1) Η Κασσιανή ήταν μια σοφότατη από τα νεανικά της χρόνια αρχόντισσα, που έδειξε τη χριστιανική της σοφία στον διαξιφισμό με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, όταν ο τελευταίος διάλεγε νύφη, και η Κασσιανή είχε ορισθεί από την αυλή σαν μια από τις υποψήφιες. Ο Θεόφιλος της πέταξε το μισογύνικο πείραγμα: “Εκ γυναικός (της Εύας) ερρύη τα φαύλα".
Κοκκίνισε, λένε οι ιστορικοί, αλλά ούτε τα έχασε, ούτε υπολόγισε ότι θα έχανε το θρόνο, ούτε δέχθηκε να προδώσει την αλήθεια και το φύλο της. Και έδωσε μια απάντηση, καμπάνα θεολογίας, που έτρεψε σε φυγή την κακόδοξη ψυχή του Θεόφιλου: “Αλλά και δια γυναικός (της Θεοτόκου) πηγάζει τα κρείττω", του είπε, κάνοντας με τις επτά αυτές λέξεις περίληψη ολοκλήρου της χριστιανικής θεολογίας.
.
"Το τροπάριο της Κασσιανής":
«Και ιδού γυνή εν τη πόλει ήτις ην αμαρτωλός,
και επιγνούσα ότι ανάκειται εν τη οικία του Φαρισαίου,
κομίσασα αλάβαστρον μύρου και στάσα
οπίσω παρά τους πόδας αυτού κλαίουσα,
ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι
και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω».
"Το τροπάριο της Κασσιανής":
«Και ιδού γυνή εν τη πόλει ήτις ην αμαρτωλός,
και επιγνούσα ότι ανάκειται εν τη οικία του Φαρισαίου,
κομίσασα αλάβαστρον μύρου και στάσα
οπίσω παρά τους πόδας αυτού κλαίουσα,
ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι
και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω».
.
Αυτό το γεγονός η ποιήτρια Κασσιανή το έκαμε ένα από τα ωραιότερα και δημοφιλέστερα τροπάρια της Εκκλησίας μας.
Η γυναίκα έχει επίγνωση της αμαρτωλότητας της
και έμπρακτα δείχνει τη μετάνοιά της.
και έμπρακτα δείχνει τη μετάνοιά της.
Ο μαθητής, ο Ιούδας, διαμαρτύρεται για τη σπατάλη του πολύτιμου μύρου, που θα μπορούσαν, έτσι είπε, να το πουλήσουν και να δώσουν τα χρήματα στους φτωχούς.
Υποκρισία μεγάλη. Το ταμείο κρατούσε και τα χρήματα έκλεβε.
Η γυναίκα με την αυτογνωσία λυτρώθηκε.
Ο μαθητής, παρά το γεγονός ότι μαζί με τον Κύριο ζούσε,
ότι όλα τα χαρίσματα είχε,
ότι όλα τα είχε δει,
έγινε προδότης, χάθηκε.
Τα τάλαντα, τα δώρα,
τα χαρίσματα που του δόθηκαν,
τα πέταξε.
Τίποτε δεν εκτίμησε ο αχάριστος.
Καμιάν ευκαιρία δεν εκμεταλλεύτηκε, σαν το δούλο της παραβολής που θα ακούσουμε σήμερα. 2) Τα δραματικά λόγια του τροπαρίου της Κασσιανής δεν ήταν δυνατόν να μην μιλήσουν και στην περιπαθή και ευαίσθητη ψυχή του ποιητή Κ. Παλαμά, και στην «Ποιητική» και στο «Λυρισμό του εγώ» ο ίδιος θα σημειώσει:
«Ο ποιητής γνωρίζει, ζει με την αντίληψη και το πάθος, με το φόβο κάποιας ενθύμησης και με την απόγνωση κάποιας συμφοράς. Είναι κάτι σαν αμαρτία και σαν ξεπεσμός, σαν κατρακύλισμα, σαν εξορία, χαμός κάποιου παράδεισου που θα λογάριαζε πως της ήταν αρχικά της ζωής του γραμμένο να κατοικήσει, ένας εκτοπισμός απάνου σε μιαν άγονη πια κι αχάριστη γη. Τον τρώει το σαράκι. Η τύψις. Κάτι που δεν τον αφήνει να πατήσει ποτέ στέρεα. Μια φοβερή αδυναμία...»
«Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά
πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου.
Μα, ω Κύριε, πως η θεότης Σου μιλά,
μέσ’ στην καρδιά μου!
από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα
κι απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
σου φέρνω μύρα.
Οίστρος με σέρνει ακολασίας...Νυχτιά
σκοτάδι, αφέγγαρο, ανάστερο με ζώνει,
το σκοτάδι της αμαρτίας, φωτιά
με καίει, με λιώνει.
τα υψώνεις νέφη, πάρε τα Έρωτά μου,
κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά
τα δάκρυά μου.
Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν
άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί
και σάρκα επήραν.
μου Εσύ, θα πέσω και θα στα φιλήσω
και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
θα στα σφουγγίσω.
της παράδεισος φως ν’ αντιχτυπάνε,
κι αλαφιασμένη κρύφτηκε...Πονώ,
σώσε, έλεος κάνε.
τ’ αξεδιάλυτα ποιός θα ξεδιαλύσει;
Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός!
Άβυσσο η κρίση».
3) ΤΑ ΤΑΛΑΝΤΑ
Η Μεγάλη Τρίτη είναι για την Εκκλησία αφορμή να θυμηθούμε την παραβολή των ταλάντων. Κάποιος άρχοντας πραγματοποιεί ένα μακρινό ταξίδι, και πριν φύγει μοιράζει στους δούλους του τμήματα από την περιουσία του. Στον ένα δίνει πέντε τάλαντα, στον άλλο δύο, στον τρίτο ένα. Μετά την επιστροφή του οι δούλοι του δίνουν λογαριασμό. Αυτός που πήρε πέντε τάλαντα, εργάστηκε και παραδίδει συνολικά δέκα, αυτό που πήρε δύο παραδίδει τέσσερα, ενώ αυτός που πήρε ένα, το επιστρέφει, διότι θεωρεί ότι ο κύριος του είναι σκληρός και θέλει να θερίσει εκεί που δεν έσπειρε. Τότε ο άρχοντας διατάσσει να του πάρουν το τάλαντο και να το δώσουν σ’ αυτόν που έχει τα δέκα και να τον τιμωρήσουν, αποκόπτοντάς τον ουσιαστικά από την κοινωνία με τους άλλους!
Στον οίκο του συναξαριού της ημέρας διαβάζουμε μια ενδιαφέρουσα φράση που απευθύνεται στον καθέναν από μας: “Το δοθέν σοι τάλαντον φιλοπόνως έργασαι”. Το χάρισμα, γιατί αυτό είναι το τάλαντο, που έχει ο καθένας μας, ας εργαστεί με φιλοπονία, με επιμέλεια και με προθυμία, να το αξιοποιήσει. Τα χαρίσματα είναι πολύτιμα δώρα του Θεού στον κάθε άνθρωπο και υπάρχουν, σ’ άλλον περισσότερα και σ’ άλλον λιγότερα, αλλά πάντως δίδονται σε όλους. Το ερώτημα είναι κατά πόσον αξιοποιούνται.
Συνήθως, οι άνθρωποι νιώθουν περήφανοι για τις ικανότητές τους. Είναι αλήθεια πως πολλοί αγωνίζονται σκληρά για να πετύχουν στη ζωή τους, όχι μόνο επαγγελματικά. Το καλό όνομα, η αποδοχή και η υπόληψη της κοινωνίας προς τα ανθρώπινα πρόσωπα, εξαιτίας της ηθικής τους συμπεριφοράς και της προσπάθειάς τους να είναι “καλοί καγαθοί”, αποτελούν σπουδαία κίνητρα στον αγώνα της ζωής. Ωστόσο, ταυτόχρονα με τις ικανότητες, εμφιλοχωρεί στον κόπο και μια εγωιστική διάθεση, η οποία καθιστά το χάρισμα όχι αφορμή προσφοράς και θυσίας, αλλά αφορμή υπερηφάνειας και μονομέρειας.
Ο πετυχημένος άνθρωπος συχνά θεωρεί τον εαυτό του φορέα τελειότητας. Το χάρισμα δεν γίνεται αφορμή ελευθερίας, προσφοράς, ενδιαφέροντος για τον άλλο, αλλά μόνο ικανοποίησης του συμφέροντος και της φιλοδοξίας, ενώ άλλοτε υπάρχει η αίσθηση της κτητικότητας, ότι το χάρισμα μας ανήκει και μπορούμε να το διαθέσουμε όπως εμείς θέλουμε. Γι’ αυτό κι όταν τα χαρίσματα αμφισβητούνται, θιγόμαστε ακόμη περισσότερο.
Η Εκκλησία προτείνει στον άνθρωπο να συνειδητοποιήσει πως ό,τι ξεχωριστό έχει, του δόθηκε από τον Θεό για να το καλλιεργήσει προς όφελος δικό του, αλλά κυρίως, προς όφελος των άλλων. Γι’ αυτό δεν δέχεται ούτε τον εγωιστικό εγκλωβισμό στην αυτάρκεια των χαρισμάτων, ούτε την χρήση τους προς δόξαν του έχοντος, αλλά την λειτουργία του χαρίσματος προς όφελος της κοινότητας, των πολλών, της σύναξης. Η Εκκλησία δεν θέλει τον άνθρωπο εγκλωβισμένο στον ατομισμό, αλλά ζητά από τον καθένα την κοινωνική συνείδηση και προσφορά που θα τον κάνει να ζει για τους άλλους, και τους άλλους να ζουν γι’ αυτόν!
Η εποχή μας είτε θεοποιεί τους χαρισματικούς ανθρώπους, εγκλωβίζοντάς τους στον εγωισμό και την κενοδοξία, είτε ισοπεδώνει τα χαρίσματα καθιστώντας τον άνθρωπο αριθμό στην απρόσωπη μάζα.
Αν η κοινωνία μας συνειδητοποιήσει πόσο σπουδαίο είναι τα χαρίσματα να ελευθερώνουν τον έχοντα, αλλά και τον κόσμο, μέσα από την σωστή χρήση τους και την προσφορά, αλλά κυρίως μέσα από την αναφορά στο Θεό, τότε μέσα από αυτή την υγιή ταπείνωση της σχέσης με το Θεό το τάλαντο θα αξιοποιηθεί φιλοπόνως. Και τότε πραγματικά, “θα εισέλθουμε εις την χαράν του Κυρίου μας”, δηλαδή στην κοινωνία της αγάπης και της προσφοράς, στην κοινωνία της ελευθερίας από την αυτάρκεια και τον εγωισμό...
No comments:
Post a Comment