Monday 5 February 2007

Αντιμετωπίζοντας την κακοποίηση παιδιών

H κακοποίηση των παιδιών είναι ένα θέμα που αφορά όλους τους ενήλικες, όλους τους εργαζόμενους σε σχολεία, εκπαιδευτικούς κι άλλο προσωπικό.
Η κακοποίηση παιδιού μπορεί να οριστεί ως κάθε πράξη ή παράλειψη που καταλήγει να βλάψει ή να θέσει σε κίνδυνο φυσικής, συναισθηματικής ή σεξουαλικής φύσης, ένα ανήλικο παιδί, κάτω των 18 ετών.
Η κακοποίηση διαφέρει από την βία στο ότι είναι συνήθως κλιμακούμενη κι επαναλαμβανόμενη και συνυπάρχει με μια εξουσία, είτε σωματική είτε κοινωνική.
Οι πρόσφατες έρευνες του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού δείχνουν πως η κακοποίηση αφορά στην Ελλάδα περί τα 20.000 παιδιά ετησίως, από τα οποία το 6% χάνουν την ζωή τους και το 8% παθαίνουν κάποιας μορφής αναπηρία.
Λόγω της δουλειάς τους, οι άνθρωποι που εργάζονται σε σχολεία είναι σε θέση να εντοπίζουν περισσότερο από οποιονδήποτε διάφορες περιπτώσεις κακοποίησης.
Σύμφωνα με τον νόμο οι δημόσιοι λειτουργοί έχουν χρέος να διαχειριστούν την περίπτωση κακοποίησης, όταν την αντιληφθούν.Για πολλούς μαθητές που κακοποιούνται στο οικογενειακό περιβάλλον, το σχολείο αποτελεί τον ασφαλέστερο χώρο.
Όμως για μερικούς είναι και το ίδιο το σχολείο ο χώρος όπου υφίστανται την κακοποίηση, είτε από συνομήλικους, είτε από ενήλικους ή από παραλείψεις του συστήματος.
Πολλές φορές οι εκπαιδευτικοί και το προσωπικό των σχολείων γίνονται αποδέκτες παραπόνων των μαθητών που αναζητούν πάντα κάποιον ενήλικα για να τους βγάλει από την απελπισία τον φόβο και το αδιέξοδο. Η διαχείριση μιας περίπτωσης κακοποίησης δεν είναι ποτέ εύκολη υπόθεση.
Η καθοδήγηση ειδικευμένου ατόμου είναι απαραίτητη και πρέπει να υπάρχει εχεμύθεια και ευαισθησία σε κάθε χειρισμό.
Οι ιδέες που παρατίθενται παρακάτω έχουν σαν στόχο να εντοπίσουν κάποια σημεία που πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας, έτσι που να μπορούμε να είμαστε περισσότερη αποτελεσματικοί στην παροχή ασφαλούς περιβάλλοντος στους ανήλικους, για να μπορούν να ζουν και να αναπτύσσονται.
Η αποκάλυψη της κακοποίησης είναι μια τραυματική διαδικασία για το παιδί. Συνήθως αποδέκτης είναι ένας εκπαιδευτικός ο οποίος, ή μάλλον η οποία, γιατί συχνά είναι γυναίκα, υφίσταται επίσης μια τραυματική εμπειρία. Υπάρχουν περιπτώσεις που το παιδί δεν θα θέλει να ξαναμιλήσει, λόγω της οδύνης αυτής, γι’αυτό είναι σημαντικό να καταγράφεται αυτολεξεί η μαρτυρία του, ώστε ο ειδικός που θα κληθεί να βοηθήσει να έχει την πιστότερη εικόνα. Καθώς υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί η μαρτυρία αυτή σε δικαστήριο ή εισαγγελική αρχή, είναι χρήσιμο η μαρτυρία όπως καταγράφεται να έχει ημερομηνία και υπογραφή και να φυλάσσεται, έτσι ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως η πρώτη μαρτυρία.
Τα παρακάτω σημεία βοηθούν στην λήψη μιας μαρτυρίας:
  • Βρεθείτε με τον μαθητή σε ένα χώρο όπου μπορεί να μιλήσει άφοβα, χωρίς άλλα άτομα να ακούν ή να διακόπτουν.
  • Ακούστε προσεκτικά και δώστε όλο τον απαραίτητο χρόνο στο παιδί.
  • Ακούστε αυτά που έχει να σας πει προσεκτικά, με ερωτήσεις ανοιχτές,(πως, με ποιο τρόπο, κ.λ.π.) χωρίς να του βάζετε ιδέες,(μήπως έγινε κι αυτό, μήπως κι εκείνο).
