Friday 13 September 2024

Όσα θα ήθελε από σας ο δάσκαλος του παιδιού σας

1. Να μην κάνετε τις εργασίες του
Αντισταθείτε στον πειρασμό να ολοκληρώσετε ή να διορθώσετε την ορθογραφία του μόλις το παιδί πέσει για ύπνο, προκειμένου να μη «γίνει ρεζίλι» την επόμενη μέρα στην τάξη. 
Οι εργασίες που δίνονται για το σπίτι έχουν στόχο να βοηθήσουν το παιδί να κατανοήσει καλύτερα όσα έμαθε μέσα στη μέρα και δεν χρειάζεται να είναι αλάνθαστες
Αν δυσκολεύεται να καταλάβει κάτι, βοηθήστε το, αλλά σε καμία περίπτωση μην αναλάβετε εσείς τις υποχρεώσεις του
Αν διαπιστώσετε ότι οι εργασίες τού φαίνονται συστηματικά πάρα πολύ δύσκολες, ενημερώστε το δάσκαλο ή τη δασκάλα του.
2. Να μην απαιτείτε να είναι πάντα «τέλειο»
Τα παιδιά μαθαίνουν εξίσου από τις επιτυχίες και τις αποτυχίες τους. Δείξτε έμπρακτα στο παιδί σας ότι δεν σας απογοητεύει όταν κάνει λάθη και εκμεταλλευτείτε τέτοιες ευκαιρίες για να του διδάξετε τι μπορεί να μάθει μέσα από κάθε λάθος και ότι πρέπει να προσπαθεί περισσότερο για να το διορθώσει. Ένα παιδί το οποίο δέχεται συνεχώς αρνητική κριτική για τα λάθη του, παραιτείται από τη διαδικασία της μάθησης και αποκτά χαμηλή αυτοεκτίμηση. Επίσης, δεν είναι ποτέ ευχαριστημένο με τον εαυτό του και
αγχώνεται πολύ εύκολα με καθετί που σχετίζεται με τη μάθηση.

3. Να έχετε ρεαλιστικές προσδοκίες
Όσο έξυπνο, ετοιμόλογο και ταλαντούχο κι αν σας φαίνεται το παιδί σας, πρέπει να παραδεχτείτε ότι οι πιθανότητες να μεγαλώνετε τον επόμενο Αϊνστάιν είναι μικρές. Μην εκνευρίζεστε εάν δυσκολεύεται στη γεωμετρία και μην αντιμετωπίζετε με καχυποψία τους εκπαιδευτικούς εάν σας πουν ότι το παιδί σας είναι ένας μέτριος μαθητής. 
Είναι ωραίο να περιμένει κανείς το καλύτερο από το παιδί του, αλλά είναι ακόμα σπουδαιότερο να είναι ρεαλιστής και να μη συγκρίνει το παιδί του με άλλα. Κάθε παιδί έχει τα δικά του ταλέντα και αυτά πρέπει να αναπτύξει, πάντα με γνώμονα την αγάπη και την ενθάρρυνση και όχι την καταπίεση και τον εξαναγκασμό.

4. Να κλείσετε την τηλεόραση
Δεν είναι ότι κάνει κακό στο παιδί, απλά
ο χρόνος που περνάει μπροστά στην οθόνη είναι χαμένος χρόνος. Περιορίστε τον στις δύο το πολύ ώρες την ημέρα και εκμεταλλευτείτε τις υπόλοιπες για να παίξετε, να διαβάσετε βιβλία, να κάνετε βόλτες μαζί με το παιδί. Προσέξτε ιδιαίτερα τι βλέπει στην τηλεόραση το βράδυ, γιατί έχει παρατηρηθεί ότι οι έντονες ή βίαιες σκηνές μπορούν να διαταράξουν τον ύπνο του και ένας μαθητής που δεν έχει κοιμηθεί καλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αποδώσει καλά την επόμενη μέρα στην τάξη.

5. Να μην στερείτε τον ελεύθερο χρόνο του
Σίγουρα θέλετε το καλύτερο για το παιδί σας, όμως με το να το γράψετε ταυτόχρονα σε δύο ξένες γλώσσες, κολυμβητήριο, πιάνο και ζωγραφική δεν θα του προσφέρετε περισσότερα εφόδια για τη ζωή. Το μόνο που θα καταφέρετε είναι να έχετε ένα παιδί που τρέχει από τη μία δραστηριότητα στην άλλη μετά το σχολείο, με αποτέλεσμα στο τέλος της μέρας να είναι κουρασμένο, εκνευρισμένο και αγχωμένο. Να θυμάστε ότι τα πρώτα χρόνια του σχολείου
ο ελεύθερος χρόνος και το δημιουργικό παιχνίδι είναι πιο πολύτιμα από οποιαδήποτε έξτρα γνώση.

6. Να έχετε εμπιστοσύνη στους δασκάλους του
Σίγουρα, δεν θα εκτιμούσατε ιδιαίτερα ένα δάσκαλο που στην καθιερωμένη συνάντησή σας, για να συζητήσετε την πρόοδο του παιδιού σας, έπαιρνε την πρωτοβουλία να σας κάνει υποδείξεις για το πώς να «κάνετε τη δουλειά σας». Το ίδιο ακριβώς ισχύει και αντίστροφα. 
Κανένας δάσκαλος δεν περιμένει από εμάς να μάθει πώς να κάνει τη δική του δουλειά. Ευτυχώς, έχουν όλοι λάβει την απαραίτητη εκπαίδευση, πολλοί έχουν ιδιαίτερα σημαντική εμπειρία και οι περισσότεροι αγαπούν τόσο τη δουλειά τους ώστε να μπορούν να την κάνουν με συνέπεια, ευαισθησία και εξαιρετικά αποτελέσματα.

Με τη συνεργασία της Μαρίας Σκαπέρα
(M. Ed. ψυχοπαιδαγωγός – εκπαιδευτική σύμβουλος).

Είναι θέμα Παιδείας...

Τι συμβαίνει όταν ένα κλισέ συναντά το ίντερνετ

Ναι, είναι θέμα παιδείας. Αλλά, στην ενηλικίωση πια, την παιδεία σου μπορείς να την καθορίσεις εσύ.
Αν βρεθείς μπροστά σε καμιά δεκαριά συζητήσεις που μιλάνε για κοινωνικά ζητήματα, τουλάχιστον στη μια απ’ αυτές, στο υπογράφω, θα ακούσεις να αναφέρεται η λέξη «παιδεία». 
Είναι το πασπαρτού μαϊντανοκλισεδάκι, η απάντηση σε όλα τα δεινά του σύμπαντος, που λήγει τη συζήτηση γιατί βέβαια μετά απ’ αυτό, τίποτα άλλο δεν έχει νόημα, ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότητα.

