Sunday 4 October 2015

Μπράβο, σε αγαπώ τόσο πολύ, είσαι ένα καλό παιδί
Η ψυχολογία του καλού παιδιού

Πόσο συχνά αλήθεια, οι γονείς χρησιμοποιούμε αυτή την φαινομενικά αθώα πρόταση. Και λέω φαινομενικά, γιατί αυτή η πρόταση συνδέει το βασικό για κάθε παιδί συναίσθημα της αγάπης και της αποδοχής με την συμπεριφορά του. 

Πράγμα που στο απλοϊκό μυαλουδάκι μεταφράζεται ως:
Είμαι καλό παιδί = με αποδέχονται = με αγαπούν 
και αντίστροφα:
Δεν είμαι καλό παιδί = δεν με αποδέχονται = δεν με αγαπούν
Η γονεϊκή αγάπη όμως δεν είναι ζήτημα επιλογής για το παιδί αλλά το κεντρικό θέμα γύρω από το οποίο διαμορφώνεται η αντίληψη για τον εαυτό του και τους άλλους. Επομένως το παιδί θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να πάρει την ζωτική για την επιβίωση του αγάπη.
Ένας δρόμος που συχνά επιλέγουν σαν διέξοδο τα παιδιά είναι να παρουσιάζουν προς τα έξω μια ψευδή εικόνα του Εαυτού (false self) που είναι συμβατή με τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος. Για να το καταφέρουν αυτό καταπιέζουν τα αρνητικά τους συναισθήματα ακριβώς από τον φόβο της απόρριψης.
Όταν αυτό γίνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα το παιδί χάνει την ικανότητα επαφής με τα πραγματικά του συναισθήματα και μεγαλώνει αντιλαμβανόμενο τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων.
(Πολλοί από τους θεραπευτές και γενικότερα από τους ανθρώπους που επιλέξανε να υπηρετήσουν τις επιστήμες του ανθρώπου, υπήρξαν σε κάποιο βαθμό καλά παιδιά στην παιδική τους ηλικία.)
Τα ακραία περιβάλλοντα, που δεν δίνουν καθόλου σημασία στα συναισθήματα και τις ανάγκες των παιδιών (ακυρωτικά περιβάλλοντα) μπορεί να οδηγήσουν το παιδί στην ανάπτυξη διαταραχής προσωπικότητας, στις πιο ήπιες καταστάσεις αναπτύσσονται νευρώσεις και καταθλίψεις.
Σε κάθε περίπτωση η ακύρωση των συναισθημάτων και η ανάπτυξη του ψευδούς εαυτού δημιουργούν το σκηνικό για να στηθεί (με την συνδρομή βιολογικών και άλλων παραγόντων) η συναισθηματική δυσκολία των ενηλίκων.

Για τους παραπάνω λόγους είναι σημαντικό οι γονείς θα θυμόμαστε πως:
* Η αγάπη και η αποδοχή στα παιδιά μας δίνεται χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
* Τα παιδιά μας είναι πάντοτε αποδεκτά.
* Οι προβληματικές συμπεριφορές των παιδιών μας είναι ζήτημα προς διαχείριση.
* Τα προβλήματα είναι τα προβλήματα και τα παιδιά είναι τα παιδιά.


Έγραψε ο Μπλέτσος Κωνσταντίνος - Ψυχολόγος
infokids.gr

Λαϊκό παραμύθι
Τα δώδεκα αδέρφια που εγίνονταν πουλιά

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς κι είχε δεκατρία παιδιά: δώδεκα αγόρια κι ένα κοριτσάκι. Πέθανε η βασίλισσα κι ο βασιλιάς ξαναπαντρεύτηκε. Πήρε μια κακιά γυναίκα, που δεν τ’ αγαπούσε καθόλου τα παιδιά, κι ήταν και μάγισσα.
Σ’ αυτό το μεταξύ γίνηκε πόλεμος κι ο βασιλιάς έφυγε πολύ μακριά. Τότε η κακιά μητριά, που εχθρευόταν τα παιδιά, άλειψε την κόρη με πίσσα και την έδιωξε απ’ το παλάτι.

Η βασιλοπούλα περπατούσε περπατούσε κι ηύρε ένα ποταμάκι με κρουσταλλένιο νερό. Νίφτηκε εκεί, βγήκαν οι πίσσες και γίνηκε πιο όμορφη απ’ ό,τι ήταν πριν. Ξαναπήρε το δρόμο η καημένη και περπατούσε μέρα νύχτα.
Καμιά φορά βρίσκει ένα γέρο, που βοσκούσε τ’ αρνιά του και του λέει:

– Μπάρμπα, καλέ μου γέροντα, δε με παίρνεις μαζί σου για ένα κομμάτι ψωμί; Eίμαι μόνη στον κόσμο κι ορφανή.
– Μετά χαράς, κόρη μου, σε παίρνω. Ό,τι τρώγω εγώ, θα τρως κι εσύ.


Κι έτσι, η βασιλοπούλα ζούσε μέσα στου γέροντα το καλύβι. Μια μέρα της λέει ο γέρος:
– Εδώ κοντά, κόρη μου, κάθε βράδυ γίνεται ένα παράξενο πράμα, κοντά στο ποτάμι. Δώδεκα πουλιά κατεβαίνουν στη γη και μόλις πατήσουν το ποδάρι τους στο χώμα, γίνονται άνθρωποι –ω Θεέ μου, τα θαυμαστά σου!
Η κοπέλα, μόλις τ’ άκουσε, ταράχθηκε κι είπε με το νου της: «Τα δώδεκα πουλιά, χωρίς άλλο, θα είναι τ’ αδέρφια μου και θα τα μάγεψε, φαίνεται η μάγισσα, η διαβόλισσα». Είπε, λοιπόν, στο γέρο:
– Μπάρμπα, θα έρθω μαζί σου το βράδυ, για να ιδώ τα δώδεκα πουλιά.


Το βράδυ βγήκε όξω με το γέρο και μόλις άρχισε να σκοτεινιάζει, είδε δώδεκα πουλιά να κατεβαίνουν απ’ τον ουρανό και να κράζουν λυπητερά.
Μόλις επάτησαν στη γη, αμέσως έγιναν άνθρωποι… Ήταν τ’ αδέρφια της βασιλοπούλας. Αυτή αμέσως τα εγνώρισε. Και τ’ αδέρφια της την εγνώρισαν. Αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν κι έκλαψαν πολύ. Δεν ήθελαν, όμως, να την αφήσουν σ’ αυτό το μέρος και την πήραν και πήγαν σ’ ένα παλιό μεγάλο σπίτι. Εκεί έμειναν όλη τη νύχτα και το πρωί ξαναγίνηκαν πουλιά και πέταξαν στον ουρανό.


Μια μέρα η κοπέλα βγήκε να μαζέψει χόρτα, να τα μαγειρέψει και να φάει το βράδυ με τ’ αδέρφια της, γιατί τ’ αδέρφια της, κάθε βράδυ πήγαιναν σ’ αυτό το παλιό σπίτι και κάθονταν όλη τη νύχτα με την αδερφή τους. Εκεί, λοιπόν, που μάζευε χορτάρια, ακούει μια φωνή:
– Iχ, ανθρώπου ψυχή δε φαίνεται. Κανείς δε λέει να με θυμηθεί.
Γυρίζει η βασιλοπούλα και βλέπει μια γριά που καθόταν σ’ ένα βράχο. Πάει κοντά και της λέει:
– Τι θέλεις, θεια; Βγήκες για χόρτα; Δώσ’ μου το καλάθι σου να το γεμίσω τρυφερά χόρτα.
Η γριά ευχαριστήθηκε με την καλή καρδιά της κοπέλας και της λέει:

– Κακομοίρα μου, κακομοίρα μου! Τι έχεις να τραβήξεις! Αλλά μη φοβάσαι, γιατί πέρα θε να βγεις.

Η κοπέλα παραξενεύτηκε, άμα άκουσε αυτά τα λόγια.
– Μην παραξενεύεσαι, καλή μου βασιλοπούλα, .... 

.........
η συνέχεια του παραμυθιού εδώ: akrasakis

Αγάπη (Ο μόνος θησαυρός) - Love (The only treasure)


Love (The only treasure) Αγάπη (Ο μόνος θησαυρός)




How can I stop my tear Πως μπορώ να σταματήσω το δάκρυ μου
when about wars I hear όταν διαρκώς ακούω για πολέμους
how can I, how can I πως μπορώ, πως μπορώ
How can I live in a lie Πως μπορώ να ζω σε ένα ψέμα
when around me people die όταν γύρω μου άνθρωποι πεθαίνουν
how can I, how can I πως μπορώ, πως μπορώ


Love, love, love, love Aγάπη, αγάπη, αγάπη, αγάπη
stop the war σταματήστε τον πόλεμο
love, love, love, love αγάπη, αγάπη, αγάπη, αγάπη
I can’t any more δεν αντέχω άλλο
love, love, love, love αγάπη, αγάπη, αγάπη, αγάπη
the only treasure ο μόνος θησαυρός
love, love, love, love αγάπη, αγάπη, αγάπη, αγάπη
dont kill this pleasure μη σκοτώνετε αυτή την ευχαρίστηση


How can I feel my dreams Πως μπορώ να αισθανθώ τα όνειρά μου
I’m just flying without wings αφού μόλις πετώ χωρίς τα φτερά μου
how can I, how can I πως μπορώ, πως μπορώ
How can I walk away Πως μπορώ να φύγω μακριά
like there is no other way σαν να μην υπάρχει άλλος δρόμος
how can I, how can I πως μπορώ, πως μπορώ


© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki