Μια παράδοση λέει, πως…
Μια φορά κι έναν καιρό που τα αμπέλια που είχαν ο Δεκέμβρης, Γενάρης και ο Φλεβάρης δεν τους έδωσαν πολύ κρασί, αποφάσισαν να ενώσουν όσο έβγαλαν και να το βάλουν όλοι μαζί σε ένα βαρέλι. Ο Φλεβάρης που το είχε βάλει πρώτος, μια μέρα, χωρίς να ρωτήσει τους άλλους δυο, το τρύπησε στο κάτω μέρος για να πιει λίγο κρασί. Φυσικά δεν ήπιε μόνο το δικό του αλλά και των άλλων. Σαν το μάθανε τα αδέλφια του, θύμωσαν πολύ. Για να τον τιμωρήσουν ο καθένας τους του πήραν μια μέρα. Κι από τότε έχουν τριάντα μία κι εκείνος μόνο είκοσι οκτώ…
Μικρός, κουτσός, Πλουτώνιος, Γκουζούκης, Κρυάρης, Κλαδευτής, Λησμονιάρης (γιατί όταν ξεκινάει να βρέχει ξεχνά να σταματήσει) Μισερός, Χορευτής, Φλεγάρης , Φλιάρης, Κούντουρος και Κουτσοφλέβαρος είναι οι πιο γνωστές ονομασίες του σ΄όλη τη χώρα.
Είναι το στερνοπούλι του χειμώνα, το δεύτερο εγγόνι του χρόνου, ο μήνας των φλεβών δηλαδή των υπόγειων νερών που αναβλύζουν από τη γη λόγω των πολλών βροχών. Ο πιο χαρούμενος και σκανδαλιάρης μήνας που αν και κουτσός ξέρει να χορεύει, να διασκεδάζει, να αγαπά τις σκανταλιές, να ερωτεύεται και να τρυπώνει στις πιο απίθανες νύχτες του χειμώνα σκορπώντας γέλιο, χαρά και αναστάτωση με τις μεταμφιέσεις του.
«… Ήρθε κάποτε μέρα κακιά κι ο ένας από τους μήνες, ο Φεβρουάριος που τα άλλα παιδιά τον φώναζαν Φλεβάρη, λαβώθηκε άσχημα στο ένα του πόδι. Δεν κατάφερνε πια να τρέξει τριάντα ολόκληρες μέρες όπως άλλοτε, μα μόνο είκοσι οκτώ και οι άλλοι τον έβγαλαν Κουτσοφλέβαρο…
-Δεν είναι μήνας σωστός! Δεν τον θέλουμε στο παιχνίδι! Mίλησαν άσπλαχνα ένα πρωί δύο από τους μήνες- παιδιά. Οι άλλοι δέκα συμφώνησαν, χωρίς να το καλοσκεφτούν. Και τον έβγαλαν από το παιχνίδι… Δάκρυσαν τα μάτια του Φλεβάρη…» *Λότη Πέτροβιτς
Πολλά τα παρατηρήματα κι οι παραδόσεις και για τούτον τον μήνα και στο καλαντάρι πρώτα πρώτα συναντάμε τρεις γιορτές τα λεγόμενα « Συμόγιορτα». Του Αϊ Τρύφωνα, την Υπαπαντή της Παναγίας και του Αγίου Συμεών.
Η 1η του Φλεβάρη, η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα είναι κατεξοχήν αγροτική γιορτή. Θεωρείται ο άγιος των αγρών γιατί προστατεύει τα χωράφια και τα αμπέλια από τα τρωκτικά και τις κάμπιες. Λένε πως έζησε κοντά στη φύση βόσκοντας χήνες και στις συναξιάρικες πηγές η λατρεία του είναι πολύ διαδεδομένη, ιδιαίτερα στην Κρήτη. Στις εικόνες συχνά παριστάνεται με κλαδευτήρι στο χέρι ή με σταφύλια. Οι αμπελουργοί και οι σταφιδοπαραγωγοί δεν κλαδεύουν και δεν μπαίνουν μέσα στ αμπέλι αυτή τη μέρα. Οι οικογένειες επίσης των γεωργών δεν έστρωναν τραπέζι αν δεν είχαν βάλει κάποιο γλύκισμα ή φαγητό με προϊόντα του αμπελιού. Κερνούσαν μουστοκούλουρα, ζύμωναν σταφιδόψωμα ή κουλουράκια με πετιμέζι. Σ΄ άλλα μέρη κρέμαγαν στην εικόνα αμπελόφυλλα ή τα πρώτα σταφύλια που έδεναν και ποτέ δεν ξεχνούσαν όταν άνοιγαν τα βαρέλια τους να κεράσουν όλους τους πιστούς έξω από την εκκλησία σε ένδειξη ευχαρίστησης στον Άγιο.
Στις 2 του Φλεβάρη γιορτάζουμε την Υπαπαντή του Χριστού σε ανάμνηση την συνάντησης του Συμεών με το παιδί Ιησού που σιγά σιγά στη γλώσσα του λαού έγινε Αποπαντή ή Πακουή ή Πακού δηλαδή Αγία που ακούει, η Παναγία. Η Παναγία αυτή η Υπαπαντή η Μυλιαργούσα είναι η έφορος των καιρικών μεταβολών και προστάτης των μυλωνάδων της Κρήτης. Την ημέρα αυτήν οι μύλοι αργούσαν και οι αγρότες δεν πήγαιναν στα χωράφια τους για να μην πέσει χαλάζι και καταστρέψει την βλάστηση. Χαρακτηριστικές είναι οι παροιμιακές εκφράσεις: Καλοκαιριά της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας.
Λένε λοιπόν πως ότι καιρό κάνει τούτη τη μέρα θα ναι ο ίδιος και τις επόμενες σαράντα. Πίστευαν επίσης πως οι αρκούδες έβγαιναν από τη φωλιά τους αν ήταν καλή μέρα και αυτό ήταν προμήνυμα κακοκαιρίας και τέλος πως ήταν η μέρα που παντρεύονταν τα πουλιά.
Η 2η του Φλεβάρη γιορτάζεται ιδιαίτερα και σ΄ άλλα μέρη του κόσμου. Στην Κίνα για παράδειγμα είναι η γιορτή του Άρχοντα του λουλουδιού, όλοι οι συγγενείς από διάφορα χωριά συγκεντρώνονται για να προσφέρουν στο θεό θυσίες με κοτόπουλα και Εκείνος σε αντάλλαγμα τους ευλογεί τα παιδιά τους για να έχουν μια υγιή ανάπτυξη. Στην Ινδία ξεκινά το φεστιβάλ του ελέφαντα με πολλές χορευτικές παραστάσεις και συναυλίες.
Τα « Συμόγιορτα » κλείνουν με τη γιορτή του αγίου Συμεών, που είναι προστάτης των εγκύων γυναικών που σαν σήμερα δεν δουλεύουν για να μην σημαδευτεί το παιδί στην κοιλιά τους. Είναι φανερή η παρετυμολογική σημασία των σχετικών λέξεων:
Πολλά τα παρατηρήματα κι οι παραδόσεις και για τούτον τον μήνα και στο καλαντάρι πρώτα πρώτα συναντάμε τρεις γιορτές τα λεγόμενα « Συμόγιορτα». Του Αϊ Τρύφωνα, την Υπαπαντή της Παναγίας και του Αγίου Συμεών.
Η 1η του Φλεβάρη, η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα είναι κατεξοχήν αγροτική γιορτή. Θεωρείται ο άγιος των αγρών γιατί προστατεύει τα χωράφια και τα αμπέλια από τα τρωκτικά και τις κάμπιες. Λένε πως έζησε κοντά στη φύση βόσκοντας χήνες και στις συναξιάρικες πηγές η λατρεία του είναι πολύ διαδεδομένη, ιδιαίτερα στην Κρήτη. Στις εικόνες συχνά παριστάνεται με κλαδευτήρι στο χέρι ή με σταφύλια. Οι αμπελουργοί και οι σταφιδοπαραγωγοί δεν κλαδεύουν και δεν μπαίνουν μέσα στ αμπέλι αυτή τη μέρα. Οι οικογένειες επίσης των γεωργών δεν έστρωναν τραπέζι αν δεν είχαν βάλει κάποιο γλύκισμα ή φαγητό με προϊόντα του αμπελιού. Κερνούσαν μουστοκούλουρα, ζύμωναν σταφιδόψωμα ή κουλουράκια με πετιμέζι. Σ΄ άλλα μέρη κρέμαγαν στην εικόνα αμπελόφυλλα ή τα πρώτα σταφύλια που έδεναν και ποτέ δεν ξεχνούσαν όταν άνοιγαν τα βαρέλια τους να κεράσουν όλους τους πιστούς έξω από την εκκλησία σε ένδειξη ευχαρίστησης στον Άγιο.
Στις 2 του Φλεβάρη γιορτάζουμε την Υπαπαντή του Χριστού σε ανάμνηση την συνάντησης του Συμεών με το παιδί Ιησού που σιγά σιγά στη γλώσσα του λαού έγινε Αποπαντή ή Πακουή ή Πακού δηλαδή Αγία που ακούει, η Παναγία. Η Παναγία αυτή η Υπαπαντή η Μυλιαργούσα είναι η έφορος των καιρικών μεταβολών και προστάτης των μυλωνάδων της Κρήτης. Την ημέρα αυτήν οι μύλοι αργούσαν και οι αγρότες δεν πήγαιναν στα χωράφια τους για να μην πέσει χαλάζι και καταστρέψει την βλάστηση. Χαρακτηριστικές είναι οι παροιμιακές εκφράσεις: Καλοκαιριά της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας.
Λένε λοιπόν πως ότι καιρό κάνει τούτη τη μέρα θα ναι ο ίδιος και τις επόμενες σαράντα. Πίστευαν επίσης πως οι αρκούδες έβγαιναν από τη φωλιά τους αν ήταν καλή μέρα και αυτό ήταν προμήνυμα κακοκαιρίας και τέλος πως ήταν η μέρα που παντρεύονταν τα πουλιά.
Η 2η του Φλεβάρη γιορτάζεται ιδιαίτερα και σ΄ άλλα μέρη του κόσμου. Στην Κίνα για παράδειγμα είναι η γιορτή του Άρχοντα του λουλουδιού, όλοι οι συγγενείς από διάφορα χωριά συγκεντρώνονται για να προσφέρουν στο θεό θυσίες με κοτόπουλα και Εκείνος σε αντάλλαγμα τους ευλογεί τα παιδιά τους για να έχουν μια υγιή ανάπτυξη. Στην Ινδία ξεκινά το φεστιβάλ του ελέφαντα με πολλές χορευτικές παραστάσεις και συναυλίες.
Τα « Συμόγιορτα » κλείνουν με τη γιορτή του αγίου Συμεών, που είναι προστάτης των εγκύων γυναικών που σαν σήμερα δεν δουλεύουν για να μην σημαδευτεί το παιδί στην κοιλιά τους. Είναι φανερή η παρετυμολογική σημασία των σχετικών λέξεων:
Συμεών – Συμιός – Σημειώνω – Σημάδι – Σημάδεμα. Στην Σύρο λέγανε πω ς οι έγκυες γυναίκες το βράδυ σαν πήγαιναν να κοιμηθούν έπρεπε να βγάλουν τα ρούχα τους ανάποδα και να περάσουν τα χέρια τους στις πλάτες και τα μεριά τους ώστε αν βγει σημάδι στο παιδί τους να είναι πίσω και να μην φαίνεται.
Σ΄όλη την Ελλάδα εκείνη την ημέρα δεν κόβουν τίποτα με μαχαίρι, ούτε το ψαλίδι ανοίγουν, ούτε ξύλα κόβουν με τσεκούρι για τα σημεία, για να μην πάθει κάτι το παιδί που θα γεννηθεί.
Και φτάνουμε στις 10 του Φλεβάρη με τη γιορτή του Αγίου Χαράλαμπους, προστάτη και θεραπευτή των λοιμικών νοσημάτων και ιδιαίτερα της πανώλης, αρρώστια πολύ διαδεδομένη στον Ελλαδικό χώρο. Η πανώλη ή πανούκλα απεικονιζόταν συχνά σαν μια γριά, ξυπόλυτη, μαυροφόρα με τριμμένα ρούχα που δεν περνούσε ποτέ από δρόμους όπου υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Χαράλαμπο. Αν σ΄ένα χωριό υπήρχε η υποψία πανώλης και υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο τότε ξεκινούσε η λεγόμενη περίζωση. Έδεναν στην πόρτα της εκκλησίας μια κλωστή ή ένα μικρό λευκό ύφασμα. Ξετύλιγαν το κουβάρι της κλωστής και μ αυτό κύκλωναν όλα τα σπίτια. Άφηναν το χωριό περιζωσμένο για σαράντα μέρες που ο αριθμός αυτός πάντα παρείχε στους ανθρώπους την απόλυτη προστασία.
Και φτάνουμε στις 10 του Φλεβάρη με τη γιορτή του Αγίου Χαράλαμπους, προστάτη και θεραπευτή των λοιμικών νοσημάτων και ιδιαίτερα της πανώλης, αρρώστια πολύ διαδεδομένη στον Ελλαδικό χώρο. Η πανώλη ή πανούκλα απεικονιζόταν συχνά σαν μια γριά, ξυπόλυτη, μαυροφόρα με τριμμένα ρούχα που δεν περνούσε ποτέ από δρόμους όπου υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Χαράλαμπο. Αν σ΄ένα χωριό υπήρχε η υποψία πανώλης και υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο τότε ξεκινούσε η λεγόμενη περίζωση. Έδεναν στην πόρτα της εκκλησίας μια κλωστή ή ένα μικρό λευκό ύφασμα. Ξετύλιγαν το κουβάρι της κλωστής και μ αυτό κύκλωναν όλα τα σπίτια. Άφηναν το χωριό περιζωσμένο για σαράντα μέρες που ο αριθμός αυτός πάντα παρείχε στους ανθρώπους την απόλυτη προστασία.
Τις κλωστές αυτές και από το κουβάρι και από το λευκό ύφασμα τις έκαναν φυλακτά. Ένα άλλο έθιμο παλιό, ήταν το λεγόμενο « Πουκάμισο του Αγίου »λευκό ύφασμα που έπρεπε να το έχουν υφάνει από μονομερίτικο πανί γυναίκες που μαζεύονταν νύχτα σε ένα σπίτι, εκκόκκιζαν το βαμβάκι, έγνεθαν και ύφαιναν με πολλές μαγικές λέξεις και άλλες διατυπώσεις. Το « Πουκάμισο » φυσικά είχε μαγικές δυνάμεις ,το έβαζαν όλοι στο χωριό και η αρρώστια δεν πλησίαζε κανέναν.
Τέλος ο Άγιος Χαράλαμπος θεωρούνταν ο προστάτης των μεγάλων ζώων. Ζύμωναν αλεύρι οι νοικοκυρές που το μάζευαν σε μικρή ποσότητα απ΄όλα τα σπίτια , το πήγαιναν στην εκκλησιά και αφού το ευλογούσε ο παππάς το έδιναν στα ζώα τους για να μην αρρωστήσουν.
Ο Άγιος Βλάσης πάλι που τιμάται στις 11 Φεβρουαρίου ήταν ο φύλακας των κοπαδιών και προστάτης κατά του λύκου, του τσακαλιού και των άγριων ζώων. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας τούτη τη μέρα δεν τυροκομούσαν, δεν έκαναν καμιά δουλειά στα σπίτια τους, δεν φόρτωναν τα ζώα τους ή οι γυναίκες στην πλάτη τους ξύλα. Ο άγιος αυτός ήταν μοσχαροπνίχτης. Αν δηλαδή φόρτωναν τα μοσχάρια τους θα τα έπνιγε στο ποτάμι. Είχαν το έθιμο της κοινής εστίασης και το ειδικό φαγητό της μέρα ήταν :στάρι κομμένο, μαγειρεμένο με μέλι και βούτυρο το λεγόμενο Χασούλ ή φαγητό από κρέας προβάτων ή κατσικών τις οποίες έσφαζαν σαν θυσία στην αυλή της εκκλησίας.
Ο Φλεβάρης κλείνει με μια γιορτή που « συναντιέται» κάθε τέσσερα χρόνια με μια παράδοση που αναφέρεται στην παραπανήσια μέρα του δίσεκτου έτους. Είναι η μέρα του Αγίου Κασσιανού και πίστευαν πως ήταν η μέρα αφιερωμένη στους τεμπέληδες. Η ιστορία λέει πως πήγε κάποτε ο άγιος και παραπονέθηκε στον Θεό γιατί δεν πρόσφεραν και σ’ αυτόν οι άνθρωποι τάματα και άλλες προσφορές όπως κάνανε ας πούμε στον Άγιο Νικόλαο. Ο Θεός κάλεσε τον άγιο των θαλασσών να τον ρωτήσει τα συμβάντα κι εκείνος έφτασε βρεγμένος και ταλαιπωρημένος στην προσπάθειά του να βοηθήσει αυτούς που κινδύνευαν. Ο Κασσιάνος ήταν ντυμένος στα χρυσά και απολάμβανε τη θαλπωρή του παραδείσου. Τους είδε και τους δύο και κατάλαβε γιατί οι άνθρωποι τιμούσαν μόνο τον Άγιο Νικόλαο. Επέπληξε τότε τον Κασσιανό και όρισε να γιορτάζεται κάθε τέσσερα χρόνια για την οκνηρία του.
Ο Φλεβάρης τέλος σηματοδοτεί την νηστεία. Είναι ο μήνας που μπορεί να λείπει από την σαρακοστή δεν λείπει όμως ποτέ και από τις τρεις εβδομάδες των Απόκρεων. Καθώς τελειώνει και βρισκόμαστε στα πρόθυρα της Άνοιξης , τελούνται πολλές οργιαστικές τελετουργίες που έχουν τις ρίζες τους στα πανάρχαια χρόνια και λίγο πολύ συνεχίζονται ως τις μέρες μας, κυρίως στην ύπαιθρο. Είναι γνωστή η σύνδεση των γιορτών της αποκριάς με τα αρχαία Ανθεστήρια που επίσης γιορτάζονταν στο τέλος του Φεβρουαρίου. Όπως εμείς γιορτάζουμε την Αποκριά με τα ψυχοσάββατα της έτσι κι οι Αρχαίοι Αθηναίοι γιόρταζαν τη διπλή γιορτή των Ανθεστηρίων. Από την μια μεριά ήταν η γιορτή των λουλουδιών, του κρασιού και της αχαλίνωτης χαράς κι από την άλλη των νεκρών και των ψύχων.
«…Φλεβάρης θα΄ταν… Ηλιόλουστη μέρα από εκείνες που χαν ξεχαστεί από τις Αλκυονίδες του Γενάρη. Ο τόπος είχε γεμίσει πράσινο χρώμα και εμείς όλοι κατεβήκαμε στον κάμπο να βρούμε χόρτα, μάραθα που ξέραμε ένα χωράφι που ήταν γεμάτο. Και τρέχαμε χαρούμενοι κι ανέμελοι ανάμεσα στις πέτρες και τα μικρά ρυάκια και ξαφνικά, εκεί δίπλα στις τσουκνίδες ,τις μαντιλήδες και όλα τα αγριόχορτα το τοπίο άλλαξε. Μια μεγάλη αγκαλιά από λουλούδια που μοσχομύριζαν, άσπρα και ροζ πεντάφυλλα, γέμισαν την καρδιά μας φως, χαρά κι ελπίδα. Σαν όνειρο , σαν οπτασία μια νεράιδα με κατάξανθα μακριά μαλλιά μας προσπέρασε τρέχοντας . Ποια ήταν, πως; Το κατάλευκο φόρεμά της γεμάτο μικρά μικρά ανθάκια. Κι όλος ο τόπος μοσχομύρισε …Να ΄ταν η Άνοιξη που βιαζόταν να έρθει. Μα δεν ήταν δυνατόν , έκανε κρύο πολύ, ακόμα Χειμώνας ήταν. Και τότε άστραψε το μυαλό, φωτίστηκε. Η Αμυγδαλιά ήταν, ντυμένη νύφη που έτρεχε να συναντήσει τον αγαπημένο της, τον Βοριά . Θυμήθηκα όλη την ιστορία… Μας την είχε πει η δασκάλα μας στο σχολείο. Ποιος ξέρει ,έτσι μου φάνηκε, μια ομορφιά στη μέση του χειμώνα, στη μέση του κάμπου, μόνη, έρημη και πενταστόλιστη. Ένα ολάνθιστο δέντρο ανάμεσα σ΄ ένα σωρό άλλα που στέκονταν γυμνά, γκρίζα και αμίλητα. Για μια στιγμή ο άνεμος φύσηξε πολύ δυνατά και κουμπώσαμε τα παλτά μας γιατί νοιώθαμε την ψύχρα του στο σώμα μας. Εκείνη κούνησε λίγο τα κλαδιά της, λίγα ανθάκια έπεσαν , σκόρπισαν, τα πήρε εκείνος μακριά σαν να ήθελε κι αυτός να τα κρατήσει… Εμείς καταλάβαμε …η αμυγδαλιά ήταν κι ο Βοριάς που συναντιόντουσαν μ΄ αυτόν τον παράξενο τρόπο …ανταλλάσσοντας λόγια αγάπης μέσα στο καταχείμωνο. Τούτα τα μικρά σκορπισμένα ανθάκια που στροβιλίζονταν ήταν το δώρο της, για τούτη την τόσο παράξενη σχέση. Ήταν τα …λόγια του αέρα …!»**
Καλό μήνα !
fractalart
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι
Τέλος ο Άγιος Χαράλαμπος θεωρούνταν ο προστάτης των μεγάλων ζώων. Ζύμωναν αλεύρι οι νοικοκυρές που το μάζευαν σε μικρή ποσότητα απ΄όλα τα σπίτια , το πήγαιναν στην εκκλησιά και αφού το ευλογούσε ο παππάς το έδιναν στα ζώα τους για να μην αρρωστήσουν.
Ο Άγιος Βλάσης πάλι που τιμάται στις 11 Φεβρουαρίου ήταν ο φύλακας των κοπαδιών και προστάτης κατά του λύκου, του τσακαλιού και των άγριων ζώων. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας τούτη τη μέρα δεν τυροκομούσαν, δεν έκαναν καμιά δουλειά στα σπίτια τους, δεν φόρτωναν τα ζώα τους ή οι γυναίκες στην πλάτη τους ξύλα. Ο άγιος αυτός ήταν μοσχαροπνίχτης. Αν δηλαδή φόρτωναν τα μοσχάρια τους θα τα έπνιγε στο ποτάμι. Είχαν το έθιμο της κοινής εστίασης και το ειδικό φαγητό της μέρα ήταν :στάρι κομμένο, μαγειρεμένο με μέλι και βούτυρο το λεγόμενο Χασούλ ή φαγητό από κρέας προβάτων ή κατσικών τις οποίες έσφαζαν σαν θυσία στην αυλή της εκκλησίας.
Ο Φλεβάρης κλείνει με μια γιορτή που « συναντιέται» κάθε τέσσερα χρόνια με μια παράδοση που αναφέρεται στην παραπανήσια μέρα του δίσεκτου έτους. Είναι η μέρα του Αγίου Κασσιανού και πίστευαν πως ήταν η μέρα αφιερωμένη στους τεμπέληδες. Η ιστορία λέει πως πήγε κάποτε ο άγιος και παραπονέθηκε στον Θεό γιατί δεν πρόσφεραν και σ’ αυτόν οι άνθρωποι τάματα και άλλες προσφορές όπως κάνανε ας πούμε στον Άγιο Νικόλαο. Ο Θεός κάλεσε τον άγιο των θαλασσών να τον ρωτήσει τα συμβάντα κι εκείνος έφτασε βρεγμένος και ταλαιπωρημένος στην προσπάθειά του να βοηθήσει αυτούς που κινδύνευαν. Ο Κασσιάνος ήταν ντυμένος στα χρυσά και απολάμβανε τη θαλπωρή του παραδείσου. Τους είδε και τους δύο και κατάλαβε γιατί οι άνθρωποι τιμούσαν μόνο τον Άγιο Νικόλαο. Επέπληξε τότε τον Κασσιανό και όρισε να γιορτάζεται κάθε τέσσερα χρόνια για την οκνηρία του.
Ο Φλεβάρης τέλος σηματοδοτεί την νηστεία. Είναι ο μήνας που μπορεί να λείπει από την σαρακοστή δεν λείπει όμως ποτέ και από τις τρεις εβδομάδες των Απόκρεων. Καθώς τελειώνει και βρισκόμαστε στα πρόθυρα της Άνοιξης , τελούνται πολλές οργιαστικές τελετουργίες που έχουν τις ρίζες τους στα πανάρχαια χρόνια και λίγο πολύ συνεχίζονται ως τις μέρες μας, κυρίως στην ύπαιθρο. Είναι γνωστή η σύνδεση των γιορτών της αποκριάς με τα αρχαία Ανθεστήρια που επίσης γιορτάζονταν στο τέλος του Φεβρουαρίου. Όπως εμείς γιορτάζουμε την Αποκριά με τα ψυχοσάββατα της έτσι κι οι Αρχαίοι Αθηναίοι γιόρταζαν τη διπλή γιορτή των Ανθεστηρίων. Από την μια μεριά ήταν η γιορτή των λουλουδιών, του κρασιού και της αχαλίνωτης χαράς κι από την άλλη των νεκρών και των ψύχων.
«…Φλεβάρης θα΄ταν… Ηλιόλουστη μέρα από εκείνες που χαν ξεχαστεί από τις Αλκυονίδες του Γενάρη. Ο τόπος είχε γεμίσει πράσινο χρώμα και εμείς όλοι κατεβήκαμε στον κάμπο να βρούμε χόρτα, μάραθα που ξέραμε ένα χωράφι που ήταν γεμάτο. Και τρέχαμε χαρούμενοι κι ανέμελοι ανάμεσα στις πέτρες και τα μικρά ρυάκια και ξαφνικά, εκεί δίπλα στις τσουκνίδες ,τις μαντιλήδες και όλα τα αγριόχορτα το τοπίο άλλαξε. Μια μεγάλη αγκαλιά από λουλούδια που μοσχομύριζαν, άσπρα και ροζ πεντάφυλλα, γέμισαν την καρδιά μας φως, χαρά κι ελπίδα. Σαν όνειρο , σαν οπτασία μια νεράιδα με κατάξανθα μακριά μαλλιά μας προσπέρασε τρέχοντας . Ποια ήταν, πως; Το κατάλευκο φόρεμά της γεμάτο μικρά μικρά ανθάκια. Κι όλος ο τόπος μοσχομύρισε …Να ΄ταν η Άνοιξη που βιαζόταν να έρθει. Μα δεν ήταν δυνατόν , έκανε κρύο πολύ, ακόμα Χειμώνας ήταν. Και τότε άστραψε το μυαλό, φωτίστηκε. Η Αμυγδαλιά ήταν, ντυμένη νύφη που έτρεχε να συναντήσει τον αγαπημένο της, τον Βοριά . Θυμήθηκα όλη την ιστορία… Μας την είχε πει η δασκάλα μας στο σχολείο. Ποιος ξέρει ,έτσι μου φάνηκε, μια ομορφιά στη μέση του χειμώνα, στη μέση του κάμπου, μόνη, έρημη και πενταστόλιστη. Ένα ολάνθιστο δέντρο ανάμεσα σ΄ ένα σωρό άλλα που στέκονταν γυμνά, γκρίζα και αμίλητα. Για μια στιγμή ο άνεμος φύσηξε πολύ δυνατά και κουμπώσαμε τα παλτά μας γιατί νοιώθαμε την ψύχρα του στο σώμα μας. Εκείνη κούνησε λίγο τα κλαδιά της, λίγα ανθάκια έπεσαν , σκόρπισαν, τα πήρε εκείνος μακριά σαν να ήθελε κι αυτός να τα κρατήσει… Εμείς καταλάβαμε …η αμυγδαλιά ήταν κι ο Βοριάς που συναντιόντουσαν μ΄ αυτόν τον παράξενο τρόπο …ανταλλάσσοντας λόγια αγάπης μέσα στο καταχείμωνο. Τούτα τα μικρά σκορπισμένα ανθάκια που στροβιλίζονταν ήταν το δώρο της, για τούτη την τόσο παράξενη σχέση. Ήταν τα …λόγια του αέρα …!»**
Καλό μήνα !
fractalart
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι
No comments:
Post a Comment