Saturday, 20 September 2014

«Ένα σακί μαλλιά» — Παντελής Καλιότσος

Σ' ένα νησί, όπου έρχεται να υπηρετήσει ένας νέος δάσκαλος, ο Βασίλης, εκτυλίσσονται ενδιαφέροντα γεγονότα. Οι κάτοικοι, χωρισμένοι σε δυο αντίπαλες παρατάξεις, δεν καταφέρνουν να φτιάξουν το λιμάνι. Αντίθετα, τα παιδιά μ' ένα συγκινητικό παράδειγμα ομόνοιας και αδελφοσύνης τους βάζουν, που λένε, τα γυαλιά: Έχοντας επικεφαλής το Γιωργαρέλο, ένα εφτάχρονο παιδί που όλοι το αποδέχονται, κουρεύονται γουλί —κι ο δάσκαλος μαζί—, για να συμπαρασταθούν στο Φάνη το συμμαθητή τους, που είχε χάσει πρόσκαιρα τα μαλλιά του από μια αρρώστια. Στο απόσπασμά μας θα παρακολουθήσουμε τη στιγμή όπου τα παιδιά κι ο δάσκαλος αποκαλύπτουν τα... κουρεμένα κεφάλια τους. Η κυρία Διονυσία που παρουσιάζεται στο κείμενο είναι η δασκάλα. Ο Κωστάκης Περγάμαλλης είναι ο κουρέας. Η Τζόυ είναι η μητέρα του Φάνη. Τα υπόλοιπα κύρια ή υποκοριστικά (παρατσούκλια) ονόματα ανήκουν σε μαθητές του σχολείου.
Ο δάσκαλος εξηγεί:
— Τους βλέπετε; Όλοι σχεδόν φοράνε καπέλο. Είναι γιατί κουρεύτηκαν με την ψιλή.
— Τιιι;
— Μάλιστα, καλά το ακούσατε. Δεν έμεινε τίποτα, γενική αποτρίχωση, θα 'λεγα, για να μην πω αποψίλωση*. Για να πάρετε μια ιδέα, δεν έχετε παρά να προσέξετε αυτά τα μικρά, τα ξεσκούφωτα. Να, για παράδειγμα, ο Θεμιστοκλής με το Σταυρονικήτα. Έχετε ξαναδεί τα κεφάλια τους έτσι γυμνά;
Η κυρία Διονυσία είχε μείνει άφωνη. Ψέλλισε* κάτι τέτοιο: «Όλοι... Τι σημαίνει αυτό; Δεν καταλαβαίνω...».
—   Μα ποιος τους είπε να κουρευτούν;
—   Κανείς. Κουρεύτηκαν με τη θέλησή τους.
—   Μνήσθητί μου, Κύριε*!... Γιατί, καλέ;
—   Γιατί σήμερα ξαναγυρίζει ο Φάνης σχολείο.
—   Ε, και λοιπόν; Τι σχέση έχει αυτό;
—   Μα δεν καταλαβαίνετε, κυρία Διονυσία; Από συμπαράσταση κουρεύτηκαν τα παιδιά...
Χρειάστηκε λίγα δευτερόλεπτα η γυναίκα για να μπει στο νόημα. Ο Βασίλης είδε αμέσως τα γουρλωμένα μάτια της ν' αλλάζουν έκφραση και να βουρκώνουν... Υποχώρησε βγαίνοντας έξω διακριτικά, την ώρα που ανοιγόκλεινε τα συρτάρια της, ότι τάχατες κάτι ψάχνει, μάλλον ένα μαντίλι για να σκουπίσει τα μάτια της.
* * *
Ήταν γραφτό για την κυρία Διονυσία να 'ναι γι' αυτή η μεγάλη μέρα συγκινήσεων και εκπλήξεων, με αποκορύφωμα το κεφάλι του δασκάλου, που θα το δει τώρα σε λίγο. Γενικά, όλος ο γυναικείος πληθυσμός του σχολείου άναυδος θα παρακολουθήσει μια εξαίσια παράσταση. Πολλά μάτια του γυναικείου πληθυσμού θα δακρύσουν.
Η Αποκάλυψη*, μ' άλλα λόγια (που, εξόν από το βαθύτερο νόημά της, σημαίνει και βγάλσιμο του καπέλου), έγινε με τον ακόλουθο τρόπο:
Ο αέρας κόπηκε ξαφνικά, λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι για μέσα. Οι τάξεις παρατάχθηκαν στη γραμμή, μπροστά στις σκάλες, για την πρωινή προσευχή. Φορούσαν όλοι καπέλα, που θα τα 'βγαζαν με το σύνθημα του δασκάλου τη στιγμή που θα 'φτανε ο Φάνης.
Τον έφερε αυτοκίνητο, που σταμάτησε έξω απ' την αυλόπορτα. Τον συνόδευε η Τζόυ. Προχώρησε δισταχτικά να πάρει τη θέση του. Είχε σηκωμένους τους γιακάδες του και φορούσε τη σκούφια του χωμένη ως τ' αυτιά.
Τότε ακριβώς δόθηκε το σύνθημα για την πρωινή προσευχή. Με μια απότομη κίνηση ο Βασίλης ο δάσκαλος έβγαλε το καπέλο του. Αμέσως και σαν ένας άνθρωπος τα παιδιά έβγαλαν τα δικά τους, που ήταν διαφόρων ειδών: Από τραγιάσκες, ρεπούμπλικες*, πλεκτές σκούφιες, καουμπόικα και στρατιωτικά, ίσαμε νάιλον κάλτσες...
Το θέαμα που παρουσιάστηκε ολομεμιάς κάτω απ' τον ήλιο ήταν όπως το χαρακτήρισε ο Κωστάκης Περγάμαλλης: μεγαλειώδες!
Κάπως έτσι θα το φαντάστηκε: σειρές από γυμνά κεφάλια, διαφόρων σχημάτων, με ξάστερα πρόσωπα (και μεγάλα αυτιά, φυσικά), να προσεύχονται ευλαβικά και παράφωνα και προπαντός αμέριμνα για το χάλι τους. Μόνο μια ερωτηματική ταραχή δημιουργήθηκε στα κορίτσια. Το ίδιο και στο Φάνη.
Τα πρώτα κεφάλια που αντιλήφθηκε ήταν τα δυο μπροστινά, που έτυχε ν' ανήκουν το ένα στον Καζανόβα και τ' άλλο στο Γιάννη το Λήσταρχο. Γυρίζει στο πλάι και βλέπει τον Αριστείδη. Γυρίζει πίσω του και βλέπει το Στρατηγό μ' ένα κεφάλι μακρόστενο σαν πεπόνι. Όλοι έκαναν τον αδιάφορο, σαν να μην τον είδαν.
Στην αρχή του φάνηκε ανεξήγητο. Κατάλαβε όταν πρόσεξε και όλα τ' άλλα κουρεμένα κεφάλια. Τα μάτια του έλαμψαν. Ένα πλατύ χαμόγελο φώτισε το πρόσωπο του. Κάνει μια απότομη κίνηση σαν να πετάει μακριά ένα βάρος και βγάζει κι αυτός τη σκούφια του.
Στο μεταξύ η κυρία Διονυσία, που είχε πανοραμική άποψη* απ' τις σκάλες, έπαιρνε μια νέα συγκίνηση, ακόμα πιο δυνατή: Ποτέ δεν την είδε και δεν την άκουσε έτσι την πρωινή προσευχή. Ένας κόμπος της έκλεισε το λαιμό. Δεν πρόλαβε όμως να εκδηλωθεί, γιατί προηγήθηκε μια νέα κατάπληξη: Καθώς αντιλήφθηκε πλάι το δάσκαλο να βγάζει το μαύρο καπέλο του, γυρίζει απότομα και αντικρίζει ένα τόσο αστείο κεφάλι, που σίγουρα θα γελούσε αν δεν ήταν έτοιμη να κλάψει.
Η Τζόυ, όμως, που τα είδε όλα απ' την αυλόπορτα, έκλαψε.
  • (η) αποψίλωση: ο καθαρισμός μιας περιοχής από κάθε είδους βλάστηση. Εδώ χρησιμοποιείται μεταφορικά για το κούρεμα 
  • ψέλλισε (ψελλίζω): είπε χαμηλόφωνα 
  • Μνήσθητί μου, Κύριε: Θυμήσου με, Κύριε! (Η φράση προέρχεται από το Ευαγγέλιο του Λουκά και χρησιμοποιείται για να δείξουμε την έκπληξή μας για κάτι)  
  • η Αποκάλυψη: Εννοεί την Αποκάλυψη που έγραψε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (με κεφαλαίο το άλφα). Με μικρά άλφα σημαίνει το βγάλσιμο του καπέλου 
  • (οι) ρεπούμπλικες (η ρεπούμπλικα): μαλακά καπέλα από καστόρι (δέρμα κάστορα) ή από άλλο ύφασμα 
  • είχε πανοραμική άποψη: έβλεπε τα πάντα από ψηλά, είχε σφαιρική εικόνα

Παντελής Καλιότσος 
(Αθήνα 1925)
Ασχολείται με την πεζογραφία. Τα βιβλία του, τόσο για τους μικρούς, όσο και για τους μεγάλους, έχουν ως θέμα την ειρήνη και τον πόλεμο, την ανάγκη για συναδέλφωση των λαών, τις ανθρώπινες σχέσεις, την παιδική ηλικία. Το γράψιμο του χαρακτηρίζεται από ρεαλισμό και ποιητικότητα. Μερικά από τα έργα του είναι: Τα ξύλινα σπαθιά, Πατέρας και γιος, Το ιζεντόρε και τ' αηδόνι (για παιδιά). Ο μεσαίος τοίχος, Τον αιώνα που ξύπνησε ο πηλός (για μεγάλους). 

ebooks                                      

No comments:

Post a Comment

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki