Tuesday 11 April 2023

Μεγάλη Τρίτη: Ο Χρήσιμος

Χαρίσματα έχει ο κάθε άνθρωπος, άλλος πολλά, άλλος λίγα. Ο κόσμος σήμερα τα λέει προσόντα. Είναι το κλειδί για τη επιτυχία του ανθρώπου.

    Χωρίς αυτά κανείς δεν μπορεί να εργαστεί, δεν μπορεί να ζήσει, δεν μπορεί να δημιουργήσει μια επιτυχημένη οικογένεια, να είναι ευυπόληπτος πολίτης στην κοινωνία. Και είναι αυτά τα χαρίσματα – προσόντα ενδεικτικά μόρφωσης του ανθρώπου, ενδεικτικά χαρακτήρα και συναισθηματικού κόσμου, ενδεικτικά νοημοσύνης, ενδεικτικά εξωτερικής εμφάνισης.

    Η πραγματικότητα σήμερα συνηγορεί υπέρ ενός χαρίσματος, αυτού του φαίνεσθαι. Αρκεί να φαίνεται ο άνθρωπος όμορφος, αρκεί να φαίνεται ο άνθρωπος δημαγωγός, αρκεί να φαίνεται τίμιος, αρκεί να φαίνεται ότι είναι κάτι. «Ό,τι δηλώσεις, είσαι», έλεγαν κάποτε. Η κοινωνία του έχειν όμως σήμερα έχει παραφράσει το αξίωμα και το έχει κάνει «Είμαι ό,τι φαίνομαι». Δεν έχει σημασία αν κανείς είναι και πραγματικά ό,τι φαίνεται. Αρκεί να φαίνεται.

    Από κει και πέρα θριαμβεύει ο χρήσιμος άνθρωπος. Αν κανείς μπορεί να προσφέρει υπηρεσίες στους ισχυρούς της κοινωνίας, αν κανείς μπορεί να υποκρίνεται τόσο θαυμάσια ώστε να μην αποκαλύπτει τα πραγματικά του χαρίσματα, αν κανείς δημιουργεί άλλη εικόνα για τον εαυτό του από ό,τι είναι, αλλά κυρίως αν κανείς δεν θίγει τα κακώς κείμενα της κοινωνίας, αν προβάλλει την συντήρηση και την υποταγή ως αξίωμα ζωής και πρότυπο στάσης, τότε είναι ο άνθρωπος που θα προχωρήσει στην κοινωνία.

    Ο χρήσιμος είναι το ιδανικό του σήμερα. Ακόμα και στην Εκκλησία το χρήσιμο Χριστό προτιμάμε. Αυτόν που μας βολεύει. Αυτόν που μας υπόσχεται χαρά και ευτυχία, έστω και στην άλλη ζωή, αυτόν που δεν μας αφήνει να αποφασίζουμε μόνοι μας, αλλά αποφασίζει πριν από μας για μας. Αυτόν που μας κάνει να ενδιαφερόμαστε μονάχα για ό,τι μας συμφέρει.

    Απέναντι στον χρήσιμο άνθρωπο του σήμερα, αποστεωμένο από αγάπη και προσφορά και ενταγμένο μέσα σ’ ένα ατέλειωτο παιχνίδι δημόσιων σχέσεων, υπάρχει ο άνθρωπος που δεν έχει προσόντα, αλλά χαρίσματα. Αυτός που έχει τάλαντα από το Θεό και τα προσφέρει από αγάπη στους άλλους. Αυτός που είναι άχρηστος για την νοοτροπία των πολλών, γιατί δεν συμβιβάζεται με την πνευματική ανελευθερία, με την μιζέρια του καταναλωτισμού, που δεν μπαίνει στο παιχνίδι του συμβιβασμού αξιών, ιδεών, τρόπου ζωής. Αυτός που ξέρει με τι τον έχει προικίσει ο Θεός και δεν τα κρατά για τον εαυτό του, ούτε τα θάβει στο χώμα της κακίας, των παθών , της με κάθε μέσο επιβίωσης, αλλά τα καρποφορεί με ταπείνωση, με επίγνωση και με πνεύμα διακονίας.

    Στον χρήσιμο Χριστό του κόσμου, αυτόν που βολεύει γιατί δεν έχει τη μάχαιρα της αγάπης, της προσφοράς και της θυσίας, αυτόν που δεν θίγει τα συμφέροντα των ισχυρών, η Εκκλησία αντιπαραθέτει τον «άχρηστο» Χριστό. Αυτόν που γονιμοποιεί τα χαρίσματα του καθενός, χαρίζει την ελευθερία και, κυρίως, δεν βολεύεται με την αμαρτία, την κάθε λογής. Αυτόν που δεν ζητά τυπικότητα, συμβιβασμό, υπηρεσίες, αλλά γνησιότητα, αγάπη και θυσία. Αυτόν που έρχεται να σταυρωθεί και να αναστηθεί, ως πράξη έσχατης ταπείνωσης και προσφοράς όλων Του των χαρισμάτων, Αυτόν που έρχεται να βάλει μάχαιρα και όχι βόλεψη. Τον δικό της, αληθινό Χριστό!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

dogma.gr

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Φράσεις που μπήκαν στην καθημερινότητά μας από τις Ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας.

Όπως γράφει στο άρθρο του «Οι ακολουθίες της Μεγ. Εβδομάδας και η επίδρασή τους στη νεοελληνική γλώσσα» ο Δημ. Λουκάτος:

Τα δώδεκα Ευαγγέλια και τα τροπάρια που ψάλλονται τη Μ. Εβδομάδα στην εκκλησία, έδωκαν στο λαό μας πολύ υλικό να πλουτίσει το λεξικό του. 

Είναι γνωστό πως ο κόσμος θέλει συχνά να λογιωτατίζει με αρχαϊκότερα ρητά, είτε για να στολίσει τις κουβέντες του, είτε για να τούς δώσει μεγαλύτερο κύρος. Και δανείζεται τότε λέξεις ή φράσεις ολόκληρες από κείμενα γνωστά, που έχουν πάρει κάποια επίσημη θέση στη συνείδησή του και που τα θεωρεί, χωρίς αμφιβολία, σοφά.

Ο λαός μας, ιδίως στα χρόνια της σκλαβιάς του, έζησε πολύ μέσα στο περιβάλλον της εκκλησίας και του εντυπώθηκε βαθιά κάθε τι που του διηγήθηκαν τα βιβλία της, τα Ευαγγέλια κι οι Υμνωδίες. 
.................
Μα σιγά-σιγά, οι ξένες αυτές έννοιες αφομοιώθηκαν κι έγιναν μέλη οργανικά της νεοελληνικής γλώσσας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας παρανόησης έχουμε στη φράση Περνάει ζωή χαρισάμενη, που τη λέγαμε παλιά, τώρα όλο και πιο σπάνια, για όποιον ζει ζωή ευτυχισμένη. Η φράση είναι από το δοξαστικό της Ανάστασης, «Χριστός ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις
εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». 
Ο λαός παρανόησε την έννοια της μετοχής «χαρισάμενος», τη σύνδεσε με τη «χαρά» και, αλλάζοντας το γένος, έπλασε το «ζωή χαρισάμενη», γεμάτη χαρά.

Μια άλλη παράδοξη χρήση έχουμε στη φράση του ενός ληστή προς τον Ιησού, «Μνήσθητί μου κύριε όταν έλθης εν τη βασιλεία σου», η οποία στο αρχικό κείμενο έχει ικετευτική σημασία αλλά εμείς χρησιμοποιούμε το πρώτο σκέλος της (Μνήσθητί μου Κύριε) σαν έκφραση αγανάκτησης, κατάπληξης ή έσχατης απορίας μπροστά σε κάτι παράλογο που μας συμβαίνει.

Από την αφήγηση για τη Μαρία Μαγδαληνή που πήγε στον τάφο και πρώτη «εώρακε τον Κύριον», σε συμφυρμό με τον ύμνο του Πάσχα «Προλαβούσαι τον όρθρον αι περί Μαριάμ», πλάστηκε η φράση «όποιος πρόλαβε τον Κύριον είδε», για κάτι που δεν επαρκεί για όλους, επομένως χρειάζεται ταχύτητα για να προφτάσει κάποιος να το αποκτήσει –ή για πρόσκαιρες ευεργετικές διατάξεις που πρέπει να σπεύσει κάποιος να επωφεληθεί πριν καταργηθούν.

Για κάποιον που έχει μείνει φτωχός, μόνος και αβοήθητος, λέμε ότι έμεινε «επί ξύλου κρεμάμενος». Η φράση προέρχεται από τον ύμνο της Μεγάλης Πέμπτης «Επί ξύλου, βλέπουσα, κρεμάμενον, Χριστέ, (…) η σέ ασπόρως τεκούσα εβόα πικρώς». Ξύλο βέβαια είναι ο σταυρός, και στην εδραίωση της φράσης συνέβαλε και ο πασίγνωστός ύμνος «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας». Ασφαλώς η εικόνα του εσταυρωμένου Ιησού, βασανισμένου, σχεδόν γυμνού, απαρνημένου, έρχεται στο νου πολλών όταν χρησιμοποιούν την έκφραση. (Στην έκφραση αυτή έχουμε αφιερώσει ειδικό άρθρο παλιότερα).

Από το ευαγγελικό «άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν» που φώναζε ο όχλος παρακινώντας τον Πιλάτο να σταυρώσει τον Ιησού πλάσαμε το επίρρημα «άρον άρον», με τη σημασία «βιαστικά, χωρίς προετοιμασία», ή «με τη βία, αναγκαστικά». 
Το αρχαίο άρον είναι προστακτική του αίρω (σηκώνω), ενώ από το τίμημα της προδοσίας του Ιούδα έμεινε η φράση «για τριάκοντα αργύρια», που τη λέμε για να χαρακτηρίσουμε την αμοιβή μιας πράξης που τη θεωρούμε προδοτική.

Για κάποιον που βασανίζεται στον λαβύρινθο της γραφειοκρατίας και τον παραπέμπουν από τον έναν αρμόδιο στον άλλον, λέμε ότι τον στέλνουν «από τον Άννα στον Καϊάφα». Αρχή της φράσης είναι η ευαγγελική διήγηση για την απαγωγή του Ιησού προς τον Άννα ο οποίος μετά τον παρέπεμψε στον αρχιερέα Καϊάφα («απέστειλεν ουν αυτόν ο Άννας δεδεμένον προς Καϊάφαν τον αρχιερέα».

Πολλές φορές, για να αποποιηθούμε με έμφαση την ευθύνη για κάτι, ιδίως όταν προσπαθήσουμε μάταια να πείσουμε κάποιον, ή για να δηλώσουμε ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχουμε σε κάτι, λέμε «νίπτω τας χείρας μου». Η φράση είναι παρμένη από το επεισόδιο με τον Πόντιο Πιλάτο, που το αφηγείται το Κατά Ματθαίον, αν και στο ευαγγελικό κείμενο δεν υπάρχει αυτούσια. 
Το σχετικό χωρίο είναι: λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας ἀπέναντι τοῦ ὄχλου, λέγων, Ἀθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε (Ματθ. 27.24). Στη λαϊκή χρήση υπήρχε παλιότερα το «νίβομαι κι απονίβομαι» (με ίδια έννοια όπως και το ‘νίπτω τας χείρας μου’) ενώ από το ίδιο χωρίο έχει επίσης περάσει στη λαϊκή γλώσσα το «ας όψεται» (ή «ας όψονται») για να δηλώσουμε τον υπεύθυνο ενός κακού (υπάρχει και τραγούδι του Καζαντζίδη, «Η καρδιά μου ας όψεται«).

Για να υπαινιχθούμε τον λόγο που μας ανάγκασε να αποφύγουμε κάτι ή και απλώς για να δείξουμε ότι έχουμε πάρει τα μέτρα μας για κάθε ενδεχόμενο, χρησιμοποιούμε κάποτε τη φράση «διά τον φόβο των Ιουδαίων». Κι αυτή έρχεται από το Ευαγγέλιο («ουδείς μέντοι παρρησία ελάλει περί αυτού διά τον φόβον των Ιουδαίων»), ενώ κι ένα ιδιόμελο της Μεγάλης Παρασκευής ξεκινάει με τη φράση αυτή.

Μια φράση που τη λέμε, συνήθως σε πιο λόγιο ύφος, όταν θέλουμε αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι κοπιαστικό, είναι «το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής». Την είπε ο Ιησούς προς τους μαθητές του στον κήπο της Γεθσημανής και τη χρησιμοποιούμε σχεδόν απαράλλαχτη και χωρίς αλλαγή σημασίας.

Στον εσπερινό της Μεγάλης Παρασκευής, ψάλλεται ένα τροπάριο με στίχους από τον Ψαλμό 103, «Σε τον αναβαλλόμενον το φως ώσπερ ιμάτιον» (εσένα, που τυλίγεσαι το φως σαν ρούχο, έξοχη ποίηση). Ίσως επειδή διαρκεί πολύ, έδωσε αφορμή για τη λαϊκή έκφραση «του έψαλε τον αναβαλλόμενο, που τη λέμε όταν επιπλήττουμε κάποιον αυστηρά και για πολλήν ώρα.

Για κάποιον που διαμαρτύρεται έντονα για μια απαράδεκτη κατάσταση, ή για την αθωότητά του, λέμε ότι διαρρηγνύει ή διέρρηξε τα ιμάτιά του. Η φράση από το Ευαγγέλιο, όπου ο αρχιερέας Καϊάδας «διέρρηξε τα ιμάτια αυτού» όταν άκουσε το, υποτίθεται βλάσφημο, «συ είπας» του Ιησού.

Τέλος, μια φράση που προσωπικά δεν την έχω ακούσει, αλλά που την καταγράφει ο Δ. Λουκάτος, δείχνει μια ενδιαφέρουσα παρανόηση. Λέμε καμιά φορά, λέει ο Λουκάτος, στους φίλους μας «Βλέπω, είσαι ζεστός και θερμαινόμενος». Η φράση είναι παρμένη από τα Ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης, που αναφέρουν πως «Ην δε Σίμων Πέτρος εστώς και θερμαινόμενος». Η μετοχή «εστώς» ήταν ακατανόητη για τον λαϊκό άνθρωπο, ενώ με την προσθήκη του αρχικού ζ μετατράπηκε σε κάτι εύλογο και κατανοητό!

Κι άλλες φράσεις έχουν μπει στη φρασεολογία μας από τις μεγαλοβδομαδιάτικες λειτουργίες, όπως και μεμονωμένες λέξεις (π.χ. κουστωδία, ήμαρτον, τετέλεσται). 
........
✚✚✚✚✚✚✚✚
Μπορεί το Πάσχα να απέχει μόνο μια… ανάσα, ωστόσο μια γρήγορη αναφορά σε φράσεις που όλοι χρησιμοποιούμε σχεδόν καθημερινά, αποδεικνύει ότι στην ελληνική παράδοση η Μεγάλη Εβδομάδα δεν «εγκλωβίζεται» χρονικά τις ημέρες των Παθών, αλλά διαχέεται μέσα από διάφορες Ευαγγελικές φράσεις στην καθημερινότητα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Από την Κυριακή των Βαΐων και την πανηγυρική είσοδο του Ιησού, στην Ιερουσαλήμ », διατηρούμε στην καθημερινότητα τη φράση «μετά βαΐων και κλάδων» ελάχιστα παραφρασμένη από το κείμενο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: «Τη επαύριον όχλος πολύς ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται Ιησούς εις Ιεροσόλυμα,
έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις απάντησιν αυτώ, και έκραζον ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ». Σήμερα, η παραπάνω έκφραση ταυτίζεται με τη θερμή, έως αποθεωτική, με όλες τις τιμές υποδοχή που γίνεται σε κάποιον.

Συχνά αναφερόμαστε στις «μωρές παρθένες», εννοώντας όσους παριστάνουν τους αθώους, ή σ΄εκείνους που έμειναν «εκτός νυμφώνος», δηλαδή βγήκαν από το «παιχνίδι» ή ακόμα στο γνωστό «ιδού ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός» εννοώντας την απρόσμενη έλευση κάποιου. 

Με τις φράσεις αυτέ πρέπει να γνωρίζουμε ότι αναπαράγουμε αποσπάσματα της παραβολής των δέκα παρθένων, που διέσωσε ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος και ακούμε τη Μεγάλη Τρίτη: «Μέσης δε νυκτός κραυγή γέγονεν’ ιδού ο νυμφίος έρχεται».

Τη Μεγάλη Τρίτη, ακούγεται και το μεγαλειώδες τροπάριο της Κασσιανής, ο πρώτος στίχος του οποίου «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…» χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα για να χαρακτηρίσει κάποιον ή κάποια που μετανοεί για λάθη και αμαρτίες που έχει πράξει, ζητώντας συγγνώμη και μία δεύτερη ευκαιρία.

«Πριν αλέκτορα φωνήσαι», θα με αρνηθείς τρεις φορές, θα πει στον Απόστολο Πέτρο ο Ιησούς στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου και θα δικαιωθεί μερικές ώρες μετά, όταν ο Πέτρος αρνείται τρεις φορές ότι τον γνωρίζει λέγοντας «ουκ οίδα αυτόν».
.......
Λίγο αργότερα ο Κύριος, σε μια προσωρινή στιγμή ανθρώπινης αδυναμίας μπροστά στο επερχόμενο μαρτύριο, θα πει: «Απέλθετω απ΄εμού το ποτήριον τούτο», έκφραση την οποία χρησιμοποιούμε ακόμα και σήμερα, όταν θέλουμε να αποφύγουμε σκληρές δοκιμασίες που θεωρούμε ότι δεν θα αντέξουμε.

«Μετά φανών και λαμπάδων» οδηγεί ο Ιούδας «…την σπείραν και εκ των αρχιερέων και των Φαρισαίων υπηρέτας» που συλλαμβάνουν τον Ιησού στο Όρος των Ελαιών. Το φιλί της προδοσίας, τα «τριάντα αργύρια» και το ίδιο το όνομα Ιούδας Ισκαριώτης αποτελούν διαχρονικά σύμβολα υποκρισίας, δολιότητας, αλλά, κυρίως, της απρόσμενης εκ των έσω προδοσίας.
.......
«Συ είπας», απαντά ο Ιησούς στην ειρωνική ερώτηση του ιερέα-δικαστή Του αν θεωρεί τον εαυτό Του Υιό του Θεού και ο Καϊάφας «διέρρηξε τα ιμάτιά του». Αυτή η φράση σήμερα σημαίνει ότι κάποιος κάνει το παν για να πείσει ότι έχει δίκιο ή κατηγορείται άδικα.
.....
Η κορύφωση του Θείου Δράματος με τη Σταύρωση μας προσφέρει άφθονο υλικό.
«Μη με σταυρώνεις» λέμε συχνά, μιλώντας για άσκοπη ταλαιπωρία, ενώ οι «σταυρωτήδες» που έβαλαν τα καρφιά στο σώμα του Χριστού, θεωρούνται διαχρονικά κοινωνικά απόκληροι.
.....
Η τελευταία φάση του Χριστού πάνω στο σταυρό «Πάτερ, άφες αυτοίς’ ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα ως απόλυτη έκφραση μεγαλοψυχίας και συγχώρεσης απέναντι σε όσους μας έχουν βλάψει, ενώ το «επί ξύλου κρεμάμενος» χαρακτηρίζει τον εκτεθειμένο και ανίσχυρο στα προβλήματα της ζωής άνθρωπο.
.....
Λέγοντας «έχουσιν γνώσιν οι φύλακες», αναπαράγουμε τμήμα κυριακάτικων ψαλμών της Αναστάσεως που αναφέρεται στη φύλαξη του Σώματος του Ιησού από τους Ρωμαίους στρατιώτες, αλλά εννοούμε ότι, παρότι δεν το διατυμπανίζουμε, γνωρίζουμε καλά τι συμβαίνει.

Το νόημα δε της φράσης «άπιστος Θωμάς» παραμένει αναλλοίωτο στο χρόνο, ενώ το «Ανάστα ο Κύριος» ταυτίζεται με τον έντονο θόρυβο και τη φασαρία.

«Έγινε της Αναλήψεως» λέμε όταν συμβαίνουν συνταρακτικά γεγονότα, ενώ, τέλος η κορυφαία λέξη που εμπεριέχει τη δικαίωση του Θείου Δράματος είναι αυτή της Αναστάσεως, που ταυτίζεται με τη λύτρωση, τη μεγάλη ψυχική χαρά και την απελευθέρωση από τα κάθε είδους δεσμά.
 

Μεγάλη Τρίτη σήμερα... Η Μεγάλη Μετάνοια

Ομιλία του Αγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου  εἰς τὸν φαρισαῖον καὶ εἰς τὴν πόρνην.


«Καὶ ἰδοὺ, γυνὴ ἐν τῇ πόλει, ἥτις ἦν ἁμαρτωλὸς, ἐπιγνοῦσα, ὅτι ἀνάκειται εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ φαρισαίου, λαβοῦσα ἀλάβαστρον μύρου πολυτίμου, καὶ στᾶσα ὀπίσω αὐτοῦ, ἤρξατο τοῖς δάκρυσιν βρέχειν αὐτοῦ τοὺς πόδας, καὶ ταῖς θριξὶν τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἐξέμασσεν, καὶ κατεφίλει τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἤλειφεν τῷ μύρῳ»
 
Αυτό το γεγονός η ποιήτρια Κασσιανή το έκαμε ένα από τα ωραιότερα και δημοφιλέστερα τροπάρια της Εκκλησίας μας.
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι, 
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,
τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος.

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki