Wednesday, 28 July 2010

«Οι νέοι βγάζουν… γλώσσα» - Γλωσσάρι για κάθε περίπτωση

«Η απόρριψη κατεστημένων τρόπων συμπεριφοράς και ο πειραματισμός με εναλλακτικά μοντέλα, τάσεις που γενικότερα χαρακτηρίζουν την εφηβεία, εκφράζονται και γλωσσικά. Με την ιδιαίτερη γλώσσα τους οι νέοι συμβολίζουν ότι ανήκουν σε μια ηλικία με δικά της ενδιαφέροντα και αξίες, που διαφέρει τόσο από τα παιδικά όσο και από τα ενήλικα χρόνια».
«Εντάξει, ξέρει μπάσκετ το άτομο, ρισπέκτ!» – «Χα, χα, ρισπέκτ, μεγάλε, μου ‘φτιαξες το κέφι, μαν!»
Θυμάστε τον πατέρα στη διαφήμιση, που ακούει έντρομος την κόρη του να του μιλάει σε μια γλώσσα ακατάληπτη, στο τέλος να της λέει αμήχανα, «Στη μάνα σου το ‘πες;»;

Το ύφος του ταλαίπωρου γονιού θα πρέπει να εμφανίζεται συχνά στις διμερείς επαφές των γενεών. Έτσι, όμως, μέσα από την αμηχανία των μεγαλύτερων για τις γλωσσικές μηχανορραφίες των μικρότερων, οι νέοι διαμορφώνουν τη δική τους ταυτότητα, δικτυώνονται και μας… τη λένε κιόλας! Ο,τι πρέπει, δηλαδή. Όχι ό,τι να ‘ναι…

Οι νέοι όχι μόνο δεν πάσχουν από λεξιπενία, αλλά έχουν γλώσσα πλούσια και συνεχώς ανανεούμενη. Απλώς, είναι άλλη από αυτήν που μιλάνε οι μεγάλοι.
Δεν λέμε και τίποτα καινούργιο. Από την εποχή της boom generation (της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς εφήβων στις δυτικές κοινωνίες), το φαινόμενο μιας ιδιαίτερης γλώσσας για τη νεολαία έχει γιγαντωθεί. Οι τινέιτζερ -και δεν μιλάμε μόνο για τους Αμερικανούς, αλλά και για τους Αγγλους, τους Γάλλους, ακόμη και για τους Έλληνες τεντιμπόηδες- επιχειρούσαν να διαφοροποιηθούν από τους ενηλίκους και μέσω της γλώσσας.

Η αργκό είναι ανατρεπτική και επιχειρεί να σοκάρει, οπότε υπήρχε (και, φυσικά, υπάρχει) ευρύτατη χρήση υβρεολογίου, μόνο που σήμερα ελάχιστοι γονείς σοκάρονται αν το παιδί τους πει «και γαμώ» αντί για «σού- περ» ή «επικό!»
Αυτοί που όντως σοκάρονται ακόμη (οι παππούδες, π.χ., ή οι καθηγητές των θρησκευτικών) είναι αυτοί που καταγγέλλουν τη νέα γενιά για το φτωχό της λεξιλόγιο.
Όσο οι έφηβοι χωρίζονται σε υποομάδες, η γλώσσα τους θα αποκτά και περισσότερο πλούτο – αφού αλλιώς μιλάνε οι γκοθάδες, αλλιώς οι emo, αλλιώς οι φανατικοί φίλαθλοι, αλλιώς οι γκέιμερ, οι σκέιτερ, οι μοδάτες κ.ο.κ.

Το βασικό χαρακτηριστικό της γλώσσας των νέων είναι ότι εκφράζει και εκφράζεται μέσα στην «παρέα», το δίκτυο των συνομηλίκων. Κατά συνέπειαν, δεν υπάρχει μια ενιαία γλώσσα· κάθε παρέα έχει δικό της κώδικα επικοινωνίας, που μπορεί να τον «αρπάξει» μια άλλη παρέα και μετά μια άλλη, μέχρι που κάποιες εκφράσεις να υιοθετηθούν από μεγάλο μέρος της νεολαίας, ειδικά με την εξέλιξη της τεχνολογίας της επικοινωνίας.

Γιατί οι νέοι αναπτύσσουν δικούς τους τρόπους έκφρασης;  

Ο διδάκτωρ Γλωσσολογίας Γιάννης Ανδρουτσόπουλος, που ασχολείται ειδικά με τη γλώσσα στη νεανική κουλτούρα, σημειώνει: «Τα κοινωνικά δίκτυα των νέων είναι στενότερα από αυτά των ενηλίκων, γεγονός που εντείνει την πίεση γλωσσικής συμμόρφωσης με την παρέα.
Απ’ την άλλη, οι συμβάσεις γλωσσικής ευγένειας και απόστασης που απαιτούνται στην ενήλικη ζωή δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμη πλήρως κατά την εφηβεία. Έτσι εξηγείται το ότι η συχνότητα μη πρότυπης γλώσσας είναι μεγαλύτερη στη νεότητα από ό,τι στην ενήλικη ζωή. Ψυχολογικά, κατά τη νεανική ηλικία διαμορφώνεται η προσωπική και κοινωνική ταυτότητα.

Η απόρριψη κατεστημένων τρόπων συμπεριφοράς και ο πειραματισμός με εναλλακτικά μοντέλα, τάσεις που γενικότερα χαρακτηρίζουν την εφηβεία, εκφράζονται και γλωσσικά. Με την ιδιαίτερη γλώσσα τους οι νέοι συμβολίζουν ότι ανήκουν σε μια ηλικία με δικά της ενδιαφέροντα και αξίες, που διαφέρει τόσο από τα παιδικά όσο και από τα ενήλικα χρόνια».
Η ατυχία της σημερινής νεολαίας είναι ότι οι ενήλικοι αρπάζουμε τη γλώσσα της και τη χρησιμοποιούμε ευρύτατα. Μια ενδιαφέρουσα έρευνα για τη γλώσσα, που έκανε η ALCO το 2005 για το Ινστιτούτο Επικοινωνίας, ρωτούσε Έλληνες 16-56 ετών ποια λέξη θα χρησιμοποιούσαν για να αντιδράσουν σε κάτι αναπάντεχο: Το 20% δήλωσε ότι προτιμά τη λέξη «έμεινα», το 13% το «κουφάθηκα», το 5% το «καράφλιασα», το 25% το «απίστευτο» και μόλις το 15% το «εξεπλάγην» ή το «εκπλήσσομαι»! Το συμπέρασμα; Το «απίστευτο» έχει εισχωρήσει βαθιά στην καθομιλουμένη των ενηλίκων· άλλο συμπέρασμα, λίγο άσχετο, είναι ότι το «καράφλιασα» είναι πλέον «πασέ», ή μήπως πρέπει να πω λαστ γίαρ;
Από την άλλη, οι σημερινοί 16άρηδες έχουν στη διάθεσή τους όλο τον γλωσσικό πλούτο που δημιουργήσαμε εμείς οι παλαιότεροι 16άρηδες. Η εξέλιξη της γλώσσας έχει φέρει και εξέλιξη στη νεανική αργκό, και έτσι, π.χ., το παλιότερο «Την κάνω» = φεύγω, έχει γίνει «τηγκανά», ενώ το «τζάμι» = τέλειο, σούπερ, έχει παραλλαχθεί επιτυχέστατα σε «τζαμάουα», αλλά και στο «τζαμιροκουάι» (που αποτελεί και αναφορά στον γνωστό μουσικό)!

Εκτός από εκφράσεις που ήταν κάποτε υπερβολικά της μόδας και τώρα ακούγονται ξεπερασμένες (βλέπε το «καράφλιασα» πιο πάνω ή το «ιν»), οι παλιές καλές αργκό, όπως το «φυτό», το «ούτε με σφαίρες» ή το «φάγαμε πακέτο», αλλά και τα ποδανά (η λέξη ειπωμένη ή γραμμένη ανάποδα, π.χ., ο λοστρέ = ο τρελός) αποτελούν την κληρονομιά που αφήνουμε στη γλώσσα εμείς της γενιάς των 80s. Δίπλα σ’ αυτήν, σήμερα, οι πιτσιρικάδες έχουν συμπληρώσει έναν ολόκληρο κατάλογο από ξένες λέξεις, ξενικής έμπνευσης λέξεις, λέξεις του διαδικτύου, λέξεις της εποχής της επικοινωνίας (που χρησιμοποιούν στο msn, στα chat rooms και στην αποστολή sms).

Το παγκόσμιο χωριό έχει φέρει την αγγλική γλώσσα και την αγγλική αργκό μέσα στα ελληνικά σπίτια – και έτσι δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει το φαινόμενο, ειδικά αφού εδώ και χρόνια αρκετοί ενήλικοι χρησιμοποιούμε το «Θα σε πάρω πίσω» (Ι will call you back) ή το «a.s.a.p.» (as soon as possible = το συντομότερο δυνατό). Από την άλλη, τα chat rooms και τα blogs ορισμένες φορές «έκοβαν» αυτόματα τις υβριστικές εκφράσεις· κι έτσι έχει δημιουργηθεί μια σειρά από λέξεις που μοιάζουν με τις βρισιές, αλλά περνάνε από τη… λογοκρισία. Στο γλωσσάρι που ακολουθεί παραθέτουμε κάμποσες εκδοχές του «μαλάκας».

Τα ΜΜΕ παίζουν, φυσικά, το ρόλο τους σ’ αυτό το γαϊτανάκι της γλώσσας: α) Δανείζουν λέξεις στη νεολαία· έτσι, ο «Μαέβιους» είναι αναφορά στην εκπομπή των Α.Μ.Α.Ν., ο Τζακ Μπάουερ αποτίει φόρο τιμής στην τηλεοπτική σειρά «24», ενώ το «Μαμαλάκης» χαρακτηρίζει τον καλοφαγά κ.ο.κ. β) Δανείζονται λέξεις από τη νεολαία, βλέπε τον Τζίμη των «10 μικρών Μήτσων». Αυτό αυξάνει το κύρος της γλώσσας της νεολαίας, αλλά τείνει να περιορίσει τον ανατρεπτικό της χαρακτήρα. Από την άλλη, χάρη στην τηλεόραση, αλλά και στα «νεανικά» περιοδικά, οι εκφράσεις της νεολαίας δεν έχουν πια σύνορα· κι έτσι, από την Καρδίτσα ως την Ξάνθη η πιτσιρικαρία μπορεί να φωνάξει χαρωπά: «Δεν υπάρχει!»

Γλωσσάρι για κάθε περίπτωση
Το έχω! = Ναι, το μπορώ/το γνωρίζω/μου φαίνεται καλή ιδέα. Σημαίνει, επίσης, είμαι καταπληκτικός:
«Το ‘χεις, λέμε!» Συνώνυμο του παλιότερου «Είσαι θεός/-ά!» και του ακόμη παλιότερου «Σκίζεις!».
Δεν της το ‘χα = Δεν την είχα ικανή για κάτι τέτοιο…
Δεν υπάρχει! = Είναι απίστευτο, τρελό, καταπληκτικό. Το χρησιμοποιούμε και ως υπερθετικό για πρόσωπα: «Καλά, δεν υπάρχεις, μιλάμε!»
Ο,τι να ‘ναι = Χρησιμοποιείται πάρα πολύ και με διάφορες αφορμές, αλλά και χωρίς αφορμή· δηλώνει την ασυνεννοησία, την ανοργανωσιά. Ως χαρακτηρισμός προσώπου δηλώνει κάποιον που είναι στον κόσμο του: «Ο τύπος είναι ό,τι να ‘ναι!» Ανάμεσα σε παρέες, παίρνει και την έννοια του «Δε βαριέσαι» ή του «Ας πάει και το παλιάμπελο»: «Είδαμε μαραθώνιο “True Blood” όλο το Σάββατο! – Καλά, ό,τι να ‘ναι!» ή «Τι λέτε; Τρία επεισόδια έμειναν, να τα δούμε; – Καλά, ό,τι να ‘ναι!»
Το ‘χει κάψει, είναι καμένος = Τα εγκεφαλικά του κύτταρα έχουν καταστραφεί (από ουσίες ή από βιντεογκέιμ).
Δεν την παλεύω = Δεν μπορώ, δεν αντέχω άλλο, δεν «το ‘χω».
Τα σπάμε = Είμαστε καταπληκτικοί, «το ‘χουμε», περνάμε σούπερ. «Τα σπάει!» = είναι τέλειο, εντυπωσιάζει…
Πού ‘σαι, ρε μαν; = Η φράση χρησιμοποιείται έτσι ακριβώς ως χαιρετισμός. Από το αγγλικό man και με εμφανή την επιρροή της χιπ χοπ κουλτούρας.
Νταουνιάσου! = Κάτσε κάτω, sit down. Είναι νέα, χιουμοριστική χρήση που δεν έχει σχέση με το «νταουνιάζομαι», το «πέφτω ψυχολογικά», που ήταν λαστ γίαρ!
Ενιγουέι = (Anyway) Οπως και να ‘χει. Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό.
Χελόου; = (Hello?) Είναι κανείς εκεί; (μέσα στο κεφάλι σου) ή «το ‘χεις ακατοίκητο;» Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό, για να δηλώσει το υπερπροφανές, αυτό που ο άλλος είναι «ζώγγολο» αν δεν το καταλαβαίνει.
Ρισπέκτ! = (Respect!) Χρησιμοποιείται όπως και η αντίστοιχη αγγλική έκφραση, για να δηλώσει βαθιά εκτίμηση σε πρόσωπο, πράγμα ή κατάσταση: «Εντάξει, ξέρει μπάσκετ το άτομο, ρισπέκτ!» – «Χα, χα, ρισπέκτ, μεγάλε, μου ‘φτιαξες το κέφι, μαν!»
Οκέικ = Το οκέι σε χιουμοριστική εκδοχή, με μεγάλη πέραση αυτόν τον καιρό.
Αν-παίκταμπλ = Από το στερητικό α + παίζομαι + την αγγλική κατάληξη -able: Δεν παίζεται!
Λ.Α. (προφέρεται ελ έι) = Το λεκανοπέδιο Αττικής, στη γλώσσα των χιπ-χόπερ και των δυτικών προαστίων. Πώς είναι το Λος Αντζελες; Καμία σχέση!
Το συσιφόνι = Ελληνοποίηση του youtube (εσύ+σιφόνι). Χρησιμοποιείται με χιουμοριστική διάθεση.
Λεβελιάζω = Από το αγγλικό level: Ανεβαίνω επίπεδα με γοργούς ρυθμούς, σε ον λάιν γκέιμ. Σημαίνει και το έχω κολλήσει άσχημα (εθιστεί) και παίζω όλη μέρα.
Ζούδι = Ζώο, άχρηστος. Η νέα γενιά το χρησιμοποιεί με σχετικά ελαφριά διάθεση. «Καλά, ρε ζούδι, δεν υπάρχει αυτό που λες!»
Ζώγγολο = Από το ζώο + μόγγολο. Χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση στη χαμηλή διανοητική ικανότητα του αναφερόμενου ως «ζώγγολο».
Ούζο = Ούφο, ζώο, χαζό.
Αργάμισι = Αργά και κάτι παρά πάνω: «Τι ώρα γύρισες χτες; – Ε, αργάμισι!», «Καλά, ας μην τον περιμένουμε, αυτός θα έρθει αργάμισι!»
Εφαγα χι, έριξα χι = Απόρριψη, χυλόπιτα, διακοπή διπλωματικών σχέσεων: «Δεν με ξέρει καλά εμένα, θα φάει ένα χι που θα είναι όλο δικό του!»
Καστανάς = Ο ασήμαντος, ο τίποτα: «Τι κάνει αυτή με τον καστανά;»
Σάπιος = Κάποιος που δεν είναι εντάξει.
Μαλέφας = Μαλ... + έφας (ελέφας). Συνώνυμο του «γκράντε μαλάκα» σε λιγότερο προσβλητική εκδοχή.
Μακάκας = Πολύ χοτ λόγω Λαζόπουλου.
Μαλακάσας = Λίγο πιο ελαφρύ από το σκέτο…
Μαέβιους = Ο,τι και τα παραπάνω, αναφορά στον «Μαέβιους Παχατουρίδη», τον πομπώδη ζωγράφο από τους Α.Μ.Α.Ν.
Σκαλώνω = Κολλάω, δυσκολεύομαι: «Να δεις πώς τον είπε; Σκάλωσα τώρα…»
Λούζομαι, το λούζω = Αράζω χωρίς να κάνω τίποτα, «σαπίζω»: «Πώς λούστηκες χτες;» (Δηλαδή, τι έκανες;) Συχνές χρήσεις: «Ασε, σήμερα πάλι έλουσα» – «Είσαι λούστης!»
Σάπινγκ = Από το «σαπίζω» και την κατάληξη -ing: Το λούζω, δεν κάνω τίποτα, είμαι όλη μέρα στον καναπέ… «Κομμάτια είμαι από χτες, σήμερα θα κάνω σάπινγκ». Να μη συγχέεται με το παλιότερο «κοκούνινγκ», που ήταν η αγγλική έκφραση cocooning και είχε τη θετική έννοια του αράγματος στο ζεστό σπιτικό.
Κλασικά = Ξανά στη μόδα μεταξύ των νέων παιδιών, προς απόδειξιν του ότι όλες οι μόδες, ακόμη και οι λεκτικές, μπορούν να επιστρέψουν: «Και, κλασικά, το λούσαμε και χτες». Σήμερα, όμως, χρησιμοποιείται όπως και το «classic» στα αγγλικά, ως δήλωση του αναμενόμενου: «Και του είπα του μαλέφα, η γκόμενα είναι φέτα, αλλά αυτός εκεί, σκάλωσε! – Κλασικό!»
Επικό = Τρομερό, καταπληκτικό, ανώτερο από «κλασικό». Επίσης χαρακτηρίζει και μια εντυπωσιακή γυναίκα: «Επική γκόμενα, λέμε!»
Ελεος! = Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό «mercy!» ως επιφώνημα. «Πάλι ποδόσφαιρο θα δείτε; Ελεος!»
Σαύρα = Μη εμφανίσιμη γκόμενα.
Φ.Ε.Τ.Α.= Το ίδιο, από τα αρχικά Φανατική Εκπρόσωπος Της Ασχήμιας!
Φλόμπα = Μη εμφανίσιμη, παράλληλα δε και κακού ή φτηνού γούστου.
Γκικ = Φύτουκλας (και τα πιο ελαφρά: σπασίκλας, φυτό). Geek: Ατομο που δεν «το ‘χει» με το γενικό περιβάλλον και που είναι κολλημένο με αντικείμενα ή θέματα διανοητικού περιεχομένου, τεχνολογίας και αντίστοιχων παιχνιδιών (ηλεκτρονικών και μη). Το «σπασίκλας» αφορά περισσότερο τον κολλημένο με τα βιβλία και τα μαθήματα.
Ντρίμι = Το αγγλικό «dreamy» (ονειρικός, όνειρο), αντικαθιστά ταχύτατα το -παλιότερο- «θεϊκός». Για γραπτά μηνύματα…
Ο-μι-τζι= Ο.Μ.G., τα αρχικά τού «oh, my God!» (Θεέ μου!). Εκφραση πάρα πολύ της μόδας στην Αμερική, πέρασε μέσω ίντερνετ τσάτινγκ σε όλο τον κόσμο. Μόνο που εδώ χρησιμοποιείται και… προφορικά!
ΛΟΛ = L.Ο.L., τα αρχικά τού «laugh out loud» (γελάω δυνατά). Διεθνώς χρησιμοποιείται μόνο στη γραπτή επικοινωνία μέσω ίντερνετ ή sms, εδώ ακούγεται κιόλας. Σημειώστε και το αρκετά χιουμοριστικό προφορικό «Ο-μι-τζι και τρία ΛΟΛ!».
ROTF-LOL = Ο υπερθετικός του ΛΟΛ,«rolling on the floor laughing out loud»: Κυλιέμαι στο πάτωμα από τα γέλια! Ευρύτατης χρήσεως στο ίντερνετ. Της ιδίας φύσεως και τα:
LMAO = Laughing my ass off: Ξεπατώθηκα στο γέλιο.
ROFLMAO = Rolling on floor laughing my ass off: Κυλιέμαι στο πάτωμα από τα γέλια (και πάει λέγοντας…).
BF / GF = Boy-friend, Girl-friend: Το αγόρι/ το κορίτσι ή αυτός/-ή που θέλουμε.
BFF = Best friends forever: Η κολλητή (βλέπε και την ομότιτλη εκπομπή ριάλιτι με την Πάρις Χίλτον).
F2F = Face to face: Πρόσωπο με πρόσωπο. Παίζει πολύ στα sms «ψησίματος».
ΤΥ = Thank you, ευχαριστώ εν συντομία.
POS = Parent over shoulder, συνθηματικό «σύρμα». Σημαίνει στην ιντερνετική γλώσσα «γονιός πάνω απ’ τον ώμο μου», δεν μπορώ να μιλήσω τώρα…
Ρ911 = Συναγερμός, γονείς! Από το Ρ (parent) και τον αριθμό 911 (το αμερικανικό της αμέσου βοηθείας)!
CD9 – Code 9 = Και πάλι συνθηματικό στον τύπο με τον οποίο «τσατάρεις» για το ότι εμφανίστηκε γονιός στο δωμάτιο! Εμπνευσμένο από τους συναγερμούς (code) της αμερικανικής αστυνομίας.
BRB = Επιστρέφω αμέσως («be right back»), όταν αφήνεις τη σελίδα ή βγαίνεις από το διαδίκτυο μέχρι να φύγει ο γονιός!
ASL = Από τα αρχικά των «age, sex, location» (ηλικία, φύλο, τόπος): Αποκλειστικά στο τσάτινγκ, για να ξέρεις με ποιον έχεις να κάνεις!
RTMS = Τα αρχικά τού «Ρώτα τη μάνα σου!» ή, μάλλον, «Rota ti mana sou»! Ευφυές και ξεκαρδιστικό. Αποκλειστικά και μόνο σε γραπτή επικοινωνία.

από ΤΡΕΛΟ ΓΑΙΔΟΥΡΙ

No comments:

Post a Comment

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki