακοποιητής, αυτός την εκφοβίζει. 
Παίρνει μια σύνταξη εκείνος εξαιτίας της αναπηρίας του παιδιού, δεν διανοείται να τη χάσει. 
Η ψυχολόγος θέλει να το προχωρήσει το θέμα, όλο όμως το σχολείο είναι εναντίον της. Θα τους εκθέσει, της λένε. 

Ένα μεγάλο σκάνδαλο ξεσπάει σε οικοτροφείο. Τι συμβαίνει με τους υπεύθυνους εκεί; Τι μοίρα έχουν τα παιδιά; Μια δασκάλα που έχει μαθητή ένα από αυτά τα παιδιά αγωνιά. Θέλει να μάθει πού είναι το παιδί, πώς να το βοηθήσει. Η διεύθυνση όμως του σχολείου δεν θέλει να θίξει το θέμα, να αγγίξουν ευαίσθητα θέματα που έχουν πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης.

Η πραγματικότητα μας γονατίζει, αλλά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θεριεύουμε. Εκεί οι άνθρωποι παίρνουμε φωτιά. 
Ο καθένας κάνει και μια καταγγελία στον προσωπικό του λογαριασμό. Μιλάμε ανοιχτά, έχουμε όλοι ή σχεδόν όλοι γνώμη. Ακυρώνουμε πρόσωπα και πράγματα, επιτιθέμεθα, αποδοκιμάζουμε, αφανίζουμε. 

«Να το κακό», σαν μια ορδή αναφωνούμε και το σκοτώνουμε. Από το πληκτρολόγιο. Γινόμαστε γιατροί, ψυχολόγοι, δικαστές, ιεροκήρυκες. Πατάσσεται η αδικία. Είμαστε όμως όλοι παιδιά και της μιας πόρτας και της άλλης. Παιδιά της παράδοσης και του πληκτρολογίου. Είμαστε παιδιά της «τιμής» και της «ντροπής». Έτσι μεγαλώσαμε. Όλοι μας βεβαρημένοι με προσωπικά τραύματα, συμπεριφερθήκαμε σαν ιδιώτες μέσα στην κοινωνία και όχι ως πολίτες. 
Στη δουλειά μας, στην πολυκατοικία, στη γειτονιά, δεν υπερασπιστήκαμε τον αδύνατο όταν έπρεπε, και δεν χάσαμε τη δουλειά μας, όταν έπρεπε να υπερασπιστούμε το δίκαιο. Γιατί είχε κόστος. Το γάλα του παιδιού μας. Και είναι θεμιτό.
Το ζήτημα πλέον όμως που τίθεται τώρα που αγρίεψε η κατάσταση είναι να μην αρκεστούμε στο να πληκτρολογούμε μόνο, και να αναλάβουμε το ρίσκο να κοιταχτούμε στον καθρέφτη. 

Να συνειδητοποιήσουμε ότι ταυτίσαμε την πρόοδό μας με το προφίλ μας στο fb, ανοίξαμε μια «πόρτα» στον κόσμο για να παινέψουμε τα παιδιά μας, να αναζητήσουμε φίλους και συντρόφους, να πάρουμε likes για την άποψή μας, ή για τα τραύματά μας, αλλά από αυτό το σημείο μέχρι να καταφέρουμε να γίνουμε υπεύθυνοι, συνετοί, ώριμοι πολίτες απέχουμε πολύ. 
Γιατί η δουλειά που πρέπει να γίνει δεν αφορά το έξω μας, αλλά κάτι πολύ βαθύτερο. Αχνό αλλά πολύ στέρεο. 
Το ότι η κάθε «πόρτα» μας ανοίγει με ευκολία, όταν δεν υπάρχει κόστος. Όταν όμως στο τέλος έρχεται ένας λογαριασμός και μια συνέπεια για την πράξη μας, παρά το ανοιχτό Facebook, οι πόρτες μας κλείνουν. 
Ας δούμε στα σοβαρά τι χρειάζεται για να ξαναχτιστεί η αλυσίδα που λέγεται κοινωνία.

ολόκληρο το άρθρο εδώ
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki