Ο σερ
Τζέημς Κόχραν Στήβενσον Ράνσιμαν (7 Ιουλίου 1903 – 1 Νοεμβρίου 2000) (αγγλικά: Sir James Cochran Stevenson Runciman), γνωστότερος ως σερ Στήβεν Ράνσιμαν, είναι ένας από τους γνωστότερους Άγγλους ιστορικούς. Πρόκειται πιθανότατα για τον γνωστότερο βυζαντινολόγο του 20ού αιώνα.

Γεννήθηκε στο Νορθούμπερλαντ στις 7 Ιουλίου 1903. Ο παππούς του ήταν Λόρδος Ράνσιμαν και ο πατέρας του ο υποκόμης Ράνσιμαν του Ντόξφορντ, ο ίδιος όμως ως δευτερότοκος γιος δεν κληρονόμησε κανέναν από τους οικογενειακούς τίτλους. Λέγεται ότι σε ηλικία 5 ετών μιλούσε και διάβαζε ελληνικά και λατινικά. Κατά τη διάρκεια των σπουδών και των μελετών του έμαθε αρκετές από τις δυτικές γλώσσες, καθώς και Αραβικά, Περσικά, Τουρκικά, εβραϊκά, συριακά, αρμενικά και γεωργιανά για τη μελέτη των πηγών της Μεσαιωνικής ιστορίας. Το 1921 εισήλθε στο Trinity College του Καίμπριτζ, για σπουδές στην Ιστορία. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του άρχισε να ταξιδεύει, εκμεταλλευόμενος την περιουσία που κληρονόμησε από τον παππού του. Το διάστημα 1942-1945 υπήρξε καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας και Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Χάρη στην έρευνα που έκανε την περίοδο αυτή στην Τουρκία δημοσίευσε το διάστημα 1951-1954 σε 3 τόμους το μνημειώδες έργο του για την Ιστορία των Σταυροφοριών. Στα χρόνια που ακολούθησαν δημοσίευσε πληθώρα έργων για την ιστορία του Βυζαντίου και των γειτόνων του, σε όλο το εύρος από τη Συρία μέχρι τη Σικελία. Στην προσωπική του ζωή ο Ράνσιμαν παρέμενε ένας παλιομοδίτης εκκεντρικός Άγγλος αριστοκράτης, που ασχολούνταν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό με τον αποκρυφισμό. Μνημειώδης είναι ο θαυμασμός που εξέφραζε για την Ορθοδοξία. Διατηρούσε επίσης στενές σχέσεις με τις κυριότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Ευρώπης. Λίγο καιρό πριν πεθάνει ασπάστηκε την Ορθοδοξία, βαπτιζόμενος στο Άγιο Όρος. Πέθανε στο Ράντγουέη του Γουώργουικσάιρ την 1η Νοεμβρίου 2000.
ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ Ο ΡΑΝΣΙΜΑΝ