Saturday 9 October 2021

Δάσκαλε στο νου σου στα παιδιά με το άδειο βλέμμα!

Οι δάσκαλοι πρέπει να έχουμε ενσυναίσθηση. Να παρατηρούμε τους μαθητές μας, να προσέχουμε. Πάντα υπάρχουν παιδιά που έχουν ιδιαίτερες ανάγκες

Από την πρώτη μου βόλτα στην αυλή σε πρόσεξα. Καθόσουν μόνη σου σ ένα παγκάκι και ούτε σε πλησίαζε άλλο παιδί, ούτε και εσύ πήγαινες κοντά στις μεγάλες παρέες. Έπαιζες μηχανικά με τα μαλλιά σου και κοιτούσες συνεχώς το ρολόι σου. Λαχταρούσες να ακούσεις πάλι το κουδούνι που σήμαινε το τέλος του διαλείμματος.

Τ αλλά παιδιά αναστενάζαν από την απογοήτευση στο άκουσμα του γνώριμου αυτού ήχου, ενώ για σένα ήταν η λύτρωση σου, η λήξη ενός άτυπου βασανιστηρίου. Ανυπομονούσες να βρεθείς πάλι στην τάξη εκεί τουλάχιστον δεν φαινόταν το ‘’ κουσούρι’’. Έτσι ένιωθες ότι είχες κουσούρι, ελάττωμα.

Ήσουν διαφορετική. Έτσι ένιωθες τουλάχιστον. Δεν μπορούσες τις καινούργιες παρέες. Αγχωνόσουν, ίδρωνες, ζαλιζόσουν πνιγόσουν. Σαν να υπήρχε μια θηλιά στο λαιμό σου αόρατη που αδυνατούσες να βγάλεις από πάνω σου.

Σε κάθε διάλειμμα σε έβρισκα στο ίδιο παγκάκι να κοιτάς με άδειο βλέμμα σαν να μην ήσουν εκεί. Μπροστά στον ορίζοντα. Άκαμπτη, ακούνητη ανέκφραστη. Μέχρι που κάποιο άλλο κορίτσι πήγε και κάθισε δίπλα σου. Γιατί στο σχολείο πρέπει να μαθαίνουμε στα παιδιά να προσέχουν και να παρατηρούν. Όχι για κουτσομπολιό αλλά για να βοηθήσουν αν χρειάζεται.

Και με αυτό το πιο απλό πράγμα που υπάρχει, να καθίσει κάποιος δίπλα σου άρχισες να χαμογελάς. Και το διάλειμμα έγινε για σένα σημαντικό και αγαπημένο όπως επιβάλλεται.

Γιατί καλά είναι να είμαστε καλοί στα μαθηματικά στην γλώσσα στην φυσική. Αλλά είναι ακόμα πιο καλά αν καταφέρνουμε να είμαστε καλοί και στο ‘’διάλειμμα.’’ Το καλύτερο και πιο δύσκολο μάθημα…..

alfavita.gr

Όταν ένα παιδί εγκαταλείπεται…

Η κυρία που κάθονταν απέναντί μου συνέχισε την αφήγησή της, αναφέροντας τα παρακάτω συγκλονιστικά στοιχεία:

«Όταν ήμουν 6-7 χρονών, οι γονείς μου είχαν σοβαρά προβλήματα μεταξύ τους και καθόλου χρόνο για μένα. Κανείς δεν με ρωτούσε πως νιώθω, αν χρειάζομαι κάτι, αν πεινώ ή αν θέλω τη συντροφιά κάποιου. Ήταν τόσο μεγάλη η  ανάγκη μου να νιώσω πως κάποιος νοιάζεται για μένα που έφευγα από το σπίτι και κρυβόμουν κάπου εκεί τριγύρω για να δω αν θα με αναζητήσουν. Περίμενα για ώρες αλλά κανείς δεν εμφανίζονταν, μέχρι που τα φώτα του σπιτιού έσβηναν. Τότε μόνο συνειδητοποιούσα πως κανείς δεν πρόκειται να με αναζητήσει».

Αυτό είναι ένα άλλο είδος ιδιότυπης γονικής εγκατάλειψης όταν, δηλαδή, ο γονιός δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του γονικού του ρόλου, αφήνοντας το ίδιο το παιδί να φροντίζει τον εαυτό του. Υπάρχουν περιπτώσεις γονέων που βρίσκονται σε διαδικασία χωρισμού, όπου υπάρχουν πολλές και σοβαρές εντάσεις, ή που έχουν χάσει κάποιο σημαντικό τους πρόσωπο (γονέα, αδελφό κ.τ.λ.), καταστάσεις που τους απορροφούν τόσο πολύ, με αποτέλεσμα το παιδί να αφήνεται, στην ουσία,  στο έλεός του. Το αποτέλεσμα μίας τέτοιας κατάστασης είναι το παιδί να νιώθει παντελώς ανάξιο σημασίας και αγάπης. Κανείς, άλλωστε, δεν νοιάζεται και αγαπά έναν αόρατο…

Ο πόνος και η απόγνωση που μπορεί να νιώθει ένα τέτοιο παιδί είναι απερίγραπτης έντασης, οι δε συνέπειές τους καταστροφικές, φθάνοντας ακόμα και μέχρι την ενήλική του ζωή. Η συγκεκριμένη κοπέλα δεν τολμούσε να εμπιστευθεί κανέναν, όποιος και αν αυτός/αυτή ήταν. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που άρχιζε να νιώθει κάτι το ιδιαίτερο για κάποιον, εξαφανίζονταν έντρομη, μπρος στο ενδεχόμενο να της γίνει το άτομο αυτό απαραίτητο και κάποια στιγμή να την εγκαταλείψει…

Από την ηλικία των 6-7 χρόνων, οπότε και πείσθηκε πως κανείς δεν νοιάζεται για αυτήν, ενεργοποιήθηκαν οι μηχανισμοί επιβίωσής της. Έπεισε τον εαυτό της πως η επιβίωσή της εξαρτιόταν αποκλειστικά από την ίδια και πως δεν είχε να προσδοκά απολύτως τίποτα από κανέναν. Μου είπε πως, ως έφηβη, ποτέ δεν ήπιε αλκοόλ, όπως όλοι οι φίλοι της, γιατί ήξερε πως αν μεθούσε ή αν της συνέβαινε κάτι απρόοπτο, κανείς δεν θα εμφανίζονταν να νοιαστεί γι΄αυτήν. Εξαναγκάσθηκε σε μια εξεζητημένη αυτάρκεια και αυτονομία, για να καταφέρει, όπως η ίδια πίστευε, να επιβιώσει.

Είναι τόσο εύκολο να απορροφηθούμε, ως γονείς, από τα διάφορα που μπορεί να μας συμβαίνουν (εργασία, προβλήματα με το/τη σύντροφο, ψυχικές δυσκολίες κ.ά.) που να περιοριζόμαστε στα πρακτικά και απαραίτητα, όσον αφορά στη φροντίδα του παιδιού, νομίζοντας πως αυτό αρκεί. Τα παιδιά καταλαβαίνουν διαισθαντικά τα πάντα, χωρίς όμως να μπορούν μα δώσουν εξηγήσεις, και αυτό είναι το χειρότερο. Συνήθως, ενοχοποιούν τον εαυτό τους, δηλαδή πως τα ίδια φταίνε για όλα, σε μια προσπάθειά τους να «σώσουν» το γονιό μέσα τους ώστε να συνεχίσουν να τον βλέπουν ως τον «καλό γονιό» που θα ήθελαν να έχουν. Θυμάμαι ένα αγοράκι 8 χρονών που το χτυπούσε αλύπητα ο βίαιος πατέρας του και το οποίο μου έλεγε: «Ο μπαμπάς μου με χτυπά για το καλό μου, επειδή δεν είμαι καλό παιδί». Με δυσκολία συγκρατούσα τα δάκρυά μου…

Κάποτε το ξύλο ή η απειλή για ξύλο ήταν απαραίτητο στοιχείο της διαπαιδαγώγησης παιδιών. Τώρα πλέον, αυτό δεν ισχύει, σε μεγάλο βαθμό. Τα τιμωρούμε με άλλους πιο «αποτελεσματικούς» τρόπους, για παράδειγμα, κλείνοντάς τα σε ένα δωμάτιο ή απειλώντας τα πως θα τα εγκαταλείψουμε γιατί δεν τα αντέχουμε. Τα ασφαλή παιδιά μπορούν να αξιολογήσουν τέτοιου είδους απειλές και ξέρουν πως οι γονείς τους δεν πρόκειται να πραγματοποιήσουν τις απειλές τους. Οι γονείς, όμως, χάνουν την αξιοπιστία τους στα μάτια του παιδιού. Τα ανασφαλή παιδιά, όμως, τρομοκρατούνται. Το μήνυμα που εισπράττουν είναι: «Εάν δεν είσαι όπως σε θέλω, δεν σε αγαπώ! Και τότε, δεν σε θέλω για παιδί μου!». Αγάπη με όρους, δηλαδή. Ένα τέτοιο παιδί νιώθει φρικτά και ανάξιο αγάπης. Τα αισθήματα ντροπής αρχίζουν να κυριαρχούν. Το παιδί νιώθει ντροπή και μόνο για το ότι υπάρχει. Έχω δει εκατοντάδες τέτοια παιδιά που νιώθουν πως δεν αξίζουν την αγάπη, όχι μόνο των γονιών τους, αλλά και κανενός….

Είναι πολύ σημαντικό και απαραίτητο να αφιερώνουμε, έστω και 10 λεπτά την ημέρα, αποκλειστικά για επικοινωνία και ολοκληρωτική επαφή με το παιδί μας και να μη το αφήνουμε για κάποια άλλη φορά. Για τα μικρά παιδιά, υπάρχει μόνο το εδώ και τώρα και, αν το στερηθούν, έχουν την αίσθηση πως το στερούνται για πάντα, ιδιαίτερα αν ο γονιός είναι απρόβλεπτος , ασυνεπής και εγκλωβισμένος στα δικά του.

Αυτά ας μην τα λησμονούμε ποτέ, και ας τα σκεφθούμε πολλές φορές σοβαρά, πριν φέρουμε στο κόσμο ένα παιδί, μόνο προς επιβεβαίωση της ματαιοδοξίας μας ή προς κάλυψη άλλων συναισθηματικών μας αναγκών, όπως πολύ συχνά, δυστυχώς, συμβαίνει…

ΣΑΒΒΑΣ Ν. ΣΑΛΠΙΣΤΗΣ, Κλινικός ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής  PH. D.

i-psyxologos.gr

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Συναισθήματα: Υπάρχουν μόνο όταν αποκτούν όνομα

     Είναι πράγματι ευκολότερο να αντέξουμε ένα συναίσθημα όταν το ονοματίσουμε; Το όνομα φαίνεται πως επιβεβαιώνει, εξηγεί και δίνει νόημα σε αυτό που βιώνουμε. 
Παρόλο που υπάρχουν και άλλοι τρόποι έκφρασης συναισθημάτων, όπως η γλώσσα του σώματος, οι εκφράσεις του προσώπου, οι χειρονομίες κ.ά., τα συναισθήματα αποκτούν ειδικό βάρος, σαφήνεια και νόημα, τόσο για εμάς τους ίδιους όσο και για τους άλλους, μόνον όταν καταφέρουμε και τα ντύσουμε με λέξεις. 
Κάτι ανάλογο συμβαίνει όταν δεν νιώθουμε καλά σωματικά για κάποιο διάστημα και, τελικά, τίθεται μία διάγνωση σε αυτό που μας συμβαίνει. Τότε, αυτό που βιώνουμε, από τη στιγμή που αποκτά όνομα, επισημοποιείται, συγκεκριμενοποιείται, επιβεβαιώνεται και γίνεται κατανοητό, ανοίγοντας με τον τρόπο αυτό το δρόμο για μια αποτελεσματική αντιμετώπισή του.
Η διαφήμιση, που απευθύνονταν σε άτομα με κατάθλιψη, με το γνωστό μότο «Βγάλ΄το από μέσα σου», στην ουσία, αυτό ακριβώς εννοούσε, δηλαδή, μίλα για αυτό, ονομάτισέ το, επικοινώνησέ το, μοιράσου το.
     Ό,τι έχει όνομα υπάρχει και υπάρχει με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο. Το παιδί που, αποκτώντας όνομα, γίνεται ο Γιαννάκης, ο κάποιος που γίνεται ο Δημήτρης, ο Κανένας που γίνεται ο Οδυσσέας. 
Με τον ίδιο τρόπο, όταν ένα συναίσθημα αποκτά όνομα, αυτό λειτουργεί ως καταλύτης που δομεί και δίνει νόημα σε ένα υποκειμενικό βίωμα. 
Χωρίς όνομα, τα συναισθήματά μας περιφέρονται ως ανώνυμοι επισκέπτες χωρίς ταυτότητα εντός μας, δημιουργώντας μια χαοτική, αν όχι τρομακτική, πολλές φορές ψυχική αίσθηση.
Ο τρόπος έκφρασης των συναισθημάτων μαθαίνεται από την παιδική ηλικία
     Μια αβίαστη και χωρίς όρια έκφραση συναισθημάτων είναι τόσο αποδιοργανωτική στην αλληλεπίδραση των ανθρώπων γι' αυτό και είναι ανεκτή/επιτρέπεται μόνο κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας. Για το λόγο αυτό, από πολύ μικρή ηλικία μας μαθαίνουν να ελέγχουμε σταδιακά τα συναισθήματά μας και να τα εκφράζουμε, όπως ακριβώς τα βιώνουμε, σε μικρές μόνο δόσεις. Χωρίς τον έλεγχο αυτόν, θα ήταν αδύνατη η οποιαδήποτε προσαρμογή μας αργότερα στη ζωή καθώς και η επικοινωνία μας με τους άλλους. 
Ως εκ τούτου, ο συναισθηματικός έλεγχος -όχι η αποφυγή εκδήλωσης συναισθημάτων- κατέχει σημαντική θέση σε κάθε είδους διαπαιδαγώγηση.
Το παιδί μαθαίνει, από πολύ νωρίς και μέσα από τις αντιδράσεις των γονιών και άλλων σημαντικών ενηλίκων του άμεσου κυρίως περιβάλλοντός του, να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, όπως επίσης, ποια από αυτά είναι «επιτρεπτά» και ποια όχι, στις διάφορες καταστάσεις. 
Με άλλα λόγια, μαθαίνει ποια συναισθήματα αξίζει τον κόπο να εκφρασθούν και ποια πιθανότατα θα αποδοκιμαστούν, και, για το λόγο αυτό, θα πρέπει να αποσιωπηθούν ή να εκφρασθούν σε μια καταλληλότερη στιγμή.
Εάν οι γονείς και το άμεσο περιβάλλον εκφράζουν τα δικά τους συναισθήματα με έναν πολύπλευρο, πολύχρωμο, ευέλικτο και δημιουργικό τρόπο, αποκτά, συνηθέστατα, και το παιδί μια παρόμοια ικανότητα και γνώση για τα συναισθήματα που είναι κοινωνικά αποδεκτά.

Συναισθήματα
Η απόκτηση της ικανότητας να μπορούμε να περιγράφουμε τον εσωτερικό μας κόσμο και τα συναισθήματά μας είναι καθοριστικής σημασίας για την ψυχική μας ισορροπία. 
Όσο καλύτερα καταφέρνουμε να περιγράφουμε και να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας τόσο λιγότερες και οι πιθανότητες να μπορούν αυτά να μας ελέγχουν χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. 
     Συναισθήματα που δεν εκφράζονται έχουν την τάση να γιγαντώνονται εντός μας και να εκφράζονται με μασκαρεμένους τρόπους και σε ανύποπτο χρόνο (π.χ. απρόσμενες συναισθηματικές εκρήξεις, διάφορες ψυχοσωματικές διαταραχές/συμπτώματα, φοβίες κ.ά.), εκθέτοντας σε κίνδυνο τόσο τον ίδιο τον εαυτό μας όσο και τις διαπροσωπικές μας σχέσεις.

Όταν τα συναισθήματά μας αποκτούν όνομα, μετατρέπονται σε χρήσιμα εργαλεία και οδηγούς στην προσπάθειά μας για μια αποτελεσματική αντιμετώπιση πολλών και σημαντικών καταστάσεων στο διάβα της ζωής και στο να «μη πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό», όπως λέει ο σοφός λαός. 
Με άλλα λόγια, πίσω από κάθε συναίσθημα, υπάρχει πάντα και ένα σχήμα ενεργειών και αντιδράσεων που, εκτός των όποιων άλλων, βοήθησε σημαντικά και στην επιβίωσή μας ως είδος στο διάβα των αιώνων.
Οι συνέπειες της ανεπάρκειας γονέων και άμεσου περιβάλλοντος
     Εάν γονείς και άμεσο ή κοινωνικό περιβάλλον αποδέχονται την έκφραση μιας μικρής μόνον γκάμας συναισθημάτων, αυτό στερεί στο παιδί τη δυνατότητα να μπορεί να αναγνωρίζει και να εκφράζει λεκτικά τα όσα νιώθει. Αντ' αυτού, και μέσα σε ένα τόσο άγονο συναισθηματικά περιβάλλον, το παιδί, για να είναι αποδεκτό και για να μπορέσει να συνυπάρξει με τους άλλους, μαθαίνει να απωθεί τα συναισθήματά του.

     Ένας συνήθης τρόπος διαχείρισης ανεπίτρεπτων συναισθημάτων είναι να τους αποδίδεται διαφορετική ονομασία από αυτήν που πραγματικά έχουν. Έτσι λοιπόν, η λύπη μπορεί να ονοματίζεται ως απογοήτευση, ο φόβος ως θυμός κ.τ.λ. Με τον τρόπο αυτό, όμως, προκαλείται σύγχυση στο ίδιο το άτομο και σοβαρές δυσκολίες στην επικοινωνία του με τους άλλους.

Για παράδειγμα, ας πάρουμε την περίπτωση ενός παιδιού που οι γονείς του είχαν δυσκολία να το παρηγορούν και να το στηρίζουν στη διάρκεια που μεγάλωνε ή δεν αποδέχονταν τα αισθήματα θλίψης ή αδυναμίας του, μηδαμινοποιώντας και αποδοκιμάζοντας άμεσα ή έμμεσα ανάλογα συναισθήματά του, παρότρυνοντάς το να δείχνει σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, σε καταστάσεις που αυτό θα ήθελε να κλάψει ή να δείξει την ανάγκη του για παρηγοριά και στήριξη. 
Σε μια τέτοια περίπτωση, το παιδί αυτό, αν τύχει και βιώσει, ως ενήλικας, ανάλογα συναισθήματα, τότε θα ενεργοποιηθούν εντός του, αντί θλίψης και ανημπόριας, αισθήματα έντονης δυσφορίας, άγχους και ντροπής. 
Ένα τέτοιο παιδί μπορεί να έχει, επίσης, μεγάλη δυσκολία αποδοχής βοήθειας ή παρηγοριάς από άλλους, να αυτομέμφεται για όσα νιώθει, να αποσύρεται και να προσπαθεί να αυτοπαρηγορηθεί με «περίεργους» και αναποτελεσματικούς, στην ουσία, τρόπους.
......................
ολόκληρο το άρθρο εδώ

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki