Είναι Κυριακή και τα πιο πολλά είναι διαφορετικά. Μες στην εβδομάδα που πέρασε, είχα ένα σωρό ανακοινώσεις. Οι δικές μου δεν είναι δημοσιογραφικές, αλλά συνήθως σε παιδιά.
Παιδιά αυτών που είναι σε μια εντατική μονάδα, παιδιά που έχουν ένα γονιό που ασθενεί, παιδιά που έχουν ένα αδελφό ή αδελφή που είναι άρρωστοι με χρόνια συνήθως νοσήματα, παιδιά στα όποια πρέπει να πω βαριές πραγματικότητες.
Οι μεγάλοι, συνήθως τείνουν, σε κάποια θέματα, να νιώθουν μια τεράστια ανάγκη να «προστατεύουν ένα παιδί» από μια πραγματικότητα που στους ίδιους φαίνεται βαριά.
Και τείνουν να αφήσουν τα παιδιά που διαισθάνονται ή και παρατηρούν ή και άκουσαν, μέσα στην αμφιβολία, παίζοντας οι ίδιοι συνήθως ένα θέατρο. Εκεί το παιδί όχι μόνο νιώθει αποκλεισμένο από κάτι που η οικογένειά του ξέρει και που την αφορά, αλλά παρατηρεί στους μεγάλους και μιαν αλλαγή ρόλου, απότομη. Αλλαγή την οποία οι γονείς είναι πεπεισμένοι ότι δεν έχουν. Οι πληροφορίες που μου δίνουν τα παιδιά γι' αυτούς τους ρόλους και το πού και πώς αλλάζουν μάσκες οι ενήλικες είναι πολύτιμες.
Έτσι, μια πραγματικότητα άσχημη βάζει τα πλοκάμια της και στις σχέσεις μας, ακόμα και με τα ίδια μας τα παιδιά. Όπως για παράδειγμα μια 9χρονη πριν από λίγες ημέρες που χτυπιόταν να μην έρθει στον ψυχολόγο και μου το είπε πολύ ξεκάθαρα διότι θα έβαζα κι εγώ ένα καινούργιο χέρι στα ψέματα των τελευταίων έξι μηνών. Οι γονείς της για να την προστατέψουν δεν της έλεγαν ότι έχει καρκίνο, αλλά την έφερναν για θεραπείες.
Η μικρή με τον εξάχρονο αδελφό της άκουσαν με ενδιαφέρον την ενημέρωση και το τι είναι ο καρκίνος, αφού πρώτα η μικρή είπε στους γονείς της ότι δεν μίλα τόσους μήνες γιατί της λένε ψέματα επειδή θα πεθάνει. Κάτι που δεν θα γίνει, αλλά η ζημιά στη σχέση μπορούσε να παραμείνει τεράστια.
Παραδείγματα έχω δεκάδες και το τι έχω φτάσει να διερωτώμαι, είναι τι πραγματικά φοβούνται οι γονείς. Συχνά προφασίζονται ότι θα τους πληγώσουν ακόμα και όταν επιμένω να τους φέρουν, αλλά αλήθεια πιστεύω ότι δεν αντέχουν, από δικό τους φόβο οι ίδιοι, να συζητήσουν ένα τέτοιο θέμα.
Τα παιδιά κάνουν πολλές ερωτήσεις, και εύστοχες, και εκφράζονται συνήθως πιο ειλικρινά. Αυτά δεν συμβαίνουν στις σχέσεις παιδιών - γονέων μόνο όταν υπάρχει μια τραγωδία στην οικογένεια, αλλά και σε φάσεις άλλες, πιο ανώδυνες. Ένα παράδειγμα είναι η εξεταστική ή όταν φεύγουν από το σπίτι. Τους «πρήζουμε», όπως λένε, αλλά αν σταματήσουμε τη μουρμούρα και τα επαναληπτικά «πρόσεχε», «διάβασε», «τελείωνε», που χρόνια τώρα ανακαλύψαμε πως δεν δουλεύουν, τι θα πρέπει να κάνουμε; Πιστεύω ότι μια πραγματικότητα που φανερώνεται είναι αυτή των φόβων του γονέα.
Φοβάται να αποτύχει το παιδί του, φοβάται και τρέμει να πληγωθεί, να φανταστεί να το κοροϊδεύουμε, να είναι στο περιθώριο, να είναι αποτυχημένος, φοβάται να νιώθει πληγωμένος και να μην του έδωσε αρκετά. Φοβάται, επίσης, και τη δική του εικόνα προς τα έξω, και με τον εαυτό του φυσικά, την αποτυχία του σαν γονιού, το κοινωνικό, των άλλων τα παιδιά να είναι καλύτερα και να είναι ένας αποτυχημένος. Όταν μιλάμε στα παιδιά -και στους εφήβους- καλό είναι να διερωτόμαστε τι εμείς πραγματικά φοβόμαστε, τι εμάς μας τρομοκρατεί και να το επικοινωνούμε στο παιδί μας.
Να ξεχωρίζουμε ποιο είναι το δικό μας προσωπικό κομμάτι, το δικό μας τραύμα, το ρίσκο για τη δική μας εικόνα, την πιθανότητα να μην έχουμε εμείς, στις δικές μας επιλογές ζωής, κάνει το σωστότερο. Τα παιδιά καθρεφτίζουν πάρα πολύ καλά, πάρα πολλά συναισθηματικά μας κομμάτια, πολλές πληγές, πολλά ατέλειωτα, πολλές αμφιβολίες μας. Είναι καλοί κριτές και εύστοχοι συχνά. Ας δούμε, λοιπόν, τι φοβόμαστε πριν τους μιλάμε, το δικό μας το κομμάτι, στη δική μας ιστορία.
No comments:
Post a Comment