Η κωδωνόσχημη κούκλα που έδωσε την έμπνευση για τη δημιουργία του Φοίβου και της Αθηνάς (Αθήνα 2004)
Στην Ελλάδα του 5ου αιώνα π.Χ. τα παιδιά έως το έβδομο έτος της ηλικίας τους μεγάλωναν στο γυναικωνίτη, με τη φροντίδα της μητέρας, της τροφού και των δούλων· κατά το διάστημα αυτό διασκέδαζαν παίζοντας μεγάλη ποικιλία παιχνιδιών. Έπειτα, στη Σπάρτη, τα αγόρια τα αναλάμβανε εξ ολοκλήρου η πολιτεία και ξεκινούσε ουσιαστικά η στρατιωτική τους θητεία, η οποία τελείωνε στο εξηκοστό έτος της ηλικίας τους. Όσον αφορά τα κορίτσια, γυμνάζονταν επίσης εντατικά, έτσι ώστε να εξασφαλίσουν γερό σώμα και να αποκτήσουν υγιή παιδιά. Στην Αθήνα επίσης στην ίδια ηλικία άρχιζε η συστηματική πολύπλευρη εκπαίδευση των νεαρών υποψήφιων πολιτών, οι οποίοι στα δεκαοκτώ τους χρόνια θα γίνονταν επίσημα πολίτες, με δικαίωμα ψήφου και υποχρεώσεις. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι όταν γίνονταν έφηβοι, τα αγόρια αφιέρωναν τα παιδικά τους παιχνίδια σε μια ανδρική θεότητα, ως ένδειξη ότι αφήνουν πίσω την παιδικότητά τους και ενηλικιώνονται.
Θήλαστρο σε σχήμα γουρουνιού
Για τα ομαδικά λαϊκά παιχνίδια της αρχαιότητας έχουν γίνει σήμερα ελάχιστες συστηματικές έρευνες και μελέτες. Σε πολλές ωστόσο περιοχές της πατρίδας μας διατηρούνται ακόμα και σήμερα παιχνίδια, τα οποία παίζονταν στην αρχαιότητα.
Παιχνίδια της αρχαιότητας για τα μωρά ήταν τα «Σείστρα» (μεταλλικές κουδουνίστρες), τόπια, στεφάνια, σβούρες και βέργες.
Ως τα επτά του χρόνια, όπως αναφέραμε, το παιδί μεγαλώνει στο γυναικωνίτη μαζί με τις γυναίκες. Με συντροφιά άλλα παιδιά διασκεδάζουν παίζοντας ποικίλα ομαδικά παιχνίδια. Η «Χαλκή Μυία» ήταν ένα από αυτά, που δεν είναι άλλο από τη σημερινή «τυφλόμυγα». Οι κανόνες του παιχνιδιού ήταν οι εξής: έδεναν με ένα μαντίλι τα μάτια ενός παιδιού και αυτό έλεγε «χάλκινη μύγα θα κυνηγήσω»· τότε οι άλλοι απαντούσαν «θα κυνηγήσεις μα δεν θα την πιάσεις», και τον χτυπούσαν με τις ζώνες τους μέχρι να πιάσει ένα παιδί. Αν έπιανε κάποιο, προσπαθούσε να το αναγνωρίσει και, αν το κατόρθωνε, εκείνο έπαιρνε τη θέση του.
Παιχνίδι με σφαίρα
Αρκετά διαδεδομένο παιχνίδι ήταν και η «Ακινητίνδα», που παίζεται και σήμερα με το όνομα «αγαλματάκια». Στην «Ακινητίνδα», οι παίχτες, μόλις δοθεί το σύνθημα, πρέπει να μείνουν ακίνητοι σε όποια στάση βρίσκονται. Η «Απόρραξις» ήταν επίσης ένα πολύ δημοφιλές παιχνίδι, που παιζόταν με την μπάλα (σφαίρα), φτιαγμένη από δέρματα ζώων. Συμμετείχαν σ’ αυτό δύο ή και περισσότερα άτομα. Κάθε παιδί έριχνε τη μπάλα στο έδαφός με δύναμη και μετρούσε πόσες φορές αυτή χτυπά κάτω. Νικητής ήταν αυτός που θα πετύχαινε τα πιο πολλά χτυπήματα της μπάλας στο έδαφος. Ένα ακόμη πολύ διάσημο παιχνίδι στην αρχαιότητα ήταν η «Μυΐνδα» ή αλλιώς «Φυγίνδα» ή «Αποδιδρασκίνδα», το οποίο αντιστοιχεί στο σημερινό «κρυφτό». Σκοπός του παιχνιδιού αυτού ήταν να τρέξει ο κρυμμένος στη «μάννα» και να φτύσει πριν το φύλακα.
Ένα άλλο παιχνίδι της αρχαιότητας ήταν η «Χυτρίνδα». Το παιχνίδι αυτό παιζόταν σύμφωνα με τους ιστορικούς με τον παρακάτω τρόπο: Ένας παίκτης καθόταν χάμω και παρίστανε τη χύτρα. Ένας άλλος παίκτης, στηρίζοντας το αριστερό του χέρι πάνω στον καθισμένο, έτρεχε γύρω-γύρω σαν φύλακας. Παράλληλα, οι άλλοι παίκτες προσπαθούσαν να αγγίξουν τη «χύτρα», χωρίς όμως να χτυπηθούν από το φύλακα. Το παιχνίδι αυτό είναι γνωστό στις μέρες μας στη Ζάκυνθο και τη Λέσβο με την ονομασία «γύρω-γύρω το ψητό» και διατηρείται στις μέρες μας απαράλλακτο. Επίσης, ένα πολύ διασκεδαστικό και συνάμα αστείο παιχνίδι ήταν ο «Ασκωλιασμός». Στην αρχαιότητα το παιχνίδι αυτό ήταν ένα είδος ακροβασίας και παιζόταν κατά κύριο λόγο στις γιορτές του Διονύσου. Τα παιδιά, τα οποία συμμετείχαν, ανέβαιναν με το ένα πόδι σε ένα φουσκωμένο ασκί αλειμμένο με λάδι και το καθένα φανέρωνε την επιδεξιότητά του στην ισορροπία και την ευλυγισία. Αλλά τις περισσότερες φορές έπεφτε κάτω, γεγονός που διασκέδαζε πολύ τα άλλα παιδιά, αδιάφορο αν το ίδιο θα γελούσαν και με αυτά, όταν σε λίγο που θ’ ανέβαιναν στο λαδωμένο ασκί πάθαιναν τα ίδια. Το παιχνίδι αυτό παίζεται ακόμα στις μέρες μας στην Ήπειρο, γνωστό ως «ασκί».
Το ομαδικό λαϊκό παιχνίδι έχει βαθιές ρίζες στην ιστορία του τόπου μας. Τα ομαδικά παιχνίδια, όπως αναφέρουν οι αρχαίοι συγγραφείς στα έργα τους, κατείχαν σημαντική θέση στην καθημερινή ζωή των προγόνων μας, οι οποίοι τα αντιμετώπιζαν όχι μόνο ως μέσο ψυχαγωγίας και ξεκούρασης, αλλά και ως μέσο διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Για αυτό το λόγο και τα καλλιέργησαν, αναπτύσσοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό τις διανοητικές τους ικανότητες. Οι Έλληνες πρώτοι κατανόησαν την παιδαγωγική αξία των ομαδικών παιχνιδιών. Πίστευαν ότι με το ομαδικό παιχνίδι πραγματοποιείται η τελειοποίηση του ανθρωπίνου όντος και γι’ αυτό το είχαν εντάξει στο πρόγραμμα αγωγής των παιδιών.
Σείστρο (πήλινη κουδουνίστρα)Στην Ελλάδα του 5ου αιώνα π.Χ. τα παιδιά έως το έβδομο έτος της ηλικίας τους μεγάλωναν στο γυναικωνίτη, με τη φροντίδα της μητέρας, της τροφού και των δούλων· κατά το διάστημα αυτό διασκέδαζαν παίζοντας μεγάλη ποικιλία παιχνιδιών. Έπειτα, στη Σπάρτη, τα αγόρια τα αναλάμβανε εξ ολοκλήρου η πολιτεία και ξεκινούσε ουσιαστικά η στρατιωτική τους θητεία, η οποία τελείωνε στο εξηκοστό έτος της ηλικίας τους. Όσον αφορά τα κορίτσια, γυμνάζονταν επίσης εντατικά, έτσι ώστε να εξασφαλίσουν γερό σώμα και να αποκτήσουν υγιή παιδιά. Στην Αθήνα επίσης στην ίδια ηλικία άρχιζε η συστηματική πολύπλευρη εκπαίδευση των νεαρών υποψήφιων πολιτών, οι οποίοι στα δεκαοκτώ τους χρόνια θα γίνονταν επίσημα πολίτες, με δικαίωμα ψήφου και υποχρεώσεις. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι όταν γίνονταν έφηβοι, τα αγόρια αφιέρωναν τα παιδικά τους παιχνίδια σε μια ανδρική θεότητα, ως ένδειξη ότι αφήνουν πίσω την παιδικότητά τους και ενηλικιώνονται.
Θήλαστρο σε σχήμα γουρουνιού
Για τα ομαδικά λαϊκά παιχνίδια της αρχαιότητας έχουν γίνει σήμερα ελάχιστες συστηματικές έρευνες και μελέτες. Σε πολλές ωστόσο περιοχές της πατρίδας μας διατηρούνται ακόμα και σήμερα παιχνίδια, τα οποία παίζονταν στην αρχαιότητα.
Παιχνίδια της αρχαιότητας για τα μωρά ήταν τα «Σείστρα» (μεταλλικές κουδουνίστρες), τόπια, στεφάνια, σβούρες και βέργες.
Ως τα επτά του χρόνια, όπως αναφέραμε, το παιδί μεγαλώνει στο γυναικωνίτη μαζί με τις γυναίκες. Με συντροφιά άλλα παιδιά διασκεδάζουν παίζοντας ποικίλα ομαδικά παιχνίδια. Η «Χαλκή Μυία» ήταν ένα από αυτά, που δεν είναι άλλο από τη σημερινή «τυφλόμυγα». Οι κανόνες του παιχνιδιού ήταν οι εξής: έδεναν με ένα μαντίλι τα μάτια ενός παιδιού και αυτό έλεγε «χάλκινη μύγα θα κυνηγήσω»· τότε οι άλλοι απαντούσαν «θα κυνηγήσεις μα δεν θα την πιάσεις», και τον χτυπούσαν με τις ζώνες τους μέχρι να πιάσει ένα παιδί. Αν έπιανε κάποιο, προσπαθούσε να το αναγνωρίσει και, αν το κατόρθωνε, εκείνο έπαιρνε τη θέση του.
Παιχνίδι με σφαίρα
Αρκετά διαδεδομένο παιχνίδι ήταν και η «Ακινητίνδα», που παίζεται και σήμερα με το όνομα «αγαλματάκια». Στην «Ακινητίνδα», οι παίχτες, μόλις δοθεί το σύνθημα, πρέπει να μείνουν ακίνητοι σε όποια στάση βρίσκονται. Η «Απόρραξις» ήταν επίσης ένα πολύ δημοφιλές παιχνίδι, που παιζόταν με την μπάλα (σφαίρα), φτιαγμένη από δέρματα ζώων. Συμμετείχαν σ’ αυτό δύο ή και περισσότερα άτομα. Κάθε παιδί έριχνε τη μπάλα στο έδαφός με δύναμη και μετρούσε πόσες φορές αυτή χτυπά κάτω. Νικητής ήταν αυτός που θα πετύχαινε τα πιο πολλά χτυπήματα της μπάλας στο έδαφος. Ένα ακόμη πολύ διάσημο παιχνίδι στην αρχαιότητα ήταν η «Μυΐνδα» ή αλλιώς «Φυγίνδα» ή «Αποδιδρασκίνδα», το οποίο αντιστοιχεί στο σημερινό «κρυφτό». Σκοπός του παιχνιδιού αυτού ήταν να τρέξει ο κρυμμένος στη «μάννα» και να φτύσει πριν το φύλακα.
Ένα άλλο παιχνίδι της αρχαιότητας ήταν η «Χυτρίνδα». Το παιχνίδι αυτό παιζόταν σύμφωνα με τους ιστορικούς με τον παρακάτω τρόπο: Ένας παίκτης καθόταν χάμω και παρίστανε τη χύτρα. Ένας άλλος παίκτης, στηρίζοντας το αριστερό του χέρι πάνω στον καθισμένο, έτρεχε γύρω-γύρω σαν φύλακας. Παράλληλα, οι άλλοι παίκτες προσπαθούσαν να αγγίξουν τη «χύτρα», χωρίς όμως να χτυπηθούν από το φύλακα. Το παιχνίδι αυτό είναι γνωστό στις μέρες μας στη Ζάκυνθο και τη Λέσβο με την ονομασία «γύρω-γύρω το ψητό» και διατηρείται στις μέρες μας απαράλλακτο. Επίσης, ένα πολύ διασκεδαστικό και συνάμα αστείο παιχνίδι ήταν ο «Ασκωλιασμός». Στην αρχαιότητα το παιχνίδι αυτό ήταν ένα είδος ακροβασίας και παιζόταν κατά κύριο λόγο στις γιορτές του Διονύσου. Τα παιδιά, τα οποία συμμετείχαν, ανέβαιναν με το ένα πόδι σε ένα φουσκωμένο ασκί αλειμμένο με λάδι και το καθένα φανέρωνε την επιδεξιότητά του στην ισορροπία και την ευλυγισία. Αλλά τις περισσότερες φορές έπεφτε κάτω, γεγονός που διασκέδαζε πολύ τα άλλα παιδιά, αδιάφορο αν το ίδιο θα γελούσαν και με αυτά, όταν σε λίγο που θ’ ανέβαιναν στο λαδωμένο ασκί πάθαιναν τα ίδια. Το παιχνίδι αυτό παίζεται ακόμα στις μέρες μας στην Ήπειρο, γνωστό ως «ασκί».
Αστραγαλισμός
Τα παιδιά όμως στην αρχαία Ελλάδα έπαιζαν και τυχερά παιχνίδια με ζάρια. Γνωστό παιχνίδι ήταν ο «Αστραγαλισμός» και παιζόταν με πεσσούς, κύβους ή «κόττα». Τα κόττα ήταν οι αστράγαλοι (κότσια) μικρών μηρυκαστικών. Οι παίκτες αγαπούσαν πολύ το παιχνίδι αυτό. Μάλιστα, το μικρό αγόρι κουβαλούσε μαζί του, μέσα σε ένα σακουλάκι τους αστραγάλους στο σχολείο, στο δρόμο και στο Γυμνάσιο. Ο «Αστραγαλισμός» παιζόταν με τον παρακάτω τρόπο: Τοποθετούσαν μέσα σε κύκλο τα κότσια και τα χτυπούσαν από κάποια απόσταση. Όσα έβγαζαν με το χτύπημα έξω από τον κύκλο, τόσα κέρδιζαν. Το ίδιο παιχνίδι, όπως και το παιχνίδι «μονά-ζυγά», παιζόταν με ξηρούς καρπούς, αμύγδαλα και καρύδια, μικρά στο μέγεθος.
Τέλος, ένα επίσης γνωστό παιχνίδι στην αρχαιότητα ήταν τα «πεντάλιθα». Το παιχνίδι αυτό παιζόταν κυρίως από κορίτσια μέσα στο σπίτι. Ήταν πολύ αγαπητό και παιζόταν με κότσια ή πετραδάκια. Μπορούσαν να πάρουν μέρος όσα παιδιά ήθελαν. Το κάθε παιδί είχε συγκεντρωμένα πέντε πετραδάκια ή κότσια κοντά στα πόδια του. Ο κάθε παίκτης πετούσε ένα πετραδάκι ψηλά και έπρεπε να το ξαναπιάσει αφού πρώτα είχε πάρει από κάτω ένα ακόμα πετραδάκι. Αν πετύχαινε στην πρώτη του προσπάθεια, συνέχιζε πετώντας πάλι ψηλά ένα πετραδάκι, το οποίο έπρεπε να ξαναπιάσει, με την προϋπόθεση ότι θα είχε προλάβει να πάρει από κάτω δύο πετραδάκια. Αν τα κατάφερνε, συνέχιζε πιάνοντας από κάτω τρία βοτσαλάκια, και αυτό συνεχιζόταν μέχρι να χάσει, οπότε ξεκινούσε ο δεύτερος παίκτης. Όταν τελείωναν όλοι οι παίκτες, τελείωνε ο πρώτος γύρος. Νικητής ήταν αυτός που κέρδιζε και στους τέσσερις γύρους. Τα «πεντάλιθα» αντιστοιχούν στα σημερινά πεντόβολα και συνηθίζεται να παίζεται ακόμα και σήμερα στην Κέρκυρα και στη Ζάκυνθο, αλλά και σε άλλες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας. Και στην Κρήτη, όμως, τα ίδια παιχνίδια επιβίωναν μέχρι πρόσφατα, πριν από λίγες δεκαετίες, όταν ακόμη τα χωριά είχαν πολλούς κατοίκους και, φυσικά, αρκετά μικρά παιδιά. Όλα αυτά τα τυχερά παιχνίδια, τα «πεντάλιθα» (πεντόβολα), τα «μονά-ζυγά» και οι «πεσσοί», οι «κύβοι» (ζάρια), αποτελούσαν και στην αρχαία Ελλάδα πειρασμό για μικρούς και μεγάλους.
Συμπεραίνουμε λοιπόν από τη σύγκριση ανάμεσα στα αρχαία και τα σημερινά παιχνίδια, τα οποία παίζουν τα παιδιά του τόπου μας, ότι η αρχαία κληρονομιά στον τομέα αυτό συνεχίζεται σε κάποιες περιοχές, γιατί είναι πολλά τα παιχνίδια που διατηρούνται μέχρι σήμερα ακόμη και με ίδιες ή παρόμοιες ονομασίες.
Στα νεότερα χρόνια αναγνωρίστηκε η τεράστια σημασία του παιχνιδιού και απέκτησε σημαντική θέση στο πρόγραμμα αγωγής των παιδιών. Όλοι οι σύγχρονοι παιδαγωγοί τονίζουν την παιδαγωγική του αξία και τη συμβολή του στην ολόπλευρή ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού. Παρ’ όλα αυτά, ενώ στην αρχαία Ελλάδα τα παιδιά διασκέδαζαν ελεύθερα, παίζοντας χωρίς άγχος, στη σημερινή εποχή τα πράγματα άλλαξαν. Τα παιχνίδια έχουν αντικατασταθεί από την ανεξέλεγκτη παρακολούθηση των τηλεοπτικών προγραμμάτων και τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα σημερινά παιδιά να έχουν χάσει την αθωότητα, τον αυθορμητισμό και το αίσθημα της συλλογικότητας. Το φαινόμενο αυτό απασχολεί πολλούς ειδικούς όπως παιδαγωγούς, ιατρούς, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους και γίνονται επανειλημμένα συζητήσεις και έρευνες, προκειμένου να εντοπιστούν τα αίτια του φαινομένου, να αποδοθούν ευθύνες και να βρεθούν λύσεις.
Τέλος, ένα επίσης γνωστό παιχνίδι στην αρχαιότητα ήταν τα «πεντάλιθα». Το παιχνίδι αυτό παιζόταν κυρίως από κορίτσια μέσα στο σπίτι. Ήταν πολύ αγαπητό και παιζόταν με κότσια ή πετραδάκια. Μπορούσαν να πάρουν μέρος όσα παιδιά ήθελαν. Το κάθε παιδί είχε συγκεντρωμένα πέντε πετραδάκια ή κότσια κοντά στα πόδια του. Ο κάθε παίκτης πετούσε ένα πετραδάκι ψηλά και έπρεπε να το ξαναπιάσει αφού πρώτα είχε πάρει από κάτω ένα ακόμα πετραδάκι. Αν πετύχαινε στην πρώτη του προσπάθεια, συνέχιζε πετώντας πάλι ψηλά ένα πετραδάκι, το οποίο έπρεπε να ξαναπιάσει, με την προϋπόθεση ότι θα είχε προλάβει να πάρει από κάτω δύο πετραδάκια. Αν τα κατάφερνε, συνέχιζε πιάνοντας από κάτω τρία βοτσαλάκια, και αυτό συνεχιζόταν μέχρι να χάσει, οπότε ξεκινούσε ο δεύτερος παίκτης. Όταν τελείωναν όλοι οι παίκτες, τελείωνε ο πρώτος γύρος. Νικητής ήταν αυτός που κέρδιζε και στους τέσσερις γύρους. Τα «πεντάλιθα» αντιστοιχούν στα σημερινά πεντόβολα και συνηθίζεται να παίζεται ακόμα και σήμερα στην Κέρκυρα και στη Ζάκυνθο, αλλά και σε άλλες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας. Και στην Κρήτη, όμως, τα ίδια παιχνίδια επιβίωναν μέχρι πρόσφατα, πριν από λίγες δεκαετίες, όταν ακόμη τα χωριά είχαν πολλούς κατοίκους και, φυσικά, αρκετά μικρά παιδιά. Όλα αυτά τα τυχερά παιχνίδια, τα «πεντάλιθα» (πεντόβολα), τα «μονά-ζυγά» και οι «πεσσοί», οι «κύβοι» (ζάρια), αποτελούσαν και στην αρχαία Ελλάδα πειρασμό για μικρούς και μεγάλους.
Συμπεραίνουμε λοιπόν από τη σύγκριση ανάμεσα στα αρχαία και τα σημερινά παιχνίδια, τα οποία παίζουν τα παιδιά του τόπου μας, ότι η αρχαία κληρονομιά στον τομέα αυτό συνεχίζεται σε κάποιες περιοχές, γιατί είναι πολλά τα παιχνίδια που διατηρούνται μέχρι σήμερα ακόμη και με ίδιες ή παρόμοιες ονομασίες.
Στα νεότερα χρόνια αναγνωρίστηκε η τεράστια σημασία του παιχνιδιού και απέκτησε σημαντική θέση στο πρόγραμμα αγωγής των παιδιών. Όλοι οι σύγχρονοι παιδαγωγοί τονίζουν την παιδαγωγική του αξία και τη συμβολή του στην ολόπλευρή ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού. Παρ’ όλα αυτά, ενώ στην αρχαία Ελλάδα τα παιδιά διασκέδαζαν ελεύθερα, παίζοντας χωρίς άγχος, στη σημερινή εποχή τα πράγματα άλλαξαν. Τα παιχνίδια έχουν αντικατασταθεί από την ανεξέλεγκτη παρακολούθηση των τηλεοπτικών προγραμμάτων και τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα σημερινά παιδιά να έχουν χάσει την αθωότητα, τον αυθορμητισμό και το αίσθημα της συλλογικότητας. Το φαινόμενο αυτό απασχολεί πολλούς ειδικούς όπως παιδαγωγούς, ιατρούς, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους και γίνονται επανειλημμένα συζητήσεις και έρευνες, προκειμένου να εντοπιστούν τα αίτια του φαινομένου, να αποδοθούν ευθύνες και να βρεθούν λύσεις.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Anne Pearson, Η Αρχαία Ελλάδα, Εκδόσεις Αστέρη Δελασθάνη, σε συνεργασία με το Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.
- Πωλ Φωρ, Η καθημερινή ζωή στην Αρχαία Ελλάδα.
- Haydn Middleton, Οι γυναίκες στην Αρχαία Ελλάδα, εκδόσεις ΣΑΒΒΑΛΑΣ.
- Πέπης Δαράκη, Ομαδικά παιχνίδια των παιδιών μας, εκδόσεις Gutenberg.
Στέλιος Δανδουλάκης Γ1, Το Τετράδιο των μαθητών του 4ου Γυμνασίου Χανίων / Επιστήμη και Τεχνολογία
No comments:
Post a Comment