«Όνειρα σταματημένα.. στόχοι ανύπαρκτοι... μοναδικός μου στόχος, ήταν η καταδίκη
του σιχαμένου βιαστή μου... με αυτή τη σκέψη κοιμόμουν και ξυπνούσα για χρόνια,
ώσπου έφτασε η μέρα της δίκης… μία μέρα που δεν ήξερα αν την επομένη θα συνέχιζα
να είμαι ζωντανή ή θα αυτοκτονούσα. Αυτή τη συμφωνία είχα κάνει με τον εαυτό
μου.. ή θα έβγαινα νικήτρια από την αίθουσα ή θα αυτοκτονούσα την επόμενη
στιγμή.
Ξημέρωσε και ξεκίνησα για το κακουργιοδικείο.
Μόλις έφτασα και μπήκα στην αίθουσα, ήταν εκεί αυτός... το ίδιο σιχαμένος όπως
τότε, με μόνη διαφορά, πως στο δικαστήριο φορούσε κουστούμι... προφανώς, γιατί
κανένας δε του έμαθε πως με ό,τι κι αν ντύσει το σώμα του, η ψυχή και το μυαλό
του παραμένουν το ίδιο βρώμικα και τρισάθλια… κι αυτό ήταν που έπρεπε να
αποδείξω... πως πίσω από αυτά τα ¨καλά¨ ρούχα, κρύβεται ένας δολοφόνος, ένας
διεστραμμένος βιαστής που με βίαζε επανειλημμένα για ώρες, ξεφτιλίζοντας με ως
γυναίκα-ως άνθρωπο και κατέστρεφε με αυτές του τις πράξεις τη ζωή και τα όνειρα
μου. Ήθελα να του χιμήξω, απ’ το μίσος που ένιωθα γι’ αυτόν... ήθελα να ουρλιάξω,
απ’ την απόγνωση για όσα μου κατέστρεψε.. ήθελα να ξεσπάσω σε λυγμούς, απ΄τον
φόβο για όσα θα διαδραματίζονταν εκεί μέσα. Τελικά, η λογική και η αξιοπρέπεια μου
υπερίσχυσαν των συναισθημάτων μου κρατώντας με ψυχρή και ανέκφραστη, πράγμα που
με βοήθησε πολύ στη συνέχεια.
Μετά από λίγα λεπτά, η έδρα ζήτησε να
πάω μπροστά.. καλούμουν να πω λεπτομερώς όλα όσα μου έκανε αυτός ο βρωμιάρης τότε...
κι αυτό έκανα... πήγα μπροστά και άρχισα να μιλάω με λεπτομέρειες, με
ανατριχιαστικές λεπτομέρειες.. μιλούσα και ένιωθα τα σιχαμένα χέρια του πάνω
μου.. μιλούσα και ένιωθα τα σιχαμένα χείλη του... μιλούσα και άκουγα την
αηδιαστική φωνή του στ’ αφτιά μου... μιλούσα με τέτοια συναισθηματική φόρτιση που
ένιωθα το σώμα μου να παραλύει... το κεφάλι μου να βουίζει και τα μάτια μου να
θολώνουν σε βαθμό λιποθυμίας. Όσο όμως και να ήθελα να φύγω εκείνη τη στιγμή
από κει μέσα, δε το έκανα, γιατί ΕΠΡΕΠΕ
αυτός ο βρωμιάρης να πληρώσει για ό,τι μου έκανε και να καταδικαστεί ώστε να μη κάνει αυτά που έκανε σε μένα και σε
άλλη κοπέλα-γυναίκα. Έβγαλα όλο τον πόνο της ψυχής μου και μετά πήραν θέση
οι δικηγόροι του. Ανθρωπάκια ανήθικα και εξευτελισμένα που μπροστά στο χρήμα,
μπαίνουν στη διαδικασία να υπερασπίζονται έναν βιαστή και βαφτίζουν μες το
ηλίθιο μυαλό τους τη πράξη αυτή ως ¨λειτούργημα¨. Προσπάθησαν λοιπόν, αρχικά με
το γάντι και υπογείως, με ερωτήσεις πονηρές και παραπλανητικές να με βγάλουν
ψεύτρα και ανήθικη, δίχως όμως αποτέλεσμα.
Ήρθε και η σειρά του αποβράσματος κι
όπως ήταν αναμενόμενο, για να γλιτώσει το τομάρι του, έλεγε τα άκρως αντίθετα
από τα δικά μου. Μέσα μου ούρλιαζα με αυτά που άκουγα, περίμενα όμως
υπομονετικά να τελειώσει όλη αυτή η κωμωδία, ώστε να πάρει τον λόγο η έδρα και
συγκεκριμένα ο εισαγγελέας (ο εισαγγελέας βγάζει πρώτος την απόφαση και στη
συνέχεια, τα υπόλοιπα μέλη συσκέπτονται ώστε να βγει η τελική). Μέσα σε λίγα
λεπτά, τελείωσε με την απολογία του αυτός.. δεν είχε άλλωστε να πει και πολλά,
είπε όλα όσα του υπέδειξαν οι δικηγόροι της δεκάρας και στη συνέχεια επέστρεψε
στη θέση του.
Μετά από λίγο, ήρθε η σειρά του εισαγγελέα…
η στιγμή που περίμενα χρόνια.. η στιγμή που θα με δικαίωνε ή θα με σκότωνε.. η
στιγμή που θα μου έδινε το εισιτήριο της ζωής ή το εισιτήριο του θανάτου!!! Από
όλη τη διαδικασία της δίκης αυτό ήταν το πιο δυνατό της σημείο και το πιο
κρίσιμο της ζωής μου. Ο εισαγγελέας μιλούσε, αλλά παρόλα αυτά δεν άκουγα
τίποτα.. προσπαθούσα να προετοιμάσω τον εαυτό μου για τα χειρότερα, ώσπου
τελικά, βγήκε από τα χείλη του η λέξη ΕΝΟΧΟΣ…
στο άκουσμα αυτής της λέξης, ένιωσα πως τη ζωή επιτέλους να μου χαμογελά μετά
από όλα αυτά που πέρασα.. συναισθήματα τόσο έντονα που δε πρόκειται να
ξανανιώσω ποτέ στη ζωή μου.. η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά από ευχαρίστηση,
που πίστευα πως ακούγεται σε όλη την αίθουσα.. ήθελα να ξεσπάσω σε κλάματα..
κλάματα χαράς και δικαίωσης... πριν
συμβεί όμως αυτό, ήρθε η απόλυτη λύτρωση καθώς άκουσα τον σιχαμένο να κλαίει.. όσο
άκουγα το κλάμα του, τόσο αγαλλίαζε η ψυχή μου.. όσο έβλεπα το αηδιαστικό του
πρόσωπο να σπάει από φόβο, τόσο φώτιζε το δικό μου από δικαίωση.. όσο έβλεπα τα
χέρια του να τρέμουν, τόσο ηρεμούσα.
Έτσι, ξεκίνησε και η δεύτερη κωμωδία..
η αγόρευση των δικηγόρων του, ώστε να πείσουν τα υπόλοιπα μέλη της έδρας πως ο
βρωμιάρης ήταν αθώος. Δυστυχώς γι’ αυτούς, ΔΕΝ
ζητούσα χρηματική αποζημίωση.. ζητούσα ΜΟΝΑΧΑ
την καταδίκη του για όσα μου έκανε. Τα χρήματα με άφηναν παγερά αδιάφορη..
εξάλλου, η δικαίωση και η βεβήλωση της ψυχής δε μετριέται και δε συγκρίνεται με
τον πλούτο όλου του κόσμου. Τα ανθρωπάκια αυτά λοιπόν, δε μπορούσαν να
ισχυριστούν πως κατήγγειλα τον ψεύτικο κατά την άποψη τους βιασμό μου, ώστε να
πάρω χρήματα, οπότε χρησιμοποίησαν άλλα μέσα, τα οποία δε με άγγιζαν... κάθε
άλλο, όσο τους άκουγα να με χαρακτηρίζουν ως αρπαχτικό, τόσο χαιρόμουν.. όσο
τους άκουγα να με λένε πόρνη πολυτελείας, τόσο ηρεμούσε η ψυχή μου… όσο τους
άκουγα να με λένε ανήθικη και πως έρχομαι σε σεξουαλική επαφή με κάθε αρσενικό,
τόσο πιο δυνατή ένιωθα.. και όλο αυτό γιατί? Γιατί αντιλαμβανόμουν τον φόβο και
τον πανικό τους για την τελική απόφαση, η οποία ήρθε μετά από λίγη ώρα να
ολοκληρώσει την όλη διαδικασία... ΕΝΟΧΟΣ
ήταν η λέξη που ακούστηκε για δεύτερη και τελευταία φορά!!!!
Βγήκα τελευταία από την αίθουσα... μόλις
έκλεισα τη πόρτα, άφησα τα πάντα πίσω
μου... όχι μόνο τις αναμνήσεις του βιασμού μου, αλλά κι όλα όσα δε με
γέμιζαν ή δε με χαρακτήριζαν ως άνθρωπο στη ζωή μου πριν απ’ αυτό... Η συνεδρίαση
έληξε... η νέα μου ζωή όμως, μόλις είχε ξεκινήσει!!!!!!!!!»
Βλάχου Βασιλική.
ΤΕΤΑΡΤΗ, 15 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2012
No comments:
Post a Comment