  • Μην υποσχεθείτε ότι δεν θα το πείτε σε κανένα εάν σας το ζητήσει το παιδί, αντίθετα πέστε του ότι θα μιλήσετε μόνο σε αυτούς που μπορούν να βοηθήσουν, διότι είναι κάτι που θα χρειαστεί την παρέμβαση ειδικών.
  • Δεχθείτε ότι κι αν σας πει το παιδί, κάντε το να νοιώσει ότι το πιστεύετε. Ακόμα κι αν κάτι δεν είναι ακριβές, υπάρχει αιτία που περιγράφεται έτσι την οποία θα διαπιστώσετε ίσως αργότερα. Για παράδειγμα ένα άτομο μπορεί να περιγράφεται ως μεγαλύτερο από ότι είναι.
  • Δείξτε την συμπάθεια και την κατανόησή σας στον μαθητή χωρίς να εκφράζετε προσωπικές κρίσεις ή τα βαθύτερα δικά σας συναισθήματα, θα έχετε τον χρόνο αργότερα να διαχειριστείτε τον δικό σας πόνο , φόβο ή αγανάκτηση.
  • Ευχαριστήστε τον μαθητή για την εμπιστοσύνη που σας έδειξε και σας μίλησε και βεβαιώστε τον ότι το να σας μιλήσει ήταν το σωστότερο πράγμα που μπορούσε να κάνει, κι ότι θα προσπαθήσετε να βοηθήσετε.
  • Μιλήστε μόνο στον αρμόδιο που έχει ορίσει ο Σύλλογος για να ασχοληθεί με το θέμα, δηλαδή στον διευθυντή του σχολείου ή στον ψυχολόγο/ κοινωνικό λειτουργό και κρατείστε απόλυτη εχεμύθεια προς κάθε άλλη κατεύθυνση.
Εχεμύθεια αλλά και άμεση αντιμετώπιση: Η διαχείριση της κατάστασης πρέπει να είναι τέτοια που να μην θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του μαθητή. Η άμεση αντιμετώπιση είναι απαραίτητη όταν ο κίνδυνος είναι άμεσος. Παράλληλα πρέπει να αποφευχθεί κάθε διασπορά και γνωστοποίηση που δεν είναι άμεσα συνδεόμενη με την ασφάλεια του παιδιού, δηλαδή η διακριτικότητα και η εχεμύθεια έχουν μεγάλη σημασία.
Εάν οι ενδείξεις ή και η μαρτυρία του παιδιού αφορούν εμπλοκή γονέα ή μέλους της άμεσης οικογένειας στην κακοποίηση, τότε είναι πολύ επικίνδυνο να καλέσετε, ή να μιλήσετε με οποιονδήποτε τρόπο στον γονέα αυτό χωρίς την ενημέρωση ειδικού, διότι μπορεί να θέσετε σε άμεσο κίνδυνο το παιδί.Εάν η κακοποίηση προέρχεται από άλλο ανήλικο παιδί, τότε ο διευθυντής του σχολείου αποφασίζει ποιος εκπαιδευτικός ή ειδικευμένο άτομο, θα πάρει συνέντευξη από τον μαθητή που κατηγορείται, κι ανάλογα με την σοβαρότητα του περιστατικού θα το χειριστεί παιδαγωγικά. Εάν οι γονείς δεν είναι τα άτομα που φαίνονται να έχουν ανάμειξη, τότε πρέπει να ειδοποιηθούν άμεσα και να παρίστανται σε κάθε ιατρική ή άλλη εξέταση που θα χρειαστεί πιθανά να γίνει. Η διεύθυνση του σχολείου και ο Σύλλογος είναι υπεύθυνοι ώστε να έχει οριστεί για την διαμεσολάβηση ειδικευμένο άτομο. Εάν όμως κατηγορείται διευθυντής σχολείου για εμπλοκή , τότε πρέπει άμεσα να ενημερωθεί η προϊσταμένη εκπαιδευτική αρχή.
Η εισαγγελία ανηλίκων χρειάζεται να ειδοποιηθεί σε περίπτωση άμεσου κινδύνου.
Η αστυνομία ειδοποιείται επίσης μόνο στην περίπτωση που είναι αναγκαίο για την άμεση φυσική προστασία του παιδιού.
Εάν ο κίνδυνος δεν είναι άμεσος αλλά εμπλέκεται γονέας στην κακοποίηση, τότε θα πρέπει να αναζητηθεί στο οικογενειακό περιβάλλον αυτός ο ενήλικας που το παιδί εμπιστεύεται και ίσως ντρέπεται να του/ της μιλήσει και να γίνει μια άμεση επικοινωνία μαζί του/ της, κατά προτίμηση με την παρουσία ειδικού .
Η γραμμή ΣΟΣ ‘δίπλα σου’ για την οικογενειακή βία, έχει χειριστεί περιπτώσεις νεαρών θυμάτων που απειλούν να αυτοκτονήσουν ή έχουν ήδη κάνει τέτοια απόπειρα. Αυτές οι απειλές πρέπει πάντα να παίρνονται στα σοβαρά γιατί διαφορετικά αφήνουμε τους νέους να διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο.
Στις περιπτώσεις αυτές τα παιδιά δεν έχουν καλές σχέσεις με την οικογένεια, για λόγους που δεν βαρύνουν μόνο τους γονείς αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον, μπορεί δηλαδή τα παιδιά να ντρέπονται για την κοινωνική θέση των γονέων και αναζητώντας μια δική τους ταυτότητα να έχουν μείνει χωρίς φίλους και συμπαραστάτες, όπως στην περίπτωση μιας νεαρής εφήβου που δεν μιλούσε στον πατέρα της γιατί είχε κάνει φυλακή για οικονομικό πρόβλημα, κι είχε αποστασιοποιηθεί κι από την μητέρα της.
Η ενθάρρυνση από μέρους μας να νοιώσει κατανόηση για τον πατέρα της την βοήθησε πολύ και αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις τους, μειώνοντας ταυτόχρονα την ψυχολογική της εξάρτηση από τον φίλο της που την ωθούσε στην απελπισία. Χρειάζεται όμως πολύ συζήτηση κι υπομονή για να εντοπίζονται τα αίτια των τάσεων αυτοκτονίας και μόνο ειδικευμένα άτομα πρέπει να διαχειρίζονται και να επιβλέπουν τέτοιου είδους περιστατικά.
Περιστατικά βίας με την εμπλοκή ενός ή και των δύο γονιών ή μεγαλύτερων αδερφών είναι πολύ συνηθισμένα. Οι έρευνες δείχνουν ότι οι γονείς που κακοποιούν τα παιδιά τους νομίζουν πως όλοι οι γονείς κάνουν το ίδιο κι ότι παρά το γεγονός ότι δεν αλλάζει συμπεριφορά το παιδί στο μέτρο των προσδοκιών τους, όπως οι ίδιοι λένε σε ποσοστό 90%, συνεχίζουν την κακοποίηση. Επίσης έρευνα που έγινε στις φυλακές σε άτομα που έχουν καταδικαστεί για αποπλάνηση και σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, το 79% αυτών των ατόμων είναι συγγενείς ή στενοί οικογενειακοί φίλοι.
Η γραμμή ΣΟΣ παραπέμπει μικρά παιδιά σε κίνδυνο στην οργάνωση ‘χαμόγελο του παιδιού’ Αν εκεί δεν είναι δυνατή η διαχείριση ή εάν το παιδί δεν επιθυμεί να αποχωρήσει άμεσα από το περιβάλλον που ζει, τότε ακολουθούμε μια σειρά από άλλες στρατηγικές. Η συνήθης διαχείριση από την πλευρά της γραμμής ΣΟΣ είναι η ενθάρρυνση για αναζήτηση ατόμου μέσα στην οικογένεια από το ίδιο το παιδί, εφόσον όμως δεν υπάρχει κάποιος άμεσος κίνδυνος ώστε να πρέπει άμεσα να ειδοποιηθεί η αρμόδια εισαγγελική αρχή. Η έλλειψη υποστηρικτικών δομών, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Ενθαρρύνουμε λοιπόν το παιδί να αναζητήσει άτομο ενήλικο στο οποίο να μπορεί να εμπιστευτεί το πρόβλημά του, ώστε να το υποστηρίξει μαζί και με την δική μας συνδρομή, με το μικρότερο δυνατό ψυχολογικό για το παιδί κόστος. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιο άτομο στο οικογενειακό περιβάλλον αναζητούμε εκπαιδευτικό που να σταθεί δίπλα του, μαζί με την συνδρομή των νομικών μας συμβούλων και των εθελοντών ψυχολόγων, ή των τοπικών υπηρεσιών Κοινωνικής Πρόνοιας με τις οποίες , ανάλογα με την αμεσότητα και την περίπτωση επικοινωνούμε.

No comments:

Post a Comment

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki