Η τέταρτη τάξη της Ντόνα έμοιαζε με
πολλές άλλες τάξεις που είχα δει στο παρελθόν. Οι μαθητές κάθονταν σε
πέντε σειρές θρανίων, με έξι θρανία κάθε σειρά. Η έδρα του δασκάλου ήταν
μπροστά κι έβλεπε προς τους μαθητές. Στον πίνακα ανακοινώσεων ήταν
γραμμένη η μαθητική εργασία. Από πολλές απόψεις φαινόταν ένα
συνηθισμένο, παραδοσιακό δημοτικό σχολείο.
Η Ντόνα ήταν παλιά δασκάλα σε μια μικρή
πόλη του Μίτσιγκαν και συμμετείχε εθελοντικά στο πανεθνικό πρόγραμμα
επιμόρφωσης του προσωπικού που είχα ξεκινήσει και προωθήσει εγώ ο ίδιος.
Η σχετική εκπαίδευση επικεντρωνόταν σε θέματα γλωσσικής έκφρασης που θα
έκαναν τους μαθητές να νιώθουν ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους και ν’
αναλαμβάνουν την ευθύνη της ζωής τους. Η δουλειά της Ντόνα ήταν να
παρευρίσκεται στα μαθήματα και να εποπτεύει την εφαρμογή των όσων
διδάσκονταν. Η δική μου δουλειά ήταν να επισκέπτομαι τις τάξεις και να
ενθαρρύνω την εφαρμογή.
Κάθισα σε μια άδεια θέση στο πίσω μέρος της τάξης και παρακολουθούσα. Τα παιδιά προσπαθούσαν να κάνουν αυτό που τους είχε ανατεθεί, να συμπληρώσουν μια σελίδα τετραδίου με διάφορες σκέψεις και ιδέες.
Η δεκάχρονη μαθήτρια που βρισκόταν δίπλα μου, γέμιζε
τη σελίδα της με τη φράση «Δεν Μπορώ».
«Δεν μπορώ να κλοτσήσω ψηλά την μπάλα του ποδοσφαίρου».
«Δεν μπορώ να κάνω διαίρεση με μεγαλύτερους από τριψήφιους αριθμούς».
«Δεν μπορώ να κερδίσω τη συμπάθεια της Ντέμπι».
Η σελίδα της είχε γεμίσει κατά το ήμισυ
και δεν έδειχνε πρόθεση να σταματήσει. Συνέχιζε να γράφει με
αποφασιστικότητα και επιμονή.
Περπάτησα κατά μήκος του διαδρόμου, ρίχνοντας ματιές στα γραφόμενα των
μαθητών. Έγραφαν όλοι προτάσεις που αναφέρονταν σε πράγματα που δεν
μπορούσαν να κάνουν.
«Δεν μπορώ να κάνω δέκα κάμψεις ».
«Δεν μπορώ να βάλω καλάθι από την αριστερή άκρη του γηπέδου».
«Δεν μπορώ να φάω μόνο ένα μπισκότο».
Η όλη ιστορία μου άναψε την περιέργεια
κι έτσι αποφάσισα να ρωτήσω τη δασκάλα τι συνέβαινε. Όταν την πλησίασα,
είδα πως κι αυτή ήταν απασχολημένη γράφοντας κάτι. Θεώρησα καλό να μην
τη διακόψω.
«Δεν μπορώ να πείσω τη μητέρα του Τζον να παρευρεθεί στη συνεδρίαση των δασκάλων».
«Δεν μπορώ να πείσω την κόρη μου να βάζει βενζίνη στο αυτοκίνητο».
«Δεν μπορώ να πείσω τον Άλαν να χρησιμοποιεί λόγια κι όχι τις γροθιές του».
Αφού ματαιώθηκε η προσπάθεια μου να μάθω γιατί οι μαθητές και η δασκάλα
ασχολούνταν με την αρνητική φράση “Δεν Μπορώ” κι όχι με τη θετική
“Μπορώ”, γύρισα στη θέση μου και συνέχισα να παρατηρώ και να περιμένω.
Οι μαθητές έγραφαν για αλλά δέκα λεπτά. Μερικοί γέμισαν μια σελίδα και
σταμάτησαν. Άλλοι άρχισαν να γράφουν σε δεύτερη.
«Συμπληρώστε την πρόταση που γράφετε και
σταματήστε», ήταν η εντολή που έδωσε η Ντόνα για να δηλώσει το τέλος
της συγκεκριμένης εργασίας. Μετά, τους είπε να διπλώσουν τις κόλλες τους
στη μέση και να τις φέρουν στην έδρα. Όταν οι μαθητές έφτασαν στην
έδρα, έβαλαν τις προτάσεις τους με τα “Δεν Μπορώ” σ’ ένα άδειο κουτί
παπουτσιών.
Όταν τελείωσαν όλα τα γραπτά των
μαθητών, η Ντόνα έβαλε και το δικό της. Έκλεισε το κουτί με το καπάκι
του, το έβαλε κάτω από τη μασχάλη της και βγαίνοντας από την αίθουσα
άρχισε να προχωρεί στο διάδρομο. Οι μαθητές ακολούθησαν τη δασκάλα τους
κι εγώ ακολούθησα τους μαθητές.
Στα μισά του διαδρόμου, η πομπή
σταμάτησε. Η Ντόνα μπήκε στο δωμάτιο του φύλακα, έψαξε εκεί λίγη ώρα και
μετά βγήκε μ’ ένα φτυάρι. Με το φτυάρι στο ένα χέρι και το κουτί των
παπουτσιών στο άλλο, οδήγησε τους μαθητές έξω από το σχολείο και τους
πήγε στην πιο απόμακρη γωνία της αυλής.
Εκεί άρχισαν να σκάβουν.
Επρόκειτο να θάψουν τα “Δεν Μπορώ” τους. Το σκάψιμο πήρε πάνω από δέκα λεπτά, γιατί οι περισσότεροι από τους μαθητές ήθελαν να σκάψουν κι αυτοί. Όταν ο λάκκος κόντευε να φτάσει το ένα μέτρο βάθος, το σκάψιμο σταμάτησε. Το κουτί με τα “Δεν Μπορώ”, τοποθετήθηκε στο βάθος του λάκκου και σκεπάστηκε γρήγορα με χώμα.
Τριάντα ένα δεκάχρονα και εντεκάχρονα παιδιά στάθηκαν γύρω από τον
φρεσκοσκαμμένο τάφο. Το καθένα απ’ αυτά είχε τουλάχιστον μια σελίδα με
“Δεν Μπορώ” στο κουτί που ήταν θαμμένο σ’ ένα μέτρο βάθος. Το ίδιο και η
δασκάλα τους.
Εκείνη τη στιγμή η Ντόνα είπε: «Αγόρια
και κορίτσια, παρακαλώ πιαστείτε χέρι χέρι και υποκλιθείτε». Οι μαθητές
υπάκουσαν. Σχημάτισαν αμέσως έναν κύκλο γύρω από τον τάφο με τα χέρια
τους ενωμένα. Χαμήλωσαν τα κεφάλια και περίμεναν. Η Ντόνα άρχισε να λέει
τον επικήδειο.
«Αγαπητοί φίλοι, συγκεντρωθήκαμε όλοι εδώ σήμερα για να τιμήσουμε τη
μνήμη του “Δεν Μπορώ”. Όσο βρισκόταν μαζί μας πάνω στη γη άγγιξε τη ζωή
του καθενός μας, μερικών πιο πολύ απ’ ότι άλλων. Το όνομα του, δυστυχώς,
έχει αναφερθεί σε κάθε δημόσιο κτίριο —σε σχολεία, σε δημαρχεία, στις
αίθουσες της Βουλής και, ναι, ακόμα και στο Προεδρικό Μέγαρο.
»Δώσαμε στο “Δεν Μπορώ” ένα τελευταίο
τόπο ανάπαυσης και μια ταφόπετρα με επιτύμβια επιγραφή. Μένουν ζωντανά
τ’ αδέρφια του: “Μπορώ”, “Θα το κάνω”, και “Ξεκινώ τώρα αμέσως”. Δεν
είναι τόσο πολύ γνωστά, όσο το διάσημο αδέρφι τους και σίγουρα δεν είναι
ακόμα τόσο δυνατά και ρωμαλέα. Ίσως κάποια μέρα, με τη δική σας
βοήθεια, να ασκήσουν μεγαλύτερη επίδραση στον κόσμο. Ας αναπαυτεί το
“Δεν Μπορώ” εν ειρήνη και όλοι οι παρόντες ας συνεχίσουν τη ζωή τους,
τραβώντας μπροστά χωρίς αυτό. Αμήν».
Καθώς παρακολουθούσα τον επικήδειο,
σκεφτόμουν ότι αυτά τα παιδιά δε θα ξεχνούσαν ποτέ αυτήν τη μέρα. Η
ενέργεια ήταν συμβολική, μια μεταφορά από τη ζωή. Ήταν μια εμπειρία που
θα έμενε στο συνειδητό και στο υποσυνείδητο τους για πάντα.
Η καταγραφή ενός αριθμού “Δεν Μπορώ”, η
ταφή και ο επικήδειος ήταν σπουδαία ενέργεια από μέρους της δασκάλας.
Και δεν τελείωσε ακόμα. Με το τέλος του επικήδειου πήγε τους μαθητές
πίσω στην τάξη όπου είχαν γιορτή.
Γιόρτασαν το θάνατο του “Δεν Μπορώ” με μπισκότα, ποπκόρν και χυμούς φρούτων. Ως μέρος της τελετουργίας, η Ντόνα έκοψε ένα μεγάλο κομμάτι χαρτί, απ’ αυτό που χρησιμοποιούν οι κρεοπώλες και το χρησιμοποίησε σαν ταφόπετρα. Έγραψε πάνω πάνω “Δεν Μπορώ” και στη μέση “Αναπαύσου Eν ειρήνη”. Μετά, πρόσθεσε την ημερομηνία στο κάτω μέρος.
Η χάρτινη ταφόπετρα έμεινε κρεμασμένη
στην τάξη της Ντόνα μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς. Στις σπάνιες
περιπτώσεις που ένας μαθητής ξεχνούσε κι έλεγε: “Δεν Μπορώ”, η Ντόνα
απλά έδειχνε το “Δεν Μπορώ” στη “χάρτινη ταφόπετρα”. Τότε ο μαθητής
θυμόταν πως το “Δεν Μπορώ” είχε πεθάνει κι άλλαζε διατύπωση της πρότασης
του.
Δεν ήμουν ένας από τους μαθητές της Ντόνα. Αυτή ήταν μαθήτρια μου. Εκείνη τη μέρα όμως, πήρα απ’ αυτήν ένα μάθημα που δε θα το ξεχάσω ποτέ.
Τώρα, χρόνια μετά, κάθε φορά που ακούω τη φράση “Δεν μπορώ”, έρχεται στο
νου μου εκείνη η κηδεία που έκαναν οι μαθητές της τετάρτης δημοτικού.
Όπως και οι μαθητές, έτσι κι εγώ, θυμάμαι πως το “Δεν μπορώ” είναι
νεκρό.
Chick Moorman
Απόσπασμα από το μπεστ σέλερ “Βάλσαμο για την ψυχή” Εκδόσεις Διόπτρα – enallaktikidrasi.com
Εξαιρετική η ανάρτηση με το καταπληκτικό κείμενο.Κι εγώ λοιπόν ''παλιά'' δασκάλα ( στα χρόνια μόνο κι όχι στο μυαλό) ,δειλά δειλά σας προτείνω να φυτέψετε το δέντρο του ''ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΜΠΟΡΩ'' πάνω από τον τάφο του ''δεν μπορώ''
ReplyDelete.
Την πιο γλυκειά μου καλημέρα και μια ζεστή αγκαλιά!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!