Sunday 5 November 2023

Η Πορφύρα και η Βύσσος: Το χρώμα των βασιλιάδων και το «μετάξι της θάλασσας»

Ἄνθρωπος δέ τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον...

Για την Πορφύρα όλο και κάτι γνώριζα. 

Σε κάποιες κοινωνίες απαγορευόταν διά νόμου να το φορέσει ένας κοινός θνητός
Οι δεσμοί του μοβ-πορφυρού χρώματος με τους βασιλιάδες και τις βασίλισσες χρονολογούνται από τον αρχαίο κόσμο, όπου οι αποχρώσεις του μοβ προορίζονταν αποκλειστικά και μόνο για την ανώτερη τάξη.
    Ο Πέρσης βασιλιάς Κύρος χρησιμοποιούσε ως βασιλική στολή έναν χιτώνα σε μοβ χρώμα, ενώ κάποιοι από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες απαγόρευαν στους πολίτες να φορούν μοβ ρούχα επί ποινή θανάτου. Το μοβ-πορφυρό χρώμα ήταν ιδιαίτερα σεβαστό στη Βυζαντινή αυτοκρατορία όπου οι αυτοκράτορες φορούσαν μοβ χιτώνες, υπέγραφαν διατάγματα με τη μοβ μελάνη και τα παιδιά τους λεγόταν χαρακτηριστικά πως «γεννήθηκαν μέσα στα μοβ».
Ο λόγος που το μοβ χρώμα είχε βασιλική φήμη, ήταν θέμα προσφοράς και ζήτησης. Για πολλούς αιώνες η μοβ βαφή βρισκόταν μόνο στην αρχαία φοινικική πόλη της Τύρου, εκεί που σήμερα βρίσκεται ο σύγχρονος Λίβανος. Η «πορφύρα της Τύρου» προήλθε από ένα είδος θαλάσσιου κοχυλιού-σαλιγκαριού, που σήμερα είναι γνωστό με την επιστημονική ονομασία Bolinus brandaris και ήταν τόσο εξαιρετικά σπάνιο που άξιζε το βάρος του σε χρυσό. 
    Για να μαζέψουν την χρωστική από το συγκεκριμένο κοχύλι οι ειδικοί έπρεπε να ανοίξουν το κέλυφός του, να βγάλουν την βλέννα του και να την αφήσουν στο φως του ήλιου για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Χρειάζονταν περίπου 9.000 όστρακα για να δώσουν μόλις ένα γραμμάριο βαφής, αλλά το αποτέλεσμα ήταν μια ζωντανή και σταθερή απόχρωση του μοβ-πορφυρού (βαθυκόκκινο) χρώματος. 
Τα ρούχα από αυτή την χρωστική αυτή ήταν πολυδάπανα, ένα κιλό μωβ μαλλί κόστιζε περισσότερο απ’ ό,τι κέρδιζε η πλειοψηφία των ανθρώπων σε ένα χρόνο και ως εκ τούτου έγινε το σήμα κατατεθέν των πλούσιων και ισχυρών.
περισσότερα εδώ

Για την Βύσσο ομολογώ ότι δεν είχα ιδέα
Άλλο η Βύσσος και άλλο ο βυσσός, που είναι ο βυθός (εξ ου και η άβυσσος)

Για την Βύσσο λοιπόν:
Βύσσος
(Ζωολ.). Θύσανος λεπτών νηματίων που εκφύεται από τον λεγόμενο πόδα ορισμένων δίθυρων μαλακίων, όπως από τα γένη Anomia, Mytilus (το κοινό μύδι), Pinna, Venerupis κ.ά. Χρησιμεύει για τη στερεή προσκόλληση των μαλακίων αυτών σε βράχους, πέτρες, υδρόβια φυτά και άλλα στερεά υποστρώματα μέσα στο υδάτινο περιβάλλον ή για την προστασία τους (π.χ. στο μύδι). 
Η βύσσος εκκρίνεται από έναν ειδικό αδένα που ονομάζεται αδένας της βύσσου, ή βυσσογόνος αδένας· αρχικά είναι ένα μυξώδες υγρό που ύστερα από λίγο σκληραίνει και σχηματίζει ανθεκτικά μεταξώδη νήματα (Pinna) ή, σε μερικές περιπτώσεις, ασβεστοποιείται (Anomia). Τα μεταξώδη νήματα των μαλακίων του γένους Pinna ονομάζονται επίσης μετάξι της θάλασσας και χρησιμοποιούνται για την κατασκευή αραχνοΰφαντων υφασμάτων.
ygeiaonline

Η βύσσος φτιάχνεται από ένα υγρό που εκκρίνει η πίνα και στην αρχαιότητα ήταν η εκλεκτότερη υφαντική ύλη. Μόνο ένα άτομο εξακολουθεί να τη συλλέγει, να τη γνέθει και να την κάνει να λάμπει σαν χρυσός. 
Όλοι γνωρίζουμε πως το μετάξι, μία από τις πολυτιμότερες κλωστικές ίνες ζωικής προέλευσης, παράγεται από την κάμπια του μεταξοσκώληκα όταν φτιάχνει το κουκούλι της. Υπάρχει όμως και ένας άλλος, εξαιρετικά σπάνιος, τύπος μεταξιού, γνωστός ως «μετάξι της θάλασσας» ή βύσσος, ο οποίος φτιάχνεται από ένα υγρό που εκκρίνει η πίνα (Pinna Nobilis), ένα όστρακο που μοιάζει με τεράστιο μύδι.
Για τους αρχαίους Αιγυπτίους, τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους η βύσσος ήταν η εκλεκτότερη υφαντική ύλη, κυρίως εξαιτίας της ιδιότητάς της να λάμπει στον ήλιο. Σύμφωνα με το BBC, σήμερα είναι πολύ πιθανόν να έχει απομείνει μόλις ένα άτομο το οποίο μπορεί και εξακολουθεί να συλλέγει τη βύσσο, να τη γνέθει και να την κάνει να λάμπει σαν χρυσός: η Chiara Vigo από το Sant’Antioco, ένα νησί στο νοτιοδυτικό άκρο της Σαρδηνίας.

    Κάθε άνοιξη εκείνη καταδύεται στα αστραφτερά νερά που περιβάλλουν το νησί της με στόχο να εντοπίσει τις πίνες που ζουν και αναπτύσσονται στην περιοχή και να αποσπάσει το (σκληροποιημένο έπειτα από κάποιο διάστημα) υγρό που εκκρίνουν. 
Συνήθως επιλέγει τις πρώτες πρωινές ώρες, ενώ πάντα συνοδεύεται από μέλη της ιταλικής Ακτοφυλακής καθώς η πίνα είναι προστατευόμενο είδος. Για να μπορέσει να συλλέξει γύρω στα 200 γραμμάρια βύσσου η Κιάρα Βίγκο πραγματοποιεί ως και 400 καταδύσεις!
    Στη συνέχεια αρχίζει να την υφαίνει, όχι όμως για να την πουλήσει αλλά για να τη χαρίσει σε όλους όσοι τη χρειάζονται, “σε απόκληρους, σε φτωχούς, σε ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη”, προσδιορίζοντας ότι προσφέρει τα υφάσματα που υφαίνει με το «μετάξι της θάλασσας» και σε νιόπαντρα ζευγάρια ή σε γυναίκες που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί καθώς θεωρείται πως το σπάνιο αυτό υλικό, πέρα από καλή τύχη, φέρνει και γονιμότητα.
Μετά απ' όλα αυτά ήρθε στο νου μου ο 103ος Ψαλμὸς του Δαυίδ
«ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας»

Γαζία: Το άρωμα των παιδικών μου χρόνων

Νόμιζα ότι ήταν δική μου υπόθεση αυτός ο συσχετισμός της γαζίας με τα περασμένα. 
Έζησα τα παιδικά μου χρόνια στην Αθήνα με τις αυλές και τα νεοκλασικά σπίτια με τους μικρούς κήπους. Στο κέντρο τα σπίτια ήταν διώροφα και πολλά είχαν μαρμάρινες σκάλες στην είσοδο με συμμετρικές φοινικιές δεξιά κι αριστερά. 
Στις γειτονιές τα σπίτια ήταν συνήθως μονώροφα και οι κήποι είχαν δέντρα ανάλογης κλίμακας… νεραντζιές, μουσμουλιές, πιπεριές και γαζίες. 
Την άνοιξη η Αθήνα μύριζε άνθος νεραντζιάς και το φθινόπωρο γαζίας.
.......................
Η γαζία είναι ένα είδος ακακίας που συγγενεύει στενά με τη μιμόζα. Το επιστημονικό της όνομα είναι Acacia farnesiana ή Vachelia farnesiana. 
Το λουλούδι της, γνωστό ως Cassie (από το acacia), χρησιμοποιείται πολύ στην αρωματοποιία αλλά σπάνια σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Πρωταγωνιστεί μόνο σ’ ένα άρωμα του μετρ αρωματουργού Dominique Ropion για τη σειρά Frederic Malle, το Une fleur de cassie. Είναι από τα αρώματα εκείνα που συνεργούν έντονα με τη χημεία του κάθε σώματος, έτσι ή το λατρεύεις ή το μισείς. 
.............................
Έχω φυτέψει τρία δέντρα στον κήπο μου και τώρα με τις γλυκές φθινοπωρινές μέρες πλημμυρίζουν τον τόπο με το μυστηριώδες αυτό άρωμα του ήλιου, του μυστηρίου, της νοσταλγίας και… της τρυφερότητας και της αγάπης της μητέρας μου.

bostanistas.gr

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki