Thursday 11 August 2022

Αίσωπος: Παῖς λουόμενος - Το παιδί που πλενόταν στο ποτάμι

Ἕνα παιδί μπῆκε σὲ κάποιο ποτάμι γιὰ νὰ πληθεῖ, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἤξερε κολύμπι, ἄρχισε νὰ πνίγεται. 
Βλέποντας κάποιον περαστικό, ἔβαλε τὶς φωνές. 
Ἐκεῖνος βούτηξε νὰ τὸ σώσει, λέγοντὰς του:
-Τί ἤθελες καὶ μπῆκες σὲ τόσο νερό, ἀφοῦ δὲν ἤξερες κολύμπι;
Καὶ τὸ παιδί:
- Σῶσε με πρῶτα κι ὕστερα μὲ μαλώνεις ὅσο θέλεις!


Ὁ μύθος λέει πὼς οἱ ἐπιπλήξεις ποὺ γίνονται σὲ λάθος στιγμή, καταντοῦν προσβολὲς χωρὶς κανένα νόημα.
και στην αρχαία μας γλώσσα

ΠΑΙΣ ΛΟΥΟΜΕΝΟΣ.

Παῖς τις ἐσελθὼν επί τινα ποταμὸν ἀπολούσασθαι, καὶ μὴ εἰδὼς νήχεσθαι, ἐκινδύνευεν ἀποπνιγῆναι. 
Καί τινα παρερχόμενον ἄνδρα ἰδὼν εἰς βοήθειαν τοῦτον ἐκάλει. 
Ὁ δε ἀνθρωπος τοῦτον διασώζων ἐκεῖθεν ἔλεγεν αὐτῷ:
«Ἵνα τί, μὴ νήχεσθαι εἰδώς, τῆς τοσαύτης κατατετόλμηκας πλημμύρας;»
Ὁ δὲ παῖς αὐτῷ ἔφη:«Τέως νῦν βοήθει μοι, καὶ μετὰ ταῦτα ὀνείδισον».

Οὗτος δηλοῖ ὡς ὁ ἐν περιστάσει τινὰ προσονειδίζων ἀκαίρως αὐτοῦ καὶ ἀπρεπῶς καταμέμφεται.

«Μειράκιον ᾽Ερετρικόν» 👦 (Παιδάκι από την Ερέτρια) 👦Το «μειράκιον» και η αγγλική... παντρειά!

Κείμενο
Μειράκιον ᾽Ερετρικὸν διέτριψε [χρόνον] παρὰ Ζήνωνι τῷ φιλοσόφῳ, ἕως εἰς ἄνδρας ἀφίκετο. 
῞Υστερον δ’ οὗτος εἰς ᾽Ερέτριαν ἦλθεν. ῾Ο δὲ πατὴρ ἤρετο (<ἔρομαι· ἐρωτάω) αὐτόν, εἰ μάθοι σοφόν τι ἐν τῇ τοιαύτῃ διατριβῇ (· τόπος ἐν ᾧ τινες μανθάνουσιν) παρ’ ἐκείνῳ τῷ φιλοσόφῳ. ῾Ο δ’ἔφη δείξειν τοῦτο. 
Ὅτε γάρ ποτε ὁ πατὴρ ὠργίσθη (< ὀργίζομαι · ἀγανακτέω) αὐτῷ καὶ τέλος ἔπαισεν (< παίω· τύπτω) αὐτόν, ἡσυχίαν δὲ ἄγων εἶπεν· «῏Ω πάτερ, τόδε μεμάθηκα· τοιοῦτός σοι εἶναι, ὥστε σοι τηλικούτῳ (τηλικοῦτος < ἡλικός) ὄντι μηδέποτε ἀγανακτεῖν· εἰ γὰρ τὰ αὐτὰ σοι καὶ ἐγὼ ἔπραττον, κακὸς ἂν υἱὸς ἦν». Ὁ δὲ πατὴρ ἐπὶ τῷ τοιούτῳ τοῦ παιδὸς τρόπῳ ἥσθη (< ἥδομαι) καὶ εἶπεν· « Ἀληθῶς θαυμάζω ἐκεῖνον τὸν φιλόσοφον, ὅτι τοιαῦτα μαθήματα περὶ τοὺς γονέας ἐδιδάξατό σε· ταῦτα γάρ ἐστι ὁ κάλλιστος κόσμος τῶν νέων.

Μετάφραση
Ένα παιδάκι από την Ερέτρια φοίτησε κοντά στον Ζήνωνα, τον φιλόσοφο, μέχρις ότου ανδρώθηκε.
Ύστερα στην Ερέτρια γύρισε. Ο πατέρας τον ρώτησε, αν έμαθε κάτι σοφό κατά την διαμονή του στο διδακτήριο κοντά σ’ εκείνον τον φιλόσοφο. Εκείνος του απάντησε ότι κάποια στιγμή θα του δείξει στην πράξη.
Όταν κάποτε ο πατέρας του αγανάκτησε με αυτόν και τελικά τον χτύπησε, με ηρεμία του είπε· «Πατέρα, αυτό ακριβώς έμαθα· έτσι να σου φέρομαι, ώστε ποτέ να μην αγανακτώ με σένα που βρίσκεσαι σε μεγάλη ηλικία· αν με τον ίδιο τρόπο, όπως εσύ, φερόμουν, κακός γιος θα ήμουν».
Ο πατέρας ευχαριστήθηκε με την συμπεριφορά του παιδιού του και είπε· «Αλήθεια θαυμάζω εκείνον τον φιλόσοφο, επειδή τέτοια μαθήματα σου έμαθε σχετικά με τους γονείς· γιατί αυτά είναι τα ομορφότερα στολίδια των νέων».

Τό «μειράκιον» και η αγγλική... παντρειά!
Οι λέξεις και η ιστορία τους, δηλαδή η ετυμολογία τους και όχι μόνο, μαρτυρούν την μαγεία της ελληνικής γλώσσας, που έχει γονιμοποιήσει όλες τις ευρωπαϊκές.
Γιά το νεαρό της ηλικίας ενός ατόμου, χρησιμοποιούμε την λέξη «μειράκιον»

Η ετυμολογική ιστορία της λέξης έχει πολύ ενδιαφέρον. Όλοι ξέρουμε την λέξη «μοίρα». Λέμε:«Ήταν γραφτό από την μοίρα», ή «τον βρήκε η κακή μοίρα» κλπ. 
Αλλά τι είναι η μοίρα;
Είναι το μερίδιο της τύχης που αντιστοιχεί στον καθένα μας, από το ομηρικό ρήμα «μείρομαι»
Είναι η ειμαρμένη, που καθορίζει ο Θεός. 
Η λέξη έχει περάσει στην καθημερινή ζωή και έχει ευρεία χρήση. Λέμε: «Νόμιμος μοίρα» και εννοούμε το μειράδι, το μερτικό που μας ανήκει βάσει του νόμου από μία περιουσία συγγενικού προσώπου.
Αλλά και η μοίρα που χρησιμοποιούν οι ναυτικοί στις θαλασσινές τους πορείες, το ίδιο σημαίνει, αφού αντιστοιχεί σε μία υποδιαίρεση, σε ένα «μέρος» του κύκλου.
Όλοι βέβαια γνωρίζουμε τα παράγωγα του «μείρομαι», όπως μοίρασμα, μερίδιο, μέρισμα, μέριμνα, καταμερισμός, αμέριστος, μεροληπτικός κλπ.

Αλλά από πού κι ως πού ο «μείραξ», το «μειράκιον», κατάντησε να χαρακτηρίζει τον νέο άνθρωπο;
Πρέπει και πάλι να ανατρέξουμε στον παντογνώστη Όμηρο, ο οποίος έπλασε και τον εκτεταμένο τύπο του ρήματος «μείρομαι», καθώς έβλεπε ότι τα παιδάκια στο παιχνίδι τους διεκδικούσαν τα πάντα γιά τον εαυτό τους, όπως γίνεται και σήμερα, όπως θα γίνεται πάντα. 
Τα ήθελαν και τα θέλουν όλα δικά τους. Έτσι πλάστηκε το ρήμα «μειρακιάζομαι», που σημαίνει «παιδιαρίζω»
Και από το ρήμα αυτό προέκυψε τελικά η λέξη «μείραξ» και «μειράκιον».
Αλλά η πανάρχαια αυτή λέξη έχει και πολύ ενδιαφέρουσα συνέχεια. Όπως όλες οι λέξεις του Ομήρου, αρέσει και αυτή στους Ευρωπαίους. 
Έτσι οι Άγγλοι, όταν παντρεύονται μία γυναίκα, την θεωρούν κτήμα τους, όπως το «μειράκιον» τα παιχνίδια, και λένε I am married.
Οι Γάλλοι λένε με την σειρά τους λένε je suis marrie το παντρεύομαι και mari τον σύζυγο.
Οι Ιταλοί λένε marito τον σύζυγο, οι Ισπανοί maricon τον παντρεμένο και ούτω καθ' εξής.

Η γλωσσοπλασία όμως από το ομηρικό ρήμα «μείρομαι», «μειρακιάζω», δεν σταματά εδώ. 
Η «μοίρα» γίνεται και «μόρος» με την έννοια του θανάτου. 
Έτσι, το πεθαίνω στα γαλλικά γίνεται mourir, στα ισπανικά muerto, στα ιταλικά morto (που το λέμε κι εμείς εκ παλιννοστήσεως) κλπ.

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki