Monday 5 February 2007

Αντιμετωπίζοντας την κακοποίηση παιδιών

H κακοποίηση των παιδιών είναι ένα θέμα που αφορά όλους τους ενήλικες, όλους τους εργαζόμενους σε σχολεία, εκπαιδευτικούς κι άλλο προσωπικό.
Η κακοποίηση παιδιού μπορεί να οριστεί ως κάθε πράξη ή παράλειψη που καταλήγει να βλάψει ή να θέσει σε κίνδυνο φυσικής, συναισθηματικής ή σεξουαλικής φύσης, ένα ανήλικο παιδί, κάτω των 18 ετών.
Η κακοποίηση διαφέρει από την βία στο ότι είναι συνήθως κλιμακούμενη κι επαναλαμβανόμενη και συνυπάρχει με μια εξουσία, είτε σωματική είτε κοινωνική.
Οι πρόσφατες έρευνες του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού δείχνουν πως η κακοποίηση αφορά στην Ελλάδα περί τα 20.000 παιδιά ετησίως, από τα οποία το 6% χάνουν την ζωή τους και το 8% παθαίνουν κάποιας μορφής αναπηρία.
Λόγω της δουλειάς τους, οι άνθρωποι που εργάζονται σε σχολεία είναι σε θέση να εντοπίζουν περισσότερο από οποιονδήποτε διάφορες περιπτώσεις κακοποίησης.
Σύμφωνα με τον νόμο οι δημόσιοι λειτουργοί έχουν χρέος να διαχειριστούν την περίπτωση κακοποίησης, όταν την αντιληφθούν.Για πολλούς μαθητές που κακοποιούνται στο οικογενειακό περιβάλλον, το σχολείο αποτελεί τον ασφαλέστερο χώρο.
Όμως για μερικούς είναι και το ίδιο το σχολείο ο χώρος όπου υφίστανται την κακοποίηση, είτε από συνομήλικους, είτε από ενήλικους ή από παραλείψεις του συστήματος.
Πολλές φορές οι εκπαιδευτικοί και το προσωπικό των σχολείων γίνονται αποδέκτες παραπόνων των μαθητών που αναζητούν πάντα κάποιον ενήλικα για να τους βγάλει από την απελπισία τον φόβο και το αδιέξοδο. Η διαχείριση μιας περίπτωσης κακοποίησης δεν είναι ποτέ εύκολη υπόθεση.
Η καθοδήγηση ειδικευμένου ατόμου είναι απαραίτητη και πρέπει να υπάρχει εχεμύθεια και ευαισθησία σε κάθε χειρισμό.
Οι ιδέες που παρατίθενται παρακάτω έχουν σαν στόχο να εντοπίσουν κάποια σημεία που πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας, έτσι που να μπορούμε να είμαστε περισσότερη αποτελεσματικοί στην παροχή ασφαλούς περιβάλλοντος στους ανήλικους, για να μπορούν να ζουν και να αναπτύσσονται.
Η αποκάλυψη της κακοποίησης είναι μια τραυματική διαδικασία για το παιδί. Συνήθως αποδέκτης είναι ένας εκπαιδευτικός ο οποίος, ή μάλλον η οποία, γιατί συχνά είναι γυναίκα, υφίσταται επίσης μια τραυματική εμπειρία. Υπάρχουν περιπτώσεις που το παιδί δεν θα θέλει να ξαναμιλήσει, λόγω της οδύνης αυτής, γι’αυτό είναι σημαντικό να καταγράφεται αυτολεξεί η μαρτυρία του, ώστε ο ειδικός που θα κληθεί να βοηθήσει να έχει την πιστότερη εικόνα. Καθώς υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί η μαρτυρία αυτή σε δικαστήριο ή εισαγγελική αρχή, είναι χρήσιμο η μαρτυρία όπως καταγράφεται να έχει ημερομηνία και υπογραφή και να φυλάσσεται, έτσι ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως η πρώτη μαρτυρία.
Τα παρακάτω σημεία βοηθούν στην λήψη μιας μαρτυρίας:
  • Βρεθείτε με τον μαθητή σε ένα χώρο όπου μπορεί να μιλήσει άφοβα, χωρίς άλλα άτομα να ακούν ή να διακόπτουν.
  • Ακούστε προσεκτικά και δώστε όλο τον απαραίτητο χρόνο στο παιδί.
  • Ακούστε αυτά που έχει να σας πει προσεκτικά, με ερωτήσεις ανοιχτές,(πως, με ποιο τρόπο, κ.λ.π.) χωρίς να του βάζετε ιδέες,(μήπως έγινε κι αυτό, μήπως κι εκείνο).
  • Μην υποσχεθείτε ότι δεν θα το πείτε σε κανένα εάν σας το ζητήσει το παιδί, αντίθετα πέστε του ότι θα μιλήσετε μόνο σε αυτούς που μπορούν να βοηθήσουν, διότι είναι κάτι που θα χρειαστεί την παρέμβαση ειδικών.
  • Δεχθείτε ότι κι αν σας πει το παιδί, κάντε το να νοιώσει ότι το πιστεύετε. Ακόμα κι αν κάτι δεν είναι ακριβές, υπάρχει αιτία που περιγράφεται έτσι την οποία θα διαπιστώσετε ίσως αργότερα. Για παράδειγμα ένα άτομο μπορεί να περιγράφεται ως μεγαλύτερο από ότι είναι.
  • Δείξτε την συμπάθεια και την κατανόησή σας στον μαθητή χωρίς να εκφράζετε προσωπικές κρίσεις ή τα βαθύτερα δικά σας συναισθήματα, θα έχετε τον χρόνο αργότερα να διαχειριστείτε τον δικό σας πόνο , φόβο ή αγανάκτηση.
  • Ευχαριστήστε τον μαθητή για την εμπιστοσύνη που σας έδειξε και σας μίλησε και βεβαιώστε τον ότι το να σας μιλήσει ήταν το σωστότερο πράγμα που μπορούσε να κάνει, κι ότι θα προσπαθήσετε να βοηθήσετε.
  • Μιλήστε μόνο στον αρμόδιο που έχει ορίσει ο Σύλλογος για να ασχοληθεί με το θέμα, δηλαδή στον διευθυντή του σχολείου ή στον ψυχολόγο/ κοινωνικό λειτουργό και κρατείστε απόλυτη εχεμύθεια προς κάθε άλλη κατεύθυνση.
Εχεμύθεια αλλά και άμεση αντιμετώπιση: Η διαχείριση της κατάστασης πρέπει να είναι τέτοια που να μην θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του μαθητή. Η άμεση αντιμετώπιση είναι απαραίτητη όταν ο κίνδυνος είναι άμεσος. Παράλληλα πρέπει να αποφευχθεί κάθε διασπορά και γνωστοποίηση που δεν είναι άμεσα συνδεόμενη με την ασφάλεια του παιδιού, δηλαδή η διακριτικότητα και η εχεμύθεια έχουν μεγάλη σημασία.
Εάν οι ενδείξεις ή και η μαρτυρία του παιδιού αφορούν εμπλοκή γονέα ή μέλους της άμεσης οικογένειας στην κακοποίηση, τότε είναι πολύ επικίνδυνο να καλέσετε, ή να μιλήσετε με οποιονδήποτε τρόπο στον γονέα αυτό χωρίς την ενημέρωση ειδικού, διότι μπορεί να θέσετε σε άμεσο κίνδυνο το παιδί.Εάν η κακοποίηση προέρχεται από άλλο ανήλικο παιδί, τότε ο διευθυντής του σχολείου αποφασίζει ποιος εκπαιδευτικός ή ειδικευμένο άτομο, θα πάρει συνέντευξη από τον μαθητή που κατηγορείται, κι ανάλογα με την σοβαρότητα του περιστατικού θα το χειριστεί παιδαγωγικά. Εάν οι γονείς δεν είναι τα άτομα που φαίνονται να έχουν ανάμειξη, τότε πρέπει να ειδοποιηθούν άμεσα και να παρίστανται σε κάθε ιατρική ή άλλη εξέταση που θα χρειαστεί πιθανά να γίνει. Η διεύθυνση του σχολείου και ο Σύλλογος είναι υπεύθυνοι ώστε να έχει οριστεί για την διαμεσολάβηση ειδικευμένο άτομο. Εάν όμως κατηγορείται διευθυντής σχολείου για εμπλοκή , τότε πρέπει άμεσα να ενημερωθεί η προϊσταμένη εκπαιδευτική αρχή.
Η εισαγγελία ανηλίκων χρειάζεται να ειδοποιηθεί σε περίπτωση άμεσου κινδύνου.
Η αστυνομία ειδοποιείται επίσης μόνο στην περίπτωση που είναι αναγκαίο για την άμεση φυσική προστασία του παιδιού.
Εάν ο κίνδυνος δεν είναι άμεσος αλλά εμπλέκεται γονέας στην κακοποίηση, τότε θα πρέπει να αναζητηθεί στο οικογενειακό περιβάλλον αυτός ο ενήλικας που το παιδί εμπιστεύεται και ίσως ντρέπεται να του/ της μιλήσει και να γίνει μια άμεση επικοινωνία μαζί του/ της, κατά προτίμηση με την παρουσία ειδικού .
Η γραμμή ΣΟΣ ‘δίπλα σου’ για την οικογενειακή βία, έχει χειριστεί περιπτώσεις νεαρών θυμάτων που απειλούν να αυτοκτονήσουν ή έχουν ήδη κάνει τέτοια απόπειρα. Αυτές οι απειλές πρέπει πάντα να παίρνονται στα σοβαρά γιατί διαφορετικά αφήνουμε τους νέους να διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο.
Στις περιπτώσεις αυτές τα παιδιά δεν έχουν καλές σχέσεις με την οικογένεια, για λόγους που δεν βαρύνουν μόνο τους γονείς αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον, μπορεί δηλαδή τα παιδιά να ντρέπονται για την κοινωνική θέση των γονέων και αναζητώντας μια δική τους ταυτότητα να έχουν μείνει χωρίς φίλους και συμπαραστάτες, όπως στην περίπτωση μιας νεαρής εφήβου που δεν μιλούσε στον πατέρα της γιατί είχε κάνει φυλακή για οικονομικό πρόβλημα, κι είχε αποστασιοποιηθεί κι από την μητέρα της.
Η ενθάρρυνση από μέρους μας να νοιώσει κατανόηση για τον πατέρα της την βοήθησε πολύ και αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις τους, μειώνοντας ταυτόχρονα την ψυχολογική της εξάρτηση από τον φίλο της που την ωθούσε στην απελπισία. Χρειάζεται όμως πολύ συζήτηση κι υπομονή για να εντοπίζονται τα αίτια των τάσεων αυτοκτονίας και μόνο ειδικευμένα άτομα πρέπει να διαχειρίζονται και να επιβλέπουν τέτοιου είδους περιστατικά.
Περιστατικά βίας με την εμπλοκή ενός ή και των δύο γονιών ή μεγαλύτερων αδερφών είναι πολύ συνηθισμένα. Οι έρευνες δείχνουν ότι οι γονείς που κακοποιούν τα παιδιά τους νομίζουν πως όλοι οι γονείς κάνουν το ίδιο κι ότι παρά το γεγονός ότι δεν αλλάζει συμπεριφορά το παιδί στο μέτρο των προσδοκιών τους, όπως οι ίδιοι λένε σε ποσοστό 90%, συνεχίζουν την κακοποίηση. Επίσης έρευνα που έγινε στις φυλακές σε άτομα που έχουν καταδικαστεί για αποπλάνηση και σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, το 79% αυτών των ατόμων είναι συγγενείς ή στενοί οικογενειακοί φίλοι.
Η γραμμή ΣΟΣ παραπέμπει μικρά παιδιά σε κίνδυνο στην οργάνωση ‘χαμόγελο του παιδιού’ Αν εκεί δεν είναι δυνατή η διαχείριση ή εάν το παιδί δεν επιθυμεί να αποχωρήσει άμεσα από το περιβάλλον που ζει, τότε ακολουθούμε μια σειρά από άλλες στρατηγικές. Η συνήθης διαχείριση από την πλευρά της γραμμής ΣΟΣ είναι η ενθάρρυνση για αναζήτηση ατόμου μέσα στην οικογένεια από το ίδιο το παιδί, εφόσον όμως δεν υπάρχει κάποιος άμεσος κίνδυνος ώστε να πρέπει άμεσα να ειδοποιηθεί η αρμόδια εισαγγελική αρχή. Η έλλειψη υποστηρικτικών δομών, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Ενθαρρύνουμε λοιπόν το παιδί να αναζητήσει άτομο ενήλικο στο οποίο να μπορεί να εμπιστευτεί το πρόβλημά του, ώστε να το υποστηρίξει μαζί και με την δική μας συνδρομή, με το μικρότερο δυνατό ψυχολογικό για το παιδί κόστος. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιο άτομο στο οικογενειακό περιβάλλον αναζητούμε εκπαιδευτικό που να σταθεί δίπλα του, μαζί με την συνδρομή των νομικών μας συμβούλων και των εθελοντών ψυχολόγων, ή των τοπικών υπηρεσιών Κοινωνικής Πρόνοιας με τις οποίες , ανάλογα με την αμεσότητα και την περίπτωση επικοινωνούμε.

Οι χρωστικές ουσίες στα φαγητά και τα παιδιά

Οι χρωστικές ουσίες και άλλα συντηρητικά που προστίθενται στα φαγητά και σε πολλά είδη τροφίμων και ποτών προκαλούν ανησυχίες για παρενέργειες που έχουν στην υγεία μας.
Παρά το γεγονός ότι γίνονται έλεγχοι για την ασφάλεια των ουσιών αυτών, εντούτοις ο μεγάλος και συνεχώς αυξανόμενος αριθμός τους, το ανεξέλεγκτο της ποσότητας από την κάθε ουσία που προσλαμβάνει ο κάθε καταναλωτής από τη διατροφή του και τέλος η διαχρονική συσσωρευτική δράση τους, προκαλούν εύλογα ανησυχίες.
Για τους λόγους αυτούς συχνά τίθεται το θέμα απαγόρευσης τους ή τουλάχιστο του περιορισμού τους στο ελάχιστο αναγκαίο. Για τις χρωστικές ουσίες υπάρχουν φωνές που απαιτούν την πλήρη απαγόρευση τους.

 
Πράγματι οι χρωστικές ουσίες προστίθενται για σκοπούς εμφάνισης των τροφίμων και καλύτερης εμπορικής προώθησης τους. Επειδή λοιπόν δεν είναι πραγματικά απαραίτητες και επειδή υπάρχουν αμφιβολίες για την ασφάλειά τους, πολλοί ζητούν την πλήρη απαγόρευσή τους.
Το πρόβλημα είναι ακόμη πιο σοβαρό για τα παιδιά. Βρίσκονται σε μια πολύ ευαίσθητη περίοδο της σωματικής και ψυχοκινητικής τους ανάπτυξης και είναι άγνωστες όλες οι επιδράσεις των χρωστικών ουσιών στον τομέα αυτό.Παράλληλα δεν ξέρουμε μακροπρόθεσμα, ποιες θα είναι οι συνέπειες από τα αθροιστικά αποτελέσματα διάφορων προσθετικών ουσιών, χρωστικών ή συντηρητικών, που θα συσσωρεύονται στον οργανισμό των παιδιών διαχρονικά.

Σε ορισμένες χώρες σε σχολικά μενού απαγορεύτηκαν οι προσθετικές ουσίες στα φαγητά και άλλες τροφές των παιδιών. Η απαγόρευση αυτή βασίστηκε στο γεγονός ότι ορισμένες μελέτες έδειξαν ότι η αφαίρεση των προσθετικών ουσιών από τη διατροφή των παιδιών βελτιώνει τη συμπεριφορά και την απόδοσή τους.Τώρα μια νέα έρευνα από γιατρούς του πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον του Ηνωμένου Βασιλείου, έφερε στην επιφάνεια στοιχεία που συνηγορούν στο ότι οι χρωστικές ουσίες στη διατροφή αυξάνουν το πρόβλημα υπερκινητικότητας σε παιδιά ηλικίας τριών ετών.
Οι γιατροί με προοδευτικό, τυχαιοποιημένο τρόπο χώρισαν τα παιδιά σε ομάδες που έπαιρναν για διαφορετικά χρονικά διαστήματα ελεγμένη διατροφή με ή χωρίς χρωστικές ουσίες.

Οι γονείς τους δεν γνώριζαν κατά πόσο στα συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα η διατροφή των παιδιών τους, περιείχε ή όχι χρωστικές ουσίες. Με τον τρόπο αυτό η αξιολόγηση της συμπεριφοράς των παιδιών από τους ίδιους τους γονείς τους γινόταν με αντικειμενικό τρόπο. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι οι γονείς διαπίστωναν ότι όταν τα παιδιά τους έπαιρναν διατροφή χωρίς χρωστικές ουσίες είχαν μια πιο ήρεμη συμπεριφορά και είχαν λιγότερη υπερκινητικότητα.
 

Το πρόβλημα της υπερκινητικότηας ήταν αισθητά αυξημένο όταν στη διατροφή των παιδιών υπήρχαν χρωστικές ουσίες.Κατά την έρευνα τα παιδιά αξιολογούνταν και κλινικά από γιατρούς. Οι γιατροί στην αξιολόγηση τους δεν διαπίστωσαν διαφορές στα παιδιά.
Οι ερευνητές αποδίδουν την αντιφατική αυτή εκτίμηση στο γεγονός ότι οι γονείς είχαν μια πιο ολοκληρωμένη και συνεχή επαφή με τα παιδιά τους. Έτσι ήσαν σε καλύτερη θέση για να διαπιστώσουν αλλαγές στη συμπεριφορά των παιδιών τους παρά οι γιατροί που είχαν μόνο λίγο χρόνο για να αξιολογήσουν τα παιδιά.
Τα συμπεράσματα των ερευνητών συμπίπτουν με αυτά και άλλων ανάλογων μελετών που δείχνουν ότι τα προσθετικά στη διατροφή, χρωστικές ή συντηρητικές ουσίες, έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη συμπεριφορά των παιδιών μειώνοντας τη συγκέντρωση τους και αυξάνοντας την υπερκινητικότητα τους.
Το ερώτημα είναι, θα πρέπει τώρα οι χρωστικές ουσίες να αφαιρεθούν από τα φαγητά και άλλες τροφές;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Σίγουρα όλα τα προσθετικά στη διατροφή θα πρέπει να υποβάλλονται σε σχολαστικούς ελέγχους. Όμως όπως έχουμε επισημάνει, οι έλεγχοι αυτοί δεν μπορούν να καλύπτουν όλους τους κινδύνους.
Ήδη προγραμματίζονται μεγαλύτερες έρευνες και από άλλα κέντρα που στόχο έχουν να προσθέσουν και άλλα στις γνώσεις μας αναφορικά με τις παρενέργειες των χρωστικών ουσιών στη συμπεριφορά των παιδιών διαφόρων ηλικιών.
Είναι επιτακτικό να παρακολουθούμε την εξέλιξη του προβλήματος αυτού λόγω της έκτασης του και της σημασίας που έχει, ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία.
Εάν επιβεβαιωθούν τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να αφαιρεθούν από τη διατροφή οι χρωστικές ουσίες οι οποίες όπως έχουμε δει, έχουν κυρίως ρόλο στην εμφάνιση των προϊόντων και στην καλύτερη εμπορική προώθησή τους.
 

Βιβλιογραφία:
The effects of a double blind, placebo controlled, artificial food colourings and benzoate preservative challenge on hyperactivity in a general population sample of preschool children,
Archives of Disease in Childhood 2004; 89: 506-511

Συνήγορος του Παιδιού

«Ας βγάλουμε τη βία από τα σχολεία μας»

Κάλεσμα Του Συνηγόρου του Παιδιού με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς.
Στο ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς 2006-2007 ο Συνήγορος του Πολίτη, με την ιδιότητά του ως Συνήγορος του Παιδιού, καλεί μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς σε μια κοινή προσπάθεια, με στόχο την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας στα σχολεία.
Η βία είναι ένα σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο που συνδέεται με την ανισότητα, την αποξένωση, τις διακρίσεις, τη φτώχεια, τον αποκλεισμό, την κρίση στις οικογενειακές σχέσεις, το άγχος, τις συγκρουόμενες αξίες και διάφορα κοινωνικά προβλήματα. Η ανεπάρκεια των υπηρεσιών στήριξης, ιδίως των αδυνάτων, και η ελλιπής παιδεία δημοκρατίας και συνδιαλλαγής συντείνουν στην αναπαραγωγή της βίας.

Η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την προστασία των παιδιών από κάθε μορφή βίας. Θεσμοί και λειτουργοί της Πολιτείας έχουν υποχρέωση να μεσολαβούν για την προστασία κάθε παιδιού που βρίσκεται αντιμέτωπο με σωματική, λεκτική, ψυχολογική, σεξουαλική ή άλλης μορφής βία. Κρίσιμη είναι και η συμβολή όλων των πολιτών, ενηλίκων και ανηλίκων σε μια τέτοια προσπάθεια.

Ο Συνήγορος του Παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη του τις διαστάσεις που λαμβάνει η βία στα σχολεία —για την οποία ενημερώνεται μέσω αναφορών, από τα ίδια τα παιδιά που επισκέπτεται στα σχολεία και από υποθέσεις που έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη— θεωρεί ότι είναι απαραίτητο εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την θωράκιση των σχολικών κοινοτήτων από φαινόμενα βίας. Συγκεκριμένα, με αφορμή την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, καλεί όλα τα μέλη των σχολικών κοινοτήτων να συμβάλλουν ώστε:
  • Μέσα σε κάθε σχολική μονάδα και σε κάθε τάξη να αναπτύσσεται διαρκής διάλογος και να συμφωνούνται κανόνες για την ειρηνική συνύπαρξη και για την επίλυση των διαφορών.

  • Οποιεσδήποτε πράξεις βίας εκδηλώνονται μέσα ή έξω από το χώρο του σχολείου και έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία του ή στην αίσθηση ασφάλειας των μελών της σχολικής κοινότητας, να αντιμετωπίζονται μέσα από διαδικασίες συνδιαλλαγής και κατανόησης. Η επιβολή κυρώσεων πρέπει να είναι το έσχατο μέτρο που λαμβάνεται, αφού έχει προηγηθεί ο ανοικτός διάλογος, η υποστήριξη των εμπλεκόμενων μερών με σεβασμό στις ανάγκες τους και η αναζήτηση συμφωνιών που διευκολύνουν την καλή λειτουργία των ομάδων και των εκπαιδευτικών διαδικασιών.

  • Όταν ο χειρισμός συγκεκριμένων υποθέσεων ξεφεύγει από την αρμοδιότητα των εκπαιδευτικών, χρειάζεται να καλούνται οι γονείς και να αξιοποιούνται, μέσω των αρμοδίων υπηρεσιών, ειδικοί επαγγελματίες (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί κλπ) που Θα ανατρέξουν στα βαθύτερα αίτια συμπεριφορών και Θα προσφέρουν συμβουλευτική και υποστήριξη σε όσους την έχουν ανάγκη. Σε περιπτώσεις διαπίστωσης ενδοοικογενειακής βίας, υπάρχει μάλιστα υποχρέωση των εκπαιδευτικών να αναφέρονται στις αρμόδιες αρχές.

  • Η συμμετοχή των ίδιων των μαθητών στην επίλυση των συγκρούσεων και στην καταπολέμηση των φαινομένων βίας είναι απαραίτητη, και πρέπει να καλλιεργείται και να ενισχύεται από το εκπαιδευτικό σύστημα. Τα μέλη των μαθητικών κοινοτήτων μπορούν να αναδείξουν υπερασπιστές του δικαιώματός τους για μια δημοκρατική και ασφαλή σχολική ζωή.

Ο Συνήγορος του Πολίτη, ως Συνήγορος του Παιδιού, μπορεί να διαμεσολαβεί προς τις αρμόδιες αρχές, ύστερα από αίτημα των ενδιαφερομένων, σε κάθε περίπτωση που οι αρμόδιοι θεσμοί και λειτουργοί αδυνατούν να προστατεύσουν επαρκώς τα δικαιώματα των παιδιών για μια ειρηνική σχολική ζωή, που παράλληλα είναι και δικαίωμα των εκπαιδευτικών, των γονέων και όλης της κοινωνίας.

Με το Συνήγορο μπορούν να επικοινωνούν απ’ ευθείας οι ενδιαφερόμενοι ανήλικοι στην τηλεφωνική γραμμή χωρίς χρέωση 800 11 32000 και οι ενήλικοι στο τηλέφωνο 210 7289600.

Ο Συνήγορος του Παιδιού που λειτουργεί από το 2003 στο πλαίσιο της Ανεξάρτητης Αρχής Συνήγορος του Πολίτη, προσκαλεί μικρούς και μεγάλους να αναλάβουν δράση για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού. Το νέο ραδιοφωνικό μήνυμα της Αρχής, που ηχογραφήθηκε με τη συμμετοχή παιδιών και παίζεται ήδη σε ραδιοσταθμούς όλης της Ελλάδας, ύστερα από έγκριση του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, υπενθυμίζει στους πολίτες ότι «Τα παιδιά Έχουν Δικαιώματα» και ότι για περιπτώσεις παραβιάσεών τους μπορεί ο καθένας να απευθυνθεί στο Συνήγορο του Παιδιού, ζητώντας την παρέμβασή του με σκοπό τη λήψη μέτρων για την προστασία τους. Ανήλικοι μπορούν να επικοινωνούν με το Συνήγορο σε ειδική τηλεφωνική γραμμή χωρίς χρέωση (800 1132000) την οποία απαντούν ειδικευμένοι επιστήμονες που στελεχώνουν την Αρχή. Οι ενήλικες μπορούν να καλούν στην τηλεφωνική γραμμή του Συνηγόρου του Πολίτη (210 7289600). 

Δελτίο Τύπου 11.9.06
Περιοδικό «ΛΟΓΙΑ ΠΑΙΔΑΓΩΓΩΝ και… όχι μόνο», Τεύχος 5, ΙΟΥΛ - ΑΥΓ - ΣΕΠ 2006

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki