Tuesday 1 October 2013

Πρώτη ημέρα στο σχολείο... 1976! - (Η «κυρία» Καίτη, ο Κύριος Τάκης....)

Τι χαρά, τι χαρά. Θα πήγαινε σχολείο! Επιτέλους, ήταν αρκετά μεγάλη για να πάει σχολείο!!! Νήπια. 
Το σχολείο ήταν μεγάλο και καινούριο, σκέτο στολίδι. Μεγάλος αυλόγυρος, μεγάλη τάξη, κυλικείο και όλα τα παιδιά της γειτονιάς, μικρά και μεγάλα...
Ήταν πραγματικά χαρούμενη.
 

Μπήκε στην τάξη.Της φάνηκε πελώρια. Ένιωθε μεγάλη, ένιωθε χαμένη και λίγο μόνη ίσως μα ήταν κιόλας 5 και πήγαινε νήπια!
Είχε μια μικρή καινούρια τσάντα, ένα μπλοκ ζωγραφικής, ένα μολύβι με σβήστρα και υπέροχες χρωματιστές ξυλομπογιές. Αυτά ήταν ο κόσμος όλος.

Κάθισε στο θρανίο με την φίλη της την Άννα. Μόνον αυτή ήξερε στην τάξη, γιατί έμεναν στην ίδια γειτονιά κι οι γιαγιάδες  τους έκαναν παρέα.
Μπήκε στην τάξη η "κυρία". Όμορφη, ψηλή με κοντοκομένα μαλλιά, μια μακριά μπλε φούστα και φορούσε κραγιόν. Εκστασιάστηκε με αυτό το κατακόκκινο κραγιόν...
Τους είπε το όνομα της την έλεγαν κυρία Καίτη και μετά κάνοντας μια βόλτα στα θρανία τους ζήτησε να σηκωθούν και τους έβαλε να καθίσουν με άλλα παιδάκια. Δεν ήξερε γιατί, δεν κατάλαβε. Έτσι βρέθηκε να κάθετε με ένα άλλο κοριτσάκι.Την Δέσποινα.
Στην αρχή πανικοβλήθηκε μα μετά αφού η Δέσποινα της είπε το όνομα της ηρέμησε. Την συμπάθησε τη Δέσποινα. Θα καθόταν μαζί στο ίδιο θρανίο...Τι μεγάλες που ήταν!

Η κυρία Καίτη έβαλε  τους κανόνες "Δεν μιλάμε στην τάξη, δεν παίζουμε, δεν ενοχλούμε τον διπλανό μας, δεν χαζολογάμε, δεν ξύνουμε τα μολύβια μας, δεν ξεχνάμε τα πράγματα μας, δεν κοροϊδεύουμε, δεν αντιμιλάμε...." κι άλλα πολλά. 

Τους έδειξε την μακριά τετράγωνη  βέργα της και τους είπε πως αυτή θα ήταν η τιμωρία τους αν δεν άκουγαν τους κανόνες.
Εκείνη, δεν έδωσε και μεγάλη σημασία. Κοίταζε γύρω της εκστασιασμένη. Ήταν σχολείο!!! Ήταν επιτέλους σχολείο!!!

Μετά η κυρία Καίτη τους μοίρασε καρτέλες για να  ζωγραφίσουν. Της έτυχε μια καρτέλα με ένα δέντρο. Θα ήθελε πολύ την καρτέλα της Δέσποινας που είχε ένα μικρό γατάκι... δεν πείραζε όμως. Θα έβγαζε τις καινούριες της μπογιές και θα ζωγράφιζε το ομορφότερο δέντρο στον κόσμο! Το ωραιότερο δέντρο στην τάξη!

Όταν τέλειωσαν η κυρία περνούσε από όλα τα θρανία και στο ένα χέρι κρατούσε την βέργα και στο άλλο μια μικρή σφραγίδα, βάζοντας σφραγιδούλες στο χέρι του κάθε παιδιού. Μια σφραγίδα  με ένα σκυλάκι. Της φάνηκε υπέροχο.
Αν ήταν ωραία η ζωγραφιά με φωτεινά χρώματα, έβαζε ακόμη και δύο σφραγίδες....Ω!!! Πόση αγωνία, πόση γλυκιά αναμονή! Ήταν τόσο σίγουρη για το δέντρο της...και σε λίγο στο χέρι της θα είχε μια σφραγίδα...μπορεί και δύο!

Επιτέλους η κυρία Καίτη στάθηκε μπροστά της. Κοίταξε το δέντρο της και τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα. "Τι είναι αυτό;" την ρώτησε. "Δέντρο". Απάντησε εκείνη με σιγουριά.
"Και τι χρώμα έχουν τα φύλλα του δέντρου;" "Πράσινα", απάντησε ξανά... περήφανη που ήξερε την σωστή απάντηση.
"Κι αυτό τι χρώμα είναι;"
Ρώτησε ξανά η κυρία Καίτη με έντονη φωνή. "Πράσινο". Είπε η μικρή με βεβαιότητα.
"Πράσινο; Πράσινο;"...Φώναξε η κυρία Καίτη και έγινε κι η ίδια πράσινη από τα νεύρα. Πήρε την καρτέλα και την έδειξε στην τάξη ρωτώντας δυνατά."Τι χρώμα είναι αυτό;" Με μια φωνή γεμάτη βεβαιότητα όλα τα παιδιά απάντησαν "Μπλε!"

Μπλε;... Έμεινε άφωνη... ήταν σίγουρη πως αυτό ήταν πράσινο....
"Σήκω πάνω κι άνοιξε τα χέρια σου" της είπε η κυρία Καίτη κι εκείνη σηκώθηκε κι άνοιξε τις παλάμες της ανίδεη. Η βέργα σηκώθηκε δύο φορές και δεν θα ξεχνούσε ποτέ τον θόρυβο καθώς έσκιζε τον αέρα, ούτε τον πόνο καθώς ένιωθε τις παλάμες τις να καίνε...
Τα δάκρυα έτρεμαν στα μάτια μα δεν βγήκαν ποτέ, από πείσμα κι από άγνοια...Τι έγινε ακριβώς; Δεν είχε καταλάβει...Στην τάξη επικρατούσε μια παράξενη σιωπή, μια βουβαμάρα, ένας φόβος και μια έκσταση για το πρωτόγνωρο θέαμα.


Η κυρία της φώναζε, "Ήρθες σχολείο και δεν ξέρεις ούτε τα χρώματα να ξεχωρίζεις; ΟΥΤΕ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑΑΑΑ ".
Τώρα φώναζε δυνατά μπροστά στο πρόσωπο της και αμέσως μετά της έπιασε τα μαλλιά με δύναμη και τραβώντας τα την έβαλε να καθίσει στην καρέκλα, με το κεφάλι να γέρνει, προς το θρανίο. Νόμιζε πως θα της ξεριζώσει τις τούφες, τόσο πολύ πονούσε.
"Πες μου" της φώναζε με το χέρι να της τραβά προς τα κάτω τα μαλλιά, τόσο που σχεδόν το κεφάλι της κόλλησε στο θρανίο "Πες μου ποιο είναι το πράσινο, ΠΕΣ ΜΟΥ".
Κοίταζε τις ξύλινες μπογιές με πανικό... έπρεπε να μιλήσει έπρεπε να πει το σωστό... μα ξάφνου η κυρία Καίτη την άφησε απότομα. Την έσωσε η Δέσποινα, η διπλανή της, που από τον φόβο της είχε κάνει εμετό και είχε γεμίσει όλο το θρανίο, ότι βρισκόταν πάνω σε αυτό και τα ρούχα της.
Ήταν άσπρη σαν το πανί, τα μάτια της ήταν διάπλατα ανοιγμένα, πελώρια και τρομαγμένα. Άφωνη, άλαλη ενώ η κυρία Καίτη προσπαθούσε να την βοηθήσει να σηκωθεί, να μαζέψει τα πράγματα της και να φύγει...

Ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο και ήταν η αρχή μιας φριχτής χρονιάς, όπου η βέργα της κυρίας Καίτης κι εκείνη  ανέπτυξαν στενή σχέση, όπου οι προσβολές της κυρίας Καίτης και οι φωνές της, την έκαναν να αναπηδά και να ντρέπεται κι όπου ξαφνικά είχε γίνει ο εύκολος στόχος όλης της τάξης γιατί τα παιδιά μπορούν να γίνουν μια σκληρή μικρογραφία των μεγάλων...
Στο σπίτι δεν είπε ποτέ τίποτε. Ποτέ. Γιατί τα παιδιά... δεν μιλούν!
Ήταν νήπια κι ήταν ήδη... πολύ μεγάλη!


Δεν αγάπησε ποτέ το σχολείο. Αυτή η σχέση είχε τελειώσει πριν ακόμη αρχίσει. Πέρασαν χρόνια για να καταλάβει, να αναλύσει, να σταματήσει να μισεί και να βρει ανθρώπους διαφορετικούς που τη βοήθησαν... μα είχε πια περάσει τόσος καιρός που ήταν βέβαιη  πως δεν είχε πια κανένα νόημα να προσπαθήσει για τίποτε.
Ένας όμως άνθρωπος κάποτε τη βοήθησε να καταλάβει και να  επικεντρωθεί με μια του λέξη. Ήταν καθηγητής μαθηματικός και της έκανε φροντιστήριο για να καταφέρει να περάσει την δεύτερη τάξη στο Γυμνάσιο, μιας και στην πρώτη είχε δυσκολευτεί πολύ. Εκείνη στα μαθηματικά ήταν εντελώς ηλίθια. Νόμιζε πως ο εγκέφαλος της δεν λειτουργούσε, τόσο ηλίθια ένιωθε.
Εκείνος ήταν καλός μαθηματικός μα σε μια συζήτηση, της είπε πως στο σχολείο ήταν άθλιος μαθητής κι ακόμη πιο άθλιος στα μαθηματικά. "Ήμουν τόσο άθλιος" της είπε "που ο μαθηματικός μου, μου είπε, εσύ αγόρι μου άχρηστος θα μείνεις μια ζωή. Δεν μπορείς ούτε πρόσθεση να κάνεις." Θύμωσε τόσο πολύ και πείσμωσε που αποφάσισε να αποδείξει το αντίθετο. Κι έγινε μαθηματικός.
Κι επειδή η ζωή είναι κύκλος βρέθηκε ξανά με εκείνον τον καθηγητή σε ένα τραπέζι με κοινούς γνωστούς. Του τον σύστησαν σαν αξιόλογο συνάδελφο κι ήρθε η ώρα να "πάρει το αίμα του πίσω"... υποχρεώνοντας τον παλιό καθηγητή του, να κατεβάσει το κεφάλι ντροπιασμένος... μπροστά σε όλους.

Ω, αυτή η ιστορία την ενθουσίασε. Και περίμενε, περίμενε, περίμενε...που θα πάει σκεφτόταν, μια μέρα θα την συναντήσω ξανά...Την κυρία Καίτη, την μισητή κυρία Καίτη!
Μα στο μεταξύ τη χρονιά εκείνη,  ο καθηγητής της, έγινε μέντορας.Της έμαθε πράγματα απίστευτα που δεν είχαν σχέση με τα μαθηματικά, μα με τις ανθρώπινες αξίες, την φιλοσοφία μιας άλλης ζωής, την πολιτική διάσταση των πραγμάτων.Της έδειξε έναν άλλο δρόμο, που δεν είχε σχέση με την μάθηση, μα με τη γνώση.
Η ημέρα της εκδίκησης στην κυρία Καίτη δεν ήρθε  ποτέ, άλλωστε ίσως και να μην είχε πια νόημα, όμως τις προάλλες έμαθε κάτι άλλο. Εκείνος ο απίθανος μαθηματικός. Ο καταπληκτικός εκείνος άνθρωπος που την ενέπνευσε με τόσους τρόπους, εκείνος που την βοήθησε να βρει τον στόχο της λέγοντας της πως: "Οφείλουμε να εκπαιδευτούμε. Το οφείλουμε σε εκείνες τις γενιές και στους ανθρώπους, που δεν είχαν πρόσβαση ή δικαίωμα στη γνώση. Γιατί η γνώση είναι όπλο. Η γνώση είναι εργαλείο. Η γνώση είναι πηγή ελευθερίας"...
Εκείνος ο άνθρωπος που δεν τον ενδιέφερε ποτέ να της διδάξει μαθηματικά μα το νόημα της ύπαρξης τους, χάθηκε ξαφνικά, πριν λίγο καιρό, μόνον 60 χρονών κι έχοντας ακόμη τόσα να δώσει.

Δεν μπορώ να πω παρά μόνο  "κυρία Καίτη, νά' σαι καλά, μα ντροπή σου..." κι  "Ευχαριστώ, Ευχαριστώ κι ώρα σου καλή  Δάσκαλε...καλέ μου, καλέ μου Δάσκαλε...Θα σε θυμάμαι και θα σε ευγνωμονώ. Γιατί η εκπαίδευση είναι πάνω από όλα παιδεία...κι εσύ ήσουν ένας απίθανος παιδαγωγός.
"Την γνώση την φοβούνται μόνο οι μικροί...". Αντίο κύριε καθηγητά...

Καλημέρα εκεί έξω. 

Καλημέρα αγαπημένοι                                          
Κατερίνα

Αφιερωμένο στον εξαιρετικό Τάκη Κωστόπουλο, 

που έφυγε νωρίς.
 
πηγή: kapaworld

Οι άνθρωποι στο χωριό μας...

Κάποτε στην άκρη ενός χωριού ζούσε ένας γέρος. Μια μέρα ένας ταξιδιώτης που έφτασε στο χωριό από ένα μακρινό τόπο, πλησίασε τον γέρο και ρώτησε:  

«πώς είναι οι άνθρωποι του χωριού;»
Ο γέροντας τον κοίταξε και τον ρώτησε: 
«πώς βρίσκεις τους ανθρώπους στο δικό σου τόπο;»
Ο ταξιδιώτης σάστισε λίγο και μετά απάντησε πως το χωριό του ήταν γεμάτο έγκλημα, βία κι επιθετικότητα και οι άνθρωποι ήταν εντελώς αναξιόπιστοι.
Τότε ο γέροντας μουρμούρισε λυπημένα:  
«νομίζω πως κι εδώ τα ίδια θα βρεις
.
Πέρασε λίγος καιρός κι ένας επόμενος ταξιδιώτης σταμάτησε και ρώτησε τον γέρο:
«πώς είναι οι άνθρωποι στο χωριό αυτό;»
κι εκείνος ανταπάντησε πάλι: 
«πώς τους βρίσκεις στο δικό σου τόπο;»
Ο ταξιδιώτης χαμογέλασε και ξεκίνησε να λέει στον γέρο πόσο φιλικοί, καλοσυνάτοι και συμπονετικοί ήταν οι κάτοικοι στο χωριό του. 
Ο γέροντας τον κοίταξε, του χαμογέλασε πίσω και του είπε:  
«έτσι θα τους βρεις και δω
_______
(πηγή: Shawn Callahan, Anecdote)
το βρήκαμε στο Αντικλείδι

Η κακοποίηση και η έλλειψη γονικής αγάπης
επηρεάζουν την υγεία

Πολλούς κινδύνους για την υγεία κατά την ενήλικη ζωή προκαλεί η κακοποίηση και η έλλειψη γονικής στοργής και αγάπης στην παιδική ηλικία. 
Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι οι επιπτώσεις διαρκούν μια ζωή και επηρεάζουν τόσο την ψυχική-συναισθηματική όσο και τη σωματική υγεία. 

Απαραίτητη η αγάπη της μάνας για την σωστή εγκεφαλική ανάπτυξη του παιδιού 

Abuse, lack of parental warmth in childhood linked to multiple health risks in adulthood


Υπάρχουν πολλές επιστημονικές εκθέσεις που τεκμηριώνουν ότι η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη. 
Οι ενήλικοι, που κατά στην παιδική ηλικία δεν βιώνουν την αγάπη και την στοργή των γονιών τους, κατά την ενήλικη ζωή τους παρουσιάζουν μια σειρά από προβλήματα υγείας που θέτουν σε κίνδυνο την υγεία τους. Η αυξημένη χοληστερόλη, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και οι διαταραχές του μεταβολικού συνδρόμου συγκαταλέγονται στα συνηθέστερα προβλήματα που παρουσιάζουν.
Μια νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (UCLA), που εξέτασε για πρώτη φορά τις επιπτώσεις της κακοποίησης και της έλλειψης γονικής αγάπης στον οργανισμό, διαπίστωσε ότι υπάρχει ένας ισχυρός βιολογικός σύνδεσμος ανάμεσα στις αρνητικές εμπειρίες που βιώνουμε στα πρώτα χρόνια της ζωής μας και στη σωματική υγεία.
«Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι υπάρχει τρόπος ώστε να μειωθούν οι επιπτώσεις τουλάχιστον όσον αφορά τη σωματική υγεία», δήλωσε η επικεφαλής της έρευνας, Judith E. Carroll, επιστήμονας από το Κέντρο Ψυχονευροανοσολογίας του UCLA και συνέχισε: «Όταν το παιδί παίρνει αγάπη από τους γονείς, έχει μικρότερο κίνδυνο να αντιμετωπίσει προβλήματα υγείας κατά την ενήλικη ζωή του. Αν οι γονείς και οι δάσκαλοι εκπαιδευτούν, τότε τα παιδιά θα μπορέσουν να μεγαλώσουν σε ένα περιβάλλον γεμάτο αγάπη και στοργή, που μακροπρόθεσμα θα ωφελήσει την υγεία τους».

Οι ερευνητές μελέτησαν 756 ενήλικες, που είχαν συμμετάσχει σε μια παλιότερη μελέτη σχετικά με τον κίνδυνο ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου. Μέτρησαν 18 βιολογικούς δείκτες κινδύνου για την υγεία τους, όπως την αρτηριακή πίεση, τον καρδιακό ρυθμό, την ορμόνη του στρες, τη χοληστερόλη, την περίμετρο της μέσης, το σάκχαρο στο αίμα και διαπίστωσαν ότι όσοι είχαν υψηλές τιμές σε αυτούς τους δείκτες είχαν υψηλότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν ένα σοβαρό περιστατικό υγείας, όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο.

Στη συνέχεια θέλησαν να προσδιορίσουν αν τα άτομα αυτά είχαν αυξημένο στρες κατά την παιδική ηλικία. 

Με τη βοήθεια ενός ειδικού ερωτηματολογίου κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όσοι ανέφεραν ότι είχαν πάρει γονική ζεστασιά και αγάπη κατά την παιδική τους ηλικία, είχαν μικρότερο κίνδυνο να αντιμετωπίσουν κάποιο πρόβλημα υγείας. Αντίθετα, όσοι δεν είχαν μεγαλώσει με αγάπη και ψυχολογική υποστήριξη από τους γονείς, είχαν αυξημένο στρες στην παιδική ηλικία. Σύμφωνα με τους  επιστήμονες το στρες είναι τοξικό και επηρεάζει τον τρόπο που αντιδρά ο οργανισμός. 
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να γινόμαστε πιο ευάλωτοι και στα προβλήματα υγείας.

πηγή: vita

Φθινόπωρο: Ποιήματα για παιδιά και ένα τραγουδάκι

Καρθαίου Ρένα: ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
Ο Σεπτέμβρης πρώτα κρύα
τρέχει ανοίγει τα σχολεία.
Ο Οκτώβρης συγυρίζει
ναφθαλίνη σου μυρίζει.


Κι ο Νοέμβρης με βροχή
σκάβει, σπέρνει όλη τη γη.
Του φθινοπώρου τα παιδιά
και τα τρία πολλή δουλειά.
 

Κρόκος Γιώργης: ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
- Ε, φθινόπωρο, τι φέρνεις ;
- Σάκα κι όμορφο βιβλίο,
τη βροχή, τους καστανάδες
και το πρώτο πρώτο κρύο!
 

Παπαντωνίου Ζαχαρίας: Τσιριτρό

Σε μια ρώγα από σταφύλι
Έπεσαν οχτώ σπουργίτες
Και τρωγόπιναν οι φίλοι.
Τσίρι-τίρι, τσιριτρό,
Τσιριτρί, τσιριτρό!


Εχτυπούσανε τις μύτες
Και κουνούσαν τις ουρές
Κι είχαν γέλια και χαρές.
Τσίρι-τίρι, τσιριτρό,
Τσιριτρί, τσιριτρό!


Πώπω πώπω σε μια ρώγα
φαγοπότι και φωνή!
Την αφήκαν αδειανή.
Τσίρι-τίρι, τσιριτρό,
Τσιριτρί, τσιριτρό!


Και μεθύσαν κι ολημέρα
Πάνε δώθε, πάνε πέρα,
Τραγουδώντας στον αέρα:
Τσίρι-τίρι, τσιριτρό,
Τσιριτρί, τσιριτρό!
 
Πολέμης Ιωάννης: ΤΟ ΑΛΕΤΡΙ
  Ζευγαρωμένα, ταιριαστά
τα βόδια στο ζυγό,
μες στα βαθιά τα μάτια τους
τη συλλογή τους κρύβουν.

Και στο χωράφι τ’ άσκαφτο
σέρνουν με βήμα αργό,
σέρνουν το αλέτρι πίσω τους
και κάπου κάπου σκύβουν.

Το υνί χαράζει ακούραστα
τ’ αυλάκι το βαθύ,
ξεσκάβοντας, τινάζοντας
την πέτρα, το κοτρώνι.


Κι ο ζευγολάτης άφωνος
τ’ αλέτρι ακολουθεί
και με βουκέντρα σουβλερή
τα βόδια του κεντρώνει.

Ευλογημένο τρεις φορές
τ’ αλέτρι το βαρύ!
Ευλογημένα τρεις φορές
τα βόδια, ο ζευγολάτης! 

Κι ευλογημένη τρεις φορές
η γη που, καρπερή,
με δίχως βαρυγκόμηση
μας δίνει τα καλά της!
.

Σπεράντσας Στέλιος: Το Φθινόπωρο
Φεύγουν τα χελιδόνια.
Κρύωσε ο καιρός.
Πέφτουν φύλλα από τα κλώνια.
Στο χαντάκι μαζευτήκαν,
κίτρινος σωρός.
 
Τέλειωσε τον τρύγο τώρα
πια ο αμπελουργός.
Κι ήρθε η ευλογημένη η ώρα,
που θα σπείρει στο χωράφι
στάρι ο γεωργός.
 
Ο καλός Θεός, που βλέπει
την καλή σπορά,
και βροχούλες όσες πρέπει
θα του στείλει, να 'βγουν τόσα
στάχυα καρπερά.
 
Το φθινόπωρο θα πάει,
θάρθει η χειμωνιά,
θάρθουν κρύα, θάρθουν πάγοι.
Κι όλοι μας θα μαζευτούμε στη ζεστή γωνιά.
   

Χαρωνίτης Βασίλης: ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
  Έρχεται φθινόπωρο,
φώναξε τ’ αγέρι.
Χελιδόνια, φύγετε
στου νοτιά τα μέρη.

Έρχεται φθινόπωρο,
λέει το συννεφάκι.
Πρωτοβρόχια φτάνουνε,
ξέψυχο δεντράκι.

Έρχεται φθινόπωρο,
είπε το σχολείο.
Τα λουλούδια κλείστηκαν
μέσα στο βιβλίο.

Ο μήνας Οκτώβριος - Καλό μήνα χαμομηλάκια!

Ο δεύτερος μήνας του φθινοπώρου. 

Έχει 31 ημέρες κι είναι ο πιο κατάλληλος για την καλλιέργεια και τη σπορά των χωραφιών. 
Ο ελληνικός λαός δίνει και τα ονόματα: Αϊ-Δημήτρης ή Αϊ-Δημητριάτης, Βροχάρης, Σποριάτης ή Σποριάς ή Σπαρτός, Μπρουμάρης (=ομιχλώδης, σκοτεινός) και Παχνιστής (από την πάχνη που πέφτει στους αγρούς). 
Τον θεωρεί έναν από τους μήνες κατά τους οποίους πρέπει κανείς να πίνει το κρασί ανέρωτο, γιατί τον συμπεριλαμβάνει στην παροιμία: «Όποιος μήνας έχει ΡΟ, δε θέλει στο κρασί νερό». 
Κατά το ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν ο 8ος μήνας, γι` αυτό κι ονομάστηκε Οκτόμπερ. 
Ήταν αφιερωμένος στον Άρη και τον παρίσταναν με μορφή κυνηγού, που έχει λαγό στα πόδια του, πουλιά πάνω απ` το κεφάλι του και ένα είδος κάδου κοντά του. 
Ο μήνας «των χειμαδιών» και ο γυρισμός των παραδοσιακών μαστόρων στις οικογενειακές εστίες.
ΕΡΓΑΣΙΕΣ:
  • Όργωμα και σπορά σιτηρών, κριθαριού και βρώμης.
  • Σπορά τριφυλλιού.
  • Ολοκλήρωση τρύγου και παραγωγή κρασιού.
  • Μάζεμα φθινοπωρινών φρούτων & πατάτας.
  • Κάψιμο φυτών, που έδωσαν καρπούς, για να καταστρέψουν τα αυγά των εντόμων.
  • Κατεβαίνουν οι βοσκοί από τα βουνά στους χαμηλούς κάμπους (τα χειμαδιά). 
ΓΙΟΡΤΕΣ:
  • 12 ΟΚΤΩΒΡΗ (1944). Η απελευθέρωση της Αθήνας από τους Γερμανούς.
  • ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (26/10). Η γιορτή αυτή θεωρείται ορόσημο του χειμώνα και συνδυάζεται με του Αγ. Γεωργίου στις 23 Απριλίου. 
  • Στο γεωργικό καλαντάρι οι 2 αυτές γιορτές αποτελούν τις χρονικές τομές που χωρίζουν το έτος σε 2 ίσα μέρη, στο χειμερινό και το θερινό εξάμηνο αντίστοιχα.
  • 28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ (1940). Η επέτειος του «ΟΧΙ» στο φασισμό.
.
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ:
  • «Οκτώβρη και δεν έσπειρες, οκτώ σακιά δε γέμισες».
  • «Οκτώβρη και δεν έσπειρες, τρία καλά δεν έκαμες».
  • «Όποιος σπέρνει τον Οκτώβρη, έχει οκτώ σειρές στ’ αλώνι».
  • «Τον Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια».
  • «Αϊ Δημητράκη μου, Μικρό καλοκαιράκι μου».
  • «Αν βρέξει ο Οκτώβρης και χορτάσει η γη, πούλησ' το σιτάρι σου και αγόρασε βόδια».
  • «Αν δε βρέξει, ας ψιχαλίσει, πάντα κάτι θα δροσίσει».
  • «Αν δε βρέξει, πως θα ξαστερώσει;»
  • «Αν δε χορτάσει ο Οκτώβριος τη γη, πούλησε τα βόδια σου και αγόρασε σιτάρι».
  • «Άσπορος μη μείνεις, άθερος δε μένεις».
  • «Βαθιά τ' αυλάκια να φουντώσουνε τα στάχυα».
  • «Δεύτερο αλέτρι, δεύτερο δεμάτι».
  • «Μακριά βροντή, κοντά βροχή».
  • «Ο καλός ο νοικοκύρης, ο λαγός και το περδίκι, όταν βρέχει χαίρονται».
  • «Οκτώβρη και δεν έσπειρες καρπό πολύ δεν παίρνεις».
  • «Οκτώβρης και δεν έσπειρες, σιτάρι λίγο θα 'χεις».
  • «Οκτώβρη και δεν έσπειρες λίγο ψωμί θα πάρεις».
  • «Οκτώβρης βροχερός, Οκτώβρης καρπερός».
  • «Οκτώβρης-Οκτωβροχάκης το μικρό καλοκαιράκι».
  • «Τ' άη - Δημητριού, τι είσαι ‘σύ και τι ΄μαι εγώ λέει το νιο κρασί στο παλιό».
  • «Τ’ Αϊ Λουκά σπείρε τα κουκιά».
  • «Τα σταφύλια τρυγημένα και τα σκόρδα φυτεμένα». 
ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:
«Η ΤΖΑΜΑΛΑ» ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ. Λέξη αραβική που σημαίνει καμήλα, μια προσωποποίηση θηλυκής οντότητας με αόριστη γονιμοποιητική σημασία. Το έθιμο αυτό, γονιμοποιητικό δρώμενο της άροσης και σποράς των αγρών, συνηθιζόταν παλαιότερα στην Θράκη, να γίνεται του Αγ. Δημητρίου στις 26/10 ή σε μια άλλη μέρα, ανάλογα με τον χρόνο σποράς, που εξαρτιόταν από τις κλιματολογικές συνθήκες.
Για την καλή χρονιά σποράς, την παραμονή του Αϊ-Δημητρίου έκαναν την Τζαμάλα. Με ξύλα έκαμναν ένα μεγάλο σκελετό καμήλας, τον τύλιγαν...  με πανιά και προβιές, έβαζαν ουρά, ένα μακρύ κοντάρι για λαιμό, με κεφάλια αλόγου ή βοδιού με δόντια, το σκέπαζαν με προβιά και το στόλιζαν με χάντρες. Πάνω στην καμήλα έριχναν μακρύ χαλί, κάτω απ’ αυτό... 
έμπαιναν 4 άντρες, περπατούσαν και φαινόταν σα να περπατούσε η τζαμάλα. Πάνω της κάθιζαν ένα ψεύτικο παιδί, που το βαστούσε ο τζαμάλης, με καμπούρα και κουδούνια στη μέση του. Ύστερα από το ηλιοβασίλεμα το γύριζαν στα σπίτια με τραγούδια και γέλια… Όσοι πήγαιναν με τη τζαμάλα φορούσαν παράξενα ρούχα, με στεφάνια κληματαριών στο κεφάλι και με λαγήνια ή με κουβάδες στα χέρια για κρασί ή ούζο. Έξω από κάθε σπίτι φώναζαν: «Ε! κερά! Καλή χρονιά, καλό μπερικέτι (=σοδειά) και πολύχρονη…». Για το έθιμο αυτό, πότε γεννήθηκε, είναι απροσδιόριστο. Μεταφέρονταν από γενεά σε γενεά. Ήταν κάτι παραπάνω από πολιτιστική εκδήλωση. Τηρούνταν με θρησκευτική ευλάβεια.

Σε καμιά περίπτωση δεν έβλεπες τους πρωταγωνιστές και στο κενό να σαχλαμαρίζουν. Παιζόταν όπως η αρχαία τραγωδία, Θέση και κίνηση παρόμοια με τους πρωταγωνιστές κρατούσε όλο το χωριό, που συνοδεύει την Τζαμάλα. Παιζόταν με τέτοιο τρόπο, που όλη η φιλοσοφία της Τζαμάλας αντικαθρεφτίζει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Το σενάριο δεν είχε στοιχεία φαντασίας. Ας εξετάσουμε το σενάριο και το ξεκίνημα της Τζαμάλας. Αρχές Οκτωβρίου, μέχρι το τέλος Οκτωβρίου όλο και ψιθυριζόταν: "Πότι θα βρέξει;" Με την πρώτη βροχή να σπείρουν. Και οι σπόροι για την εποχή ήταν, σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, σίκαλη. Όλοι οι σπόροι αυτοί προσφέρονταν να κρατηθούν αποκλειστικά άνθρωποι και ζώα στη ζωή. Και τα ζώα δίνανε στον άνθρωπο για την εποχή όλα τα αγαθά, όπως γάλα, τυρί, το μαλλί τους για ρουχισμό, το δέρμα τους για τσαρούχια, αφού για παπούτσια λόγος δεν γίνεται, και τη δύναμη τους, φυσικά, να οργώνουν τη γης, αφού η μηχανή ήταν ανύπαρκτη.

Να, λοιπόν, πόσο ανάγκη είχαν τη βροχή! Την ημέρα κοίταζαν στον ουρανό. Αυτό το διάστημα, το βράδυ βλέπανε όνειρα για βροχή. Ο σχολιασμός συνεχής: "Πότι θα βρέξει;" Όταν άρχιζε να βρέχει, η χαρά ήταν απερίγραπτη. Μικροί και μεγάλοι χόρευαν μες τη βροχή. Σε καμιά περίπτωση δεν μπαίνανε στις στέγες, φοβούμενοι μήπως παρεξηγηθεί ο θεός και σταματήσει η βροχή. Με το μπάσιμο στις στέγες, ερμηνευόταν και αλλιώς: "Φτάνει τόση βροχή: ΣΤΟΠ".
Την επόμενη ημέρα από τη βροχή δε γινόταν σπορά, αφού το χώμα είναι βαρύ. Φτιάχνανε μικρά αλέτρια στα παιδιά τους, παιχνίδια, όπως τα μεγάλα, με ζυγό και βουκένια. Στη θέση για βόδια ζευόταν δύο παιδιά και το τρίτο παιδί κρατούσε το αλέτρι. Χάραζε πρώτα τετράγωνα το χωράφι, έριχνε σπόρο, κάνοντας το σταυρό του, λέγοντας: "Έλα, χριστέ και Παναγιά". Και άρχιζε να οργώνει, σκεπάζοντας το σπόρο. Ονοματίζει και τα βόδια του, δίνοντας τα ονόματα των βοδιών τους. Όλα αυτά γινόταν στην αυλή του σπιτιού με τα χαμόγελα των γονιών τους.

Όταν τα χωράφια φέρνανε τάβι και άρχιζε ο κόσμος να σπέρνει, η οικογένεια, κάθε πρωί που ξημέρωνε, βλέπανε πρώτα τα χωράφια των παιδιών τους. Πράγματι, μέσα στις οκτώ ημέρες φύτρωνε το ευλογημένο. Εδώ η χαρά δεν περιγράφεται. Το άροτρο έως το 1920 παραμένει το πρωτόγονο σίδηρο. Έχει μόνο στη μύτη το υνί, το λεγόμενο, να σκίζει τη γης.

Οι πάντες σπέρνουν.
Υπάρχουν φτωχοί και το περισσότερο χωριό δεν έχουν ζευγάρια. Η αιτία, ο πόλεμος, τα σεφέρ (μπεηλίκι). Οι πάντες, αυτοί που γλίτωσαν από τον πόλεμο, αισθάνονται την υποχρέωση να διακόψουν τη δική τους σπορά, να βοηθήσουν και τα θύματα. Το φιλότιμο και η ανθρωπιά είναι αναλλοίωτα. Ο μοναδικός τους στόχος είναι το πως θα κρατηθεί η κοινωνία τους στη ζωή. Μέσα σε αυτήν την κατάσταση, μαζί με τη σπορά, παρακολουθώντας να βγάζουν όλοι σπόρο στο χωράφι.
Έτσι ερμήνευαν τη σπορά.
Αμέσως στο ίδιο καθήκον επαγόταν η ΤΖΑΜΑΛΑ.
Τη θεωρούσαν προσευχή. Αμέσως σχηματιζόταν επιτροπή. Με σοβαρότητα συνεδρίαζε, εξέταζε ένα-ένα τα σπίτια του χωριού. Εάν έβγαζε σπόρο, αυτό ερμηνευόταν. Έστω και ένα στρέμμα να έσπερνε το κάθε σπίτι, η Τζαμάλα έπρεπε να παίξει. Τότε η επιτροπή, το δεύτερο μέτρο, προσδιορίζει την ημέρα που θα παίξει. Τρίτο, ποιοι θα αποτελούν το θίασο. Εδώ πρόσεχαν πολύ, κάνοντας συζήτηση με όλους. Αυτοί που θα προταθούν, να έχουν την έγκριση από όλο το χωριό. Τα πρόσωπα που θα απαρτίζουν το θίασο, οι πρωταγωνιστές, να είναι δοκιμασμένα άτομα. Αυτό είχε μεγάλη σημασία για την επιτυχία της Τζαμάλας. Παιζόταν ένα σοβαρό δράμα..
Αφού γινόταν η επιλογή των ατόμων και η ημερομηνία, ο τόπος της συγκέντρωσης οριζόταν πάντα στην άκρη του χωριού και έξω από το χωριό. Διαφορετικά δε γινόταν, αφού εσώκλειστος χώρος δεν υπήρχε για την εποχή. Και εάν τον είχε, ήταν δύσκολο να χωρέσει ένα χωριό μικρούς και μεγάλους, συν αυτά στη μέση. Χρειαζόταν μεγάλη αλάνα για να γίνει η πρόβα. Και γι' αυτό, επέλεγαν υπαίθριος χώρος.
Η συγκέντρωση του κόσμου γινόταν την ώρα που σκοτείνιαζε. Οι απαιτούμενες ενδυμασίες, κουδούνια μεγάλα, όπλο κλπ, όπως ανέφερα παραπάνω, χρειαζόταν την έγκριση 100% των κατοίκων. Τυχόν παρεξήγηση δεν επιτρεπόταν σε καμιά περίπτωση. Εάν γίνει και παιχτεί δεύτερος θίασος Τζαμάλα, αυτό είχε επιχειρηθεί στο παρελθόν, πολύ παλιά και είχε γίνει φόνος, μεγάλο κακό. Θεωρούνταν γελοιοποίηση της λειτουργίας.
Το έθιμο της Τζαμάλας πρέπει να έρχεται σίγουρα από τα βάθη των αιώνων. Αυτό φαίνεται από όλες τις θέσεις και αντιδράσεις, όταν ανακάλυψαν το σίδηρο και βάλανε το δόρυ στο τόξο, όπως και το υνί, τη μύτη στο άροτρο, δίνοντας τη δυνατότητα να σκίζει το χώμα, σκεπάζοντας πολύ σπόρο. Και βλέποντας οι άνθρωποι την παραγωγή, με τη χαρά τους άρχιζαν να πανηγυρίζουν.
Ακόμα και τα ενδύματα που φοράνε, δέρματα, προβιές και γούνες από ζώα.
Ο θίασος αποτελούνταν και παιζόταν από τρία άτομα, ήταν οι πρωταγωνιστές.
Πρώτος, ένα νέος υψηλός, λεβέντης. Αυτός φορούσε τη γούνα στο κεφάλι, καπέλο με δέρμα, στα πόδια τσαρούχια, στη μέση κουδούνια κρεμασμένα, ο λεγόμενος Τζαμαλάρης.
Δεύτερο πρόσωπο, πάλι νέος, κοντότερος άνδρας. Ντύνεται, προσποιείται τη γυναίκα.
Ο εγωισμός του και η ζήλια δεν τον αφήνουν. Το επαναλαμβάνει με πιο άγριες διαθέσεις. Στις δύο - τρεις το ίδιο επαναλήψεις, αφού η Γκαντίνα του γυρίζει την πλάτη, τότε επεμβαίνει ο Τζαμαλάρης. Τον απωθεί, σπρώχνοντάς τον με δύναμη. Παρά λίγο να πέσει. Ο κόσμος φωνάζει "ο. ο ..Γκια Τζαμάλα, Γκια".
Τώρα ο γέρος γίνεται κάτι άλλο, ρεζίλι. Χάνει τον έλεγχό του, κατεβάζει το όπλο του από την πλάτη. Το ανοίγει, όμως δεν έχει σφαίρες να σκοτώσει τον Τζαμαλάρη. Οι νέοι χορεύουν αδιάκοπα. Ο γέρος καμπουριαστά πλησιάζει προς τους νοικοκυραίους, λέγοντάς τους με άγρια και δυνατή φωνή, προτάσσοντας τους το όπλο: "Βάλτε μέσα στο όπλο μου σφαίρα, βάλτε". Αυτοί απαντούν: "Δεν έχομι". Αυτός φωνάζει: "Βάλτε σφαίρα".
Στην επιμονή του γέρου βγάζει ο νοικοκύρης από την τσέπη του επιδειχτικά μια σφαίρα, τη βάζει μέσα στο όπλο. Όπως το κρατά ο γέρος και με αργά βήματα, κορδωμένος, σαν να έλεγε: "Τώρα εγώ θα σας δείξω", παίρνει θέση γονατιστός και σκοπεύει.
Η Γκαντίνα μπαίνει μπροστά στον Τζαμαλάρη, κάνει προστατευτικό τείχος να τον προφυλάξει από τη σφαίρα. Ο γέρος με διάφορες κινήσεις και ελιγμούς προσπαθεί να ξεγελάσει την Γκαντίνα. Και το πετυχαίνει, κερδίζοντας παιδιού βολές. Πατά τη σκανδάλη. Το όπλο δεν παίρνει φωτιά.
Ο γέρος εξοργίζεται. Κατάλαβε ότι ο νοικοκύρης του έβαλε άδεια σφαίρα μέσα στο όπλο του. Και στην επιμονή του, για δεύτερη φορά εντονότερα, του βάζει πάλι σφαίρα. Επαναλαμβάνονται ίδιες οι κινήσεις, όπως και στην πρώτη φορά.
Τώρα, με αυτόν τον πυροβολισμό ο νέος πέφτει κάτω νεκρός.
Η γκάιντα σταματά να παίζει. Φωνή δεν ακούγεται. Νεκρική σιγή. Η Γκαντίνα σπαράζει από κλάματα επάνω στο πτώμα του συντρόφου της. Ο Γέρος παίρνει βαθιά ανάσα και με αργά βήματα, κορδωμένος, προχωρεί. Αρπάζει την Γκαντίνα με ορμή, με δύναμη από το μπράτσο. Την έσυρε έως έξω από την αλάνα, σπρώχνοντας την με δύναμη στο περιθώριο.
Γυρίζει πίσω, φέρνει βόλτα, τριγυρίζει γύρω από το πτώμα του Τζαμαλάρη, βλέποντάς τον με επιφύλαξη εάν είναι ζωντανός ή πεθαμένος. Τον σκουντά με το πόδι, μήπως κουνηθεί. Και αφού πείθεται ότι είναι νεκρός, τότες τον αρπάζει από το πόδι και με το ένα χέρι τραβά το μαχαίρι το από το ζωνάρι.
Γυρίζει το κεφάλι του προς τους νοικοκυραίους και με ζωηρή φωνή ρωτά: "Θα του γδάρω το τομάρι του. Πώς το θέλετε, προβιά να γίνει ή τουλούμι να βάλετε τυρί;" Ο νοικοκύρης με τη γυναίκα του ανταλλάσσανε γνώμη πώς το θέλουν. Επικράτησε η γνώμη της γυναίκας και αποκρίνονται φωναχτά: "Προβιά το θέλουμε, να καθόμαστε". Και τον γδέρνει. Πάλι ο γέρος τους ξαναρωτά εάν έχουν σκυλιά ή όχι. Απάντηση ήταν: "Έχουμε". Και οπότε ο γέρος φωνάζει τα σκυλιά, λέγοντας: "ω. ω. ω καραμάν".
Δεν πρόλαβε, όμως, να τον σβαρνίσει από το πόδι. Πετιέται ο νέος, ανασταίνεται, αρπάζει το γέρο σαν σκουπίδι, τον απωθεί, κλωτσώντας τον έξω από την αλάνα. Άρχισαν ζητωκραυγές, η γκάϊντα να παίζει.
Παρουσιάζεται η Γκαντίνα, δίπλα στον Τζαμαλάρη και χορεύοντας, ξεκινούν για το επόμενο σπίτι. Τότε και ο νοικοκύρης, όπως σταματά χαρούμενος με τη γυναίκα του, περνούν από μπροστά οι παραλήπτες, που παίρvουv το δικαίωμα σέρνοντας το γαϊδούρι που κουβαλά το σιτάρι, λέγοντας: "Και το χρόνο με υγεία".
Είναι αλήθεια πόσο σωστή είναι η φιλοσοφία της Τζαμάλας. Εξετάζοντας τα πλάνα του θιάσου, πως είναι δυνατόν ο γέρος να σκοτώνει το νέο και αυτός να ανασταίνεται; Δείχνει καθαρά ότι το νέο, η πρόοδος, η εξέλιξη δεν πεθαίνει. Συνεχίζοντας η Τζαμάλα το γύρο στο χωριό, τύχαινε σε σπίτι που ο νοικοκύρης δεν έβγαζε σπόρο για διάφορους λόγους, η Τζαμάλα σε καμιά περίπτωση δεν έπαιζε. Υπήρχε σεβασμός, με την έννοια ότι δε θα 'ταν καλό στην παραγωγή. Παρόλα αυτά, η Τζαμάλα έφερνε ένα γύρο μες την αυλή. Με την είδηση: "δεν έσπειρε", οι πάντες αποχωρούσαν με σεβασμό.
Στην αντίθετη περίπτωση, όταν ο νοικοκύρης έβγαζε σπόρο και δε δεχόταν να παίξει η Τζαμάλα προσωπικά, σε καμία περίπτωση δεν τολμούσε να πει ότι: "Εγώ, φερειπείν, δε θέλω να παίξει η Τζαμάλα στο σπίτι μου".
Αντιδρούσε διαφορετικά. Δήθεν ότι δεν είναι κανείς στο σπίτι. Σώνει και καλά ότι απουσίαζαν. Ήταν δύσκολα να αρνηθεί κανείς, γιατί είχε να αντιμετωπίσει την οργή όλου του κόσμου.
Και δεύτερο, είχε να εισπράξει ταπεινωτικές ενέργειες, όπως πρώτον: ανατροπή του κάρου του επάνω στη σορό, στην κοπριά ή στη σορό τα πουρνάρια, που χρησίμευαν για καψόξυλα στο φούρνο. Και αυτό ήταν δύσκολο να το κατεβάσει, γιατί ήταν αναποδογυρισμένο οι τέσσερις ρόδες προς τα πάνω, σατιρίζοντας δήθεν, έχουν κάνει αερόμυλο.
Αυτή η πράξη της ανατροπής του κάρου γινόταν μεγάλη πλάκα, γέλια. Όπως το κάρο είναι αναποδογυρισμένο στη σορό επάνω, άλλοι γύριζαν τις ρόδες φωνάζοντας: "Άντε χωριανοί, ο μύλος βγάζει ψιλό αλεύρι, ελάτι να αλέσιτι". Γέλια πολλά και την επόμενη ημέρα ακόμα γελούν σχολιάζοντας.
Με το τέλος της Τζαμάλας το σιτάρι το πουλάν. Τα λεφτά που παίρνουν την πρώτη Κυριακή ορίζουν γλέντι στην πλατεία του χωριού. Χορός, τραγούδια, ευχές, καλή χρονιά, καλή σοδιά και το χρόνο με υγεία.
Την Τζαμάλα οι παλιοί την πήγαιναν και την έπαιζαν στην πατρίδα και σε διπλανά χωριά, ακόμα και στα τούρκικα. Ντύνονταν Τζαμάλα μέχρι και ηλικιωμένοι πενηντάρηδες. Άλλοι μάζευαν "το δίκιο", στάρι που τους έδιναν οι νοικοκυραίοι για το παίξιμο παν στο γαϊδούρι.
Κατά την τελετουργική περιφορά της, μάλιστα, τραγουδούσαν το ακόλουθο ελληνοτουρκικό τραγούδι, που διεκτραγωδεί την ασθένειά της και την άσχημη κατάσταση στην οποία βρίσκεται:

Βερίριμ σαμανί, γεμές (της δίνω άχυρο, δεν τρώγει)
Μπεν τσεκέριμ, ο γκελμές (την τραβώ, δεν έρχεται)
Τζαμάλα, τζαμάλα, χούντισι (εμπρός)
Ντι -ντίλι, μάντιλι, ντι -ντίλι,
τση τζαμάλας το παιδί
έβγαλε κακό στο φτι (ή έκαμε κακό στο φτι)
και γυρεύ' να παντρευτεί!
Μπεν τσεκέριμ γετελέ (εγώ τραβάω στο κρεβάτι)
μπου γκιντίορ χεντεγιά (αυτή πηγαίνει στο χαντάκι)
Τζμάλα, τζαμάλα, χούντσισί (εμπρός)
Αφού έκαμναν το γύρο του χωριού έπαιρναν τα όργανα και διασκέδαζαν στο καφενείο ως το πρωί.
Σήμερα το έθιμο συνηθίζεται σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, κυρίως τις Απόκριες.


vaxtsavanis

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki