Wednesday 1 January 2020

Πρωτοχρονιά: Αυτά είναι τα έθιμα στην Ελλάδα και στον κόσμο

Πρωτοχρονιάτικα έθιμα που «ταξίδεψαν» μέσα στους αιώνες και επιβίωσαν μέχρι και σήμερα στην Ελλάδα αλλά και στον κόσμο.
 
Πληθώρα εκδηλώσεων σε όλη την Ελλάδα διοργανώνονται κάθε χρόνο στη διάρκεια της εορταστικής περιόδου. Η ελληνική παράδοση είναι πολύ πλούσια σε γεύσεις και δρώμενα για την Πρωτοχρονιά. Παρακάτω, μπορείτε να διαβάσετε μερικά από αυτά.
Το έθιμο της Βασιλόπιτας
Βασιλόπιτα, κατά το Ελληνικό έθιμο, ονομάζεται η πίτα που παρασκευάζεται παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Περιέχει ένα χρυσό φλουρί (νόμισμα) που σύμφωνα με την παράδοση θα φέρει καλή τύχη σε αυτόν που θα το βρει και κόβεται και μοιράζεται σε οικογενειακή συγκέντρωση αμέσως με τον ερχομό του νέου έτους, συνήθως μετά από φαγοπότι.
Γράφεται πάνω στη Βασιλόπιτα ο αριθμός του νέου έτους με σειρά αποφλοιωμένων αμυγδάλων σοκολάτα ή με ζάχαρη. Έτσι λίγο πρίν πάει 24:00 ακριβώς τα μεσάνυχτα την ώρα που κοντεύει να γίνει η αλλαγή του έτους σβήνουν τα φώτα και μετρώντας αντίστροφα από το δέκα μέχρι το ένα και αμέσως μετά ξανανάβουν ευχόμενοι και αντευχόμενοι όλοι χρόνια πολλά και ευτυχισμένο το νέος έτος με το υπερθέαμα πυροτεχνημάτων στον ουρανό.
Η Βασιλόπιτα μπαίνει πάνω στο τραπέζι όπου ο νοικοκύρης αφού την σταυρώσει με το μαχαίρι τρείς φορές αρχίζει να την κόβει με πρώτο κομμάτι του Σπιτιού, του Χριστού, της Παναγίας, του Σπιτονοικοκύρη, της Σπιτονοικοκυράς, του Φτωχού, του Άι-Βασίλη κ.α. μαζί με το άνοιγμα λευκού οίνου σαμπάνια με γλυκιά ή ημίγλυκη γεύση.
Μετά αρχίζει το γλέντι με τραγούδια και χορούς (Ρεβεγιόν Πρωτοχρονιάς). Με τον ερχομό του νέου έτους γιορτάζουν: Ο Βασίλειος, η Βασιλεία, η Βασιλική κ.α. Το κόψιμο της Βασιλόπιτας γίνεται και τις άλλες μέρες του "Δωδεκαήμερου" των εορτών. Υπουργεία, υπηρεσίες, σχολεία γραφεία και σύλλογοι μπορεί να κόβουν βασιλόπιτες μέχρι και τον μήνα Φεβρουάριο.
Το έθιμο της βασιλόπιτας είναι πολύ παλαιό, προέρχεται από εκείνο το τελούμενο στην αρχαία ελληνική εορτή των «Κρονίων» (και αργότερα των ρωμαϊκών «Σατουρναλίων») που παρέλαβαν οι Φράγκοι. Από τον Μέγα Βασίλειο προήλθε η συνήθεια της τοποθέτησης νομίσματος μέσα στη πίτα και της ανακήρυξης ως «Βασιλιά της βραδιάς»* αυτού που το έβρισκε. Ο Μέγας Βασίλειος σύμφωνα με την παράδοση για να επιστρέψει τα τιμαλφή στους δικαιούχους, μη γνωρίζοντας σε ποιόν ανήκει τι, έδωσε εντολή να παρασκευαστούν μικροί άρτοι εντός των οποίων τοποθέτησε ανά ένα των νομισμάτων ή τιμαλφών και τα διένειμε στους κατοίκους την επομένη του εκκλησιασμού. Κατά άλλο έθιμο, αντί νομίσματος, έβαζαν φασόλι και αυτόν που το έβρισκε τον αποκαλούσαν «φασουλοβασιλιά».


Χανιά: Το έθιμο της "καλής χέρας"
Τα παραδοσιακά κάλαντα, η υποδοχή του νέου έτους με βεγγαλικά και εκδηλώσεις σε πλατείες και η τήρηση του εθίμου της «πρωτιάς» κυρίως για τα παιδιά που έρχονται στον κόσμο μετά την έλευση του νέου έτους αποτελούν και για τους κατοίκους της δυτικής Κρήτης αναπόσπαστο κομμάτι της περιόδου της Πρωτοχρονιάς. Στα Χανιά την παραμονή της πρωτοχρονιάς από νωρίς το πρωί μέχρι και αργά το απόγευμα σημείο συνάντησης πολλών είναι τα παραδοσιακά στέκια της δημοτικής αγοράς ωστόσο το αδιαχώρητο επικρατεί και σε όλα τα καταστήματα εστίασης.
Την τιμητική τους έχουν τα μικρά παιδιά επισκέπτονται νονούς, παππούδες, θείους για να τους κάνουν το ποδαρικό και να «εισπράξουν» την «καλή χέρα». Σήμερα όπως και σε άλλες περιοχές της χώρας η επίσκεψη συνοδεύεται από χρηματικό ποσό που δίνει συνήθως ο παππούς, η γιαγιά, ο νονός στο παιδί. Ωστόσο παλαιότερα, η «καλή χέρα» ήταν ένα σπιτικό γλύκισμα που το έφτιαχναν οι νοικοκυρές, όπως κουραμπιέδες, μελομακάρονα και δίπλες. Το χτύπημα της καμπάνας το πρωί της Πρωτοχρονιάς, κυρίως στην ύπαιθρο, «φέρνει» μικρούς και μεγάλους μετά την εκκλησία να παίρνουν ο κάθε ένας από μια πέτρα, να κάνουν το σταυρό τους και να την πηγαίνουν μέχρι το σπίτι.
Το σπάσιμο του ροδιού αλλά και της ασκελετούρας (άγριο φυτό που μοιάζει με μεγάλο κρεμμύδι ) αποτελούν για τους κρητικούς ιδιαίτερα σημεία αναφοράς. Ακόμα και σήμερα σε πολλά κρητικά σπίτια τα παιδιά κρεμάνε στο τζάκι μια άδεια κάλτσα με την προσμονή το ξημέρωμα της Πρωτοχρονιάς να βρουν μέσα σε αυτή το δώρο που περιμένουν από τον Άγιο Βασίλη.


Κρήτη: Κρεμμύδι για γούρι
Το σκυλοκρέμμυδο ή κρεμμύδα (scilla matirima) είναι συνηθισμένο άγριο φυτό της Κρήτης που μοιάζει με μεγάλο κρεμμύδι. Τα ζώα δεν το τρώνε γιατί έχει δηλητήριο που μπορεί να προκαλέσει δερματικό ερεθισμό από επαφή. Ακόμα και να το βγάλεις απ' τη γη και να το κρεμάσεις, δεν παύει να βγάζει νέα φύλλα και άνθη. Ο λαός πιστεύει ότι αυτή τη μεγάλη ζωτική δύναμη μπορεί να τη μεταδώσει σε έμψυχα και άψυχα, γι' αυτό την πρωτοχρονιά κρεμά σκυλοκρέμμυδο στα σπίτια του.


Μωμόγεροι στην Πρέβεζα
Μωμόγεροι στην Πρέβεζα EUROKINISSI
Μακεδονία: Το έθιμο των Μωμόγερων
Το έθιμο προέρχεται από Πόντιους πρόσφυγες και η ονομασία του προέρχεται από τις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος. Οι πρωταγωνιστές του φορούν προβιές ζώων και μάσκες ενώ ιδιαίτερο είναι το ενδιαφέρον ενός δρώμενου όταν συναντώνται διαφορετικές ομάδες μωμόγερων που οφείλουν να αντιπαρατεθούν σε μια μάχη όπου θα κερδίσει ο καλύτερος και ο χαμένος θα δηλώσει υποταγή.


Μυτιλήνη: Παραμονή Πρωτοχρονιάς με "αμίλητο νερό"
Παραμονή της Πρωτοχρονιάς στη Μυτιλήνη και με το γύρισμα του χρόνου από όλες τις γωνιές της πόλης ξεκινούν παρέες με κατεύθυνση τη μικρή εκκλησιά της Παναγιάς της Φανερωμένης, στη βόρεια πλευρά της πόλης. Οι βρύσες στο κέντρο της εκκλησιάς τρέχουν ασταμάτητα νερό, με το οποίο οι πιστοί αφού προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγιάς με το Χριστό στην αγκαλιά που παίζει σαν τόπι τη γη, «νίβονται», βρέχουν δηλαδή το πρόσωπο τους. Στη συνέχεια γεμίζουν με «αγίασμα» το νερό, δηλαδή από τις βρύσες, το σκεύος που έχουν μαζί τους (πήλινο παλιότερα) και με ένα λιόκλαδο μέσα ή ένα κλαδί από μυρτιά οδεύουν στο σπίτι τους για το «ποδαρικό».
Απαραίτητη προϋπόθεση για να πετύχει το «ποδαρικό» είναι αυτός που μεταφέρει το νερό να το κάνει χωρίς να μιλήσει. Να ‘ναι δηλαδή το νερό «αμίλητο».
Ακολουθεί το «ποδαρικό» στο σπίτι από το «αφεντικό» του ή το μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος της οικογένειας. Το λιόκλαδο ή το κλαδί της μυρτιάς στερεώνεται στην πόρτα. Το ρόδι σπάει με δύναμη στο κεφαλόσκαλο κι η πέτρα για να' ναι όλοι γεροί «σαν την πέτρα» πετιέται μαζί με κέρματα μέσα στο σπίτι. Ακολουθεί το ράντισμα των χώρων του σπιτιού με το «αμίλητο» νερό.
Το έθιμο τηρείται και στις ημέρες μας, ενώ στη σημερινή του μορφή ακολουθείται μετά το 1922. Ως τότε το «αμίλητο» νερό το έπαιρναν από οιαδήποτε δημόσια βρύση της πόλης. Μετά το 1922 το Μυτιληνιό έθιμο ταυτίστηκε με το Αιβαλιώτικο, το οποίο έλεγε πως το νερό το έπαιρναν από το μεγάλο Αγίασμα της Μικρασιατικής πόλης, της Παναγίας της Φανερωμένης. Το χτίσιμο στα τέλη της δεκαετίας του 1920 της μικρής εκκλησίας της Παναγίας της Φανερωμένης ως θύμηση του Αιβαλιώτικου προσκυνήματος έκανε όλους τους Μυτιληνιούς, ντόπιους και πρόσφυγες να παίρνουν το νερό για το «ποδαρικό» του σπιτιού ή του μαγαζιού τους από το προσφυγικό προσκύνημα.


Χίος: Τα Αγιοβασιλιάτικα καραβάκια την παραμονή της Πρωτοχρονιάς
Τα «καραβάκια των ευχών 2019!» σαλπάρουν και φέτος παραμονή Πρωτοχρονιάς, από το 1ο Γυμνάσιο Χίου, και μέσω του εμπορικού δρόμου της πόλης της Απλωταριάς θα «δέσουν» στην πλατεία Πλαστήρα. Σε περίπτωση κακών καιρικών συνθηκών, η όλη εθιμική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στην κεντρική αίθουσα του 1ου Γυμνασίου και αμέσως μετά, θα γίνει το πέρασμα από την Απλωταριά με κατεύθυνση την πλατεία Πλαστήρα, για μία τελική, μικρής διάρκειας, συγκέντρωση.
Στη συνέχεια, μαθητικές ομάδες από σχολεία της Χίου, θα τραγουδήσουν τους επαινετικούς και σατιρικούς στίχους που έχουν ετοιμάσει για να υποδεχθούνε όλοι μαζί οι συμμετέχοντες το νέο έτος!
Το έθιμο ξεκίνησε από τα καράβια που πάντα οι Χιώτες ναυτικοί στην πλειοψηφία τους στόλιζαν στα σπίτια τους. Στις αρχές του 20ου αιώνα και πάντως μετά την απελευθέρωση της Χίου το 1912 μικροί μαθητές των σχολείων της πόλης άρχισαν να κατασκευάζουν μικρά αντίγραφα πολεμικών πλοίων σε ένδειξη τιμής και μνήμης στον απελευθερωτικό στόλο. Με τα χρόνια τα παιδιά άρχισαν να συνεργάζονται και να κατασκευάζουν μοντέλα πλοίων, με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ο ανταγωνισμός των παιδιών για το μεγαλύτερο και καλύτερο βαπόρι άρχισε να φέρνει τις ομάδες και τις δημιουργίες τους την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στην κεντρική πλατεία. Κάποια στιγμή, και με τη συνοδεία μουσικής και τραγούδια «παινέματα» (επίκαιρα στιχάκια και λόγια που οι ίδιοι έγραφαν), παρουσιάζονταν το καράβι στον κόσμο.
Στη δεκαετία του 1970 η Περιηγητική Λέσχη Χίου έδωσε νέα πνοή δίνοντας μορφή εθιμικού διαγωνισμού στα «βαποράκια».
Από τότε κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς, παρουσιάζονται τα αγιοβασιλιάτικα καραβάκια της Χίου με εντυπωσιακά πλέον αποτελέσματα.


Ρόδι
Ρόδι 123RF
Πελοπόννησος: Το σπάσιμο του ροδιού
Το σπάσιμο του ροδιού: Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας – δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του – και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι, για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.
Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη, για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά».
Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες, αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.


Θάσος: Το σκόρπισμα των φύλλων
Πρόκειται για ένα πολύ παλιό έθιμο κατά τη διάρκεια του οποίου όλοι κάθονται γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την ανθρακιά προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στ’ αναμμένα κάρβουνα, φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μια ευχή, χωρίς όμως να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.

Πρωτοχρονιάτικα έθιμα ανά τον κόσμο

Φιλιππίνες
Η φασαρία είναι ο στόχος των κατοίκων στη Μανίλα, όπου μαζεύονται οι ντόπιοι και χτυπούν κατσαρόλες και τηγάνια, προκειμένου να διώξουν τα κακά πνεύματα.


Βραζιλία
Οι Βραζιλιάνοι έχουν μια δημοφιλή θεά στους μύθους τους, την Iemanja, η οποία ελέγχει τη θάλασσα και της αρέσουν τα δώρα. Για αυτό την Πρωτοχρονιά ρίχνουν λουλούδια στη θάλασσα, ελπίζοντας να μην τα στείλει πίσω.


Ποτήρια σαμπάνιας
Ρωσία
Οι Ρώσοι γράφουν τις ευχές τους σε ένα κομμάτι χαρτί, το καίνε και πετούν τις στάχτες σε ένα ποτήρι σαμπάνιας, το οποίο πρέπει να πιούν πριν από τις 12:01.


Χιλή
Για να έχουν μια χρονιά γεμάτη με δουλειά και χρήματα, οι Χιλιανοί τρώνε μια κουταλιά φακές, ενώ για να διώξουν την κακή ενέργεια σκουπίζουν το σπίτι, διώχνοντας τα σκουπίδια προς τα έξω.


Ισπανία
Εάν είσαι Ισπανός και θέλεις να έχει ευημερία το νέο έτος, πρέπει να φας μια ρώγα σταφυλιού σε κάθε έναν από τους 12 χτύπους της καμπάνας τα μεσάνυχτα.


Κολομβία
Για να εξασφαλίσουν ότι το νέο έτος θα κάνουν ταξίδια, παίρνουν μία άδεια βαλίτσα και τρέχουν γύρω από το τετράγωνο όσο πιο γρήγορα μπορούν.


Ισημερινός
Μια περίεργη παράδοση διαιωνίζεται στον Ισημερινό την Πρωτοχρονιά: φτιάχνουν κούκλες που μοιάζουν με σκιάχτρα και τις καίνε για να δείξουν ότι αποχωρίζονται τον παλιό χρόνο και τις κακές στιγμές και καλωσορίζουν τον καινούργιο.


Εσθονία
Εάν λατρεύετε το φαγητό, φροντίστε να περάσετε οπωσδήποτε μια Πρωτοχρονιά στην Εσθονία. Εκεί, εθιμοτυπικά, τρώνε επτά φορές την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, καθώς το κάθε γεύμα χαρίζει έξτρα δύναμη για τη νέα χρονιά.


Ελ Σαλβαδόρ
Σπάνε ένα αβγό ένα λεπτό πριν από την αλλαγή του χρόνου, το βάζουν σε ένα γυάλινο ποτήρι και το αφήνουν. Ανάλογα με το σχήμα που θα πάρει ο κρόκος δίνεται και μία ερμηνεία.


Φινλανδία
Ένα περίεργο έθιμο χαρακτηρίζει τους Φιλανδού, οι οποίοι λιώνουν μεταλλικά αντικείμενα και τα ρίχνουν σε έναν κουβά με κρύο νερό. Το μέταλλο κρυώνει και παίρνει διάφορα σχήματα, τα οποία και στη συνέχεια ερμηνεύουν ως σημάδια για τη νέα χρονιά.


Γουατεμάλα
Ακριβώς τα μεσάνυχτα, παίρνουν 12 δεκάρες, βγαίνουν από το σπίτι και τις πετούν πίσω τους, κοιτώντας την αντίθετη πλευρά από αυτή του δρόμου, προκειμένου το νέο έτος να τους φέρει καλοτυχία και χρήματα.


Δανία
Στην Κοπεγχάγη, οι ντόπιοι ανεβαίνουν σε καρέκλες και πηδούν όλοι μαζί ακριβώς τα μεσάνυχτα, διώχνοντας τα κακά πνεύματα του παλιού χρόνου μπαίνοντας δυναμικά στον νέο έτος.

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Τ' Αγνάντεμνα: Πρωτοχρονιάτικο διήγημα του Αλ. Παπαδιαμάντη

Επάνω στον βράχο της ερήμου ακτής, από παλαιούς λησμονημένους χρόνους ευρίσκετο κτισμένον το εξωκκλήσι της Παναγίας της Κατευοδώτρας. Όλον τον χειμώνα παππάς δεν ήρχετο να λειτουργήση. Ο βορρηάς μαίνεται και βρυχάται ανά το πέλαγος το απλωμένον μαυρογάλανον και βαθύ, το κύμα λυσσά και αφρίζει εναντίον του βράχου. Κι' ο βράχος υψώνει την πλάτην του γίγας ακλόνητος, στοιχειό ριζωμένον βαθειά στην γην, και το ερημοκκλήσι λευκόν και γλαρόν, ως φωλιά θαλασσαετού, στεφανώνει την κορυφήν του.
Όλον τον χρόνον παππάς δεν εφαίνετο και καλόγηρος δεν ήρχετο να δοξολογήση. Μόνον την ημέραν των Φώτων κατέβαινεν από το ύψος του βραχώδους βουνού, από το λευκόν μοναστηράκι του Αγίου Χαραλάμπους, σεβάσμιος, με φτερουγίζοντα κάτασπρα μαλλιά και κυματίζοντα βαθειά γένεια, ένας γέρων ιερεύς, «ως νεοττός της άνω καλιάς των Αγγέλων», διά να λειτουργήση το παλαιόν λησμονημένον ερημοκκλήσι. Εκεί ήρχοντο τρεις-τέσσαρες βοσκοί, βουνίσιοι, αλειτούργητοι, ήρχοντο με της φαμίλιες των της ανέβγαλτες και άπραχτες, με τα βοσκόπουλά των τ' αχτένιστα και άνιφτα, που δεν είξευραν να κάνουν το σταυρό τους, διά ν' αγιασθούν και να λειτουργηθούν εκεί· και εις την απόλυσιν της λειτουργίας ο γηραιός παππάς με τους πτερυγίζοντας βοστρύχους εις το φύσημα του βορρά, και την βαθείαν κυμαινομένην γενειάδα, κατέβαινε κάτω εις τον μέγαν απλωτόν αιγιαλόν ανάμεσα εις αγρίους θαλασσοπλήκτονς βράχους, διά να φωτίση κι' αγιάση τ' αφώτιστα κύματα. Τον άλλον καιρόν ήρχοντο, συνήθως την άνοιξιν, γυναίκες ναυτικών και θυγατέρες, κάτω από την χώραν, με σκοπόν ν' ανάψουν τα κανδήλια, και παρακαλέσουν την Παναγίαν την Κατευοδώτραν να οδηγήση και κατευοδώση τους θαλασσοδαρμένους συζύγους και τους πατέρας των. Ωραίες κοπέλλες με υποκάμισα κόκκινα μεταξωτά, με τραχηλιαίς ψηλοκεντημέναις, με τους χυτούς βραχίονας και τα στήθη τα γλαφυρά, ήρχοντο να ικετεύσουν διά τα αδελφάκια των που εθαλασσοπνίγοντο δι' αυτάς, διά να της φέρουν προικιά από την Πόλιν, στολίδια από την Βενετιάν, κειμήλια από την Αλεξάνδρειαν. «Πάντα νάρχωνται, πάντα να φέρνουν». Βοϊδάκια λογικά που ώργωναν αντί της ξηράς την θάλασσαν, φρόνιμα όπως τα δύο εκείνα τέκνα της ιερείας της Δήμητρος, τα μακαρισθέντα. Νεαραί γυναίκες ρεμβάζουσαι και μητέρες συλλογισμέναι ήρχοντο διά να καθήσουν και αγναντέψουν.

Άμα είχαν φωτισθή τα νερά, η οψιμώτερα, αφού είχαν περάσει κ' αι Απόκρεω, συνήθως περί την δευτέραν εβδομάδα των Νηστειών, αφού είχαν γευθή πλέον αχινούς και στρείδια αρκετά, οι ναυτικοί μας επέβαιναν εις τα βρίκια, εις της σκούναις των, και εμίσευαν· επήγαιναν να ταξειδέψουν. Τον καιρόν εκείνον καράβια και γολέτταις «έδεναν» μεσούντος του φθινοπώρου. Οι θαλασσινοί μας αγαπούσαν πολύ της εστίας την θαλπωρήν, τον καπνόν του μελάθρου και το θάλπος της αγκάλης. Και όταν επανήρχετο η άνοιξις εις την γην, τότε αυτοί επέστρεφαν εις την θάλασσαν. Εσηκώνοντο στα πανιά τα αιμωδιασμένα και ναρκωμένα από την μακράν ραστώνην σκάφη ανά δύο ή τρία την αυτήν ημέραν, και η σκούνα έφερνε βόλταις εις τον λιμένα εάν ήτο ενάντιος, ή και ούριος, αν ήτο ο άνεμος. Η βάρκα επερίμενε διπλαρωμένη έξω εις την προκυμαίαν. Ο καπετάνιος δεν ετελείωνε τους αποχαιρετισμούς εις την οικίαν και ο λοστρόμος εμάκρυνε της πανετάδες εις τα καπηλειά. Κ' η βάρκα επερίμενε. Και ο μούτσος έχασκεν επάνω εις το κεφαλόσκαλον. Και ο νεαρός ναύτης, όστις είχεν έλθει με τον μούτσον τώρα από την σκούναν, που ήταν στα πανιά, εγίνετο άφαντος. Δύο άλλοι σύντροφοι, περασμένοι στα χαρτιά, ναυτολογημένοι, έλειπαν. Κανείς δεν είξευρε πού ήσαν. 
Και μέσα εις το πλοίον όπου έφερνε βόλταις-βόλταις, κ' εστρέφετο ως δεμένον περί κέντρον αόρατον — το κέντρον ήτο μέσα εις τας καρδίας και εις τας εστίας των ναυτικών — άλλος δεν ήτο ειμή ο πηδαλιούχος, ο μάγειρος, κ' ένας επιβάτης, ξένος κ' έρημος, εις τον οποίον είχαν ειπεί «τώρα, στη στιγμή, να, τώρα-τώρα θα φύγωμε» κ' είχε μπαρκάρει, ο άνθρωπος, από δώδεκα ώρας πριν.
 
Ο πλοίαρχος έπρεπε να βάλη εμπρός την καπετάνισσαν· αυτή ώφειλε να προπορευθή, επειδή ήτον τυχερή, βέβαια· κ' έτσι απεφάσιζε να μπαρκάρη. Τέλος εσυμμαζεύετο ο λοστρόμος, ανεκαλύπτοντο οι δύο απόντες σύντροφοι, εξεκολλούσεν ο πλοίαρχος, έπεφταν τρομπώνια αρκετά, τρομπώνια από το πλοίον, τρομπώνια έξω από την πόλιν έκοφταν, εψαλλίδιζαν της βόλταις ταχύτερα, συντομώτερα ως να εσφίγγοντο διά να κόψουν την αόρατον εκείνην κλωστήν, το λεπτόν ισχυρόν νήμα, ως μίαν τρίχα ξανθήν μακράς κυματιζούσης κόμης, και το σκάφος έβαλλε πλώρην προς βορράν.
 
Την ημέραν εκείνην και τας άλλας ημέρας της αρχής του έαρος, καραβάνια γυναικών, ασκέρια, φουσάτα γυναικών, ανείρπον, ανέβαιναν, ανήρχοντο, επάνω στην ρεμματιάν, το ρέμμα-ρέμμα, τον ελικοειδή δρομίσκον, όστις διαχαράσσεται ανά τους λόφους τους τερπνούς με τας χιλιάδας των ελαιοδένδρων, τον αειθαλή πρασινόφαιον στολισμόν της μεγάλης κοιλάδος με τας ράχεις, με τας κορυφάς, με τας εσοχάς και εξοχάς, ανετώτερον από την κυματίζουσαν ποδιάν της βοσκοπούλας του βουνού, πολυπτυχώτερον από την χρυσοκέντητον εσθήτα της νύμφης. Επάνω εις τον βράχον της ερήμου βορεινής ακτής, πλησίον εις το λησμονημένον παρεκκλήσι της Παναγίας της Κατευοδώτρας, εκεί εγίνετο το μαζεμμα των γυναικών, η σύναξις η μεγάλη.
 
Τότε έλαμπον με μεγάλαις φωτιαίς τα κανδήλια της Παναγίας της Κατευοδώτρας. Η γραία Μαλαμίτσα, η κλησάρισσα του αγίου Νικολάου, έβαλλε της φωναίς· έκανε το κακό. . . εμάλλωνε με όλαις της γυναίκες. Αυτή επήρε το καλαθάκι της, την ρόκαν της, τ' αδράχτι της, και ήλθεν από τον Άγιον Νικόλαον επίτηδες, κατά παραγγελίαν του κυρ-Αγγελή του επιτρόπου. . . διά να μαλλώση της ευλαβητικαίς (αλλοίμονον! η ευλάβειά μας είνε για το συμφέρον, έλεγε σείουσα την κεφαλήν), να μην το παρακάνουν και χύνουν λάδια πολλά και λαδώνουν το έδαφος του ναού, και τα στασίδια και το αναλόγι, και τα δύο-τρία παμπάλαια βιβλία που ήσαν εκεί, και τα μανάλια και τον τοίχον, και τα τέμπλον, και της ποδιαίς και αυτάς τας αγίας εικόνας. Αλλ' η γυναίκες δεν την άκουαν. Τι χρειάζουνται τόσαις φωτιαίς, σαν πυροφάνια, εφώναζεν η γρηά Μαλαμίτσα. Αυτή είχε μάθει από τον γέροντά της τον παππα-Γεράσιμον, ότι η φωτιαίς των κανδηλιών πρέπει να είνε μικραίς, τόσαις δα, σαν λαμπυρίδες. Του κάκου. Κανείς δεν την ήκουεν.
 
Οι ορμαθοί των γυναικών, ομάδες-ομάδες, συγγενολόγι. . . . διεσπείροντο εις μικρούς όχθους, εις πτυχάς του βράχου, ανάμεσα εις θάμνους και χαμόκλαδα, εις μέρη υψηλά και εις μέρη υπήνεμα, ήρχοντο με τα καλαθάκια τους, με τα μαχαιρίδιά τους. . . διότι πολλαί εξ αυτών ησχολούντο να βγάλουν αγριολάχανα. . . με τα προγεύματά τους, τα σαρακοστιανά, και αφού είχαν ανάψει τα κανδήλια της Παναγίας, αφού είχαν κάνει μετάνοιες πολλαίς στρωταίς, κ' είχαν κολλήσει αφιερώματα εις την εικόνα, κ' είχαν χορτάσει τ' αυτιά τους από τας νουθεσίας της γρηά-Μαλαμίτσας, εστρώνοντο εκεί εις την δροσεράν χλόην κι' αγνάντευαν κατά τα πέλαγος. Τα βοσκόπουλα εκείνα τ' άγρια κι' αχτένιστα κι' απλοϊκά, που της έβλεπαν από μακράν σαν σκιασμένα, απορούσαν κ' έλεγαν:
 — Κύττα της! στα μάτια έκαμαν.
Ως τόσον αι γυναίκες των θαλασσινών αγνάντευαν.
Ιδού το βρίκι του καπετάν-Λιμπέριου του Λιμνηού· είχε σηκωθή στα πανιά αργά την νύκτα· με το απόγειο της νυκτός ηύρε το ρέμμα και απεμακρύνθη κ' εχώνεψε. Κατευόδιο καλό! Η προσευχή των μικρών παιδίων του ας είνε ως πνοή στα πανιά, στα ξάρτια του καραβιού σας. . . στο καλό, στο καλό!
Ιδού το καράβι του καπετάν-Σταμάτη του Σύρραχου. Υπερήφανα, καμαρωμένα, αδελφωμένα τα δυο, αυτό κι' ο πλοίαρχός του, πάνε να μας φέρουν καλά, να μας φέρουν στολίδια. Στο καλό πουλί μου, στο καλό!
 
Ιδού και η γολέττα του καπετάν-Μανώλη του Χατζηχάνου. . . Η ψυχή μου, η πνοή μου να είνε πάντα στα πανιά σου, ωσάν λαμπάδα του Επιταφίου, να διώχνη τα μαύρα, τα κατακόκκινα τελώνια, πριν προφτάσουν να κατακαθίσουν στα πανιά σου. Σύρε, πουλί μου, στο καλό και στην καλή την ώρα! Στο καλό!
 
Νά κ' η σκούνα του καπετάν-Αποστόλη του Βιδελνή, καινούργιο σκαρί, η τετάρτη ή πέμπτη, την οποίαν κατορθώνει εντός δεκαετίας να σκαρώση, μ' όλην της τύχης την καταδρομήν. Έπεσε πολύ γιαλό, δεν την ηύρε καλά το απόγειο, κι' άργησε. Διακρίνεται το πλήρωμα, οι άνθρωποι σαν ψύλλοι, που πηδούν εμπρός κι' οπίσω στην κουβέρτα. Δούλευέ τα, καπετάνιο μου! Παναγιά, μπροστά σας! Στο καλό, στο καλό!
 — Παιδιά μου, κορίτσια μου, αρχίζει να ομιλή η γριά-Συρραχίνα, παλαιά καπετάνισσα με το ραβδάκι της και με το καλαθάκι της στο χέρι, με τα ογδόντα χρόνια στην πλάτη της, που μπόρεσε κι' ανέβη τον ανήφορον διά να καμαρώση, ίσως διά τελευταίαν φοράν, το καράβι του γυιου της που έφευγε. Ξέρετε τι μεγάλη χάρι έχει, και πόσο καλό έκαμε στους θαλασσινούς αυτό το εκκλησιδάκι της Μεγαλόχαρης.
 — Πώς δεν το ξέρουμε, είπαν αι άλλαι· ας έχη δόξα το όνομά της.
 — Το εξωκκλήσι αυτό άγιασε και μέρωσε όλο το άγριο κύμα· πρωτήτερα είχε κατάρα όλος αυτός ο γιαλός.
 — Γιατί;
 — Βλέπετε κείνον τον βράχο, κάτω στο κύμα που ξεχωρίζει απ' το γιαλό;. . . που φαίνεται σαν άνθρωπος με κεφάλι και με στήθια . . . που μοιάζει σαν γυναίκα; Εκείνη είνε το Φλανδρώ.
 — Ναι, το Φλανδρώ, είπεν η υπερεξηκοντούτις Χατζηχάναινα. Κάτι έχω ακουστά μου. Εσύ θα το ξέρης καλλίτερα, θεια-Φλωρού.
 — Το βλέπετε κ' είνε ξέρα, είπεν η Φλωρού η Συρραχίνα· μια φορά κ' έναν καιρό ήτον άνθρωπος.
 — Άνθρωπος;
 — Άνθρωπος καθώς εμείς. Γυναίκα. Αι άλλαι ήκουον με απορίαν. Η γρηά-Συρραχίνα ήρχισε να διηγήται.
 — Στον καιρό των παλαιών Ελλήνων, ήτον μία κόρη αρχοντοπούλα, που την έλεγαν Φλάνδρα ή Φλανδρώ. Η Φλανδρώ είχε νοματιστή έτσι — καθώς μούπε ο πνεμματικός απάνω στον Άι-Χαράλαμπον όσον τον θυμούμαι, μακαρία η ψυχή του. Ήμουν μικρό κορίτσι, δώδεκα χρονών, και μ' επήγε η μάννα μου να ξαγορευτώ τη Μεγάλη Τετράδη. . . τι να ξαγορευτώ, εγώ τίποτα δεν είξερα, τα ξεράματά μου. . . το τι μώλεε ο πνεμματικός δεν αγροικούσα, φωτιά που μ' έ!. . . Το νόημά του δεν το καταλάβαινα, τα λόγια τα θυμούμουν, κ' ύστερ' από χρόνια. . . το κορίτσι πρέπει νάνε φρόνιμο και ντροπαλό, νάνε υπάκοο, να μην κυττάζη τους νειους, ν' αγαπά τον κύρη του και την μανούλα του· και σαν μεγαλώση, και δώση ο Θεός και παντρευτή με την ευχή των γονιών της, άλλον να μην αγαπά από τον άνδρα της.
 
Μώφερε το παράδειγμα των παλαιών Ελλήνων. . . Οι παληοί Έλληνες, που προσκυνούσαν τα είδωλα. . . Κείνον τον καιρό ήτον μια που την έλεγαν Φλάνδρα, ή Φλανδρώ. Φλανδρώ θα πη Φιλανδρώ. Φιλανδρώ θα πη μια που αγαπά τον άνδρα της. Φλανδρώ την είπαν, Φλανδρώ βγήκε. Αγάπησε ολόψυχα τον άνδρα της, όσο που έχασε τ' αγαθά του κόσμου, και έγεινε πέτρα γι' αυτό. Τον καιρόν εκείνον ήτον ένας καραβοκύρης, ώμορφο παλληκάρι, κι' αγάπησε το Φλανδρώ και την εγύρεψε, και της έδωσε αρραβώνα. Σαν της έδωσε αρραβώνα, εσκάρωσε καινούργιο καράβι, και σαν εσκάρωσε το καράβι, έγεινε κι' ο γάμος· και σαν έγεινε ο γάμος, έρριξε το καράβι στο γιαλό, κ' εμπαρκάρησε και πήγε να ταξειδεύη.
 
Τότε το Φλανδρώ ήλθε ν' αγναντέψη, σαν καλή ώρα, 'ς αυτόν τον έρμο το γιαλό. Ξεκολλούσεν η ψυχή της, που έφευγεν ο άνδρας της· δεν μπορούσε να το βαστάξη, να στηλώση την καρδιά της. Αγνάντεψε το καράβι που έφευγε, κ' έκλαψε πικρά κ' εφαρμακώθηκαν, και θύμωσαν, κι' αγρίεψαν κ' εθέριεψαν. . . και στο δρόμο τους που ηύραν το καράβι, έπνιξαν τον άνδρα της Φλανδρώς, κ' έγεινε αγυρισιά του. . . Και το Φλανδρώ ήρθε και ξαναήρθε σ' αυτόν τον έρμο γιαλό κ' εκύτταζε κι' αγνάντευε. . . κ' επερίμενε, κ' εκαρτερούσε κι' απάντεχε. . . Πέρασαν μήνες, πέρασε χρόνος, πέρασαν δύο χρόνια, πέρασαν τρία. . . και το καράβι πουθενά δεν εφάνηκε. . . και το Φλανδρώ έκλαψε, και καταράστηκε την θάλασσα, και τα μάτια της εστέγνωσαν, και δεν είχε πλεια δάκρυ να χύση. . . και παρακάλεσε τους θεούς της που ήταν είδωλα, πέτραις, να της κάμουν τη χάρι να γείνη κι' αυτή είδωλο, βράχος, πέτρα. . . και το ζήτημά της έγεινε και την έκαμαν βράχο, ξέρα. . . με το σκήμα τ' ανθρωπινό, που τρίβηκε κ' εφθάρηκε απ' τα κύματα ύστερ' από χιλιάδες χρόνια· και το ανθρωπινό σκήμα φαίνεται ακόμα, και νά ο βράχος εκεί, η πέτρα που θαλασσοδέρνεται και χτυπά και βογγά απάνω της το κύμα. . . κ' η φωνή της, το βογγητό της, γίνεται ένα με το βογγητό της θάλασσας . . . Νά η ξέρα εκεί. Αυτή 'νε η Φλανδρώ. Ύστερα με χρόνια πολλά, σαν ήρθε ο Χριστός ν' αγιάση τα νερά, για να βαπτιστή η πλάσι, μια χριστιανή αρχόντισσα, η Χατζηγιάνναινα, που είχαν σκαρώσει τα παιδιά της δύο καράβια, έταξε στην Παναγία, κ' έχτισε αυτό το παρακκλήσι, για το καλό κατευόδιο των παιδίων της. . . Ας δώσ' η Παναγία και σήμερα νάνε καλό κατευόδιο στους άνδρες σας, στ' αδέρφια σας, και στους γονιούς σας. — Φχαριστούμε· ομοίως και στα παιδάκια σου, θεια-Φλωρού!

Ο ήλιος εχαμήλωσε κατά το βουνόν, τα πρώτα πλοία είχαν γείνει άφαντα προ ώρας· και η τελευταία γολέττα μικρόν κατά μικρόν εχώνευεν εις το μέγα πέλαγος. Τα συγγενολόγια και τα φουσάτα των γυναικών, με τα καλαθάκια και τα μαχαιράκια τους, διεσπάρησαν ανά τους λόφους, κ' έβγαζαν καυκαλήθραις και μυρόνια, κ' έκοφταν φτέραις κ' αγριομάραθα. Σιγά-σιγά κατέβη ο ήλιος εις το βουνόν και αυταί κατήλθον εις την πολίχνην. Η νυκτερινή αύρα εσύριζεν εις τα δένδρα, και οι λογισμοί των γυναικών επετούσαν μαζί της, κ' έστελλαν πολλάς ευχάς εις τα κατάρτια, εις τα πανιά και εις τα εξάρτια των καραβιών. Και βαθειά, εις την σιωπήν της νυκτός, τίποτε άλλο δεν ηκούσθη ειμή το λάλημα του νυκτερινού πουλιού, και το άσμα μιας τελευταίας συντροφιάς ναυτικών, μελλόντων ν' αναχωρήσωσιν αύριον : «Σύρε, πουλί μου στο καλό και στην καλή την ώραν!»

hellenicaworld.com
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Όταν το παιδί σας κάνει άσχημα γράμματα

Είναι κάτι που συμβαίνει αρκετά συχνά, σε κάθε περίπτωση όμως δεν είναι αιτία πανικού. Δε σημαίνει ότι το παιδί σας είναι λιγότερο ικανό ή ευφυές από τα υπόλοιπα, όμως μπορείτε να βοηθήσετε έστω και λίγο την προσπάθειά του να κάνει καλά γράμματα:

  • Ξεκάθαρα δε θα πρέπει να επιπλήξετε ή να κατηγορήσετε το παιδί σας επειδή δεν κάνει καλά γράμματα. Δεν είναι επιλογή του, για κάποιους λόγους συμβαίνει αυτό, άρα το ζητούμενο είναι να τους εντοπίσετε και εφ’ όσον υπάρχουν τρόποι βελτίωσης να τους αξιοποιήσετε.

  • Από την άλλη, αν πρόκειται για σοβαρή μαθησιακή δυσκολία είτε θα πρέπει να αποδεχθείτε το γεγονός ότι θα κάνει άσχημα γράμματα, είτε να απευθυνθείτε σε ειδικό να δείτε αν και τι μπορεί να γίνει.

  • Γράψτε με μαρκαδόρο ή κόψτε σε μεγάλα χαρτόνια τα γράμματα που έχει μάθει και κολλήστε τα σε επίκαιρο σημείο στο δωμάτιό του. Έτσι, θα τα βλέπει συχνά με το σωστό τρόπο γραφής τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

  • Επιβεβαιώστε ότι κρατάει σωστά το μολύβι και κάθεται σωστά στην καρέκλα. Και οι δύο αυτοί παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο στο παραγόμενο αποτέλεσμα!

  • Όταν παρατηρήσετε βελτίωση στη γραφή, μην παραλείψετε να επιβραβεύσετε το παιδί και να το ενθαρρύνετε να συνεχίσει την προσπάθεια.

mother.gr
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki