Saturday, 9 November 2024

Το Σύνδρομο Εξουθένωσης (burnout) των Γονέων

Νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Clinical Psychological Science συμπεραίνει ότι το γονεϊκό burnout μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες. 
Σε δύο μακροχρόνιες μελέτες, αναλύθηκαν 918 και 822 συμμετέχοντες αντίστοιχα, οι οποίο συμπλήρωναν διαδικτυακές φόρμες κάθε χρόνο.

Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν ότι το γονεϊκό burnout έχει πολύ σοβαρότερες παρενέργειες απ’ ότι πιστεύαμε πριν. 
Το burnout συσχετίστηκε με ιδεασμό απόδρασης – η φαντασίωση που έχει ο γονέας να φύγει από το σπίτι και από ό,τι τον αγχώνει – όπως επίσης και συμπεριφορά παραμέλησης, αλλά επίσης και μια ιδιαίτερη κατηγορία «βίας» που περιελάμβανε λεκτική και ψυχολογική επιθετικότητα (όπως απειλές ή προσβολές), ακόμα και σωματική επιθετικότητα που κατευθυνόταν προς τα παιδιά. 
Το πιο αξιοπρόσεκτο στοιχείο των ερευνών ήταν ότι οι γονείς ήταν απολύτως ειλικρινείς.

Γιατί οι γονείς εμφανίζουν σύνδρομο εξουθένωσης;
Έχουμε μάθει κοινωνικά ότι οι γονείς δεν πρέπει και δεν μπορούν να βιώσουν burnout. Διδασκόμαστε ότι το να είσαι γονιός φέρνει μόνο συναισθήματα πληρότητας και ανταμοιβής. 
Ωστόσο, αυτός ο μύθος που έχει χτιστεί γύρω από την ανατροφή των παιδιών μπορεί να βλάψει τους γονείς.
Φανταστείτε ότι εργάζεστε για έναν τέτοιο εργοδότη: οι απαιτήσεις υπερβαίνουν την ικανότητά σας να ικανοποιήσετε, και τα standard για επιτυχία πάντα μεταβάλλονται, με έντονη συναισθηματική πίεση. 
Εργασίες χωρίς τέλος και κανένας σταθμός τερματισμού στο τέλος – οι τέλειες συνθήκες για burnout. 
Οι δάσκαλοι το βιώνουν. 
Οι νοσηλευτές το ίδιο. 
Αλλά το βέβαιο είναι πια πως και οι γονείς και χρειάζεται να μιλούν γι΄ αυτό.

Είναι πράγματι αλήθεια: τα παιδιά μας βασίζονται σε εμάς και είναι ουσιαστικά αβοήθητα χωρίς την παρουσία μας. 
Η σχέση με τους γονείς είναι κρίσιμης σημασίας για την ψυχολογική ανάπτυξή τους. Η προσκόλληση ή η παραμέληση μπορούν να αποβούν καταστροφικές για τον ψυχισμό τους. 
Γι’ αυτό και είναι τόσο ταμπού το να μιλάμε για την εξουθένωση των γονιών. Αλλά αν δεν μιλήσουμε γι’ αυτό, δεν θα μπορέσουμε και να το λύσουμε.
Το θέμα είναι ότι αν δεν έχουμε, δεν μπορούμε και να δώσουμε. Αν είμαστε αποσυνδεδεμένοι από τον εαυτό μας, δεν μπορούμε να προσφέρουμε τρυφερότητα και φροντίδα. 
Αν είμαστε υπό την πίεση του στρες, δεν μπορούμε πάντα να αποκρινόμαστε με υπομονή και να είμαστε και πρότυπα μίμησης. 
Και αφού είμαστε γονείς, είναι δική μας ευθύνη όταν αυτό συμβαίνει, όταν το burnout πλησιάζει, να φροντίζουμε πρώτα τον εαυτό μας.

Πηγές
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Τριχοτιλλομανία - Όταν το παιδί μαδάει τα μαλλάκια του / Small Children With Trichotillomania

Τριχοτιλλομανία είναι μια ψυχιατρική διαταραχή, που περιλαμβάνει το επαναλαμβανόμενο τράβηγμα της τρίχας, είτε από το κεφάλι, τις βλεφαρίδες, ή από τα χέρια. Προσφάτως καθορίστηκε ως μια διαταραχή ελέγχου παρόρμησης, αλλά υπάρχουν ακόμη ερωτήματα σχετικά με το πώς πρέπει να κατηγοριοποιηθεί. 
Κάποιες φορές μοιάζει με ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, με εθισμό ή με ένα τικ. Τα τελευταία χρόνια άρχισε να θεωρείται ως μέλος των σωματοκεντρικών επαναλαμβανόμενων συνηθειών, όπως είναι το δάγκωμα των νυχιών.
Η έναρξη της τριχοτιλλομανίας εμφανίζεται συνήθως μεταξύ 9 και 13 ετών, αν και μπορεί να ξεκινήσει σε οποιαδήποτε ηλικία. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα κορίτσια τραβάνε πολύ πιο συχνά τα μαλλιά τους, σε σχέση με τα αγόρια και αυτό συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή. Η πορεία της διαταραχής θεωρείται χρόνια, με συμπτώματα που τείνουν να φθίνουν με την πάροδο του χρόνου. 
Ο αντίκτυπος όσο αφορά την υγεία, στα παιδιά που παρουσιάζουν τριχοτιλλομανία, είναι σημαντικός, γιατί μπορεί να παρατηρηθούν κνησμός, βλάβη των ιστών, μολύνσεις και τραυματισμοί λόγω των επαναλαμβανόμενων κινήσεων. Επιπλέον, όσα παιδιά τραβάνε τα μαλλιά τους και τρώνε ένα τμήμα τους, μπορεί να εμφανίσουν γαστρεντερική δυσφορία ή να αναπτύξουν μια μπάλα από τρίχες στο έντερο ή το στομάχι, 
η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε γαστρεντερική απόφραξη και να χρειαστεί χειρουργική αφαίρεση. Αν και αυτό το φαινόμενο είναι σπάνιο, δεν παύει όμως να αποτελεί κίνδυνο για τα παιδιά που τραβάνε τα μαλλιά τους.
Τα παιδιά που παρουσιάζουν αυτή τη συμπεριφορά, εκτός ότι αισθάνονται μια συντριπτική επιθυμία να τραβάνε τα μαλλιά τους, μπορεί επίσης, να έχουν και άλλες ψυχαναγκαστικές συνήθειες, όπως το δάγκωμα των νυχιών ή το δέρμα. Ορισμένα έχουν και άλλα προβλήματα, όπως κατάθλιψη, άγχος, ή ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή (OCD). Επίσης, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι, οι συναισθηματικές επιπτώσεις της τριχοτιλλομανίας μπορεί να είναι σημαντικές. 
Γιατί αυτά τα παιδιά ενδέχεται να εμφανίσουν ντροπή, αμηχανία, και να αποφεύγουν ορισμένες δραστηριότητες. Επιπλέον, να σημειωθεί ότι, αυτές οι καταναγκαστικές συμπεριφορές, όπως η τριχοτιλλομανία, αφορούν συνήθως τη χημεία του εγκεφάλου και μπορεί να είναι γενετικές.

Συνήθως αυτά τα παιδιά χρειάζονται βοήθεια από ειδικούς, οι οποίοι θα τους δείξουν ειδικές τεχνικές συμπεριφοράς, που θα τα βοηθήσουν να αναγνωρίσουν τον λόγο που τραβάνε τα μαλλιά τους και πώς να το αποφύγουν. Αν ανησυχείτε ότι το παιδί σας παρουσιάζει αυτή τη συμπεριφορά, μιλήστε με έναν σχολικό σύμβουλο και με έναν γιατρό, ώστε να πάρετε τις κατάλληλες συμβουλές.

Τριχοτιλλομανία και στους μεγάλους
Η τριχοτιλλομανία είναι μια διαταραχή που πλέον εντάσσεται στις ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές, ενώ μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν διαταραχή παρόρμησης. Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της και πως εκδηλώνεται;
Χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενο τράβηγμα των μαλλιών ή τριχών από διάφορα μέρη του σώματος με αποτέλεσμα την απώλεια αυτών, που μπορεί να είναι σε ορατά ή μη σημεία του σώματος. Το άτομο κάνει διαρκώς προσπάθειες να μειώσει ή να σταματήσει τη συμπεριφορά αυτή, χωρίς όμως να τα καταφέρνει. Η συμπεριφορά του τραβήγματος προκαλεί συναισθήματα δυσφορίας και έκπτωση ως προς τη λειτουργικότητά του στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή κάποιο άλλο τομέα. 
Το τράβηγμα και η απώλεια των μαλλιών δεν οφείλεται σε ιατρική κατάσταση ή σε κάποια άλλη ψυχιατρική διαταραχή (DSM-5). Οι περιοχές από τις οποίες το άτομο μπορεί να τραβάει τις τρίχες του πιο συχνά είναι τα μαλλιά του κεφαλιού, τα φρύδια, οι βλεφαρίδες, το πρόσωπο, τα χέρια, τα πόδια, οι μασχάλες ή το εφηβαίο. Επίσης, μπορεί να τραβά τις τρίχες από άλλους ανθρώπους, ή από κούκλες, κατοικίδια ζώα και υλικά με τρίχες, όπως είναι τα χαλιά (Franklin et al., 2008. Flessner et al., 2008).
Η ηλικία έναρξης της διαταραχής τοποθετείται στην παιδική ή εφηβική ηλικία, στις περισσότερες περιπτώσεις, ενώ μπορεί να διαρκέσει χρόνια παρουσιάζοντας εξάρσεις και υφέσεις. Κατά την παιδική ηλικία θεωρείται ότι γίνεται πιο έντονη στην ηλικία των 5-8 ετών και κατά την εφηβεία στην ηλικία των 13-14 ετών. Το κάθε επεισόδιο μπορεί να διαρκέσει από λίγα λεπτά έως λίγες ώρες της ημέρας (Christenson & Mansueto, 1999).
Η συμπεριφορά αυτή του ατόμου μπορεί να γίνεται με αυτόματο τρόπο, χωρίς να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής του ατόμου. Το άτομο δηλαδή εκείνη τη στιγμή έχει μειωμένη αίσθηση του υποκειμενικού ελέγχου. Ακόμη, μπορεί να εμφανίζεται σε καταστάσεις που το άτομο βιώνει έντονο άγχος και ψάχνει τρόπους εκτόνωσης. Όμως, μπορεί να πρόκειται για μια στοχευμένη πράξη, στην οποία το άτομο προχωρά για να μειώσει τα δυσάρεστα συναισθήματα έντασης ή διέγερσης που νιώθει ή να αντλήσει ικανοποίηση, ανακούφιση ή και ευχαρίστηση μέσα από αυτή την πράξη. Ενδέχεται να είναι κι ένας τρόπος να βγει το άτομο από την ανία που νιώθει κάποιες φορές, ένας τρόπος χαλάρωσης ή και ένας τρόπος να προκαλέσει ένα είδος διέγερσης στον εαυτό του (Flessner et al., 2008).
Το άτομο εκτός από το τράβηγμα των μαλλιών/ τριχών εμφανίζει ένα σύνολο από τελετουργικές συμπεριφορές που συνδέονται με την ενασχόλησή του με τις τρίχες, όπως χάιδεμα της τρίχας με τα χείλια, γλείψιμο ή μάσημα των τριχών ή κατάποση αυτών, τοποθέτηση των τριχών με συγκεκριμένο τρόπο ή στη σειρά, αναζήτηση συγκεκριμένων τριχών που δεν τις θεωρεί υγιείς και πρέπει να τις καταστρέψει, έντονο άγγιγμα, χτένισμα, στριφογύρισμα ή πιάσιμο των μαλλιών (Duke et al., 2010).
Οι επιπτώσεις της τριχοτιλλομανίας είναι εμφανείς σε σωματικό επίπεδο. Εκτός από την απώλεια των τριχών, καταστρέφεται ο θύλακας της τρίχας, επηρεάζοντας και τις καινούργιες τρίχες που θα βγουν, ενώ μπορεί να εμφανιστούν μολύνσεις ή ερεθισμοί στο δέρμα. Συνήθως, το άτομο προσπαθεί να κρύψει τη συμπεριφορά του από το περιβάλλον, καθώς νιώθει αμηχανία ή ντροπή για αυτή. 

Η τριχοτιλλομανία συνδέεται με αυξημένα επίπεδα κινητικότητας του ατόμου (Franklin et al., 2008), ενώ τα άτομα που πάσχουν από τριχοτιλλομανία θεωρείται ότι βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση διαταραχών διάθεσης ή διαπροσωπικών προβλημάτων. Ακόμη, παρουσιάζουν δυσκολίες ή αποφυγή εμπλοκής σε δημόσιες ή κοινωνικές δραστηριότητες, ενώ νιώθουν μη ελκυστικά, νιώθουν ντροπή και θλίψη, έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση ή τάσεις μυστικοπάθειας (Townsley Stemberger et al., 2000).
Στο πλαίσιο της θεραπείας, με τη χρήση γνωσιακής- συμπεριφορικής παρέμβασης, είναι σημαντικό το άτομο να αναγνωρίσει τα ερεθίσματα που συνδέονται με την επιθυμία ή με το τράβηγμα των τριχών, καταγράφοντας τα επεισόδια του τραβήγματος. Επίσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν υποκατάστατα για τη συνήθεια της κινητικής συμπεριφοράς του ατόμου, όπως μπαλάκι αντι-στρες και σφίξιμο της γροθιάς. Είναι σημαντικό να μειωθούν και τα επίπεδα άγχους του ατόμου, αλλά και να βρεθούν δραστηριότητες και πράγματα από τα οποία αντλεί ικανοποίηση και ευχαρίστηση το άτομο. Η γνωσιακή- συμπεριφορική θεραπευτική παρέμβαση έχει βρεθεί ότι είναι αποτελεσματική για την αντιμετώπιση της τριχοτιλλομανίας (Bloch et al., 2007).

Βιβλιογραφία

  • Bloch, M.H., Landeros- Weisenberger, A., Dombrowski, P., Kelmendi, B., Wegner, R., Nudel, J., Pittenger, C.,Leckman, J.F., & Coric, V. (2007). Systematic review: Pharmacological and behavioral treatment for trichotillomania. Biological Psychiatry, 62 (8), 839- 846.
  • Christenson, G.A., & Mansueto, C.S. (1999). Trichotillomania: Descriptive characteristics and phenomenology. In D.J., Stein, G.A. Christenson & E. Hollander (Eds.), Trichotillomania. American Psychiatric Press.
  • Duke, D.C., Keeley, M.L., Geffken, G.R., & Strorch, E.A. (2010). Trichotillomania: A current review. Clinical Psychology Review, 30 (2), 181- 193.
  • Flessner, C.A., Conelea, C.A., Woods, D.W., Franklin, M.E., Keuthen, N.J., & Cashin, S.E. (2008). Styles of pulling in trichotillomania: Exploring differences in symptom severity, phenomenology, and functional impact. Behaviour Research and Therapy, 46 (2), 345- 357.
  • Franklin, Μ.Ε., Flessener, C.A., Woods, D.W., Meuthen, N.J., Piacentini, J.C., Moore, P., Stein, D., Cohen, S.B., & Wilson, M.A. (2008). The child and adolescent trichotillomania impact project: Descriptive psychopathology, comorbidity, functional impairment, and treatment utilization. Journal of Developmental & Behavioral Pediatrics, 29 (6), 493- 500.
  • Townsley Stemberger, R.M., Thomas, A.M., Mansueto, C.S., & Gaardner Carter, J. (2000). Personal toll of trichotillomania: Behavioral and interpersonal sequelae. Journal of Anxiety Disorders, 14 (1), 97- 104.

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki