Ο Ησίοδος είναι ο ποιητής που, σύμφωνα με μία αφήγηση που ήταν αρχαία και για τους αρχαίους ακόμα, ανταγωνίστηκε και νίκησε τον Όμηρο σε έναν διαγωνισμό ποίησης στην Χαλκίδα.
Ο Παυσανίας περιγράφει τον τρίποδα που κέρδισε ο ποιητής στον αγώνα αυτό και που στην εποχή (2ος αι. μ.Χ) του βρισκόταν ακόμα στο ιερό άλσος των Μουσών στον Ελικώνα, όπου ο Ησίοδος συνέθεσε το έργο του.
Ο αγώνας αυτός μπορεί να είναι πραγματικό γεγονός, αλλά είναι μάλλον απίθανο να έλαβε μέρος ο Όμηρος, εφόσον οι δύο ποιητές δεν είναι πιθανόν να έζησαν την ίδια εποχή.
Αν και ο Ηρόδοτος τον θεωρεί σύγχρονο του Ομήρου και τους τοποθετεί γύρω στο 850 π.Χ, οι υπόλοιποι αρχαίοι συγγραφείς συμφωνούν ότι ο Ησίοδος είναι μεταγενέστερος του Ομήρου. Το Πάριο Χρονικό τον τοποθετεί στα μέσα του 9ου αιώνα π.Χ, άποψη που δέχεται και ο Ρωμαίος Πλίνιος. Οι σύγχρονοι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Ησίοδος έζησε στα τέλη του 8ου ή στις αρχές του 7ου αι. π.Χ.
Ο Ησίοδος ήταν γεωργός και έζησε στην Άσκρα, μία αγροτική περιοχή κοντά στις Θεσπιές. Ο πατέρας του ήταν έμπορος από την Κύμη, αιολική αποικία στα παράλια της Μ. Ασίας και εγκαταστάθηκε στη Βοιωτία αναζητώντας καλύτερη τύχη. Όταν πέθανε, ο Ησίοδος ενεπλάκη σε δικαστικούς αγώνες με τον αδελφό του, τον Πέρση, ο οποίος κατόρθωσε να πάρει μεγαλύτερο μέρος από την πατρική περιουσία δωροδοκώντας τους δικαστές. Έχασε όμως την περιουσία του και επέστρεψε για να αρπάξει και αυτά που είχαν απομείνει στον αδελφό του, έτοιμος να χρησιμοποιήσει τις ίδιες ανέντιμες μεθόδους.
Σε αντίθεση με τον πατέρα της βιβλικής παραβολής που υποδέχεται με χαρά τον άσωτο γιο, ο Ησίοδος δεν είναι διατεθειμένος να χαρίσει στον επιπόλαιο και ανέντιμο αδελφό του την περιουσία του. Αντίθετα, προσπαθεί να τον νουθετήσει και τον προτρέπει να προκόψει με σκληρή και δίκαιη εργασία. Έτσι προέκυψε το διδακτικό έπος «Έργα και Ημέραι», που μαζί με τη «Θεογονία» και το «Ασπίς Ηρακλέους» αποτελούν τα δύο έργα του Ησιόδου που έφτασαν ως εμάς ολόκληρα, αν και η γνησιότητα του τελευταίου αμφισβητείται.
ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ
Πολλές από τις συμβουλές που δίνει ο ποιητής στον αδερφό του, διατηρούν την αξία τους 27 αιώνες μετά και το νόημά τους επιβίωσε μέσα από παροιμιώδεις εκφράσεις που χρησιμοποιούμε έως σήμερα.
Εργασία και προκοπή
(στίχοι 396-400, 413, 302, 311)
*«... εγώ όμως άλλα δεν θα σου δώσω ούτε θα σου δανείσω. Δούλευε, ανόητε Πέρση, τις δουλειές που όρισαν οι θεοί στους ανθρώπους, μήπως κάποτε βρεθείς με γυναίκα και παιδιά να ζητιανεύεις από τους γείτονες και αυτοί να μην σου δίνουν σημασία.»
* «... αυτός που αναβάλλει τη δουλειά με τις ζημιές παλεύει»
*«Η Πείνα είναι πάντοτε σύντροφος του τεμπέλη»
*«Καμιά δουλειά ντροπή δεν είναι, ντροπή είναι η τεμπελιά (ἔργον δ’ οὐδὲν ὄνειδος, ἀεργίῃ δὲ τ’ὄνειδος)»
Σήμερα λέμε: Κι αν πεινάει ο ακαμάτης, ψυχοπόνεση δεν έχει / Έκατσε η δουλειά στην πόρτα και κυνήγησε την φτώχεια /Δούλευε στα νιάτα σου να'χεις στα γηρατειά σου.
Ευγενής άμιλλα και κοινωνική ειρήνη
(11-36, 344-345,349-360)
Το άλλο μάθημα που πρέπει να πάρει ο Πέρσης είναι η αξία της καλής σχέσης με τους γείτονες και του δημιουργικού ανταγωνισμού. Πρώτ’ απ’ όλα πρέπει να μάθει να ξεχωρίζει τις δύο Έριδες.
Η πρώτη είναι ο φθόνος, που ποτέ δεν βγαίνει σε καλό. Σε κάνει αργόσχολο, γκρινιάρη και καταστροφικό
*«... και ζητώντας καυγάδες να κάθεσαι ν' ακούς στην αγορά. Γιατί λίγο τον νοιάζουν οι τσακωμοί και η αγορά εκείνον που δεν έχει βιος να βγάλει τη χρονιά, αυτό που δίνει η γη, τον σπόρο της Δήμητρας. Όταν αυτόν χορτάσεις, τότε πήγαινε να διεκδικήσεις καυγαδίζοντας την περιουσία του άλλου».
Η άλλη όμως είναι Έριδα δημιουργική και πηγάζει από τον θαυμασμό για τα επιτεύγματα του διπλανού.
*«... αυτή και τον άχρηστο ομοίως ξυπνάει για δουλειά. Γιατί λαχταράει κάποιος να δουλέψει, όταν βλέπει τον πλούσιο που οργώνει και φυτεύει και τακτοποιεί το σπιτικό του. Και ζηλεύει ο γείτονας τον γείτονα που σπεύδει να πλουτίσει. Αυτή είναι καλή Έριδα για τους ανθρώπους. Και μαλώνει ο κεραμέας με τον κεραμέα και ο μάστορας με τον μάστορα (κεραμεύς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων)...»
Αυτός ο υγιής ανταγωνισμός και η έλλειψη του φθόνου ευνοεί και τις ομαλές σχέσεις με τους γείτονες, που εξασφαλίζουν ειρηνική συμβίωση. Γιατί αν κάτι ασυνήθιστο συμβεί στον τόπο σου,
*«οι γείτονες θα τρέξουν άζωστοι κι οι συγγενείς ζωσμένοι (γείτονες ἄζωστοι ἔκιον, ζώσαντο δὲ πηοί)». Η έκφραση διασώθηκε ως παροιμία έως σήμερα: "Άζωστος τρέχει ο γείτονας κι ο συγγενής ζωσμένος"
*«Να μετράς καλά ό, τι παίρνεις από τον γείτονα και να το επιστρέφεις με το παραπάνω... στον γενναιόδωρο δίνει κι ο άλλος, στον τσιγκούνη δεν δίνει κανείς... και αυτός που δίνει με τη θέλησή του, ακόμα και αν δίνει πολλά, χαίρεται η ψυχή του. Αυτός όμως που ξεδιάντροπα αρπάζει, ακόμα κι αν πάρει λίγα, του παγώνει η καρδιά».
Οι μεγαλύτεροι θα θυμούνται πως μέχρι πριν μερικά χρόνια, όταν μία νοικοκυρά δανειζόταν κάτι από τη γειτόνισσα, το επέστρεφε παραπανίσιο, ξεχειλίζοντας το ποτήρι ή το πιάτο μέχρι επάνω.
Οικονομία
(368-369, 361-362)
Ακόμα και αν αποκτήσεις περιουσία δεν πρέπει να αμελείς την ορθή διαχείριση πριν σε βρει η συμφορά.
*«Να χορταίνεις όταν το πιθάρι αρχίζει και όταν τελειώνει. Στη μέση κρατήσου. Κακομοιριά είναι η οικονομία στον πάτο.»
*«Γιατί αν βάλεις λίγο πάνω στα λίγο και το κάνεις αυτό συχνά, γρήγορα θα γίνει πολύ» ή όπως λέμε σήμερα "Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι".
Δικαιοσύνη και Διαφθορά
(276, 287 -292, 352, 266, 197-201)
*«... (ο Δίας) αυτόν τον νόμο έδωσε στους ανθρώπους: ενώ τα ζώα, τα ψάρια και τα πουλιά τρώνε το ένα τ’άλλο, επειδή δεν υπάρχει σε αυτά το δίκαιο, στους ανθρώπους έδωσε δικαιοσύνη, που είναι άριστη»
*«Την αχρειότητα μπορεί κανείς να την προσεγγίσει εύκολα και αγεληδόν. Γιατί υπάρχει κοντά και ο δρόμος προς αυτήν είναι ομαλός. Αλλά μπροστά στην αρετή οι αθάνατοι θεοί έβαλαν ιδρώτα και το μονοπάτι που οδηγεί σε αυτήν είναι τραχύ στην αρχή, μακρύ και ανηφορικό. Μα σαν φτάσεις στην κορυφή, ύστερα πλησιάζεται εύκολα και ας ήταν δύσκολη στην αρχή».
.......................................
*«Μην κερδίζεις με αχρείο τρόπο. Ζημιές είναι τα κακά κέρδη».
*«Από αυτά φυλαχτείτε, άρχοντες, και δικάζετε με ευθύτητα τις δίκες, δωροφάγοι, και τις στρεβλές αποφάσεις εγκαταλείψτε. Αυτός που ετοιμάζει κακό στον άλλον, χειρότερο κακό στον εαυτό του κάνει (...κακή βουλὴ τῷ βουλεύσαντι κακίστη)»
Ή αλλιώς, "όποιος σκάβει τον λάκκο του αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα".
Το τελευταίο απόσπασμα τονίζει την ματαιότητα της αδικίας. Σήμερα λέμε "το άδικο δεν ευλογείται" και " ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα".
Ο Ησίοδος εξηγεί πως όταν η αδικία και η απληστία γιγαντωθούν, τότε
*«στους αθάνατους θα πάνε, εγκαταλείποντας τους ανθρώπους η Αιδώς και η Νέμεσις. Και στους ανθρώπους θα μείνουν οι πικρές συμφορές και τίποτα δεν τους σώζει πλέον απ’ το κακό».
No comments:
Post a Comment