Εικονογραφήγηση χαρακτηρίζουν
οι δημιουργοί Γιώργος Ακοκαλίδης και Τάσος Αποστολίδης τη συνεργασία τους, που «ξεδιπλώνει»
το έπος σε συννεφάκια
και εικόνες.
«Μόνο ο Οδυσσέας, ο βασιλιάς
της Ιθάκης, δεν είχε ακόμη επιστρέψει στο νησί του!» |
Πρώτα ήταν ο Αριστοφάνης. Ο Όμηρος, αν και
προγενέστερος, ακολούθησε. Ήταν η δεκαετία του '80. Οι έντεκα του
«Αριστοφάνους κωμωδίες σε κόμικς» έκαναν ρεκόρ πωλήσεων. 750.000
αντίτυπα. Το κόμικς ήταν μόδα της εποχής. Εισαγόμενη, όπως όλα εκείνη
και τη σημερινή εποχή.
Ο συγγραφέας - εκπαιδευτικός Τάσος Αποστολίδης, όμως, και ο
γελοιογράφος - σκιτσογράφος Γιώργος Ακοκαλίδης πήραν την εισαγόμενη μόδα
του κόμικς, την ελληνοποίησαν, έγιναν οι πρωτοπόροι του είδους (δεν
έκαναν σκίτσα και κείμενα για τη Μαφάλντα, τον Λούκι Λουκ, τον Αστερίξ
αλλά έκαναν σκίτσα και κείμενα και μέσω αυτών αφηγήθηκαν τις έντεκα
σωζόμενες κωμωδίες του Αριστοφάνη). Και τα έντεκα βιβλία μεταγράφηκαν
και κυκλοφόρησαν και στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά.
Σήμερα, 30 χρόνια μετά, ξαναπρωτοπορούν. Είναι και πάλι η πρώτη
φορά στον εκδοτικό χώρο που το έπος του Ομήρου παρουσιάζεται ως κόμικς -
εικονογραφήγημα το ονομάζουν οι δημιουργοί του - σε έξι
συνέχειες-βιβλία.
Κάθε βιβλίο εμπεριέχει εικονο-γραφηγημένες τέσσερις ραψωδίες της «Οδύσσειας» - όλα μαζί και τις 24 του ομηρικού έπους.
«Όλα γίνονται όπως στον κινηματογράφο. Πρώτα γράφεται το σενάριο.
Δεν πρόκειται για διασκευή αλλά για προσαρμογή στην επιχειρούμενη
εικονογραφήγηση. Συμβουλεύομαι τέσσερις μεταφράσεις της "Οδύσσειας",
σύγχρονες και παλιότερες. Παραδίδω τα κείμενα έτοιμα...
με μια πρώτη τοποθέτηση στις σελίδες, γραμμένα και τοποθετημένα σε συννεφάκια ανά σκηνή, συχνά και με σκηνικές οδηγίες. Τα παίρνει στη συνέχεια ο σκηνοθέτης (Γιώργος Ακοκαλίδης) κι είναι εκείνος που επιλέγει τους ηθοποιούς, τα κοστούμια τους, το σκηνικό, τα περάσματα ανά σκηνή», λέει ο συγγραφέας Τάσος Αποστολίδης επιχειρώντας να εξηγήσει τον τρόπο της πρωτότυπης δουλειάς τους.
με μια πρώτη τοποθέτηση στις σελίδες, γραμμένα και τοποθετημένα σε συννεφάκια ανά σκηνή, συχνά και με σκηνικές οδηγίες. Τα παίρνει στη συνέχεια ο σκηνοθέτης (Γιώργος Ακοκαλίδης) κι είναι εκείνος που επιλέγει τους ηθοποιούς, τα κοστούμια τους, το σκηνικό, τα περάσματα ανά σκηνή», λέει ο συγγραφέας Τάσος Αποστολίδης επιχειρώντας να εξηγήσει τον τρόπο της πρωτότυπης δουλειάς τους.
Κι είναι αυτά τα περάσματα (gutter = ρείθρο, διαχωριστικό) μεταξύ
των σκηνών - οι λευκές λωρίδες που χωρίζουν τις εικόνες - τα οποία ο
Ακοκαλίδης τα μετέτρεψε - όχι άστοχα - από ευθέα και τεμνόμενα σε
καμπυλόγραμμα, δίνοντας με τον καινοτόμο σχεδιασμό ταχύτητα στη δράση,
κίνηση στους ήρωες και φυσικότητα - σχεδόν ροή - στην εναλλαγή των
σκηνών.
Εισαγωγή, σελίδα 3 του πρώτου βιβλίου (με υπότιτλο «Αναζητώντας τον
πατέρα»):
«Είχαν περάσει δέκα χρόνια από το τέλος του Τρωικού Πολέμου. Όσοι Αχαιοί γλίτωσαν από τις μάχες αλλά κι από τις τρικυμίες της
θάλασσας, είχαν πια γυρίσει στα σπίτια τους. Μόνο ο Οδυσσέας, ο βασιλιάς
της Ιθάκης, δεν είχε ακόμη επιστρέψει στο νησί του! Κανείς από τους
δικούς του δεν ήξερε αν ζούσε ή αν είχε πεθάνει...».
Οι τίτλοι έχουν πέσει από τις προηγούμενες σελίδες. Σε όλα τα βιβλία.
Ως μότο πάνω από την εισαγωγή, που στο δεύτερο, το τρίτο, το
τέταρτο κ.ο.κ. βιβλίο γίνεται «περίληψη προηγουμένων», υπάρχει πάντα ο
στίχος από την καβάφεια «Ιθάκη» («να εύχεσαι να 'ναι μακρύς ο δρόμος /
γεμάτος περιπέτειες / γεμάτος γνώσεις»).
Κι ύστερα αρχίζουν οι εικόνες. Και οι εικονογραφηγημένες ραψωδίες…
«Το εικονογραφήγημα (graphic novel ή comics) ως αφηγηματικό μέσο
είναι η κατεξοχήν τέχνη που μπορεί να απεικονίσει τον πραγματικό κόσμο
ταυτόχρονα με τον φανταστικό και να διηγηθεί ιστορικά γεγονότα παράλληλα
με μυθικά. Είναι η μόνη τέχνη που κατάφερε να παντρέψει το φανταστικό
με το ρεαλιστικό», λέει στα «ΝΕΑ» ο Τάσος Αποστολίδης, ο… παραμυθάς της
παρέας.
Ο έτερος παραμυθάς, ο σκιτσογράφος Γιώργος Ακοκαλίδης, αποφεύγει τα
λόγια. Προτιμά να σκιτσάρει. Να βάλει και κοστούμια, και σκηνικά, και
χρώματα με τους μαρκαδόρους του, ακόμα και συναισθήματα και κινήσεις σε
ένα σκιτσάκι μια σταλιά (αν βάλει κανείς μεγεθυντικό φακό θα δει ακόμα
και την… απόγνωση στην κίνηση των χεριών του Οδυσσέα που είναι πια μια
κουκκίδα σχέδιο μεσοπέλαγα πάνω στη σχεδία του, ενώ χαιρετά την Καλυψώ
έπειτα από επτά χρόνια συμβίωσης στο νησί της).
Η «Οδύσσεια» κινείται ανάμεσα σ' αυτούς τους δύο κόσμους: τον
πραγματικό κόσμο της εποχής του Ομήρου (8ος αιώνας π.Χ.) και τον
φανταστικό κόσμο της εποχής που αναφέρεται το έπος (πριν από τον 12ο
αιώνα π.Χ.).
Το έργο χρειάστηκε τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί. Συνολικά
αναπτύσσεται σε 246 σελίδες, στις οποίες υπάρχουν 1.200 εικόνες και
περίπου 1.500 συννεφάκια με διαλόγους! Οι οποίοι διάλογοι - οι 24
ραψωδίες της «Οδύσσειας» - αποδίδονται πιστά με απλό λόγο, με σύγχρονες
συχνά εκφράσεις αλλά με αφηγηματικό ρυθμό - σε ανάμνηση του μέτρου της
πρωτότυπης «Οδύσσειας».
πολύ ωραία ιδέα... και μετά από τόσο καιρό.. μπορώ να σχολιάσω!!
ReplyDelete