Αν μάλιστα πετύχεις τη συζήτηση στα σόσιαλ μίντια, ο πεφωτισμένος σχολιαστής θα προσθέσει ότι δεν έχει καν νόημα να μιλάμε εκεί γιατί δεν είναι πραγματική ζωή, τα σόσιαλ μίντια δεν διορθώνουν συμπεριφορές και δεν λύνουν κανένα πρόβλημα, δεν φέρνουν καμία αλλαγή. Θέλω να φωνάξω δυνατά ότι φτάνει πια
Αλλά ποια είμαι εγώ να διαφωνήσω στο ότι η παιδεία είναι η αρχή;
Μόνο που, παρόλο που θα βρεις ορισμούς που θέλουν την «παιδεία» κάτι θεωρητικό και ιδεατό, που μιλούν για την ιδανική παιδαγωγική διαδικασία από οικογένεια και κοινωνία, που δημιουργεί τέλειους ανθρώπους που κάνουν πάντα σωστές επιλογές, οι ορισμοί αυτοί δεν μας βοηθούν παρά στο να κλείσουμε μια συζήτηση με τετριμμένους (έως και τρύπιους) αφορισμούς.
Η παιδεία που λαμβάνει ο καθένας απ’ τη στιγμή που θα γεννηθεί και μετά, από γονείς, σχολείο, περιβάλλον, βιβλία, ΜΜΕ κι όλα αυτά, είναι διαφορετική για τον καθένα και την καθεμιά. Και απέχει πολύ από τα ιδανικά.
Άλλο παιδί θα μεγαλώσει σε οικογένεια που δεν έχει λεφτά για πράγματα που οι άλλοι θεωρούμε βασικά, άλλο παιδί θα μεγαλώσει με ενδοοικογενειακή βία, άλλο παιδί θα μεγαλώσει παραμελημένο, άλλο παιδί θα μεγαλώσει με αναπηρία, άλλο παιδί θα μεγαλώσει ορφανό, άλλο παιδί θα έχει δυσλεξία, άλλο παιδί θα πασχίζει να ανήκει, άλλο παιδί θα μεγαλώσει μέσα στη θρησκεία, άλλο παιδί δεν θα τα παίρνει τα γράμματα, άλλο παιδί θα υποφέρει από μπούλιινγκ μέχρι την εφηβεία, άλλο παιδί θα νιώθει διαφορετικό, άλλο παιδί θα μεγαλώσει γκέι στην επαρχία, άλλο παιδί θα νιώθει εγκλωβισμένο, άλλο παιδί θα νιώθει μόνο, άλλο παιδί θα υποστεί βία.
Η παιδεία δεν μπορεί να είναι ιδανική γιατί οι γονείς δεν μπορεί να είναι ιδανικοί. Γιατί οι δάσκαλοι δεν μπορεί να είναι ιδανικοί. Γιατί οι άνθρωποι δεν είναι ιδανικοί και γιατί η ζωή δεν είναι ιδανική.
Το ίντερνετ άνοιξε ένα παράθυρο στη συλλογική γνώση, στην εμπειρία και στη συνείδηση των ανθρώπων και φύσηξε μια ανάσα ζωής και ανακούφισης για όλα εκείνα τα παιδιά, για όλους εμάς που δεν μας έφτανε ό,τι είναι γύρω μας ή εδώ κοντά κι είναι προσβάσιμο στη μικρή μας της ύπαρξης την οφλάιν γειτονιά.
Δεν υπάρχει το «δεν είναι πραγματική ζωή». 
Το αντίθετο. Πραγματική ζωή δεν είναι το χωριό σου. Πραγματική ζωή είναι αυτό που είμαστε σε όλο τον κόσμο, όλοι μαζί. 
Το ίντερνετ είναι παράθυρο στη μεγάλη εικόνα. Το ίντερνετ είναι ελευθερία. Όχι μόνο ελευθερία αλλά κι ό,τι πιο κοντινό έχουμε στην αναρχία. Και, είτε μας αρέσει, είτε όχι, είναι παιδεία.
Γιατί παιδεία είναι ό,τι παίρνει το ρόλο της παιδείας. Και το ίντερνετ έχει τη δύναμη να αλλάζει απόψεις, να χτίζει πεποιθήσεις, να διαμορφώνει συνειδήσεις.
Και ναι, φυσικά και θα βρεις πάρα πολλά σκατά στο ίντερνετ, και συνωμοσιολογίες και ψευδείς ειδήσεις, πράγματα από τα οποία θες να μείνεις μακριά. Αλλά είναι ακριβώς όσα σκατά θα βρεις και μέσα στα μυαλά των ανθρώπων. 
Εμείς είμαστε το ίντερνετ. Εμείς το κάνουμε αυτό που είναι. Εμείς κρίνουμε τι είναι καλό και τι είναι σκατά. Και τώρα θα ρωτήσεις. Πώς μπορεί να κρίνει κάποιος, αφού λέω ότι το ίδιο το ίντερνετ είναι παιδεία;
Θα το πω απλοϊκά. Οι βασικοί μηχανισμοί της Αναζήτησης, που είναι ο πυρήνας λειτουργίας του διαδικτύου, βασίζονται στη δημοτικότητα. Εκτός κι αν πληρώνεις πολλά, αυτά που προτιμάει το google ή όπου ψάχνεις, είναι αυτά που προτιμάει ο κόσμος. Στα σόσιαλ ισχύει ακόμα περισσότερο. 
Ο αλγόριθμος του τι σου δείχνει το φέισμπουκ, βασίζεται στη δημοφιλία. Βλέπεις ό,τι αρέσει σε πολλούς. Μαθαίνεις ό,τι ενδιαφέρει τους πολλούς. Και όλα σε προτρέπουν να αντιδράσεις, να σχολιάσεις, να μοιραστείς και να αναπαράγεις ιδέες και ειδήσεις που απασχολούν και τους άλλους.
Φυσικά και μας οδηγεί στο να ασχολούμαστε και με ανοησίες. Φυσικά και θα δεις αντιδράσεις και σχόλια από πλάσματα καημένα και τρομακτικά.
..................
Αλλάζουμε όλοι μαζί. Κι ό,τι κι αν συμβαίνει, όποιος κι αν κυβερνάει, όσο τρομακτικός κι αν φαίνεται ο κόσμος γιατί για πρώτη φορά τον βλέπεις καθαρά ενώ ως τώρα ζούσες στα τυφλά, όσο κι αν μένουν άπειρες μάχες να κερδηθούν, να ξέρεις, το Καλό έχει νικήσει. Γιατί το Καλό έχει γίνει μέινστριμ. Κι αυτό είναι κάτι ανεπανάληπτο που η ανθρωπότητα έχει κατακτήσει.
Πήγα στο Γυμνάσιο το 1989. Ήταν πριν το διαφωτισμό που πέρασε η γενιά μου (και ο κόσμος όλος) στα μέσα της δεκαετίας του 90. 
Πριν μπει στις ζωές μας το ίντερνετ, πριν να μπορούμε καν να φανταστούμε πόσο θα άλλαζε η πραγματικότητά μας, πόσο δραστικά, πόσο ολοκληρωτικά. Το 1989. 
Και πρέπει να ήταν εκείνη τη χρονιά, που η αγαπημένη μας φιλόλογος, η Μπασακάρου, με είχε σηκώσει για μάθημα. Δεν είχα διαβάσει αλλά δεν διάβαζα ποτέ τα θεωρητικά, καταλάβαινα στην παράδοση και στο διάλειμμα έριχνα μια ματιά, αυτό έφτανε και περίσσευε, αρκούσε να ξέρεις το νόημα, οι καθηγητές μας δεν ζητούσαν και πολλά.
Και σηκώνομαι και λέω απ’ τη θέση μου ό,τι είναι να πω, έχοντας μπροστά μου το βιβλίο ανοιχτό, και νιώθω ήρεμη και χαλαρή γιατί ξέρω το ζουμί, αν και το βλέμμα μου είναι μισό μισό, για να τσεκάρω γεγονότα και να μην χάσω τίποτα ουσιαστικό. Και σηκώνει χέρι ένα άλλο παιδί και λέει Κυρία, Κυρία, πείτε κάτι, έχει το βιβλίο ανοιχτό η Γεωργή.
Αν φαινόταν η φάτσα μου κάτω απ’ το μεϊκάπ, θα είχα κοκκινήσει από απέραντη ντροπή, μα η Φιλόλογος, ατάραχη και χαμογελαστή, λέει «αν μπορεί με δικά της λόγια να τα πει, και πού στο βιβλίο είναι το κάθε τι, ώστε να ξέρει πού να το βρει, αυτό μου φτάνει».
Για μένα αυτά τα λόγια συνοψίζουν το ρόλο του σχολείου με τη μορφή που είχε τότε (και που έχει ακόμα, γιατί αυτό αργεί να ανατραπεί), αλλά ήταν και σαν προφητεία, γιατί αυτό είναι που τώρα μπορεί να προσφέρει το ίντερνετ, αρκεί να του ζητηθεί.

Τα όρια κάθε σχολείου και κάθε εκπαιδευτικού ταξιδιού, έχουν σήμερα απέραντα διευρυνθεί. Υπάρχουν ήδη εκπαιδευτικά προγράμματα και εγκύκλιοι στο εξωτερικό, που βασίζονται σε εμπειρίες, σε παιχνίδια, σε περιπέτειες, σε ζωντανές ανθρώπινες μαρτυρίες, σε βίντεο και συζητήσεις, σε πειραματισμό, σε κλίσεις και δεξιότητες, σε ό,τι ενδιαφέρει το κάθε παιδί. Εμείς δεν τα προλάβαμε όλα αυτά, αλλά έστω, ήμασταν εδώ όταν έγινε η αρχή.

Και η αρχή έχει γίνει. Καθένας μας μπορεί να κάνει λίγη ακόμα Γνώση δική του και να γίνει του εαυτού του μια καλύτερη εκδοχή. Τώρα πια, είναι δική μας ευθύνη. Μπορεί όταν το σχολείο τελειώσει να μην χρειάζεται πια για μάθημα να σηκωθείς, αλλά κάθε φορά που θ’ ανοίξεις το στόμα σου να μιλήσεις ή που ένα ποστ θα πληκτρολογήσεις, θα εξεταστείς και θα κριθείς.
Ναι, είναι θέμα παιδείας. Αλλά, στην ενηλικίωση πια, την παιδεία σου μπορείς να την καθορίσεις εσύ.

περισσότερα εδώ: ampa
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Σχολείο δεν πήγαν, αλλά... άλλαξαν τον κόσμο!!

Κάποιοι άνθρωποι είτε δεν πήγαν καθόλου στο σχολείο είτε έμειναν τόσο λίγο σε αυτό, ώστε δεν πρόλαβαν να μάθουν τίποτα. 
Όμως, ο καθένας στον τομέα του, επηρέασε τόσο τον κόσμο, ώστε να μπορούμε να πούμε ότι τον διαμόρφωσαν -με τη δύναμη του μυαλού τους και μόνο.

  ~~{}~~
Ο Τόμας Έντισον πήγε στο σχολείο σε ηλικία οκτώ χρονών και έμεινε τρεις μήνες. Ήταν ο τελευταίος στην τάξη και ο δάσκαλος «δεν τον χώνευε».
Ο πατέρας του Έντισον πίστευε ότι ο γιος του ήταν κουτός (μάλλον εκείνος δεν ήταν ιδιαίτερα ευφυής).
Κάποια μέρα ο δάσκαλος είπε στον Έντισον -μπροστά σε όλη την τάξη- ότι είναι αδειοκέφαλος. Ο Τόμας, που δεν ήταν το πιο πειθήνιο παιδί, εγκατέλειψε αμέσως στην τάξη και στο σπίτι είπε ξεκάθαρα στη μητέρα του ότι δε θα ξαναγυρίσει ποτέ στο σχολείο. Και πράγματι έτσι έκανε (το σχολείο δεν ήταν υποχρεωτικό το 1855).
Έμεινε να διαβάζει στο σπίτι, έχοντας ως δασκάλα τη μητέρα του. Εκείνη μπόρεσε να του μάθει μόνο τα βασικά (κολλυβογράμματα, όπως έλεγαν κι οι παλιοί).
Σε ηλικία δεκαεννιά χρονών ο Έντισον έγραφε τις επιστολές χωρίς να χρησιμοποιεί καθόλου σημεία στίξης. Κι αυτό μπορεί να μη μας φαίνεται περίεργο στον Οδυσσέα του Τζόις, αλλά τι εντύπωση θα μας έκανε αν κάποιος μας έστελνε ένα γράμμα χωρίς κόμματα και τελείες
 
Ο μικρός Έντισον, πέρα από τα σημεία στίξης, έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το διάβασμα. Διάβαζε ολημερίς Σαίξπηρ, Ντίκενς και ό,τι άλλο έπεφτε στα χέρια του. Μέχρι που μια μέρα η μητέρα του έφερε το βιβλίο «Σχολή της φυσικής», και τότε ουσιαστικά γεννήθηκε ο εφευρέτης Έντισον.
Έστησε ένα μικρό εργαστήριο στο υπόγειο του σπιτιού και όλη μέρα έκανε πειράματα.
Σε ηλικία δώδεκα χρονών, ενώ είχε συναρμολογήσει μόνος του έναν τηλέγραφο και είχε φτιάξει μια ηλεκτρική παγίδα για ποντίκια, κατάλαβε ότι χρειαζόταν λεφτά για να βελτιώσει το εργαστήριο του και ξεκίνησε να ψάχνει για δουλειά.
Βρήκε σε μια γειτονική πόλη. Για να πηγαίνει ως εκεί έπρεπε να ταξιδεύει με το τρένο τρεις ώρες καθημερινά. 
Ο Έντισον εκμεταλλεύτηκε αυτό το χρόνο για να διαβάζει και για να κερδίζει χρήματα, αφού πουλούσε στους επιβάτες φρούτα, ξηρούς καρπούς και καραμέλες.
Λίγο μετά ξεκίνησε να πουλάει στους επιβάτες και την εφημερίδα του! Αγόρασε από κάποιον παλαιοπώλη ένα παλιό χειροκίνητο πιεστήριο και κατά τον πηγαιμό έγραφε, στοιχειοθετούσε και τύπωνε μια μικρή εφημερίδα που είχε ως ύλη τα δρομολόγια των τρένων και μερικά πολιτικά νέα. Στο γυρισμό την πουλούσε.
Ο Έντισον συνέχισε έτσι (να κερδίζει χρήματα και να τα επενδύει στο εργαστήριο του) και έκανε μερικές από τις σημαντικότερες εφευρέσεις: Το μικρόφωνο, τον φωνογράφο, την ηλεκτρική λυχνία, το μπετόν και τελειοποίησε το τηλέφωνο, τη μηχανή λήψης φωτογραφιών, την ηλεκτρική γεννήτρια.
Το 1882, σε ηλικία 35 χρονών, έθεσε σε λειτουργία το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρισμού (στην Νέα Υόρκη).
Δυόμιση χιλιάδες διπλώματα ευρεσιτεχνίας φέρουν το όνομα του -και έχουν και σημεία στίξης. Ας θυμηθούμε και την πιο γνωστή του φράση: «Η ιδιοφυία είναι 1% έμπνευση και 99% εφίδρωση».
 ~~{}~~
Ένας άλλος «αμόρφωτος» ήταν ο Αβραάμ Λίνκολν (άραγε ο Ντάνιελ Ντέι Λούις ήταν καλός μαθητής;)
Ο Λίνκολν με την «emancipation proclamation» έδωσε την ελευθερία στους μέχρι τότε σκλάβους της Αμερικής. Γι’ αυτό και δολοφονήθηκε τρία χρόνια μετά.
Ο Άμπε ήταν γιος ξυλοκόπου και δεν πήγε ούτε ένα χρόνο δημοτικό σχολείο. Όμως ενώ εργαζόταν ως υποτακτικός σε κάποιον κτηματία εκμεταλλευόταν κάθε ελεύθερη στιγμή για να μάθει να διαβάζει (αυτός διάβαζε κυρίως εφημερίδες).
Σε ηλικία είκοσι έξι χρονών ξεκίνησε να μελετάει μόνος νομικά συγγράμματα και δύο χρόνια αργότερα κατάφερε να του δοθεί η άδεια για την άσκηση δικηγορίας.
Σε όλη του την πολιτική σταδιοδρομία οι αντίπαλοι του στόχευαν διαρκώς στη φτωχική του καταγωγή και την έλλειψη επίσημης μόρφωσης, αλλά ο Λίνκολν δεν αισθανόταν μειονεκτικά για αυτό.
 ~~{}~~
Αφήνοντας τις εφευρέσεις και την πολιτική θα περάσουμε στο χώρο της λογοτεχνίας, όπου θα συναντήσουμε δύο «μεγάλους» που επίσης ήταν αυτοδίδακτοι.
Ο πρώτος είναι ένας από τους πιο αγαπητούς συγγραφείς, αφού ο «Τομ Σόγιερ» και ο «Χικλμπέρι Φιν», είναι μπεστ σέλλερ τα τελευταία 150 χρόνια.
 
Ο Μάρκ Τουέιν (αληθινό όνομα Σάμουελ Λάνχορν Κλέμενς) θα είχε χαρακτηριστεί υπερκινητικό παιδί και θα τον είχαν μπουκώσει στα φάρμακα αν είχε γεννηθεί στην εποχή μας. Η μητέρα του και η δασκάλα του πολύ πρόθυμα θα το είχαν κάνει, αφού όπως φαίνεται ο Σαμ ήταν αδύνατο να μείνει ακίνητος πάνω από ένα δευτερόλεπτο.
Έκανε λίγα μαθήματα, λίγες εβδομάδες σύνολο.
Δώδεκα χρονών –και ενώ μόλις που είχε μάθει να διαβάζει- πέθανε ο πατέρας του και ο Κλέμενς αναγκάστηκε να εργαστεί. Έκανε ό,τι δουλειά μπορούσε να βρει ταξιδεύοντας στην Αμερική από άκρη σε άκρη. Δούλεψε σε ποταμόπλοιο απ’ όπου πήρε και το ψευδώνυμο του (Μάρκ Τουέιν = Σημείωσε δύο οργιές βάθος).
Δούλεψε σε τυπογραφείο και λίγο καιρό αργότερα ανέλαβε τη σύνταξη μιας μικρής αγροτικής εφημερίδας, με 50-100 αναγνώστες.
Ο Τουέιν ξεκίνησε να γράφει τα αγροτικά νέα με το χιούμορ που χαρακτήριζε τα βιβλία του. Έλεγε, για παράδειγμα, ότι ο καιρός ήταν κατάλληλος  για να κλαδέψουν τα πατατόδεντρα.
Η εφημερίδα του είχε τεράστια επιτυχία και σύντομα ξεκίνησε να γράφει άρθρα και σε άλλες.
Έκανε ταξιδιωτικά ρεπορτάζ απ’ όλο τον κόσμο, -είχε περάσει και από την Ελλάδα- κι όταν εκδόθηκαν τα βιβλία του κατέκτησε παγκόσμια διασημότητα και αναγνώριση.
Σε ηλικία εξήντα επτά χρονών το υπερκινητικό παιδί με την ελλιπή μόρφωση έγινε διδάκτορας στο πανεπιστήμιο του Μιζούρι, καθώς και σε εκείνο της Οξφόρδης.
 ~~{}~~ 
 
Ένας άλλος «ελλιπής» που έγινε ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών ήταν ο Τσαρλς Ντίκενς.
Αυτός πήγε μέχρι τα έντεκα στο σχολείο, αλλά εκεί γνώρισε τη φρίκη, όπως την περιγράφει στον «Δαβίδ Κόπερφηλντ».
Γράφει για το δάσκαλο του, τον κύριο Κρίκ που μάλλον απολάμβανε τον ξυλοδαρμό των μαθητών:
«Αλήθεια, σκέφτομαι σήμερα όταν κοιτάζω πίσω μου, τι φοβερό ξεκίνημα για τη ζωή, να εξευτελίζεσαι και να σέρνεσαι από έναν τόσο ανίκανο και θρασύ άνθρωπο.»
Έντεκα χρονών ο Κάρολος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο για να προσέχει τα πέντε μικρότερα αδέλφια του και να εργάζεται σε μια βιοτεχνία βερνικιών, αφού οι γονείς του ήταν παρόντες-απόντες.
Λίγο καιρό μετά όλη η οικογένεια συνελήφθη και τους έκλεισαν σε φυλακή χρεωστών! (Σύντομα και στην Ελλάδα).
Μόνο ο Κάρολος κατάφερε να αποφύγει τη φυλακή και έμεινε σε ένα δωμάτιο μόνος έχοντας κληρονομήσει μοναχά μια κασέλα με βιβλία. Διάβαζε τον «Ροβινσόνα Κρούσο» και «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» και ονειρευόταν να γράψει κάτι ανάλογο.
Τελικά κατάφερε να γράψει πολύ καλύτερα από αυτούς.
 ~~{}~~

Η πιο εντυπωσιακή περίπτωση αυτοπραγμάτωσης είναι πιθανότατα εκείνη του Τσάρλι Σπένσερ, ο οποίος ως Σαρλό έμελε να γίνει η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα του εικοστού αιώνα (μαζί με τον Αδόλφο Χίτλερ, με τον οποίο είχε μόλις τέσσερις μέρες διαφορά).
Ο Τσάρλι δεν πήγε ποτέ σχολείο. Μόνη του επιδίωξη στα παιδικά του χρόνια, όπως λέει ο ίδιος, ήταν: «Πως θα χορτάσω την πείνα μου».
Ζούσε στο Λονδίνο με τη μητέρα του και τον ετεροθαλή αδελφό του, σε απερίγραπτη φτώχια. Ο πατέρας του, ένας ηθοποιός που είχε γίνει αλκοολικός τους είχε εγκαταλείψει από νωρίς. (Τελευταία έγινε γνωστό ότι ο Τσάπλιν είχε τσιγγάνικη καταγωγή, αλλά αυτό δεν είναι επιβεβαιωμένο).
Πολύ νωρίς η μητέρα του, πρώην πιανίστα που εργαζόταν ως ράφτρα, κατέρρευσε ψυχοσωματικά και κλείστηκε στο φρενοκομείο, ενώ τα παιδιά πήραν τη θέση τους στο ορφανοτροφείο.
Γράφει ο γιος του Τσάπλιν:
«Τα παιδιά στο ορφανοτροφείο δεν είχαν ποτέ αρκετό φαγητό και ζεστά ρούχα. Για το αδίκημα τους, που δεν ήταν άλλο από τη φτώχια, τους μεταχειρίζονταν σαν εγκληματίες.»
Ο Τσάπλιν έμεινε αρκετό καιρό εκεί. Μεγαλώνοντας, και με τη μεσολάβηση του πατέρα του, πήρε τους πρώτους ρόλους, ως κομπάρσος, στο θέατρο. Μόλις κέρδισε κάποια χρήματα πήρε το δρόμο του για την Αμερική.
Εκεί, 21 χρονών, άρχισε να τον ανησυχεί η ελλιπής σχολική του μόρφωση.
«Ήθελα», έγραφε, «να ξέρω τόσα όσα και οι άλλοι, για να μπορώ να αμύνομαι ενάντια στην περιφρόνηση που δείχνει ο κόσμος στους αμόρφωτους και αδαείς.»
Το πρώτο βιβλίο που αγόρασε ήταν η αγγλική γραμματική και μετά ένα αγγλολατινικό λεξικό. Νομίζετε ότι τα απομνημόνευσε σε λίγες μέρες; Όχι, τα βιβλία έμειναν σε μια βαλίτσα έτσι όπως τα πήρε.
Το επόμενο βιβλίο που αγόρασε ήταν το «Ο κόσμος σαν βούληση και σαν παράσταση», του Σοπενχάουερ.
Αυτό το βιβλίο, λέει ο Τσάπλιν, το διάβαζε για σαράντα χρόνια, κάθε τόσο και πάλι από την αρχή, «χωρίς ποτέ να εμβαθύνει στο νόημα του».
Αυτό ήταν το σύνολο της μόρφωσης του ανθρώπου που άλλαξε τον κινηματογράφο κι έκανε τόσους ανθρώπους σε κάθε γωνιά του πλανήτη να γελάσουν και να κλάψουν.
 ~~{}~~
Και θα τελειώσουμε τον κατάλογο των «αμόρφωτων» με έναν άνθρωπο που είχε αποφασίσει από οκτώ χρονών τι θέλει να κάνει –και μέχρι να το κάνει έμαθε και δεκάξι γλώσσες.

Ο Χάινριχ Σλήμαν, σε ηλικία οκτώ χρονών, είδε σ” ένα περιοδικό μια αναπαράσταση από τη φλεγόμενη Τροία, και αποφάσισε ότι έπρεπε να την ανακαλύψει.
Ο πατέρας του προσπάθησε να τον πείσει ότι η Τροία ήταν μια μυθική πόλη -έτσι πίστευαν τότε. Το παιδί όμως είχε βάλει στόχο.
Σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών, κι έχοντας μάθει πολύ λίγα «γράμματα» από τον πατέρα του, ο Σλήμαν αναγκάζεται να γίνει μαθητευόμενος σε έναν έμπορο.
Επειδή κατάλαβε ότι για να κάνει τις ανασκαφές θα χρειαζόταν πολλά λεφτά ο Χάινριχ βρήκε μια καινούρια δουλειά σε ένα καράβι, με το οποίο θα έφτανε ως την Αμερική, «τη χώρα των ευκαιριών».
Δυστυχώς το καράβι ναυάγησε στις ολλανδικές ακτές και ο Χάινριχ έμεινε στην Ολλανδία. Εκεί, και ενώ δούλευε ως κλητήρας σε εμπορική επιχείρηση, φάνηκε η γλωσσική του μεγαλοφυΐα.
Σε τρία χρόνια έμαθε να γράφει και να διαβάζει: Ολλανδικά, αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, ιταλικά και πορτογαλικά.
Αργότερα βρέθηκε στην Πετρούπολη, όπου έμαθε ρωσικά και ξεκίνησε να εμπορεύεται ινδικά χρώματα, νίτρο, θειάφι κα.
Σε ηλικία 26 χρονών ήταν εκατομμυριούχος και ξεκίνησε για την Αμερική. Στη διάρκεια του ταξιδιού (έξι εβδομάδες) έμαθε πολωνικά και σουηδικά.
Κέρδισε πολλά ακόμα χρήματα κάνοντας εμπόριο χρυσού και μόλις είχε μαζέψει αρκετά ξεκίνησε για το παιδικό του όνειρο: Να ανακαλύψει το Ίλιον του Ομήρου.
Οι τελευταίες γλώσσες που έμαθε ήταν αραβικά και ελληνικά. Ταξίδεψε στην Ανατολή (Εγγύς, Μέση και Άπω) και τελικά εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα (όπου παντρεύτηκε και Ελληνίδα).
Στα 48 του χρόνια και βασιζόμενος κυρίως στην Ιλιάδα ξεκίνησε τις ανασκαφές στην Μικρά Ασία. Μετά από σύντομο χρονικό διάστημα βρήκε πράγματι την πόλη των ονείρων του (και μερικές ακόμα μετά).
 ~~{}~~
Άλλοι αμόρφωτοι ήταν ο Σουηδός Άλφρεντ Νόμπελ, που εννιά χρονών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο και να πουλάει σπίρτα για να επιβιώσει, ο Σκωτσέζος Άντριου Κάρνετζυ, που ως παιδί δούλευε σε υφαντουργεία και ως θερμαστής, και ο Μπέντζαμιν Φράνκλιν που πήγε για ενάμιση χρόνο σε σχολείο.
Σας κράτησα λίγο παραπάνω στην τάξη, το ξέρω.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
(Επί του πιεστηρίου: Κι ο Ζοζέ Σαραμάγκου ελάχιστα «γράμματα» έμαθε. Εγγονός ακτήμονων χωρικών και γιός αστυνομικού τέλειωσε το δημοτικό κι ύστερα γράφτηκε σε τεχνικό γυμνάσιο. Σαν τέλειωσε ξεκίνησε να δουλεύει ως μηχανικός αυτοκινήτων.
Το πως κατάφερε να γράψει κάποια από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του 20ου αιώνα, καθώς και να δημιουργήσει ένα στυλ γραφής καθαρά προσωπικό είναι κάτι που μόνο ο ίδιος ο Σαραμάγκου θα μπορούσε να μας εξηγήσει. Ίσως ούτε κι αυτός να μπορούσε.
Η ζωή είναι αναπόφευκτη και απρόβλεπτη.
Ευχαριστώ τον Alex del P, που μου επισήμανε την περίπτωση Σαραμάγκου.)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
(Οι ιστορίες των αμόρφωτων προέρχονται από το βιβλίο του Γκέρχαρντ Πράουζε:
«Οι μεγάλοι στο σχολείο – θρύλος και αλήθεια για την επιτυχία στη ζωή»
Τίτλος πρωτότυπου: «Genies in der schule». Εκδόσεις Νότος ΕΠΕ 1977)

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki