Monday 25 December 2023

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ...«Τα καλικαντζαράκια»

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ήταν ένας τσαγκάρης, που χωρίς να φταίει, έπεσε σε μεγάλη φτώχεια. Και δεν τού 'μεινε πια τίποτα παρά μονάχα ένα κομμάτι δέρμα για ένα ζευγάρι παπούτσια. Κάθισε λοιπόν αποβραδίς κι έκοψε το δέρμα, για να ξυπνήσει το πρωί και να φτιάξει τα παπούτσια. Κι επειδή είχε ήσυχη τη συνείδηση του, έκανε το σταυρό του κι έπεσε στο κρεβάτι του να κοιμηθεί.
Την άλλη μέρα, αφού ξύπνησε κι είπε την προσευχή το, ετοιμάστηκε να καθίσει στον πάγκο του να δουλέψει. Τι να δει όμως; Τα παπούτσια ήταν έτοιμα, στολισμένα πάνω στον πάγκο του! Τα πήρε στα χέρια του για να τα δει από κοντά κι ήταν στ' αλήθεια τόσο καλά δουλεμένα που ούτε μια βελονιά δεν ήταν στραβά κεντημένη, λες και τα 'χε φτιάξει ο καλύτερος τσαγκάρης της πολιτείας. Σε λίγο μπήκε μέσα ένας πελάτης κι επειδή τα παπούτσια τού άρεσαν πολύ, πλήρωσε διπλά για να τα αγοράσει. Ο τσαγκάρης μας λοιπόν αγόρασε δέρμα για δυο ζευγάρια παπούτσια. Το 'κοψε κι αυτό αποβραδίς να το 'χει έτοιμο την άλλη μέρα το πρωί να δουλέψει.
Αλλά δεν χρειάστηκε: όταν ξύπνησε, βρήκε πάλι τα δυο ζευγάρια έτοιμα. Οι πελάτες δεν άργησαν να 'ρθουν κι αυτή τη φορά ο τσαγκάρης πήρε χρήματα αρκετά και αγόρασε δέρμα για τέσσερα ζευγάρια παπούτσια. Την άλλη μέρα το πρωί βρήκε πάλι τα παπούτσια έτοιμα. Κι έτσι έγινε και την άλλη και την παράλλη: όσα ζευγάρια παπούτσια έκοβε αποβραδίς, τα 'βρισκε έτοιμα την άλλη μέρα το πρωί. Ώσπου έγινε πλούσιος. Κι ένα βράδυ, λίγο πριν απ ' τα Χριστούγεννα, την ώρα του τέλειωσε τη δουλειά του κι ετοιμάστηκε να πάει για ύπνο, είπε στη γυναίκα του: «Γυναίκα, τι θα 'λεγες να μείνουμε ξύπνιοι τούτη τη νύχτα, να δούμε ποιος κάνει όλη τούτη τη δουλειά για χάρη μας;» Η γυναίκα του συμφώνησε και άναψε μια μικρή λάμπα, για να βλέπουν. Ύστερα κρύφτηκαν στη γωνίτσα και κράτησαν τα μάτια τους ανοιχτά, να μην κοιμηθούν.
Όταν χτύπησαν μεσάνυχτα, ήρθαν δυο μικρούλικα γυμνά καλικαντζαράκια, κάθισαν στον πάγκο του τσαγκάρη, πήραν τα κομμάτια το δέρμα κι άρχισαν να ράβουν και να καρφώνουν τόσο γρήγορα κι επιδέξια με τα μικροσκοπικά τους δαχτυλάκια που ο τσαγκάρης έμεινε μ' ανοιχτό το στόμα απ την κατάπληξη και το θαυμασμό. Τα δυο καλικαντζαράκια δεν σταμάτησαν, ώσπου τέλειωσαν όλη τη δουλειά. Τότε έδωσαν έναν πήδο κι έφυγαν, όπως είχαν έρθει.
Την άλλη μέρα το πρωί η γυναίκα είπε στον άντρα της: «Τα δυο καλικαντζαράκια μάς έκαναν πλούσιους. Πρέπει να τους δείξουμε την ευγνωμοσύνη μας. Έτσι  γυμνά που τριγυρνάνε, θα κρυώνουν. Έχω μια ιδέα: Θα τους ράψω πουκαμισάκια, παντελονάκια και γιλεκάκια. Και θα τους πλέξω κι από ένα ζευγάρι κάλτσες. Κάτσε κι εσύ και φτιάξ' τους από ένα ζευγάρι παπουτσάκια». Ο άντρας δεν περίμενε να του το πει δεύτερη φορά. Ως το βράδυ είχαν τελειώσει. Κι αντί ν' αφήσουν τον πάγκο φορτωμένο με δουλειά, όπως πάντα, τον στόλισαν με τα δωράκια τους. Ύστερα κρύφτηκαν, να δουν τι θα γίνει. 

Τα μεσάνυχτα ήρθαν πάλι τα δυο καλικαντζαράκια κι ετοιμάστηκαν να πιάσουν δουλειά. Αλλά δουλειά δεν βρήκαν. Κι όταν είδαν τα μικροσκοπικά ρουχαλάκια και τις κάλτσες και τα παπούτσια, απόρησαν στην αρχή. Έπειτα όμως δεν ήξεραν τι να κάνουν απ’ τη χαρά τους. Χορεύοντας και γελώντας ντύθηκαν, κι, όλο καμάρι πηδούσαν και τραγουδούσαν:
«Είμαστε όμορφα ντυμένοι
και ποδεμένοι και στολισμένοι!
Με τόση λεβεντιά και χάρη,
γιατί να κάνουμε τον τσαγκάρη;»
Έτσι χόρευαν και τραγουδούσαν και στριφογύριζαν σ' όλη την κάμαρη, πηδούσαν πάνω στις καρέκλες και στα τραπέζια με κέφι και χαρά. Στο τέλος, χορεύοντας πάντα, βγήκαν απ’ την πόρτα κι έφυγαν. Και δεν ξαναγύρισαν ποτέ πια. Αλλά κι ο τσαγκάρης έζησε καλά κι εμείς καλύτερα.
 
[πηγή: Τα παραμύθια των αδερφών Γκριμμ, Α' τόμος, εισαγωγή Marthe Robert, μετάφραση Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Άγρα, Αθήνα 1993, σ. 320-324]
  
ciaran-sidhe.blogspot.com
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

«Γεννήθηκε η ευσπλαχνία»

Ἕνα ἄλλο βράδυ τὸν ἄκουσα νὰ κλαίει δίπλα. Χτύπησα τὴν πόρτα καὶ μπῆκα.
Μοῦ ῾δειξε πάνω στὸ κομοδίνο ἕνα μικρὸ ξύλινο σταυρό.
«Εἶδες - μου λέει - γεννήθηκε ἡ εὐσπλαγχνία». Ἔσκυψα τότε τὸ κεφάλι κι ἔκλαψα κι ἐγώ.
Γιατί θὰ περνοῦσαν αἰῶνες καὶ αἰῶνες καὶ δὲ θά ῾χαμε νὰ ποῦμε τίποτα ὡραιότερο ἀπ᾿ αὐτό.

Τάσος Λειβαδίτης 

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Δυο μωρά σε μία Φάτνη — Μια ιστορία ζωής

Η ιστορία αυτή είναι διασκευή από ένα ισπανικό  βιβλίο που προέκυψε από μια επίσκεψη σε ένα ορφανοτροφείο δυο εκπαιδευτικών.
Το 1994 δυο εκπαιδευτικοί Αμερικανοί ανταποκρίθηκαν σε μια πρόσκληση για να διδάξουν ηθική στις δημόσιες σχολές, στηριζόμενοι στις βιβλικές αρχές.
Είχαν διδάξει σε φυλακές, σε επιχειρήσεις, στην αστυνομία και στο τέλος σ' ένα μεγάλο ορφανοτροφείο της Ισπανίας.
Σε αυτό το ορφανοτροφείο υπήρχαν 100 περίπου παιδια που ηταν εγκαταλειμμένα από τους γονείς τους.
 

Πλησίαζαν οι γιορτές του 1994 και τα παιδιά του ορφανοτροφειου άκουγαν για πρώτη φορά απο τους δυο Αμερικάνους την ιστορία της Γέννησης του Χριστού. Έμαθαν για την αφιξη τησ Παρθένου Μαρίας και του Ιωσήφ στη Βηθλεεμ που δεν βρηκαν τοπο στα πανδοχεια και ετσι πηγαν σε ενα σταβλο οπου γεννηθηκε ο μικρός Ιησούς και τοποθετηθηκε σε μια φατνη.
Κατα τη διαρκεια τησ ιστοριασ τα παιδια δεν μπορουσαν να συγκρατησουν την καταπληξη τουσ. Προσπαθουσαν να μη χασουν ουτε μια λεξη απο την αφηγηση.
Όταν τελειωσαν την ιστορια, εδωσαν στα παιδια τρια κομματια χαρτονι για να κανουν μια φατνη. Τους εδωσαν επίσης χρωματιστεσ κίτρινες πετσετεσ οπου κοβοντασ τισ εβαλαν για αχυρο, λιγη τσοχα καφε για να φτιαξουν τη φιγουρα του μωρου και ενα μικρο κουρελακι για κουβερτα.
Όλα λοιπον τα ορφανα αρχισαν να φτιαχνουν βιαστικα τισ φατνεσ.
Όλα πηγαιναν καλα μεχρι που εφτασε η σειρα ενοσ μικρου παιδιου του Μίσα, για να δειξει τι ειχε κανει. Φαινοταν μεχρι εξι χρονων και ειχε τελειωσει πρωτοσ τη φατνη.
Τον πλησιασαν οι δυο αμερικανοι και εκπληκτοι κοιταζοντασ τη φατνη,ειδαν μεσα δυο μωρα αντι για ενα. Κ
οιταγαν απορημενοι και εκπληκτοι φωναξαν γρηγορα τον διερμηνεα για να ρωτησουν τι συμβαινει.
Ο μικρός Μίσα σταυρωσε τα χερια του και παρατηρώντας τη φατνη, αρχισε να διηγειται την ιστορια τησ γεννησησ. Η αφήγηση ενοσ παιδιου που ακουγε την ιστορια μια μονο φορα ηταν πολυ καλη, μεχρι που εφτασε στο σημειο που η Μαρία εβαλε το μωρο στη φατνη.
 

Εκεί ο μικρός Μίσα άρχισε να επινοεί το δικό του τέλος για την ιστορία, και άρχισε να λέει:
«Και όταν η Παρθένος Μαρία άφησε το μωρό στη φάτνη, ο Ιησούς με κοίταξε και με ρώτησε εάν είχα μέρος να μείνω.
Εγώ του είπα ότι δεν είχα γονείς και γι' αυτό δεν είχα που να μείνω.
Τότε ο Ιησούς μου είπε ότι μπορούσα να μείνω εκεί μαζί του.
Του απαντησα οτι δεν μπορουσα, διοτι δεν ειχα καποιο δωρο να του προσφερω οπωσ ολοι.
Σκεφτηκα ομωσ οτι θα μπορουσα να του προσφερω τη ζεστασια μου αφου ηταν μικροσ και μεσα σε μια φατνη.
Γι αυτο τον ρωτησα: 

Εάν σου προσφερω ζεστασια, αυτο θα ειναι καλο δωρο για σενα;
Και ο ιησουσ μου ειπε: 

— Εάν μου προσφέρεις ζεστασιά, αυτό θα ειναι το καλυτερο δωρο που θα μου εχουν δωσει.
Έτσι λοιπον μπηκα κι εγω μεσα στη φατνη ειπε ο μικροσ, αφου ο Ιησούς μου ειπε οτι θα μπορούσα να μείνω εκεί για παντα».
 

Όταν λοιπον ο μικρός τελειωσε τη δικη του ιστορια, τα ματακια του ελαμπαν γεματα απο δακρυα τα οποια μουσκευαν τα μαγουλα του. Σκεπασε το προσωπο του και εσκυψε το κεφαλι του. Tο μικρο ορφανο συναντησε επιτελουσ καποιον ο οποιοσ ποτέ δεν θα το εγκατελειπε, ουτε θα το εκμεταλλευοταν.
Καποιον που θα ηταν μαζι του για παντα αφου ο ιδιοσ ηταν η ζωή!! 


Χριστούγεννα λοιπον δεν ειναι τα φωτα, οι γιρλαντεσ, τα δωρα, τα γελια, η μουσικη, το γιορτινο τραπεζι, τα καλαντα και τα παιχνίδια.
Είναι κατι περισσοτερο απο αυτα τα υλικα.
Ειναι το μεγαλειο που εχουμε μεσα μασ για να δειξουμε συμπονοια, φιλια και αγαπη στουσ γυρω μασ.
Η γεννηση του Χριστού ειναι ιστορικο γεγονοσ, αλλα σημασια εχει να γεννιεται μεσα μασ καθε φορα, αφου εκεινοσ ειναι η αρχη μιασ νέας ζωής. 

Ας τρέξουμε λοιπον, να χαρουμε ολοι τα Χριστούγεννα με την προϋπόθεση ομωσ, τα φετινα να γινουμε πιο ανθρώπινοι.

Αναρτήθηκε από jk o sκρουτζακοs 

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki