Monday 30 June 2008

Οι τσιγγάνοι

Οι τσιγγάνοι
Τι να γράψει κανείς για τους αιώνια κυνηγημένους;
Τους αιώνια απόβλητους και εσταυρωμένους;
Κανείς δεν διώχθηκε,
κανείς δεν διώκεται,
κανείς δεν θα διώκεται σαν τους τσιγγάνους.



Οι τσιγγάνοι αποτελούν ένα άλυτο αίνιγμα στην ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού:
για χίλια χρόνια περιπλανιώνται μέσα στην Ευρώπη, για χίλια χρόνια διώκονται, για χίλια χρόνια καίγονται από τις διάφορες εξουσίες, για χίλια χρόνια διατηρούν μια προφορική γλώσσα, ήθη, παραδόσεις, έναν νομαδικό τρόπο ζωής, μια κυκλική αντίληψη του χρόνου, μια συλλογική λογική αναίρεσης του θανάτου.
Ποτέ δεν πολέμησαν οι τσιγγάνοι, ποτέ δεν σήκωσαν όπλα εναντίον κανενός, ποτέ δεν φόρεσαν την στολή του στρατιώτη ακόμη κι όταν το αντάλλαγμα ήταν η ίδια τους η ζωή - όπως ποτέ δεν καλλιέργησαν την γη.

Όλοι τους κυνήγησαν:
η Εκκλησία τους έδιωχνε, η Ιερή Εξέταση τους έκαιγε, όλες οι εξουσίες εκπόνησαν δραστήρια προγράμματα εξόντωσής τους, με πρώτη την καθολική Ισαβέλλα της Καστίλης, η Ναζιστική Γερμανία τους έκαψε στα φούρνους των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Σήμερα σε όλη την Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα οι τοπικές αρχές θέλουν να τους εκβάλλουν εκτός των πόλεων, σε ένα αόρατο πουθενά, ει δυνατόν να αφανιστούν. Όσο τους έκαιγαν, τόσο περισσότερο οι τσιγγάνοι στοίχειωναν την Ευρώπη, στοίχειωναν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Αναμφίβολα υπήρξαν οι σημαντικότεροι μουσικοί της Ευρώπης, αυτοί ήταν που μορφοποίησαν και διέσωσαν τις παραδοσιακές μουσικές όπου κι αν πήγαν: το ισπανικό φλαμέγκο, που όλοι ξέρετε, είναι δικό τους, το ίδιο και τα βαλκανικά κρουστά με τις τρομπέτες που τόσο μας γοητεύουν τον τελευταία χρόνια, το ίδιο και η ελληνική δημοτική μουσική με την σχεδόν αποκλειστικά δική τους χρήση του κλαρίνου, το ίδιο και οι μελωδίες της Ιβηρικής με την σχεδόν αποκλειστική χρήση της κιθάρας τους.
Μα και οι ιρλανδικές ή οι σαξονικές μπαλάντες μέσα από τους τσιγγάνους πέρασαν - και βέβαια οι παραδουνάβιες μελωδίες δεν θα υπήρχαν δίχως αυτούς.
Για αιώνες ήσαν οι κορυφαίοι βιολιστές στον κόσμο: τσιγγάνικη καταγωγή λένε πως είχε ο Παγκανίνι, τσιγγάνος ήτανε ο Σαραζάτ - κοντά σε αυτούς, θυμηθείτε τα τσιγγάνικα βιολιά της Βουδαπέστης.
Σήμερα είναι κοινή παραδοχή: οι τσιγγάνοι ήταν που όργωσαν το χωράφι για να γεννηθεί η κλασσική μουσική μα και οι εθνικές μουσικές του εικοστού αιώνα.
Αυτό που ακούμε ως μουσική σήμερα υπάρχει στο μεγαλύτερο μέρος του χάρη στους τσιγγάνους.
Δεν ήσαν μονάχα μουσικοί οι τσιγγάνοι, ήσαν και τεχνίτες, σιδεράδες, γανωτήδες, ξυλουργοί, καλαθοπλέχτες, έφτιαχαν κεντήματα γεμάτα με τους ουρανούς, τους ήλιους και τα αστέρια τους.
Κι ακόμη ήσαν φημισμένοι καβαλάρηδες -λένε πως αυτοί δίδαξαν στους μαγιάρους την ιππασία κι ακόμη ήσαν έμποροι, στα κάρα τους μπορούσες να βρεις ό,τι θέλεις, από φυλαχτά μέχρι μαγικά βοτάνια που γυρίζουν πίσω τον αγαπημένο.
Και τέλος ήσαν πανηγυρτζήδες, ταχυδαχτυλουργοί, ζογκλέρ κι ακροβάτες, χορευτές και τραγουδιστές, ηθοποιοί ενός παράξενου θεάτρου του δρόμου εδώ και αιώνες.

Κι ακόμη: οι τσιγγάνοι ήταν που μας δώρισαν τους χιλιάδες ανεξίτηλους μύθους του τσιγγάνικου πάθους, της τσιγγάνικης τιμής και της γενναιότητας, της μαγείας, της μελαγχολίας και του παραπόνου, της ομορφιάς που δίνεται με τίμημα τον θάνατο, ρομαντικά σχήματα που ενέπνευσαν αναρίθμητους καλλιτέχνες και συγγραφείς.
Ενδεικτικά αναφέρω: την Καταιγίδα του Τζορτζόνε, την Κάρμεν του Μεριμέ και την όπερα του Μπιζέ, ή τον Ιππότη και τον Θάνατο του Γκαίτε, την Παναγία των Παρισίων του Ουγκό (τσιγγάνα είναι και η Εσμεράλδα, τσιγγάνος και ο Κουασιμόδος), τον Τροβατόρε του Βέρντι, τα ποιήματα του Λόρκα (που έμαθε κιθάρα από τους τσιγγάνους της Ανδαλουσίας), τον "Δωδεκάλογο του Γύφτου" του Παλαμά και την "Τσιγγάνα Μάγισσα" του Τσιτσάνη, τις ταινίες του Κουστορίτσα με την μουσική του Μπρέγκοβιτς, τις ταινίες του Τόνι Γκάτλιφ και τόσες άλλες.
Ο νομπελίστας συγγραφέας Γκίντερ Γκρας έγραψε πως οι τσιγγάνοι είναι οι πρώτοι που συνειδητοποίησαν την ευρωπαϊκή τους ταυτότητα.
Σίγουρα δεν υπάρχει Ευρώπη χωρίς τσιγγάνους διότι η ιστορία των διωκόμενων είναι και η ιστορία των διωκτών τους.
Εδώ και χίλια χρόνια, οι παράξενοι νομάδες με τα πολύχρωμα ρούχα και την ακατανόητη γλώσσα γυρίζουν ολόκληρη την Ευρώπη από την Ιρλανδία μέχρι την Κρήτη και γίνονται στόχος κάθε λογής διώξεων που εμφορούνται από κάθε είδους κίνητρο: θρησκευτικό, φυλετικό, γλωσσικό, κοινωνικό, ξενοφοβικό.
Η ιστορία των τσιγγάνων θα μπορούσε να είναι η ιστορία των διωγμών τους, που περιλαμβάνει παπικά διατάγματα, βασιλικές αποφάσεις, διοικητικά διατάγματα, διωγμούς, προσπάθειες αφομοίωσης, απαγορεύσεις διέλευσης, κυνηγητό της ιερής εξέτασης, ολοκαυτώματα.
Στα αλήθεια, πόσοι γνωρίζουν πως 500.000 τσιγγάνοι (κυρίως από Πολωνία, Ουγγαρία και Βαλκανική) βρήκαν τον θάνατο στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως του 1939-1945;
Πόσοι γνωρίζουν πως ο διωγμός για την καθαρότητα της Ιβηρικής των καθολικών βασιλέων της Ισπανίας του τέλους του 15ου αιώνα αφορούσε Άραβες, Εβραίους και Τσιγγάνους;

Σας ζήτησα πριν να μην μετέχετε στον ρατσισμό των στερεοτύπων: να μην λέτε πως οι τσιγγάνοι είναι κλέφτες και να μην αποκαλείτε «γυφτιά» ό,τι σας φαίνεται για αναξιοπρέπεια. Σας λέω πως αντίστοιχες παροιμίες του τύπου:
«οι τσιγγάνες της Σιέρα Μορένα, πίνουν τις νύχτες ανθρώπινο αίμα», «την μέρα οι δαίμονες γίνονται τσιγγάνοι» ή το γνωστότερο «οι γύφτοι φτιάξαν τα καρφιά που σταυρώθηκε ο Χριστός» καταγράφονται ως αιτιολογία για καούν άνθρωποι, να σκλαβωθούν παιδιά, να ξεριζωθούν πληθυσμοί ή να οδηγηθούν στους θαλάμους αερίων.

Σήμερα στην Ευρώπη ζούνε 10-12.000.000 τσιγγάνοι. Οι μεγαλύτεροι τσιγγάνικοι πληθυσμοί ζούνε στην Ρουμανία (κοντά δύο εκατομμύρια), στην Ουγγαρία (περισσότεροι από ένα εκατομμύριο), στην Ιβηρική (περίπου ένα εκατομμύριο), στην Τουρκία και εν γένει στα Βαλκάνια, στην Τσεχία, στη Σλοβακία, στις Δημοκρατίες του Καυκάσου.
Μιλούνε την ίδια προφορική γλώσσα, την ρομανί, όπως την λένε οι γλωσσολόγοι (που εδώ και εκατό χρόνια κάνουν προσπάθεια για την γραπτή καταγραφή της), και είτε είναι Χριστιανοί είτε Μουσουλμάνοι (συνήθως αποκτούνε το θρήσκευμα του τόπου όπου ζούνε) επί της ουσίας λατρεύουν τον Άη Γιώργη σε μια παγανιστική μυσταγωγία της άνοιξης που κλείνει τον κύκλο του χρόνου και ακυρώνει τον θάνατο και τον φόβο του θανάτου είναι το γνωστό σε όλους σας Εντερλέζι.
Σήμερα οι τσιγγάνοι της Ευρώπης διώκονται: τώρα δεν υπάρχουν στους νόμους των κρατών της ρητές διατάξεις που να τους θεωρούν επικίνδυνη φύρα, όπως υπήρχαν για αιώνες σε όλα σχεδόν τα βασίλεια της Ευρώπης, με αποκορύφωμα την καθολική Ισπανία και την ναζιστική Γερμανία, υπάρχουν όμως οι περίφημες «τοπικές κοινωνίες» που γυρεύουν με κάθε τρόπο να τους αφανίσουν.
Σε όλες σχεδόν τις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης (Πράγα, Βουδαπέστη, Βερολίνο, Μόναχο, Βουκουρέστι, Παρίσι, Μασσαλία, Μαδρίτη, Βαρκελώνη, Βαλένθια, Σεβίλλη, Μιλάνο) έχουν δημιουργηθεί παραγκουπόλεις εκτός του αστικού ιστού που κατοικούνται από μετανάστες και σκηνίτες τσιγγάνους.
Τα βράδια νεοφασιστικές οργανώσεις κάνουν επιδρομές εναντίων αυτών των πληθυσμών, τους τρομοκρατούν, τους καίνε τα σπίτια τους, ενώ οι καθώς πρέπει δημοτικοί άρχοντες ψηφίζουν διατάγματα διωγμού των τσιγγάνων από τα όρια των πόλεων τους για να μην υποβαθμιστεί η περιοχή τους.
Οι τσιγγάνοι ανήκουν πια στο επικίνδυνο περιθώριο των φτωχών, ανέργων, αποκλεισμένων από το σχολείο, απελπισμένων, το περιθώριο που όλοι αποστρέφονται.
Στην Ελλάδα σήμερα ζούνε 250.000 τσιγγάνοι οι μισοί από αυτούς είναι εγκατεστημένοι και σχετικά ενταγμένοι στον κοινωνικό ιστό, δηλαδή έχουν δουλειά και έχουν συμμετοχή τουλάχιστον στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η συνοικία της Αγίας Βαρβάρας των Αθηνών).
Οι άλλοι μισοί τσιγγάνοι της Ελλάδας (περίπου 100.000 έως 120.000 άνθρωποι) είναι σκηνίτες και ζουν διασκορπισμένοι σε 70 περίπου καταυλισμούς: Αλάν Κόγιου της Κομοτηνής, Ασπρόπυργος, Χωματερή των Λιοσίων, Μενίδι, Ζεφύρι, Χαλάνδρι, Νέα Αλικαρνασσός Κρήτης, Ριγανόκαμπος Πάτρας, Τρίπολη, Νέα Κίος, Καλαμάτα, Καρδίτσα, Σοφάδες, Ρόδος, Κέρκυρα, Κεφαλλονιά, Νέα Ιωνία Βόλου, Σέρρες, Δράμα, Διδυμότειχο, Παραλίμνη Ιωαννίνων, Πρέβεζα, Άρτα και αλλού.
Απόσπασμα από ομιλία του Θανάση Τριαρίδη στο Τεχνικό-Επαγγελματικό Λύκειο Πυλαίας, σε εκδήλωση ενάντια στο ρατσισμό και την ξενοφοβία.

Από την Εμπόλεμη Ζώνη της πείνας.....


Αγαπητό μου χαμομηλάκι,

Η ντροπή του ανεπτυγμένου κόσμου

Το κακομαθημένο μου ...

Πώς να χειριστείτε ένα κακομαθημένο παιδί

Ποιος δεν έχει γυρίσει το κεφάλι του να δει τη σκηνή με το παιδάκι που κλαίει και χτυπιέται στο πάτωμα του σούπερ μάρκετ για να του αγοράσει η μαμά του τη σοκολάτα που θέλει;
Και ποιος δεν έχει κοντοσταθεί για να δει αν η μαμά τελικά θα ενδώσει και θα του αγοράσει αυτό που θέλει;
Αυτή και πολλές παρόμοιες σκηνές που εκτυλίσσονται σε εστιατόρια, μαγαζιά, φιλικά σπίτια, την παιδική χαρά, το ίδιο το σπίτι του παιδιού περιγράφουν την εικόνα του κακομαθημένου παιδιού.

Το κακομαθημένο παιδί δεν είναι ένα παιδί που το αγαπούν όλοι πάρα πολύ και δεν του χαλάνε χατήρι, αλλά είναι ένας μικρός τύραννος, ένα απείθαρχο παιδί που ξέρει να χειρίζεται τους άλλους και με το οποίο συνήθως είναι δυσάρεστο να συνυπάρχει κανείς για πολύ.

Τα χαρακτηριστικά του κακομαθημένου παιδιού

Δεν ακολουθεί τους κανόνες, δε συμμορφώνεται με λογικές προτάσεις
Δεν αντιδρά στο 'μη', 'όχι', 'σταμάτα' ή άλλες εντολές
Διαμαρτύρεται για όλα
Επιμένει να γίνουν τα πράγματα όπως το ίδιο θέλει
Έχει άδικες ή υπερβολικές απαιτήσεις από τους άλλους
Δε σέβεται τα δικαιώματα των άλλων
Προσπαθεί να ελέγχει τους άλλους
Νευριάζει εύκολα
Γκρινιάζει και έχει συχνά ξεσπάσματα θυμού
Διαρκώς διαμαρτύρεται ότι βαριέται


Γιατί τα παιδιά γίνονται κακομαθημένα;
Η βασική αιτία για την οποία ένα παιδί γίνεται κακομαθημένο σχετίζεται με το στυλ διαπαιδαγώγησής του από τους γονείς.

Οι υπερβολικά επιεικείς γονείς που τα επιτρέπουν όλα, δε βάζουν όρια, δεν θέτουν και δεν τηρούν συγκεκριμένους κανόνες (αλλά ακόμα κι αν βάλουν εκ των υστέρων, στην απόγνωσή τους, κάποιον κανόνα τον καταπατούν πολύ γρήγορα) και που υποχωρούν στη γκρίνια ή τα ξεσπάσματα θυμού του παιδιού τους, είναι αυτοί που με τη συμπεριφορά τους δημιουργούν ένα κακομαθημένο παιδί.

Αν οι γονείς δίνουν από πολύ νωρίς μεγάλη δύναμη στο παιδί και του μαθαίνουν να επικεντρώνεται στον εαυτό του, ευνοώντας την ανάπτυξη του εγωισμού, ενώ παράλληλα δεν του μαθαίνουν να λειτουργεί συνεργατικά και σε ένα ορισμένο πλαίσιο κανόνων που λαμβάνουν υπόψιν τους και τις ανάγκες των άλλων, το παιδί γίνεται κακομαθημένο.


Η συμπεριφορά του κακομαθημένου παιδιού έχει αρνητικές συνέπειες μόνο στους γύρω του ή και στον εαυτό του;
Πέρα από το γεγονός ότι η συμπεριφορά του κακομαθημένου παιδιού επηρεάζει αρνητικά τους γύρω του, μικρούς και μεγάλους, έχει και αρνητικές συνέπειες για το ίδιο το παιδί.

Το κακομαθημένο παιδί μαθαίνει να βασίζεται πάντα στους άλλους για την εκπλήρωση όλων των επιθυμιών του, με αποτέλεσμα να μη μπαίνει ποτέ στον κόπο να προσπαθήσει μόνο του. Με αυτό τον τρόπο όμως δεν αποκτά αυτοπεποίθηση και δε μαθαίνει να βασίζεται στις δυνάμεις του.

Ακόμα, το κακομαθημένο παιδί είναι διαρκώς σε κατάσταση εκνευρισμού, διότι μονίμως προσπαθεί να πετύχει κάτι περισσότερο και ξοδεύει πολύ χρόνο προκειμένου να βρει τον δυσλειτουργικό τρόπο να το καταφέρει.

Το πολύ κλάμα, τα μούτρα, η γκρίνια και τα ξεσπάσματα που χρησιμοποιεί ως τρόπους για να πετύχει το στόχο του παγιώνονται και μέσα του και αρχίζει να 'βλέπει' τον εαυτό του μέσα από αυτά τα επίκτητα χαρακτηριστικά.

Η κοινωνική ζωή του κακομαθημένου παιδιού επίσης υποφέρει, μια που τα άλλα παιδιά δεν έχουν υπομονή μαζί του και τη διάθεση να του κάνουν μονίμως από τα χατήρια. Με αυτό τον τρόπο το κακομαθημένο παιδί όχι μόνο απομονώνεται από τους συνομήλικους, αλλά χάνει μια σημαντική ευκαιρία να εξασκήσει τις κοινωνικές του ικανότητες στην ώρα τους, κάτι που θα φανεί και αργότερα στη ζωή του, όταν θα έχει διαπροσωπικές δυσκολίες ως έφηβος κι ενήλικας.
Η πορεία της συμπεριφοράς του κακομαθημένου παιδιού

Αν δε γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού, όταν θα φτάσει στη σχολική ηλικία το παιδί αυτό θα βρεθεί αντιμέτωπο με δυσκολίες που οφείλονται στην κακομαθημένη συμπεριφορά του.

Τα κακομαθημένα παιδιά συνήθως είναι αγενή, εγωιστές και αυταρχικά. Τα άλλα παιδιά δε συμπαθούν και δε θέλουν να παίξουν με ένα κακομαθημένο παιδί που δεν ξέρει να συνεργάζεται, τα θέλει όλα δικά του και θυμώνει αν δε γίνει το δικό του.

Αλλά και οι ενήλικες δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τα κακομαθημένα παιδιά για τους ίδιους λόγους και επιπλέον γιατί έχουν υπερβολικές απαιτήσεις. Ακόμα και οι γονείς φτάνουν σε σημείο να έχουν δυσκολία να αποδεχτούν τη συμπεριφορά και το χαρακτήρα του παιδιού τους.

Επειδή ακριβώς έχουν δυσκολία στις κοινωνικές σχέσεις με τα άλλα παιδιά κι ενήλικες, τα κακομαθημένα παιδιά σύντομα γίνονται δυσαρεστημένα. Συχνά δείχνουν μειωμένη διάθεση και κίνητρα για μάθηση και τα παρατάνε όλα εύκολα.

Στην εφηβεία είναι πιθανό να πειραματιστούν με τσιγάρα, αλκοόλ και ναρκωτικά. Γενικότερα, κακομαθαίνοντας ένα παιδί οι γονείς δεν το προετοιμάζουν για τις απαιτήσεις του πραγματικού κόσμου εκτός σπιτιού.

Πώς να μην... κακομάθετε το παιδί σας


Βάλτε όρια και κανόνες ανάλογα με την ηλικία του.
Μην αισθάνεστε ενοχές κάνοντας κάτι τέτοιο.
Μην ξεχνάτε ότι τα παιδιά επιζητούν σταθερότητα από τους γονείς τους και συχνά τους τεστάρουν για να διαπιστώσουν αν οι γονείς πράγματι τηρούν αυτά που λένε. Κάτι τέτοιο δημιουργεί αίσθηση σταθερότητας και ασφάλειας στο παιδί.
Δείξτε αγάπη, αλλά σταθερότητα και συνέπεια στις αποφάσεις σας (που θα πρέπει να είναι πάντα λογικές).

Οι απαγορεύσεις είναι απαραίτητες από μικρή ηλικία, διότι τα παιδιά αρχικά χρειάζονται τα εξωτερικά 'όχι' και 'μη', μέχρι να μάθουν στον αυτοέλεγχο και την αυτοπειθαρχία.

Η συνεργασία του παιδιού με τους γονείς στο θέμα των βασικών κανόνων θα πρέπει ν' αρχίσει ήδη από την προσχολική ηλικία (έτσι το παιδί δεν θα έχει δυσάρεστες εκπλήξεις όταν ξεκινήσει το σχολείο).

Μερικές αποφάσεις/κανόνες των ενηλίκων δεν επιδέχονται διαπραγματεύσεις (πχ το παιδί θα πρέπει να κάθεται στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου στο ειδικό καρεκλάκι ή με ζώνη ασφαλείας).
Άλλες φορές, πάλι, καλό είναι να έχει το παιδί τη δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα σε δυο πράγματα τα οποία οι γονείς ήδη εγκρίνουν (πχ τι είδους πρωινό να φάει, δημητριακά ή φρυγανιές με μέλι, ή να φορέσει το μπλε ή το καφέ παντελόνι).
Διακρίνετε ανάμεσα στις ανάγκες κι επιθυμίες του παιδιού: οι ανάγκες συμπεριλαμβάνουν την ανακούφιση από το αίσθημα της πείνας, της δίψας, του πόνου και του φόβου και οι γονείς θα πρέπει ν' ανταποκρίνονται άμεσα σε αυτές, ειδικά όταν συνοδεύονται από κλάμα.
Όταν το παιδί κλαίει γι' άλλο λόγο συνήθως πρόκειται για επιθυμίες και δεν είναι κάτι σοβαρό. Το κλάμα είναι μια φυσιολογική αντίδραση στην αλλαγή και την απογοήτευση. 
Όταν το παιδί κλαίει την ώρα που έχει κι ένα ξέσπασμα θυμού θα πρέπει να το αγνοήσετε. Δείξτε κατανόηση για τα συναισθήματά του (καταλαβαίνω ότι νευρίασες) αλλά μην ενδώσετε να του κάνετε κάποιο παράλογο χατήρι.

Αντιδράστε στο έξτρα κλάμα του παιδιού σας όταν επιμένετε στους βασικούς κανόνες δίνοντας στο παιδί σας περισσότερη αγκαλιά, προσοχή και ποιοτικό χρόνο όταν δεν κλαίει.

Μην επιτρέπετε στα ξεσπάσματα θυμού να λειτουργήσουν (πχ ουρλιαχτά, κλάματα, χτύπημα των ποδιών στο πάτωμα, κράτημα αναπνοής, κλπ.), ενδίδοντας στις απαιτήσεις του παιδιού, απλά αγνοήστέ το.
Μάθετε στο παιδί σας να αντιμετωπίζει τη βαριεστημάρα του και να μάθει να ευχαριστιέται και με τον εαυτό του (εσείς προσφέρετε παιχνίδια, χαρτιά, μπογιές και το παιδί πρέπει να τα απασχοληθεί κάποια στιγμή μόνο του).

Μάθετε στο παιδί σας να έχει υπομονή και να περιμένει.
Μην υπερπροστατεύετε το παιδί σας από τις καθημερινές μικροδυσκολίες, επιτρέψτε του να τις χειριστεί (στην αρχή με τη βοήθειά σας), ώστε να μάθει στη συνέχεια ότι μπορεί να ανταπεξέρχεται και μόνο του. 

Δρ Λίζα Βάρβογλη, Ph.D. Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki