ή πιο σωστά, η δυσκολία των γονιών να βοηθήσουν το μοναχοπαίδι στο νέο του ρόλο ως πρωτότοκο. Η έλευση ενός νέου μέλους στην οικογένεια συνήθως αγχώνει τους γονείς:
Πως θα αντιμετωπίσουμε τη ζήλεια που θα νιώσει το μέχρι πρότινος μοναχοπαίδι μας; Είναι δε τόσο δεδομένη η αντίληψη αυτή που δεν διστάζουν να την εξωτερικεύουν και στα ίδια τα παιδιά που πρόκειται να αποκτήσουν αδελφάκι: «Δεν θα ζηλεύεις, έτσι; Εσύ τώρα είσαι μεγάλο παιδί!».
Από τη μία λοιπόν
1) προετοιμάζουμε ψυχολογικά το παιδί μας για την έλευση ενός αρνητικού γεγονότος που θα του γεννήσει τη ζήλεια και από την άλλη
2) του σηματοδοτούμε πως ήρθε το τέλος της παιδικότητας, αφού κάποιος άλλος θα χαίρεται τώρα τα σχετικά προνόμια.
Η συγγραφέας Τζέννιφερ Μπίνγκχαμ Χαλ δεν δίστασε να διδαχθεί από το σωστότερο παράδειγμα της Ονδουρέζας νταντάς της μεγάλης της κόρης. Στο βιβλίο της «Περισσότερα από ένα» (εκδόσεις Μπουκουμάνη σελ. 61) αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά πως κατά την εγκυμοσύνη της εκείνη προετοίμαζε την κόρη της για να αντιμετωπίσει μία τραυματική εμπειρία, ενώ η νταντά της την προετοίμαζε για ένα χαρμόσυνο γεγονός.
Πραγματικά, για τις λιγότερο «ανεπτυγμένες» χώρες, στις οικογένειες είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο να έχει κανείς αδέλφια και μάλιστα πολλά αδέλφια.
Οι ενήλικες είναι εξοικειωμένοι με την ύπαρξη παιδιών ακόμη και πριν αποκτήσουν δικά τους παιδιά. Κάποια ανήψια, ξαδερφάκια, αδερφάκια ή γειτονάκια εξοικειώνουν από νωρίς τους μέλλοντες γονείς με τις απαιτήσεις που θα αντιμετωπίσουν μελλοντικά. Αντίθετα, στις δικές μας κοινωνίες όπου απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά τα παιδιά από την καθημερινότητα, σημειώνεται το φαινόμενο πολλά ζευγάρια πριν αποκτήσουν το δικό τους πρώτο παιδί να μην έχουν την παραμικρή εμπειρία για το μεγάλωμά του. Επιπροσθέτως, το μεγάλωμα της οικογένειας συνδέεται με το άγχος των γονέων της διατήρησης των υλικών παροχών. Οι γονείς βουλιάζουν στην εργασία για να παρέχουν τα «προς το ζην» όπως φυσικά απαιτεί το λάιφστάιλ μας, ουσιαστικά στερώντας έτσι την πολύτιμη παρουσία τους από τα παιδιά τους προκειμένου να εργαστούν ολοένα και εντατικότερα.
Παρόλο λοιπόν που οι ειδικοί επισημαίνουν και αναγνωρίζουν τη δυσκολία προσαρμογής στην οικογένεια που αποκτά νέο μέλος, σπεύδουν παρόλα αυτά να ονομάσουν «ζήλεια» τη συμπεριφορά του μοναχοπαιδιού που μετατρέπεται σε πρωτότοκο.
Και ενώ σαφώς απαγορεύεται στους γονείς, αλλά και στο ευρύτερο περιβάλλον να κακοχαρακτηρίζουν τα παιδιά, εντούτοις η λέξη "ζήλεια" πρωτοστατεί σε σχετικές συζητήσεις. Βασικό πλεονέκτημα της θεώρησης αυτής αποτελεί η αποενοχοποίηση της αποτυχίας των γονέων να σταθούν ως ουσιαστικοί αρωγοί στο προωτότοκο παιδί τους κατά τη διάρκεια της δύσκολης μετάβασης της οικογένειας από τριμελή σε τετραμελή.
Πολλές φορές οι γονείς, με την έλευση του δεύτερου παιδιού, παύουν να αφιερώνουν γόνιμο χρόνο στο πρωτότοκο, το εκδιώχνουν από το κρεββάτι του για να κοιμάται το νέο μωρό, από το δωμάτιό του, το στέλνουν συχνότερα στους παππούδες ή το εγγράφουν για πρώτη φορά κατά τη χρονική αυτή στιγμή σε παιδικό σταθμό.
Οι συμπεριφορές αυτές βιώνονται συχνά από τα παιδιά ως εγκατάλειψη, αφού δεν είναι δυνατόν να κατανοήσουν την έλλειψη χρόνου που αντιμετωπίζουν οι γονείς και τις απαιτητικές φροντίδες που συνοδεύουν το κάθε νεογέννητο αδερφάκι. Είναι λοιπόν αρκετά συνηθισμένα φαινόμενα, όπως η επιστροφή του πρωτότοκου στη χρήση πάνας, ενώ έχει σημειωθεί και πραγματική ανάσχεση στην σωματική ανάπτυξη τρίχρονου παιδιού που εστάλη στο χωριό στους παππούδες με την έλευση του μικρού του αδερφιού στο σπίτι (ασθενής του Μαρσέλ Ρουφό, παιδοψυχιάτρου στο Νοσοκομείο της Μασσαλίας, Αδελφός και αδελφή μία δύσκολη αγάπη, εκδόσεις Κριτική σελ. 28).
Το δεύτερο παιδί σηματοδοτεί τη λήξη του μήνα του μέλιτος των γονιών με το μοναχοπαίδι και την εισαγωγή για πρώτη φορά της έννοιας της δικαιοσύνης στην οικογένεια.
Ο ενίοτε παραπονούμενος ως παραμελημένος από τη μητέρα σύζυγος καλείται τώρα να διαδραματίσει ως πατέρας το «ρόλο της ζωής του», καθώς αυτός θα χαρίσει στη μητέρα το απαραίτητο χρονικό περιθώριο να αφοσιωθεί στο νεοαφιχθέν μέλος, χωρίς να νιώσει παραμελημένο το πρωτότοκο και ταυτόχρονα συσφίγγοντας τους δεσμούς του μαζί του. Το δεύτερο παιδί με τον τρόπο αυτό εμποδίζει την ολέθρια υπερβολική σύντηξη γονέων – παιδιού.
Το δεύτερο παιδί όμως δε θα πρέπει να σημάνει και το τέλος της παιδικότητας που απολαμβάνει το πρωτότοκο.
Συχνά οι γονείς αυξάνουν τις απαιτήσεις τους και γίνονται αυστηρότεροι με τα μεγαλύτερά τους παιδιά. Βλέπουμε να τους αναθέτουν καθήκοντα δυσβάσταχτα για την τρυφερή τους ηλικία, ακόμα και την επίβλεψη του μικρότερου αδερφιού, τη συνοδεία του, το διάβασμα των μαθημάτων, καθιστώντας τα υπο-γονείς.
Οι συγκρίσεις των γονέων είναι ένα σφάλμα που μπορεί να αποβεί μοιραίο για την αυτοεκτίμηση των παιδιών.
Στους δύο ο ένας είναι πάντα πιο παχουλός, πιο ακατάστατος, πιο αποτυχημένος. Οι συγκρίσεις λοιπόν δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα, παρά να υποσκάπτουν την αδελφική σχέση και όχι μόνο.
Η συμπεριφορά των γονέων επηρεάζεται συχνά και από το φύλο των παιδιών τους. Συχνότερα τα αγόρια δέχονται αυστηρότερη μεταχείριση και τιμωρίες από ό τι τα κορίτσια.
Ακόμα και από τη βρεφική ηλικία, παρά τις συμβουλές των ειδικών για απεριόριστη τρυφερότητα, συχνά οι γονείς αγκαλιάζουν, φιλούν και χαϊδεύουν λιγότερο τα αγόρια.
Η μοιρασιά είναι μία δύσκολη παράμετρος στην αδελφική σχέση. Η έννοια της δικαιοσύνης θα πρέπει να είναι σύμφωνη με την ηλικία και την προσωπικότητα του κάθε παιδιού και να προκύπτει κατόπιν συζήτησης και διαπραγματεύσεων. Γενικά όμως όταν ξεσπά «μπόρα» μεταξύ των αδελφών, καλό είναι να αποφεύγεται ο ρόλος του διαιτητή από τους γονείς, γιατί μπορούν να δημιουργηθούν νέες εντάσεις και παρεξηγήσεις.
Οι ειδικοί συμβουλεύουν τους γονείς να εφαρμόζουν την «απομάκρυνση» όπου μπορούν.
Ξεχωριστά δωμάτια, ξεχωριστά παιχνίδια, ξεχωριστές δραστηριότητες. Ειδικά στα δίδυμα αδέλφια, όπου είναι απαραίτητος και ο ετεροκαθορισμός τους, προτείνεται μέχρι και η εγγραφή τους σε διαφορετικούς παιδικούς σταθμούς.
Οι καυγάδες στην αδελφική σχέση, κυρίως κατά τη διάρκεια της εφηβείας, θεωρούνται φυσιολογικοί και υποδηλώνουν υγιή σχέση. Ακόμα και αν εξακολουθούν στην ενήλικη ζωή, θεωρούνται πλέον ως κώδικας επικοινωνίας. Γενικά έχει παρατηρηθεί ότι οι σχέσεις των αδελφών αραιώνουν με το θάνατο των γονέων, ενώ συσφίγγονται με τη γέννηση τέκνων.
Τέλος, όσοι έχουν αδέλφια, ας ευγνωμονούν τους γονείς τους, διότι η ψυχανάλυση επιβεβαιώνει πως η αδελφική σχέση παίζει πρωταρχικό ρόλο στη συναισθηματική μας ανάπτυξη.
πηγή
διαβάστε ακόμα:
Αδέλφια: «Tο μικρό», «H μεσαία», «O μεγάλος»
Η γέννηση του δεύτερου παιδιού ...
ReplyDeleteΔύσκολη εποχή για γονείς !!!
Συνταγές απόλυτες δεν υπάρχουν ...
μόνο υπομονή, αγάπη και φροντίδα ...